Η ανοχή του κράτους στην ενδοοικογενειακή βία παραβιάζει το δικαίωμα στη ζωή.

ΑΠΟΦΑΣΗ:

Halime Kılıç κατά Τουρκίας της 28.06.16 (αριθμ. πρoσφ. 40448/06)
βλ. εδώ 

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ:

Σκηνές  σοβαρής ενδοοικογενειακής  βίας  ζούσε σε καθημερινή βάση  μία  γυναίκα στην Τουρκία. Θύτης ο σύζυγός της, θύματα  η ίδια και τα 7 παιδιά της . Η γυναίκα είχε επανειλημμένως  ζητήσει την προστασία των αρχών. Στο τέλος  εκείνη δολοφονήθηκε από το σύζυγό της και εκείνος αυτοκτόνησε. Η μητέρα του θύματος  προσέφυγε στο ΕΔΔΑ , που έκρινε ότι  η ατιμωρησία του δράστη αντανακλά την ηθελημένη άρνηση  των  αρχών να  ερευνήσουν το περιστατικό αυτό . Στάση που συνιστά  παραβίαση του άρθρου 2  περί προστασίας  της ζωής.

ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ:

Στις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας οφείλει το κράτος να ερευνά αποτελεσματικά τις υποθέσεις αυτές, να μην αμελεί και να εκτελεί τις δικαστικές αποφάσεις.

ΔΙΑΤΑΞΗ:

Άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή) της ΕΣΔΑ.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ:

Η προσφεύγουσα, Halime Kılıç, είναι Τουρκάλα υπήκοος και μητέρα της Fatma Babatlı, μιας γυναίκας που υπέστη ενδοοικογενειακή βία και απειλές θανάτου εκ μέρους του συζύγου της.

Στις 16 Ιουλίου 2008, η κόρη της, Fatma Babatlı υπέβαλε καταγγελία κατά του συζύγου της (S.Β.), λέγοντας ότι είχε 7 παιδιά και στα οποία είχε κατ΄ επανάληψη ασκηθεί βία από αυτόν. Ζήτησε την εφαρμογή των μέτρων προστασίας που προβλέπονται στο Νόμο περί Προστασίας της Οικογένειας και την έκδοση απόφασης απομάκρυνσης του συζύγου της από το σπίτι, φοβούμενη για τη ζωή της και αυτή των παιδιών της. Παρότι εκδόθηκαν τρεις αποφάσεις σε βάρος του συζύγου της, αυτός δεν συμμορφώθηκε, ούτε και κρατήθηκε προσωρινά παρά την αντίθετη εισαγγελική πρόταση. Τελικά στις 7 Νοεμβρίου του 2008 η Fatma Babatlı δολοφονήθηκε από τον σύζυγο της, ο οποίος στη συνέχεια αυτοκτόνησε.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το ΕΔΔΑ σημείωσε ότι η κόρη της προσφεύγουσας είχε προσφύγει στις αρμόδιες αρχές τέσσερις φορές, ισχυριζόμενη κάθε φορά ότι φοβόταν για τη ζωή της και αυτή των παιδιών της και ζητώντας προστασία από τη βίαιη συμπεριφορά του άνδρα της. Παρά το γεγονός ότι το οικογενειακό δικαστήριο εξέδωσε τρεις αποφάσεις για προστασία της και ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του συζύγου της, αποδείχτηκε ήταν τα μέτρα εντελώς αναποτελεσματικά στη παροχή οποιασδήποτε πραγματικής προστασίας της Fatma Babatli. Οι καθυστερήσεις εκτέλεσης των αποφάσεων στέρησαν από την Fatma Babatlı το μέτρο της άμεσης προστασίας, παρά το γεγονός ότι ήταν αναγκαίο στην κατάστασή της, και την αποτελεσματικότητα των αποφάσεων προστασίας. Το Δικαστήριο έκρινε ότι έφτανε κανείς να παρατηρήσει ότι μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία η πρώτη απόφαση είχε εκδοθεί μέχρι την ημερομηνία που επιδόθηκε, η Fatma Babatlı είχε δεχτεί και πάλι επίθεση από τον σύζυγό της.

Το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η αποτελεσματικότητα των μέτρων προστασίας θα μπορούσε να διασφαλιστεί μόνο με τους κατάλληλους μηχανισμούς ελέγχου. Ενώ ο S.B. σαφώς ήταν επικίνδυνος, το ποινικό δικαστήριο αρνήθηκε να δεχθεί το αίτημα της εισαγγελίας να τεθεί υπό προσωρινή κράτηση, χωρίς να εκτιμηθεί ο κίνδυνος θανάτου ή επιθέσεων για την Fatma Babatlı. Ο S.B. ως εκ τούτου, αφέθηκε ελεύθερος χωρίς να ληφθεί οποιοδήποτε πρακτικό μέτρο για την προστασία της ζωής της Fatma Babatlı, παρά το γεγονός ότι ήταν σαφές ότι οι αποφάσεις που έθεταν περιορισμούς από το Οικογενειακό Δικαστήριο δεν είχαν κανένα αποτρεπτικό αποτέλεσμα για τον ίδιο. Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η μη αποτελεσματικότητα των μέτρων, δημιούργησαν τις συνθήκες για την ατιμώρητη διαιώνιση της ενδοοικογενειακής βίας.

Κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου οι εθνικές αρχές είχαν την υποχρέωση να λάβουν υπόψη τους την ιδιαίτερα επισφαλή και ευάλωτη ψυχολογική και σωματική κατάστασή της Fatma Babatlı, παρέχοντάς της παράλληλα κατάλληλη στήριξη. Αυτό όμως δεν έγινε. Κατά το Στρασβούργο η ατιμωρησία αντανακλούσε την ηθελημένη άρνηση εκ μέρους των εθνικών αρχών σχετικά με την σοβαρότητα των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, και αναφορικά με την ιδιαίτερη ευπάθεια των θυμάτων. Παραβλέποντας συνεχώς τις επανειλημμένες πράξεις βίας και τις απειλές εναντίον της παραπάνω, οι εθνικές αρχές δημιούργησαν ένα κλίμα που ευνοούσε τη συνέχιση της ενδοοικογενειακής βίας. Το Δικαστήριο έκρινε απαράδεκτο το γεγονός ότι το θύμα είχε μείνει χωρίς κανένα εισόδημα και χωρίς καμία προστασία κατά τη διάρκεια των επιθέσεων από τον άντρα της.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 της Σύμβασης, σε συνδυασμό με το άρθρο 14 και καταδίκασε την Τουρκία σε επιδίκαση 65.000 ευρώ στην προσφεύγουσα ως ηθική βλάβη.


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες