Η μη καταβολή πλήρους αποζημίωσης για τη συνολική ζημιά που υπέστη ο ιδιοκτήτης σε περίπτωση απαλλοτρίωσης ακινήτου, παραβιάζει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Μουστακίδης κατά Ελλάδας της 3-10-2019 (αρ. προσφυγ. 58999/13)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Απαλλοτρίωση, ποσοστό αποζημίωσης και αρμοδιότητα Δικαστηρίων.

Ο προσφεύγων στερήθηκε την χρήση τμήματος της ιδιοκτησίας του λόγω απαλλοτρίωσης, στην οποία ιδιοκτησία στεγάζονταν η επιχείρηση του. Αποζημιώθηκε για την αξία της γης που στερήθηκε και για την απομείωση της αξίας του εναπομείναντος τμήματος. Προσέφυγε στα εθνικά πολιτικά Δικαστήρια αιτούμενος πλήρη αποζημίωση που περιλάμβανε τα διαφυγόντα κέρδη της επιχείρησης του για όσο διάστημα δεν λειτούργησε και τα έξοδα μετεγκατάστασης αυτής. Τα εγχώρια Δικαστήρια, απέρριψαν τις προσφυγές του, λόγω αναρμοδιότητας.

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η συνολική εκτίμηση των συνεπειών της απαλλοτριώσεως δεν μπορεί να περιορίζεται στον καθορισμό της ειδικής αποζημίωσης, αλλά πρέπει επίσης να περιλαμβάνει και άλλα θέματα, εκτιμώντας την συνολική ζημιά του ιδιοκτήτη. Έτσι, το Στρασβούργο έκρινε ως αδικαιολόγητη την άρνηση των Ελληνικών πολιτικών Δικαστηρίων να εξετάσουν τα αιτήματα του προσφεύγοντος για πλήρη αποζημίωση καθόσον είχαν αρμοδιότητα για τέτοια ζητήματα, ακολούθως  διαπίστωσε ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου διότι διαταράχθηκε η ισορροπία μεταξύ του γενικού συμφέροντος και του συμφέροντος του ατόμου.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων, Δημήτριος Μουστακίδης, είναι Έλληνας υπήκοος, γεννηθείς  το 1956 και ζει στη Θεσσαλονίκη (Ελλάδα).

Η υπόθεση αφορά την απαλλοτρίωση μέρους του ακινήτου του προσφεύγοντος (οικόπεδο, εργοστάσιο και μια αποθήκη) και το ποσό που του αποδόθηκε ως αποζημίωση.

Τα δικαστήρια καθόρισαν το τελικό ποσό της αποζημίωσης για το απαλλοτριωθέν τμήμα της ιδιοκτησίας. Στη συνέχεια, βασιζόμενος στον σχετικό εθνικό νόμο, ο προσφεύγων ζήτησε αποζημίωση για το μη απαλλοτριωμένο τμήμα αυτού του ακινήτου, καθώς επίσης και για το κόστος της μεταφοράς της επιχείρησής του, για τα διαφυγόντα κέρδη κατά τη διακοπή της λειτουργίας της επιχείρησης και για την περαιτέρω ζημία που υπέστη το εναπομείναν περιουσιακό του στοιχείο λόγω της φύσης της δραστηριότητας για την οποία οι απαλλοτριώσεις είχαν πραγματοποιηθεί. Το εφετείο και το Ακυρωτικό Δικαστήριο (Άρειος Πάγος), απέρριψαν την αίτησή του, διότι τα πολιτικά δικαστήρια δεν ήταν αρμόδια να  εξετάσουν το ζήτημα.

Βασιζόμενος ειδικότερα στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου(προστασία της ιδιοκτησίας), ο κ. Μουστακίδης καταγγέλλει την παράβαση του δικαιώματός του στην ιδιοκτησία, ισχυριζόμενος ότι τα εθνικά δικαστήρια αρνήθηκαν να αποφανθούν επί συγκεκριμένων πτυχών του αιτήματός του για αποζημίωση, συμβουλεύοντας τον να προσφύγει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων για το σκοπό αυτό.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ….

Το Δικαστήριο σημειώνει ότι η εν λόγω κατάσταση εμπίπτει στην πρώτη φράση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, το οποίο ορίζει γενικά την αρχή του σεβασμού της ιδιοκτησίας. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν διατηρείται μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και των επιταγών της διαφύλαξης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου. Η μέριμνα για την εξασφάλιση μιας τέτοιας ισορροπίας αντικατοπτρίζεται στη δομή του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου στο σύνολό του. Ειδικότερα, πρέπει να υπάρχει μια λογική σχέση αναλογικότητας μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του σκοπού κάθε μέτρου που στερεί από ένα πρόσωπο την περιουσία του.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, σε περίπτωση απαλλοτρίωσης της περιουσίας ενός προσώπου, πρέπει να υπάρχει μια διαδικασία που να διασφαλίζει τη συνολική εκτίμηση των συνεπειών της απαλλοτριώσεως, συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης σε σχέση με την αξία του απαλλοτριωθέντος περιουσιακού στοιχείου, τον προσδιορισμό των κατόχων δικαιωμάτων σε αποζημίωση και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την απαλλοτρίωση, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας.

​​Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η συνολική εκτίμηση των συνεπειών της απαλλοτριώσεως δεν μπορεί να περιορίζεται στην αναγνώριση του δικαιώματος αποζημίωσης, τον καθορισμό της ειδικής αποζημίωσης, την εκτίμηση της ύπαρξης οφέλους από τον ιδιοκτήτη και τον καθορισμό των δικαστικών εξόδων. Πρέπει επίσης να περιλαμβάνει άλλα θέματα, όπως για παράδειγμα εκείνα που αφορούν την ενδεχόμενη επανεκτίμηση της τελικής αποζημίωσης.

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο σημειώνει ότι τα εγχώρια Δικαστήρια  απένειμαν  στον προσφεύγοντα αποζημίωση για το απαλλοτριωμένο τμήμα της γης του και αποζημίωση για τη απομείωση της αξίας του εναπομείναντος μη απαλλοτριωμένου τμήματος της ιδιοκτησίας του που προκύπτει από την κατανομή του ακινήτου και απέρριψαν  την αποζημίωση για οποιαδήποτε άλλη ζημία που δεν σχετίζεται άμεσα με την αξία απαλλοτριωθέντος τμήματος.

Κατά την άσκηση προσφυγής ενώπιον του Εφετείου, ο προσφεύγων ζήτησε : α) να επανεξεταστεί το ζήτημα του υποτιθέμενου οφέλους που αντλήθηκε από τον προσφεύγοντα ως αποτέλεσμα της εκτέλεσης του έργου και να αποζημιωθεί για το μέρος που θεωρήθηκε ότι αποζημιώθηκε  β) να αναγνωριστεί ότι, λόγω της απαλλοτρίωσης και της φύσης του έργου, το μη απαλλοτριωθέν περιουσιακό στοιχείο είχε υποτιμηθεί κατά 90% και έπρεπε να αποζημιωθεί ,  γ) ότι πρέπει να του χορηγηθεί 1) το ποσό των 150.000 ευρώ για έξοδα μεταβίβασης της επιχείρησης, 2) το ποσό των 120.000 ευρώ για απώλεια ευκαιριών λόγω διακοπής της λειτουργίας της επιχείρησης.

Όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί αφορούσαν ζητήματα που σχετίζονταν με την απαλλοτρίωση και έπρεπε, ιδίως και με βάση τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να αποτελέσουν αντικείμενο για  «εξέταση από αυτούς» .

Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο κρίνει ότι η άρνηση των ελληνικών δικαστηρίων να εξετάσουν τις προαναφερθείσες προσφυγές του του προσφεύγοντος και η παραπομπή του προσφεύγοντος σε άλλο αρμόδιο δικαστήριο ή στα πρωτοβάθμια δικαστήρια ή τελικά στο παρόν Δικαστήριο, άλλαξαν τον χαρακτήρα της αποζημίωσης και έτσι διαταράχθηκε η κατάλληλη ισορροπία που πρέπει να υπάρχει μεταξύ του γενικού συμφέροντος και του συμφέροντος του ατόμου.

Συνεπώς το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου πρωτοκόλλου.

Δίκαιη ικανοποίηση: Το Δικαστήριο έκρινε ότι το ζήτημα της εφαρμογής του άρθρου 41 (δίκαιη ικανοποίηση) της Σύμβασης δεν ήταν έτοιμο προς λήψη απόφασης και επιφυλάχθηκε για μεταγενέστερη εξέταση (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες