Ο περιορισμός διαδηλωτών από την αστυνομία παραβίασε την ελευθερία της κυκλοφορίας, της έκφρασης και του συνέρχεσθαι

ΑΠΟΦΑΣΗ

Auray κ.α. κατά Γαλλίας της 08.02.2024 (αριθ. προσφ. 1162/22)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Εγκλωβισμός των προσφευγόντων επί πολλές ώρες στην Place Bellecour της Λυών, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης κατά του νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Ο λόγος του αποκλεισμού της πλατείας ήταν να περιοριστούν οι δυνητικά βίαιοι ταραχοποιοί, προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος για την ασφάλεια των προσώπων και να διασφαλιστεί η ορθή διεξαγωγή της διαδήλωσης. Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι ένας τέτοιος περιορισμός της προσωπικής ελευθερίας ήταν αναγκαίος προκειμένου να αποτραπεί πραγματικός κίνδυνος σοβαρής βλάβης προσώπων ή περιουσίας, και ότι είχε περιοριστεί στο ελάχιστο αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού. Επομένως, παρά τη διάρκεια και τις επιπτώσεις του στους προσφεύγοντες και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του και τον τρόπο με τον οποίο είχε εφαρμοστεί, ο περιορισμός δεν συνιστούσε «στέρηση της ελευθερίας» κατά την έννοια του άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης.

Όσον αφορά τις καταγγελίες σχετικά με τα δικαιώματα της ελεύθερης κυκλοφορίας (άρθρο 2 του 4ου Πρωτοκόλλου), της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10) και της ελευθερίας του συνέρχεσθαι (άρθρο 11), το Δικαστήριο επανέλαβε ότι κάθε μέτρο που περιορίζει τις ελευθερίες αυτές έπρεπε να «προβλέπεται από το νόμο». Ωστόσο, σημείωσε ότι το γενικό νομικό πλαίσιο για τη διατήρηση της τάξης που ίσχυε κατά τον χρόνο των επίμαχων γεγονότων δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι καθόριζε τους κανόνες για τη χρήση της τεχνικής του kettling με επαρκή ακρίβεια ώστε να αποτελεί εγγύηση κατά του κινδύνου αυθαίρετων επεμβάσεων στις ελευθερίες των ατόμων που ενδέχεται να επηρεαστούν από αυτήν. Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρήση της τεχνικής του kettling από την αστυνομία δεν ήταν, κατά τον κρίσιμο χρόνο, «προβλεπόμενη από τον νόμο» κατά την έννοια των διατάξεων που επικαλούνται.

Για τον λόγο αυτό, αφού σημείωσε ότι τον Δεκέμβριο του 2021, δηλαδή μετά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ο Υπουργός Εσωτερικών είχε εκδώσει νέα εθνική οδηγία για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 του 4ου Πρωτοκόλλου και του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ υπό το πρίσμα του άρθρου 10.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 5 παρ. 1,

Άρθρο 10,

Άρθρο 11,

Άρθρο 2 του 4ου Πρωτοκόλλου

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες είναι Γάλλοι υπήκοοι που γεννήθηκαν μεταξύ 1960 και 1992 και ζουν σε διάφορα μέρη της Γαλλίας.

Αρκετές διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στη Λυών κατά του νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος μεταξύ 14 και 22 Οκτωβρίου 2010. Κατατέθηκε στις αρμόδιες αρχές αίτημα πραγματοποίησης διαδήλωσης που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010. Οι διαδηλωτές άρχισαν να καταφθάνουν στην Place Bellecour γύρω στις 11.00 π.μ., και μέχρι το μεσημέρι είχαν συγκεντρωθεί 500 με 600 άτομα. Στη 13:23 τέθηκε σε εφαρμογή μέτρο αποκλεισμού της Place Bellecour. Αυτό είχε ως στόχο να αποτρέψει τυχόν «πολυάριθμους ταραχοποιούς» που είχαν συγκεντρωθεί στην πλατεία να συμμετάσχουν στη διαδήλωση. Γύρω στις 15:30 επετράπη σε περίπου εκατό άτομα να φύγουν από την Place Bellecour και να συμμετάσχουν στη διαδήλωση. Η διαδήλωση τελείωσε περίπου στις 16:45 και η απόφαση για την άρση του αποκλεισμού στην Place Bellecour ελήφθη γύρω στις 17:00. Οι έλεγχοι ταυτότητας συνεχίστηκαν μέχρι τις 19:00. Σε απάντηση σε μήνυση με αίτηση προσχώρησης στη διαδικασία ως πολιτικοί ενάγοντες που υποβλήθηκε στις 29 Ιουλίου 2011 μεταξύ άλλων και από τους προσφεύγοντες, ασκήθηκε ποινική δίωξη στις 9 Νοεμβρίου 2011 εναντίον προσώπου ή προσώπων αγνώστων στοιχείων για αυθαίρετη επέμβαση στην προσωπική ελευθερία, από πρόσωπο που ασκούσε δημόσια εξουσία και άρνηση από πρόσωπο που ασκούσε δημόσια εξουσία αναγνώρισης δικαιώματος λόγω καταγωγής, εθνικότητας ή ιθαγένειας. Ο Νομάρχης της περιοχής και ο προϊστάμενος της αστυνομίας ορίστηκαν «μάρτυρες με τη συνδρομή δικηγόρου» (temoins assistés). Στις 2 Φεβρουαρίου 2017 οι δύο δικαστές που ήταν επιφορτισμένοι με την έρευνα στο Πρωτοδικείο της Λυών αποφάσισαν τη διακοπή της διαδικασίας.

Σε απόφαση της 5 Μαρτίου 2020, το τμήμα ερευνών του Εφετείου της Λυών απεφάνθη ότι η απόφαση διακοπής της διαδικασίας όσον αφορά το αδίκημα της διάκρισης ήταν οριστική και έκρινε ότι δεν υπήρχε ανάγκη να διατάξει συμπληρωματικά μέτρα έρευνας, επικυρώνοντας την απόφαση παύσης της 2 Φεβρουαρίου 2017, και κρίνοντας ότι δεν συντρέχουν λόγοι άσκησης ποινικής δίωξης.

Οι πολιτικώς ενάγοντες άσκησαν αναίρεση και κατέθεσαν αίτηση προδικαστικής απόφασης επί της συνταγματικότητας, την οποία το Ακυρωτικό Δικαστήριο αποφάσισε να παραπέμψει στο Συνταγματικό Συμβούλιο.

Με την απόφαση υπ’ αριθ. 2020-889 QPC της 12ης Μαρτίου 2021, το Συνταγματικό Συμβούλιο κήρυξε την επίμαχη διάταξη ως σύμφωνη με το Σύνταγμα.

Οι πολιτικοί ενάγοντες άσκησαν αναίρεση, επικαλούμενοι, ιδίως, τα άρθρα 5, 10 και 11 της Σύμβασης και το άρθρο 2 του 4ου Πρωτοκόλλου. Στις 22 Ιουνίου 2021 το Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές τους.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 5 § 1

Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι το προσβαλλόμενο μέτρο περιορισμού πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της αστικής βίας που σημειώθηκε στη Λυών μεταξύ 14 και 21 Οκτωβρίου 2010. Το τμήμα ερευνών του Εφετείου της Λυών είχε κρίνει ότι, στις 21 Οκτωβρίου, οι αρχές είχαν «αντικειμενικούς και εύλογους λόγους» να φοβούνται ότι τα γεγονότα και τα επεισόδια της προηγούμενης εβδομάδας, τα οποία επιδεινώνονταν σε καθημερινή βάση και χαρακτηρίζονταν από σοβαρές συγκρούσεις και βίαιες πράξεις, θα μπορούσαν να επαναληφθούν. Σημείωσε ότι ο στόχος της σφράγισης της πλατείας δεν ήταν να ματαιωθεί η διαδήλωση ή να εμποδίσει τον κόσμο να συμμετάσχει ειρηνικά σε αυτήν, αλλά να αποτρέψει έναν «πραγματικό κίνδυνο» και ότι είχαν δοθεί οδηγίες για την πλήρη άρση του μέτρου μόλις ο κίνδυνος υποχωρούσε μετά την ολοκλήρωση της διαδήλωσης. Το Δικαστήριο δεν βρήκε κανέναν λόγο να αποκλίνει από την εκτίμηση αυτή.

Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι η Place Bellecour δεν είχε σφραγιστεί πλήρως. Οι αρχές παρακολουθούσαν στενά την εξέλιξη της κατάστασης και οι αστυνομικοί είχαν λάβει εντολές να αναζητήσουν ταραχοποιούς ανάμεσα στο πλήθος.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο περιορισμός της ελευθερίας των ατόμων στην Place Bellecour στη Λυών το απόγευμα της 21 Οκτωβρίου 2010 ήταν το αποτέλεσμα περιστάσεων που ξεφεύγουν από τον έλεγχο των αρχών, ήταν αναγκαίος για την αποτροπή πραγματικού κινδύνου σοβαρής βλάβης ανθρώπων και περιουσίας και είχε περιοριστεί στο ελάχιστο αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού. Παρά τη διάρκειά του και τις επιπτώσεις του στους προσφεύγοντες, και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του και τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόστηκε, ο περιορισμός δεν συνιστούσε επομένως «στέρηση της ελευθερίας» κατά την έννοια του άρθρου 5 § 1. Το μέρος αυτό της προσφυγής έπρεπε συνεπώς να απορριφθεί ως ασυμβίβαστο με τις διατάξεις της Σύμβασης.

Άρθρο 2 του 4ου Πρωτοκόλλου

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι το κράτος είχε την υποχρέωση να εγγυάται τη δημόσια ασφάλεια, ιδίως εξασφαλίζοντας τη διατήρηση της ειρήνης και της δημόσιας τάξης (ordre public) και την προστασία των ατόμων και της περιουσίας και ότι, στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος του στους δήμους στο πλαίσιο του καθεστώτος της κρατικής αστυνομίας (police étatisée) – όπως η Λυών – ήταν να περιορίζει τις διαταραχές της δημόσιας τάξης, όπως οι συγκεντρώσεις. Για το σκοπό αυτό, ο Νομάρχης ήταν υπεύθυνος για το συντονισμό των ενεργειών της αστυνομίας.

Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι από την πάγια νομολογία των ανωτάτων εθνικών δικαστηρίων προκύπτει ότι ένα μέτρο για την προστασία της δημόσιας τάξης το οποίο παρεμβαίνει στα θεμελιώδη δικαιώματα των ατόμων, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας κυκλοφορίας, πρέπει να είναι κατάλληλο, αναγκαίο και ανάλογο προς τον σκοπό αυτό.

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αρχή της αστυνομικής παρέμβασης, σε μια κατάσταση όπως η επίμαχη, έπρεπε να θεωρηθεί ότι είχε νομική βάση στο εθνικό δίκαιο.

Όπως αναφέρει το Συνταγματικό Συμβούλιο στην απόφασή του της 12 Μαρτίου 2021 σχετικά με το τμήμα 1 του νόμου της 21 Ιανουαρίου 1995, οι διατάξεις που αναθέτουν στο κράτος τη γενική υποχρέωση διατήρησης της δημόσιας τάξης «[δεν] καθόριζαν τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να εκτελεστεί το καθήκον αυτό ή, ειδικότερα, τα μέσα που επιτρέπονται για την επίτευξή του». Το Δικαστήριο σημείωσε ότι κατά τον χρόνο των καταγγελλόμενων γεγονότων, δεν υπήρχε άλλη πράξη ή διάταξη που να προβλέπει ρητά την προσφυγή στην τεχνική του kettling που χρησιμοποίησε η αστυνομία στην παρούσα υπόθεση, ούτε, πολύ περισσότερο, τη ρύθμιζε. Υπό το πρίσμα αυτής της ιδιαίτερης περίστασης, το Δικαστήριο όφειλε να εξετάσει, όσον αφορά την καταγγελία βάσει του άρθρου 2 του 4ου Πρωτοκόλλου, την ποιότητα του νόμου, πτυχή την οποία, όπως σημείωσε, δεν είχαν εξετάσει τα εθνικά δικαστήρια.

Κατά πρώτον το ΕΔΔΑ επανέλαβε ότι, ως προληπτική τεχνική που ενδέχεται να επηρεάσει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των ειρηνικών διαδηλωτών, ήταν απαραίτητο να θεσπιστούν ακριβείς κανόνες, καθορίζοντας επακριβώς υπό ποιες περιστάσεις και συνθήκες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν τα λαμβανόμενα μέτρα.

Δεύτερον, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο αποκλεισμός ήταν μια πρακτική που η αστυνομία ήταν πιθανό να χρησιμοποιήσει για τη διατήρηση της τάξης όταν αντιμετώπιζε σοβαρή πιθανότητα διατάραξης. Όμως κατά τον χρόνο των επίμαχων γεγονότων, δεν είχε ρυθμιστεί από κάποιο συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι το γενικό νομοθετικό πλαίσιο για τη διατήρηση της τάξης που ίσχυε κατά το σχετικό χρόνο δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι καθόριζε τους κανόνες για τη χρήση της τεχνικής του kettling με επαρκή ακρίβεια ώστε να αποτελεί εγγύηση κατά του κινδύνου αυθαίρετων επεμβάσεων στην ελευθερία της μετακίνησης των ατόμων που ενδέχεται να επηρεαστούν από αυτήν. Αφού σημείωσε ότι τον Δεκέμβριο του 2021, δηλαδή μετά τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, ο Υπουργός Εσωτερικών είχε εκδώσει νέα εθνική οδηγία για τη διατήρηση της δημόσιας τάξης, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρήση από την αστυνομία της τεχνικής του εγκλωβισμού/περιορισμού, η οποία είχε αποτελέσει επέμβαση στο δικαίωμα των προσφευγόντων στην ελεύθερη κυκλοφορία, δεν ήταν, κατά τον κρίσιμο χρόνο, «σύμφωνη με το νόμο» κατά την έννοια του άρθρου 2 του 4ου Πρωτοκόλλου.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 2 του 4ου Πρωτοκόλλου.

Άρθρα 10 και 11

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι προσφεύγοντες, οι οποίοι είχαν περιοριστεί στην Place Bellecour το απόγευμα της 21 Οκτωβρίου 2010, ως αποτέλεσμα του προσβαλλόμενου μέτρου αποκλεισμού, δεν μπόρεσαν να συμμετάσχουν στη διαδήλωση κατά του νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, κατά την οποία ο μοναδικός τους στόχος ήταν να εκφράσουν τη γνώμη τους.

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο περιορισμός των προσφευγόντων στην Place Bellecour, ως αποτέλεσμα του αστυνομικού αποκλεισμού, συνιστούσε επέμβαση στην άσκηση της ελευθερίας της ειρηνικής συνάθροισης και της ελευθερίας της έκφρασης.

Επαναλαμβάνοντας ότι σύμφωνα τόσο με το άρθρο 11 όσο και με το άρθρο 10, κάθε μέτρο που περιορίζει τις ελευθερίες αυτές πρέπει πρωτίστως να «προβλέπεται από το νόμο», το Δικαστήριο έκρινε, για τους ίδιους λόγους που εκτίθενται στην εξέταση της καταγγελίας βάσει του άρθρου 2 του 4ου  Πρωτοκόλλου, ότι η προϋπόθεση αυτή δεν πληρούται στην προκειμένη περίπτωση.

Επομένως, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 11 υπό το πρίσμα του άρθρου 10.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο επιδίκασε στους προσφεύγοντες από κοινού 1.714 ευρώ για δικαστικά έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες