Η επιβολή μόνιμου τέλους θέρμανσης σε μη συνδεδεμένους χρήστες παραβίασε το δικαίωμα στην περιουσία τους

ΑΠΟΦΑΣΗ

Strezovski κ.α. κατά Β. Μακεδονία της 27.2.2020 (αρ. προσφ. 14460/16, 14958/16, 14962/16, 14966/16, 27884/16, 16064/17, 20229/17 και 30206/17).

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οι προσφεύγοντες είναι ιδιοκτήτες κατοικιών για τις οποίες επιβλήθηκε βάσει εγχώριας νομοθεσίας, η συνεχής  καταβολή τέλους θέρμανσης σε ιδιωτική εταιρεία από την οποία όμως είχαν αποσυνδεθεί. Τα εγχώρια Δικαστήρια απέρριψαν τις αγωγές τους με την αιτιολογία ότι η καταβολή του τέλους προβλέπεται στην νομοθεσία. Ακολούθως το Συνταγματικό Δικαστήριο θεώρησε νόμιμη αυτή την διάταξη για χρήστες που λαμβάνουν θέρμανση από το περιφερειακό σύστημα.

Το Στρασβούργο αναγνώρισε  ότι η επίδικη επέμβαση ήταν «νόμιμη» κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης, γιατί προβλέπονταν από την εγχώρια νομοθεσία, ωστόσο εξέτασε αν  υπήρχαν επαρκείς διαδικαστικές εγγυήσεις όσον αφορά την εφαρμογή από το εθνικό δικαστήριο του νόμου σχετικά με την καταβολή του τέλους πάγιας θέρμανσης.

Κατά την εξέταση αυτή το ΕΔΔΑ έκρινε ότι τα εγχώρια Δικαστήρια αγνόησαν τα προτεινόμενα αποδεικτικά στοιχεία που είναι χρήσιμα για την αντικειμενική εκτίμηση του εν λόγω θέματος ενόψει των ατομικών χαρακτηριστικών των μονάδων και δεν προέβησαν σε αντικειμενική εκτίμηση της «έμμεσης» χρήσης της θέρμανσης σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση.

Κατά συνέπεια το ΕΔΔΑ έκρινε ομόφωνα ότι καθ’ ού κράτος, δεν επέτυχε την απαιτούμενη δίκαιη ισορροπία για την εξασφάλιση επαρκούς προστασίας του δικαιώματος περιουσίας των προσφευγόντων και του γενικού συμφέροντος. Παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου.

ΣΧΟΛΙΟ – ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Σημαντική λόγω της χρησιμότητάς της η απόφαση αυτή. Το Στρασβούργο παίρνει «θέση» για ένα θέμα που απασχολεί τους ενοίκους και συνιδιοκτήτες διαμερισμάτων που έχουν αποσυνδεθεί με την κεντρική θέρμανση και είτε διαθέτουν αυτόνομη θέρμανση είτε δεν έχουν. Η επιβολή να πληρώνουν μόνιμα τέλος θέρμανσης παραβιάζει το δικαίωμά τους στην περιουσία τους.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες Strezo Strezovski, Cane Nikolovski, Aco Spasovski, Josip Juvan, Zoran Kostovski, Trajanka Nakevska, Enver Iseni, and Sonja Nalbanti-Dimoska είναι πολίτες της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας που γεννήθηκαν το 1953, το 1958, το 1955, το 1942, το 1952, το 1953, το 1958 και το 1969 αντίστοιχα και ζουν στα Σκόπια.

Η υπόθεση αφορούσε την καταγγελία τους ότι είχαν υποχρεωθεί, σύμφωνα με τους κρατικούς κανονισμούς, να καταβάλουν πάγιο τέλος θέρμανσης για τα διαμερίσματά τους σε ιδιωτικούς προμηθευτές, παρόλο που είχαν αποσυνδεθεί με το  δίκτυο θέρμανσης.

Οι προσφεύγοντες είναι όλοι ιδιοκτήτες διαμερισμάτων σε κτίρια κατοικιών που συνδέονται με μια περιοχή δικτύου θέρμανσης την οποία διαχειρίζονται ιδιώτες προμηθευτές θερμότητας. Τα διαμερίσματα τους είχαν αποσυνδεθεί από το δίκτυο, είτε κατόπιν αιτήματός τους είτε μετά από αίτημα των πρώην ιδιοκτητών, πριν από το 2012, όταν τέθηκαν οι κανονισμοί  που υποχρέωναν τους αποσυνδεδεμένους χρήστες να καταβάλλουν στους ιδιωτικούς προμηθευτές θερμότητας ετήσια πάγια χρέωση.

Το 2013, το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η σχετική διάταξη του κανονισμού είναι συμβατή με το Σύνταγμα. Θεώρησε ότι το πάγιο τέλος ήταν η τιμή που οι αποσυνδεδεμένοι χρήστες πρέπει να πληρώνουν για τη θερμότητα που λαμβάνουν έμμεσα από άλλες μονάδες στα κτίρια που θερμαίνονται από το περιφερειακό σύστημα.

Τα εθνικά δικαστήρια ακολούθως επικύρωσαν την προσέγγιση αυτή απορρίπτοντας τις αστικές αγωγές  των προσφευγόντων στις οποίες αντιτίθετο στην καταβολή του πάγιου τέλους. Τα δικαστήρια διαπίστωσαν ειδικότερα ότι οι προσφεύγοντες ως έμμεσοι καταναλωτές, ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλουν το τέλος, ανεξάρτητα από τις προσωπικές τους συνθήκες.

Το 2018 το Ανώτατο Δικαστήριο περιόρισε το πεδίο εφαρμογής μιας τέτοιας προσέγγισης αποκλείοντας μια ορισμένη κατηγορία διαμερισμάτων εάν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.

Βασιζόμενοι στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου  (προστασία της περιουσίας), οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι η υποχρέωσή τους να καταβάλλουν το πάγιο τέλος, παραβίαζε τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το Δικαστήριο πρέπει να εξετάσει κατά πόσον το σύστημα στο οποίο το πάγιο τέλος  επιβάρυνση της θέρμανσης λειτουργεί σύμφωνα με τους κανονισμούς του 2012 συμβιβάζεται με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου, δηλαδή αν ήταν νόμιμο,  ανάλογο με το γενικό συμφέρον και αν επέτυχε μια «δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος της κοινότητας και των απαιτήσεων της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου.

Το αν το αμφισβητούμενο μέτρο ήταν «προβλεπόμενο από το νόμο».

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο συμφωνεί με την κυβέρνηση ότι η ισχύουσα επιβάρυνση εισήχθη δυνάμει του άρθρου 53 παράγραφος 2 των κανονισμών του 2012.

Συνεπώς, το Δικαστήριο είναι πεπεισμένο ότι η επίδικη επέμβαση ήταν «νόμιμη» κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 της Σύμβασης.

Δεδομένου ότι η έννοια του «δημόσιου συμφέροντος» είναι αναγκαστικά εκτεταμένη και ότι τα κράτη έχουν κάποιο περιθώριο εκτίμησης για να καθορίσουν τι είναι «προς το δημόσιο συμφέρον», το Δικαστήριο δέχθηκε ότι η υποχρέωση καταβολής του τέλους της εγκατάστασης θέρμανσης που επιβλήθηκε στις προσφεύγουσες των οποίων τα διαμερίσματα αποσυνδέθηκαν από το σύστημα τηλεθέρμανσης μπορεί να θεωρηθεί ότι επιδίωκε τον θεμιτό σκοπό της εξασφάλισης ασφαλούς και αποτελεσματικής παροχής θερμότητας.

Εν προκειμένω, όλοι οι προσφεύγοντες είναι ιδιοκτήτες διαμερισμάτων σε κτίρια κατοικιών συνδεδεμένα με δίκτυο τηλεθέρμανσης. Οι μονάδες τους είχαν αποσυνδεθεί από το σύστημα αυτό πριν από την έναρξη ισχύος των κανονισμών του 2012, είτε κατόπιν αιτήματος του πρώην ιδιοκτήτη είτε από τους προσφεύγοντες. Εκείνη την εποχή, δεν υπήρχαν κανονισμοί που να απαιτούν την καταβολή ενός τέλους σταθερής θέρμανσης. Όπως προαναφέρθηκε, μια τέτοια απαίτηση εισήχθη για πρώτη φορά με τους κανονισμούς του 2012. Επομένως, κατά τον κρίσιμο χρόνο, οι προσφεύγοντες  δεν μπορούσαν να προβλέψουν, με εύλογη βεβαιότητα, ότι θα υπήρχε ή θα επρόκειτο να επιβληθεί μόνιμη επιβάρυνση στο μέλλον.

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι δικαστικές αρχές που ασχολήθηκαν με το ζήτημα δικαιολόγησαν την καταβολή του πάγιου τέλους  από αποσυνδεδεμένους χρήστες, όπως οι προσφεύγοντες, μόνο σε σχέση με την έμμεση χρήση της θερμότητας που παρέχεται στο κτίριο μέσω του περιφερειακού δικτύου. Η ανωτέρω γενική προσέγγιση που αναπτύχθηκε από τα εθνικά δικαστήρια βασιζόταν αποκλειστικά στην υπόθεση ότι οι προσφεύγοντες ως έμμεσοι καταναλωτές, κατά την έννοια του Συνταγματικού Δικαστηρίου, χρησιμοποίησαν θερμότητα που διανεμήθηκε στο κτίριο μέσω του περιφερειακού δικτύου.

Στην επίδικη διαδικασία, οι προσφεύγοντες  αμφισβήτησαν την αρχή αυτή προβάλλοντας επιχειρήματα σχετικά με ορισμένα πραγματικά περιστατικά που αφορούσαν τις μονάδες τους. Ζήτησαν επίσης μέτρα και προτεινόμενα αποδεικτικά στοιχεία που είναι χρήσιμα για την αντικειμενική εκτίμηση του εν λόγω θέματος ενόψει των ατομικών χαρακτηριστικών των μονάδων. Τα δικαστήρια αγνόησαν τα αιτήματα αυτά και δεν έλαβαν υπόψη τα επιχειρήματα των προσφευγόντων. Δεν προέβησαν σε εξέταση των αμφισβητουμένων πραγματικών περιστατικών, υποστηρίζοντας ότι «όλες οι μονάδες που δεν συνδέονται σε ένα κτίριο που συνδέεται με ένα δίκτυο τηλεθέρμανσης είναι υποχρεωμένες να καταβάλλουν το πάγιο τέλος ανεξάρτητα από τη θέση τους ή τη σύνθεση ή την κατασκευή του εσωτερική εγκατάσταση». Κατά συνέπεια, οι μεμονωμένες περιστάσεις που σχετίζονται με τις μονάδες των προσφευγόντων  δεν έπαιξαν  ρόλο στη δικαστική εκδίκαση των αιτημάτων τους.

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, το Δικαστήριο δεν μπορεί να δεχθεί τον ισχυρισμό της κυβέρνησης ότι υπήρχαν επαρκείς διαδικαστικές εγγυήσεις όσον αφορά την εφαρμογή από το εθνικό δικαστήριο του νόμου σχετικά με την καταβολή του τέλους πάγιας θέρμανσης. Το Δικαστήριο κρίνει ότι ήταν αναγκαίο στην επίδικη διαδικασία να αποδείξει επακριβώς τα πραγματικά περιστατικά που αμφισβητήθηκαν από τους προσφεύγοντες, επαληθεύοντας τα επιχειρήματά τους σχετικά με το επίπεδο της τηλεθέρμανσης που παρέχεται στο κτίριο, όπως φέρεται ότι χρησιμοποίησαν οι μονάδες τους. Μόνον μετά από επαλήθευση όλων των σχετικών παραγόντων θα ήταν δυνατό οι εγχώριες αρχές να προβούν σε αντικειμενική εκτίμηση της «έμμεσης» χρήσης της θέρμανσης σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση.

Αφού αξιολόγησε όλα τα παραπάνω στοιχεία, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το καθ’ ού κράτος, παρά το περιθώριο εκτίμησής του, δεν επέτυχε την απαιτούμενη δίκαιη ισορροπία μεταξύ των εμπλεκομένων συμφερόντων και δεν κατέβαλε προσπάθειες για την εξασφάλιση επαρκούς προστασίας των δικαιωμάτων περιουσίας των προσφευγόντων στο πλαίσιο της επίμαχης διαδικασίας, που αφορούσε την τελική επέμβαση του κράτους στα δικαιώματα αυτά.

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, το Δικαστήριο διαπίστωσε  ομόφωνα ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος των προσφευγόντων στην ειρηνική απόλαυση των περιουσιακών τους στοιχείων, όπως εγγυάται το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου.

Παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου

Δίκαιη ικανοποίηση: Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 1.000 ευρώ σε καθένα των  κ. Iseni και κα. Nalbanti-Dimoska, όσον αφορά την ηθική βλάβη και διάφορα ποσά για δικαστικά έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).

 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες