Το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ δεν εφαρμόζεται στις Αιτήσεις Ακυρώσεως Διαδικασίας του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας

ΑΠΟΦΑΣΗ            

Κοκκώνης και Χαλιλοπούλου κατά Ελλάδας (αριθμ. προσφ. 76386/11 και 76408/11) 23.11.2017

βλ. εδώ 

 ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οι προσφεύγοντες είχαν καταδικαστεί πρωτοδίκως από δικαστήριο της Πάτρας για κλοπές. Άσκησαν έφεση, ζήτησαν αναβολή και στη συνέχεια καταδικάστηκαν ως παρόντες με μειωμένη ποινή, παρότι στην μετ΄αναβολή εκδίκαση της έφεσης δεν εμφανίστηκαν στο Εφετείο. Στη συνέχεια άσκησαν Αίτηση ακύρωσης της διαδικασίας (άρθρο 341 ΚΠΔ) για να ακυρώσουν την διαδικασία του Εφετείου που τους καταδίκασε, η οποία απερρίφθη ως απαράδεκτη με το σκεπτικό ότι θα μπορούσαν να ασκήσουν την αίτηση αυτή μόνο αν είχαν δικαστεί οι κατηγορούμενοι ερήμην και όχι όταν είχαν δικαστεί «ωσεί παρόντες».

Στη συνέχεια κατέφυγαν στο ΕΔΔΑ καταγγέλλοντας παραβιάσεις των άρθρων 6,13 και 14 της ΕΣΔΑ. Το Στρασβούργο έκρινε ότι η Αίτηση Ακύρωσης της Διαδικασίας του άρθρου 341 ΚΠΔ δεν είναι τακτικό ένδικο μέσο και προσομοιάζει με την επανάληψη της διαδικασίας, αφού δεν εξετάζεται η ποινική κατηγορία αλλά οι προϋποθέσεις για επανεκδίκαση της υπόθεσης και το άρθρο 6 δεν εφαρμόζεται στις διαδικασίες για εκ νέου εξέταση της ποινικής υπόθεσης, δεδομένου ότι ένα πρόσωπο που υποβάλει μια τέτοια αίτηση δεν είναι «κατηγορούμενος για ποινικό αδίκημα». Το ΕΔΔΑ απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 6 (δίκαιη δίκη) της ΕΣΔΑ

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες,  Ζώης Κοκκώνης και Νικολίτσα Χαλιλοπούλου, ένα παντρεμένο ζευγάρι, είναι Έλληνες υπήκοοι οι οποίοι γεννήθηκαν το 1964 και το 1968 αντίστοιχα και ζουν στην Πάτρα.

Οι προσφεύγοντες  καταδικάστηκαν ερήμην τους τον Ιανουάριο του 2009 για κλοπή που διαπράχθηκε από κοινού, και καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 12 μηνών. Άσκησαν  έφεση, η οποία είχε προγραμματιστεί να συζητηθεί  στις 15.02.2011 στο Εφετείο της Πάτρας. Ωστόσο, την ημέρα εκείνη, υπέβαλαν αίτηση αναβολή της ακρόασης, καθώς ο δικηγόρος τους δεν μπορούσε να είναι παρών και η ακρόαση αναβλήθηκε για τις 03.05.2011. Ούτε οι προσφεύγοντες ούτε ο δικηγόρος τους παρέστησαν στη συζήτηση την ημερομηνία εκείνη. Το Εφετείο της Πάτρας, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προσφεύγοντες – εκκαλούντες ήταν παρόντες στις 15.02.2011, θεώρησε ότι ήταν «ωσεί παρόντες». Έτσι, το Εφετείο εξέτασε την έφεσή τους και μείωσε την ποινή τους σε ποινή φυλάκισης 10 μηνών

Οι προσφεύγοντες υπέβαλαν Αίτηση Ακύρωσης της Διαδικασίας βάσει του άρθρου 341 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ισχυριζόμενοι ότι δεν εμφανίστηκαν στη δίκη λόγω ανωτέρας βίας, που τους εμπόδισε να παραστούν στην δίκη ή να ενημερώσουν το δικαστήριο για την απουσία τους. Συγκεκριμένα, ο κ. Κοκκώνης ανέφερε ότι στις 29.04.2011 εισήχθη στο νοσοκομείο με οξεία γαστρεντερίτιδα και ότι πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο με οδηγίες να παραμείνει κλινήρης από τις 29.04.2011 έως τις 08.05.2011. Επισύναψε τα σχετικά έγγραφα στην αίτησή του για ακύρωση της διαδικασίας. Η κα Χαλιλοπούλου ισχυρίστηκε ότι δεν μπόρεσε να εμφανιστεί στην δίκη λόγω της ασθένειας του συζύγου της, καθώς έπρεπε να φροντίσει τον ίδιο και τα παιδιά στο σπίτι.

Το Εφετείο Πάτρας εξέτασε την Αίτησή τους αυτή και, στις 25.05.2011, την απέρριψε ως απαράδεκτη. Ειδικότερα, έκρινε ότι η αίτηση ακυρώσεως (βάσει του άρθρου 341 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας) θα μπορούσε να κατατεθεί μόνο αν είχαν δικαστεί οι κατηγορούμενοι ερήμην και όχι όταν είχαν δικαστεί «ωσεί παρόντες».

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 6

Όσον αφορά την έκταση της υπόθεσης, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η προσφυγή ενώπιόν του αφορούσε τις διαδικασίες ενώπιον του Εφετείου, που εκδίκασε την Αίτηση Ακύρωσης της διαδικασίας (άρθρο 341 ΚΠΔ) οι οποίες οδήγησαν στην απόφασή του της 25.05.2011, και όχι την καταδίκη των προσφευγόντων επί της ουσίας.

Το Δικαστήριο εξέτασε αρχικά  εάν το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ ισχύει στη διαδικασία της Αίτησης Ακύρωσης διαδικασίας. Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου (Moreira Ferreira κατά Πορτογαλίας (αρ.2) (GC) της 11 Ιουλίου 2017, αρ. 19867/12, παρ.60-67) το άρθρο 6 δεν ισχύει για την διαδικασία επανάληψης της διαδικασίας της ποινικής δίκης, δεδομένου ότι όποιος ζητεί επανάληψη της διαδικασίας της υπόθεσής του και του οποίου η ποινή έχει καταστεί αμετάκλητη δεν «κατηγορείται για ποινικό αδίκημα» με την έννοια αυτού του άρθρου (βλ. μεταξύ άλλων Fischer κατά Αυστρίας (απόφ.), αρ. 27569/02). Το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ ισχύει από την άποψη του ποινικού δικαίου, για ποινικές δίκες που αφορούν ένδικα μέσα, τα οποία κατατάσσονται στην εθνική νομοθεσία στην κατηγορία των τακτικών ενδίκων μέσων, όπου το εθνικό δίκαιο καλείται να αποφασίσει επί της κατηγορίας. Το Δικαστήριο επομένως, εξετάζει το ζήτημα της εφαρμοσιμότητας του άρθρου 6 στα έκτακτα ένδικα μέσα επιδιώκοντας να αποδείξει εάν, κατά την εξέταση του εν λόγω ένδικου μέσου, το εθνικό δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο να αποφασίσει για το ποινικό αδίκημα.

Σύμφωνα με τις σχετικές αρχές της νομολογίας του Δικαστηρίου, το άρθρο 6 δεν εφαρμόζεται στις διαδικασίες για εκ νέου εξέταση της ποινικής υπόθεσης, δεδομένου ότι ένα πρόσωπο που υποβάλει μια τέτοια αίτηση εκ νέου εξέτασης υπόθεσής του, για την οποία η ποινή είχε καταστεί αμετάκλητη δεν είναι «κατηγορούμενος για ποινικό αδίκημα» κατά την έννοια του άρθρου 6. Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι οι διαδικασίες σύμφωνα με  το άρθρο 341 του ελληνικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, δεν ήταν για να καθοριστεί από το εθνικό δικαστήριο η ποινική κατηγορία αλλά για να εξετάσει εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της ακύρωσης της διαδικασίας και την επανεκδίκαση της υπόθεσης. Το Δικαστήριο έκρινε ότι το ένδικο βοήθημα βάσει του άρθρου 341 του Ποινικού Κώδικα ήταν παρόμοιο με τη διαδικασία επανάληψης της διαδικασίας μιας ποινικής υπόθεσης και ως εκ τούτου το άρθρο 6 δεν εφαρμόζεται στην επίμαχη διαδικασία της αίτησης ακύρωσης διαδικασίας. Το τμήμα αυτό της προσφυγής ήταν συνεπώς ασυμβίβαστο ratione materiae με τις διατάξεις της Σύμβασης και έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτο σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ.4 της ΕΣΔΑ.

Άρθρα 13 και 14

Ως προς την αιτίαση των προσφευγόντων βάσει του άρθρου 13 της Σύμβασης, το Δικαστήριο επαναλαμβάνει ότι, σύμφωνα με την νομολογία του, το άρθρο 13 ισχύει μόνο όταν ένα άτομο έχει την «αμφισβητήσιμη αξίωση» να είναι παθών από την παραβίαση δικαιώματος της Σύμβασης. Έχοντας υπόψη τις παραπάνω κρίσεις του βάσει του άρθρου 6 της Σύμβασης, το Δικαστήριο δεν διαπιστώνει ότι οι προσφεύγοντες έχουν αμφισβητήσιμη αξίωση για τους σκοπούς του άρθρου 13, που επομένως δεν ισχύει (βλ. Kudla κατά Πολωνίας (GC), αρ. 30210/96, παρ.157).

Τέλος, έχοντας υπόψη το γεγονός ότι το άρθρο 14 της Σύμβασης δεν είναι αυτόνομο και το συμπέρασμά του ότι το άρθρο 6 δεν ισχύει, το Δικαστήριο θεωρεί ότι το άρθρο 14 δεν ισχύει στην προκειμένη περίπτωση. Γι’αυτό, αυτή η αιτίαση είναι επίσης καθ’ύλην ασύμβατη με τις διατάξεις της Σύμβασης με την έννοια του Άρθρου 35 παρ.3(α) και πρέπει να απορριφθεί σύμφωνα με το Άρθρο 35 παρ.4(επιμέλεια echrcaselaw.com).

 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες