Η διαδικασία αναγνώρισης διαιτητικής απόφασης διήρκεσε 17 χρόνια και 9 μήνες! Παραβίαση εύλογου χρόνου

ΑΠΟΦΑΣΗ

Iliria S.R.L. κατά Αλβανίας της 05.03.2024 (αρ. προσφ. 31011/09)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1993 η Αλβανική Κυβέρνηση διατάχθηκε να καταβάλει στην προσφεύγουσα εταιρεία 8.239.000.000 ιταλικές λίρες και ετήσιο επιτόκιο 13%, οφειλή την οποία το Υπουργείο Οικονομικών δήλωσε ότι θα εξοφλήσει μετά τη λήψη δανείου από αλλοδαπές τράπεζες. Η προσφεύγουσα εταιρεία υπέβαλε αίτημα εκούσιας δικαιοδοσίας να αναγνωρίσει το Εφετείο των Τιράνων τη διαιτητική απόφαση στην αλβανική έννομη τάξη. Λίγο αργότερα δικαστικός επιμελητής διαβίβασε στο Υπουργικό Συμβούλιο τις πληροφορίες σχετικά με την οφειλή έναντι της προσφεύγουσας εταιρίας και συνέστησε στους διαδίκους να αρχίσουν διαπραγματεύσεις σχετικά με τους όρους πληρωμής, ωστόσο το Υπουργικό Συμβούλιο υπέβαλε στο Εφετείο των Τιράνων αίτηση εκπρόθεσμης έφεσης  κατά των αρχικών αποφάσεων κήρυξης εκτελεστότητας, η οποία και έγινε δεκτή.

Όσον αφορά τη διάρκεια της διαδικασίας, το δικαστήριο διέκρινε δύο διαφορετικές περιόδους. Σύμφωνα με το Συνταγματικό Δικαστήριο, η πρώτη κρίσιμη περίοδος άρχισε στις 31 Μαρτίου 2009, όταν το Εφετείο των Τιράνων εξέδωσε την απόφασή του επί της ουσίας της υπόθεσης, και έληξε με την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 12 Απριλίου 2012. Η δεύτερη κρίσιμη περίοδος άρχισε στις 10 Ιουλίου 2013, όταν το Συνταγματικό Δικαστήριο εξέδωσε την πρώτη απόφασή του και έληξε στις 4 Οκτωβρίου 2013, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε τη δεύτερη απόφασή του.

Η προσφεύγουσα παραπονέθηκε, επικαλούμενη το άρθρο 6 § 1, ότι η διάρκεια της διαδικασίας σχετικά με την αναγνώριση της διαιτητικής απόφασης δεν ήταν εύλογη.

Όσον αφορά τη διάρκεια των διαδικασιών, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι η διαδικασία διήρκεσε 17 χρόνια και 9 μήνες σε εννέα βαθμούς δικαιοδοσίας, ωστόσο η καθυστέρηση αυτή δεν μπορούσε να αποδοθεί στη συμπεριφορά της προσφεύγουσας. Τέλος, το Δικαστήριο δεν δέχθηκε τον ισχυρισμό της Κυβέρνησης ότι οι καθυστερήσεις προκλήθηκαν από την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, η οποία αφορούσε τον καθορισμό του ζητήματος της εκτελεστότητας της διαιτητικής απόφασης στην Αλβανία.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης λόγω της διάρκειας της διαδικασίας και επιδίκασε 4.800 ευρώ για ηθική βλάβη και 6.000 ευρώ για έξοδα.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 6 παρ. 1

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1993, κατόπιν της κίνησης διαιτητικής διαδικασίας από την προσφεύγουσα εταιρία, διεθνές διαιτητικό δικαστήριο συσταθέν βάσει συμφωνίας διαιτησίας διέταξε την Αλβανική Κυβέρνηση να καταβάλει στην προσφεύγουσα εταιρία 48.239.000.000 ιταλικές λίρες (ITL) και ετήσιο επιτόκιο 13% (στο εξής: διαιτητική απόφαση).

Στις 25 Μαΐου 1995, το Υπουργείο Οικονομικών πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι θα εξοφλούσε την οφειλή του μετά τη λήψη δανείου από αλλοδαπές τράπεζες.

Στις 11 Μαρτίου 1998 η προσφεύγουσα εταιρεία υπέβαλε Αίτηση στη διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας  για να αναγνωρίσει το Εφετείο των Τιράνων τη διαιτητική απόφαση στην αλβανική έννομη τάξη.

Στις 2 Απριλίου 1998, το Εφετείο ενέκρινε το αίτημα και αναγνώρισε τη διαιτητική απόφαση, καθιστώντας την έτσι εκτελεστή. Δεδομένου ότι η απόφαση αυτή αναφερόταν μόνο στο αρχικό ποσό, στις 5 Μαΐου 2000 το ίδιο δικαστήριο συμπλήρωσε την πρώτη απόφασή του αναγνωρίζοντας την υποχρέωση του οφειλέτη να καταβάλει επίσης τόκους.

Στις 3 Αυγούστου 1998, το Υπουργικό Συμβούλιο ανέθεσε στο Υπουργείο Οικονομικών να ενεργήσει σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία όσον αφορά την οφειλή έναντι της προσφεύγουσας εταιρείας.

Στις 11 Νοεμβρίου 1998 και στις 20 Μαΐου 2002, δικαστικός επιμελητής διαβίβασε στο Υπουργικό Συμβούλιο τις πληροφορίες σχετικά με την οφειλή έναντι της προσφεύγουσας και συνέστησε στους διαδίκους να αρχίσουν διαπραγματεύσεις σχετικά με τους όρους πληρωμής.

Σε απροσδιόριστη ημερομηνία, το Υπουργικό Συμβούλιο υπέβαλε στο Εφετείο των Τιράνων αίτηση εκπρόθεσμης έφεσης  κατά των αρχικών αποφάσεων κήρυξης εκτελεστότητας. Στις 26 Δεκεμβρίου 2003, το Εφετείο των Τιράνων έκανε δεκτό το αίτημα με το σκεπτικό ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις δεν είχαν επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο.

ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Στις 5 Ιανουαρίου 2004, το Υπουργικό Συμβούλιο άσκησε αναίρεση κατά των αρχικών αποφάσεων περί κήρυξης της εκτελεστότητας.

Στις 10 Φεβρουαρίου 2005, το Ανώτατο Δικαστήριο αναίρεσε τις αποφάσεις αυτές και ανέπεμψε την υπόθεση προς επανεξέταση. Έκρινε ότι έπρεπε να δοθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο η δυνατότητα να αντιταχθεί στην αναγνώριση της διαιτητικής απόφασης.

Στις 14 Φεβρουαρίου 2006, το Εφετείο των Τιράνων αποφάσισε να διακόψει την εξέταση της υπόθεσης. Διαπίστωσε ότι ο εκπρόσωπος της προσφεύγουσας εταιρείας δεν είχε λάβει έγκυρη άδεια από τον διευθυντή της για να κινήσει διαδικασία αναγνώρισης στην Αλβανία. Η προσφεύγουσα εταιρία άσκησε αναίρεση.

Στις 9 Μαΐου 2007 το Ανώτατο Δικαστήριο διεξήγαγε ακρόαση επί της υπόθεσης και στις 26 Σεπτεμβρίου 2007 ακύρωσε την απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου με την οποία παρέπεμψε την υπόθεση για επανεξέταση. Διαπίστωσε ότι το Εφετείο παρέλειψε να ακούσει την προσφεύγουσα εταιρεία σχετικά με το θέμα της άδειας και να της χορηγήσει τη δυνατότητα να διορθώσει τα προβαλλόμενα ελαττώματα στο πλαίσιο αυτό.

Στις 31 Μαρτίου 2009 το Εφετείο απέρριψε το αίτημα της προσφεύγουσας για αναγνώριση και εκτέλεση της διαιτητικής απόφασης. Έκρινε ότι η απόφαση ήταν αντίθετη με τις βασικές αρχές του αλβανικού δικαίου.

Στις 12 Απριλίου 2012, το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της προσφεύγουσας εταιρείας με απόφαση de plano, σημειώνοντας ότι δεν περιελάμβανε παραδεκτά επιχειρήματα αναίρεσης.

Η προσφεύγουσα εταιρία άσκησε συνταγματική προσφυγή («πρώτη συνταγματική προσφυγή»). Στις 2 Μαΐου 2013 το Συνταγματικό Δικαστήριο διεξήγαγε ακρόαση για την υπόθεση και στις 10 Ιουλίου 2013 ακύρωσε την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σημείωσε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε παράσχει περισσότερους λόγους ως απάντηση στα επιχειρήματα της προσφεύγουσας εταιρείας.

Στις 4 Οκτωβρίου 2013 το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε εκ νέου κατά της προσφεύγουσας εταιρείας.

Στις 2 Δεκεμβρίου 2014 η προσφεύγουσα άσκησε άλλη συνταγματική προσφυγή διαμαρτυρόμενη, μεταξύ άλλων, για τη διάρκεια της διαδικασίας. Στις 14 Απριλίου 2015 το Συνταγματικό Δικαστήριο δίκασε την υπόθεση και στις 22 Δεκεμβρίου 2015 απέρριψε την προσφυγή.

Όσον αφορά τη διάρκεια της διαδικασίας, το δικαστήριο αυτό διέκρινε δύο διαφορετικές περιόδους. Σύμφωνα με το Συνταγματικό Δικαστήριο, η πρώτη κρίσιμη περίοδος άρχισε στις 31 Μαρτίου 2009, όταν το Εφετείο των Τιράνων εξέδωσε την απόφασή του επί της ουσίας της υπόθεσης, και έληξε με την έκδοση της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 12 Απριλίου 2012. Σε σχέση με αυτή την περίοδο, το δικαστήριο έκρινε ότι ο προσφεύγων δεν είχε εγείρει παράπονα σχετικά με τη διάρκεια της διαδικασίας στην πρώτη συνταγματική προσφυγή του, παραλείποντας έτσι να διαμαρτυρηθεί εντός της νόμιμης προθεσμίας των 2 ετών.

Η δεύτερη κρίσιμη περίοδος άρχισε στις 10 Ιουλίου 2013, όταν το Συνταγματικό Δικαστήριο εξέδωσε την πρώτη απόφασή του και έληξε στις 4 Οκτωβρίου 2013, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε τη δεύτερη απόφασή του. Κατά την άποψη του δικαστηρίου, η περίοδος αυτή δεν αποδείκνυε καθυστερήσεις.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι ο εύλογος χαρακτήρας της διάρκειας της διαδικασίας πρέπει να εκτιμάται υπό το πρίσμα των περιστάσεων της υπόθεσης και υπό το πρίσμα των ακόλουθων κριτηρίων: της πολυπλοκότητας της υπόθεσης, της συμπεριφοράς των προσφευγόντων και των αρμόδιων αρχών και του διακυβεύματος για τους προσφεύγοντες στη διαφορά (βλ. Pélissier και Sassi κατά Γαλλίας [GC], αρ. προσφ. 25444/94 § 67και Frydlender κατά Γαλλίας [GC], αρ. προσφ. 30979/96 § 43).

Α. Σχετική περίοδος

Το Δικαστήριο δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τη διαπίστωση του Συνταγματικού Δικαστηρίου ότι η διαδικασία κινήθηκε στις 31 Μαρτίου 2009, όταν το Εφετείο των Τιράνων εξέδωσε την τελευταία του απόφαση επί της ουσίας. Διαπίστωσε, σύμφωνα με την πάγια νομολογία της, ότι η επίμαχη διαδικασία κινήθηκε στις 11 Μαρτίου 1998, όταν η προσφεύγουσα υπέβαλε την αίτησή της για αναγνώριση της διαιτητικής απόφασης στην Αλβανία.

Η κρίσιμη περίοδος έληξε στις 22 Δεκεμβρίου 2015, ημερομηνία κατά την οποία το Συνταγματικό Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του επί του ζητήματος, σηματοδοτώντας έτσι την περάτωση της διαδικασίας. Ως εκ τούτου, η διαδικασία διήρκεσε 17 χρόνια και 9 μήνες σε εννέα βαθμούς δικαιοδοσίας.

  1. B. Συμπεριφορά της προσφεύγουσας και πολυπλοκότητα της υπόθεσης

Το Δικαστήριο επεσήμανε ότι σημειώθηκε αρχική καθυστέρηση 5 ετών και 8 μηνών μεταξύ της πρώτης απόφασης του 1998 που αναγνώρισε την εκτελεστότητα της διαιτητικής απόφασης και μέχρι την απόφαση του Εφετείου των Τιράνων του 2003 που δέχθηκε εκπρόθεσμα το αίτημα του Υπουργικού Συμβουλίου να ασκήσει έφεση. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι η μη επίδοση των αρχικών αποφάσεων στο Υπουργικό Συμβούλιο οφειλόταν στην προσφεύγουσα.

Μεταγενέστερες καθυστερήσεις οφείλονταν στο γεγονός ότι οι αρχικές αποφάσεις κήρυξης της εκτελεστότητας δεν εκδικάστηκαν κατ’ αναίρεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ούτε και η απόφαση του Eφετείου των Τιράνων της 14ης Φεβρουαρίου 2006. Μολονότι στο πλαίσιο αυτό δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να αναλύσει την ποιότητα της λήψης αποφάσεων των εθνικών δικαστηρίων, η παραπομπή υποθέσεων για επανεξέταση διατάσσεται συνήθως ως αποτέλεσμα σφαλμάτων που διαπράττονται από τα κατώτερα δικαστήρια και οι διαδοχικές παραπομπές στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας ενδέχεται να αποκαλύψουν σοβαρή ανεπάρκεια του δικαστικού συστήματος, σημαντική παράταση της συνολικής διάρκειας των διαδικασιών.

Επιπλέον, η κατάσταση αυτή καταλογίζεται στις αρχές και όχι στους προσφεύγοντες (βλ. Vlad κ.α. κατά Ρουμανίας της 26.11.2013, αρ. προσφ. 40756/06 και 2 ακόμη, § 133).

Μια καθυστέρηση ενός έτους και έξι μηνών σημειώθηκε μεταξύ της 26 Σεπτεμβρίου 2007, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την πρώτη απόφαση, και της 31 Μαρτίου 2009, όταν το Εφετείο Τιράνων αποφάνθηκε εκ νέου επί του θέματος. Μια περαιτέρω καθυστέρηση σχεδόν τριών ετών σημειώθηκε μεταξύ της απόφασης του Εφετείου Τιράνων της 31Μαρτίου 2009 και της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου της 12 Απριλίου 2012 (βλ. Luli κ.α. κατά Αλβανίας της 01.04.2014, αρ. προσφ. 64480/09 και 5 άλλες § 95). Φαίνεται, ειδικότερα, ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το Ανώτατο Δικαστήριο δεν πραγματοποίησε καμία ακρόαση ή δεν προέβη σε οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική ενέργεια για την εξέταση της υπόθεσης.

Τέλος, καθυστέρηση σημειώθηκε επίσης λόγω του γεγονότος ότι η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της 12 Απριλίου 2012 αναιρέθηκε και παραπέμφθηκε προς επανεξέταση από το Συνταγματικό Δικαστήριο.

Οι καθυστερήσεις αυτές δεν μπορούν να αποδοθούν στη συμπεριφορά της προσφεύγουσας. Εάν οι ισχυρισμοί της τελευταίας ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων ήταν ελλιπείς, όπως υποστήριξε η Κυβέρνηση, τα εθνικά δικαστήρια είχαν τη δυνατότητα να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο ισχυρισμός της Κυβέρνησης ότι η καθυστέρηση προκλήθηκε από τη συμπεριφορά της ίδιας της προσφεύγουσας εταιρίας δεν έχει τεκμηριωθεί.

Ούτε το Δικαστήριο μπόρεσε να δεχθεί τον ισχυρισμό της Κυβέρνησης ότι οι καθυστερήσεις προκλήθηκαν από την πολυπλοκότητα της υπόθεσης, η οποία αφορούσε τον καθορισμό του ζητήματος της εκτελεστότητας της διαιτητικής απόφασης στην Αλβανία. Ακόμη και αν η υπόθεση ήταν κάπως περίπλοκη, αυτό από μόνο του δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει νομικές διαδικασίες που διήρκεσαν 17 χρόνια και 9 μήνες.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 λόγω της διάρκειας της διαδικασίας.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο επιδίκασε στην προσφεύγουσα εταιρεία 4.800 ευρώ για ηθική βλάβη και 6.000 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες