Απαγχονισμός κρατουμένου με λάστιχο από το παντελόνι του. Μη ευθύνη των ρωσικών αρχών. Δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα στη ζωή

ΑΠΟΦΑΣΗ

Kotenok κατά Ρωσίας της 23.03.2021 (αριθ. προσφ. 50636/11 )

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Απαγχονισμός κρατουμένου με το λάστιχο από το παντελόνι του στο κελί του. Αρχειοθέτηση της μήνυσης των συγγενών του για το θάνατό του και απόρριψη της αγωγής αποζημίωσης. Καταγγελίες ότι οι ρωσικές αρχές δεν είχαν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ζωής του συγγενή τους και ότι η έρευνα που διεξήχθη μετά τον θάνατό του ήταν αναποτελεσματική.

Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, αν και η αστυνομία προχώρησε σε αφαίρεση του κορδονιού περίσφιξης από την κουκούλα του, αυτό δεν ήταν αρκετό. Ωστόσο, η αφαίρεση όλων των κορδονιών και των λάστιχων από τα ρούχα του  κρατουμένου, ιδίως από τα εσώρουχά του, αν πραγματοποιούταν, θα μπορούσε να θεωρηθεί εξαιρετικά εξευτελιστική και η αφαίρεση του επιδέσμου θα μπορούσε να βλάψει την υγεία του. Επιπλέον, το να παραμένει ο κρατούμενος χωρίς επίβλεψη για μισή ώρα δεν είναι ένδειξη αμέλειας, εκτός και αν υπάρχει ένας επιβεβαιωμένος κίνδυνος αυτοκτονίας,. Το ΕΔΔΑ έκρινε, συνολικά ότι οι πληροφορίες που είχε στη διάθεσή της η αστυνομία κατά το χρόνο των γεγονότων δεν υποδηλώνουν ότι υπάρχει ορισμένος και άμεσος κίνδυνος αυτοκτονίας. Κατά συνέπεια, οι τελευταίοι δεν ήταν υποχρεωμένοι να λάβουν ειδικά μέτρα που θα αποσκοπούσαν στην αποτροπή υλοποίησης ενός τέτοιου κινδύνου.

Επίσης, το ΕΔΔΑ έκρινε ως ικανοποιητική την εξήγηση της Κυβέρνησης που υποστήριξε ότι, τα πραγματικά περιστατικά που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας δεν δημιούργησαν αμφιβολίες.

Το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε παραβίαση του ουσιαστικού και διαδικαστικού σκέλους του δικαιώματος στην ζωή (άρθρο 2 της ΕΣΔΑ).

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 2

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες, Galina Kotenok , Irina Kotenok και Andrey Kotenok , είναι Ρώσοι υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1965, το 1991 και το 1988 αντίστοιχα. Ζουν στο Naberezhnye Chelny, Δημοκρατία του Ταταρστάν (Ρωσία). Η υπόθεση αφορούσε το θάνατο στενού συγγενή τους σε αστυνομικό τμήμα. Τον Μάρτιο του 2009, ο VK, ο πρώην σύζυγος της πρώτης και πατέρας της δεύτερης, προκάλεσε μια σκηνή στο σπίτι ενώ ήταν σε κατάσταση μέθης. Η δεύτερη προσφεύγουσα κάλεσε την αστυνομία, η οποία μετέφερε τον VK στο αστυνομικό τμήμα, όπου κρατήθηκε σε κελί για διοικητικούς παραβάτες. Περίπου μισή ώρα αργότερα βρέθηκε νεκρός στο πάτωμα με το λάστιχο από το παντελόνι του δεμένο γύρω από το λαιμό του. Οι αρχές διεξήγαγαν έρευνα, η οποία οδήγησε σε απόφαση αρχειοθέτησης του Μαρτίου 2011. Θεώρησαν ότι δεν είχαν πληροφορίες που να υποδηλώνουν ότι είχαν διαπραχθεί αδικήματα δολοφονίας, βίας ή υποκίνησης σε αυτοκτονία.

Οι προσφεύγοντες άσκησαν επίσης αγωγή για να ζητήσουν χρηματική ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης που ισχυρίστηκαν ότι υπέστησαν. Η αγωγή απορρίφθηκε τον Ιούνιο του 2010 ως προδήλως αβάσιμη.

Βασιζόμενοι ειδικότερα στο άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, οι προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι οι ρωσικές αρχές δεν είχαν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ζωής του VK και ότι η έρευνα που διεξήχθη μετά τον θάνατό του ήταν αναποτελεσματική.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Ουσιαστικό σκέλος

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αστυνομικοί δεν διέθεταν επαρκείς πληροφορίες που θα μπορούσαν να έχουν εγείρει ανησυχίες για ένα πραγματικό και άμεσο κίνδυνο αυτοκτονίας, τον κίνδυνο που θα απαιτούσε αυξημένη εγρήγορση από την πλευρά τους έναντι του κρατουμένου. Επισήμανε ότι η αστυνομία είχε ακολουθήσει σε σχέση με το VK το συνηθισμένο πρωτόκολλο που ορίζεται από το διάταγμα αριθ. 62, πραγματοποιώντας έρευνα και αφαιρώντας το σκοινί από την κουκούλα του και τοποθετώντας τον σε ένα κελί.

Οι προσφεύγοντες διαμαρτυρήθηκαν για το ότι η αστυνομία έχει επιδείξει διπλή αμέλεια. Η αφαίρεση του κορδονιού περίσφιξης από την κουκούλα δεν ήταν αρκετή και θα ήταν απαραίτητο να αφαιρέσει και τα λάστιχα από τα ρούχα και τα εσώρουχά του, καθώς και τον επίδεσμο του καρπού του. Από την άλλη πλευρά, κατηγόρησαν την αστυνομία ότι άφησε τον κρατούμενο χωρίς επίβλεψη για περίπου 30 λεπτά.

Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι οι αρχές πρέπει να ασκούν τα καθήκοντά τους με τρόπο συμβατό με τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ενδιαφερομένου ατόμου: πρέπει να λαμβάνουν γενικά μέτρα και προφυλάξεις προκειμένου να μειώσουν τους κινδύνους αυτοτραυματισμού, αποφεύγοντας παράλληλα την προσβολή της ατομικής αυτονομίας. Θεώρησε δε ότι, εν προκειμένω, η αφαίρεση όλων των κορδονιών και των λάστιχων από τα ρούχα του VK, ιδίως από τα εσώρουχά του, θα μπορούσε να θεωρηθεί εξαιρετικά εξευτελιστική, ενώ η αφαίρεση του επιδέσμου θα μπορούσε να βλάψει την υγεία του. Επιπλέον, το να παραμένει ο κρατούμενος χωρίς επίβλεψη για μισή ώρα δεν συνιστά, εκτός αν υπάρχει ένας επιβεβαιωμένος κίνδυνος αυτοκτονίας, ένδειξη αμέλειας.

Το Δικαστήριο δεν παρέβλεψε το γεγονός ότι το περιστατικό που συνδέεται με την αυτοκτονία του VK οδήγησε σε πειθαρχικές διαδικασίες κατά των αστυνομικών. Ταυτόχρονα, η ποινική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αστυνομικοί δεν διέπραξαν ποινικά αδικήματα κατά του VK. Ομοίως, το αστικό δικαστήριο θεώρησε ότι δεν αποδείχθηκε αμέλεια της αστυνομίας για να αποτρέψει μία απρόβλεπτη αυτοκτονία.

Το Δικαστήριο δεν μπορεί, στην ανάλυσή του, να βασιστεί στο έγγραφο που επέβαλε πειθαρχική κύρωση εναντίον των αστυνομικών που ασκούσαν καθήκοντα, διότι το έγγραφο αυτό δεν είναι σαφές ως προς την αιτιολογία της κύρωσης. Ειδικά επειδή τα συμπεράσματα της πειθαρχικής έρευνας ήταν αντίθετα με αυτά της ποινικής έρευνας και της αστικής απόφασης.

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πληροφορίες που είχε στη διάθεσή της η αστυνομία κατά τον χρόνο των γεγονότων δεν υποδήλωναν ύπαρξη ορισμένου και άμεσου κινδύνου αυτοκτονίας. Κατά συνέπεια, η τελευταία δεν ήταν υποχρεωμένη να λάβει ειδικά μέτρα που αποσκοπούσαν στην αποτροπή της υλοποίησης ενός τέτοιου κινδύνου.

Κατά συνέπεια, δεν διαπιστώθηκε παραβίαση του άρθρου 2 της Σύμβασης στο ουσιαστικό σκέλος του.

Διαδικαστικό σκέλος

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι αρχές, αφού ανακάλυψαν το πτώμα του VK στο κελί στο οποίο είχε τοποθετηθεί, προχώρησαν αμέσως σε έρευνα, λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα για τη συλλογή των αποδεικτικών στοιχείων. Σημείωσε επίσης ότι η αυτοψία πραγματοποιήθηκε την επομένη της τραγωδίας. Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι η έρευνα διεξήχθη αρκετά γρήγορα.

Επισήμανε επίσης ότι η έρευνα ήταν ανεξάρτητη. Πράγματι, οι ερευνητές ανήκαν στην Επιτροπή Ερευνών, ένα νομικό πρόσωπο ανεξάρτητο από την αστυνομία.

Όσον αφορά τη συμμετοχή στην έρευνα της οικογένειας του αποθανόντος, το Δικαστήριο σημείωσε ότι συμμετείχε στη διαδικασία. Πράγματι, μετά τις καταγγελίες που υπέβαλε, ο εισαγγελέας διέταξε πολλές φορές πρόσθετες έρευνες για να ανταποκριθεί στις παρατηρήσεις και τις προτάσεις των  προσφευγόντων.

Το Δικαστήριο θεώρησε ότι η έρευνα ήταν αρκετά εμπεριστατωμένη στο βαθμό που η αρμόδια αρχή εξήγησε τον λόγο του θανάτου – αυτοκτονία διά απαγχονισμού- καθώς και την προέλευση των σωματικών τραυματισμών πλην εκείνων που συνδέονται με τoν απαγχονισμό. Πράγματι, η έρευνα εξήγησε ότι προήλθαν από την αντίσταση στον αστυνομικό G. κατά τη στιγμή της σύλληψης και από την πτώση του πτώματος στο έδαφος μετά τον απαγχονισμό. Από την πλευρά του, οι προσφεύγοντες, που περιορίστηκαν να αμφισβητήσου τη διεξαγωγή της έρευνας, δεν παρουσίασαν κανέναν άλλο αξιόπιστο ισχυρισμό. Αντιθέτως, ενώπιον του Δικαστηρίου, επέμειναν στην εκδοχή που έδειξε η έρευνα, αυτοκτονία διά απαγχονισμού. Επιπλέον, οι προσφεύγοντες βασίστηκαν στην καταγραφή των καμερών CCTV που υπάρχουν στο αστυνομικό τμήμα. Αυτό το βίντεο παρουσίασε λεπτό προς λεπτό τις ενέργειες του VK κατά τη σύντομη παραμονή του στο αστυνομικό τμήμα. Εάν είχε γίνει κακομεταχείριση, θα είχε αποτυπωθεί από  τις κάμερες.

Επιπλέον, αντιμέτωποι με την άρνηση του επικεφαλής του τμήματος ερευνών, που εξέφρασε στην επιστολή του της 11ης Μαρτίου 2011, να διατάξει περαιτέρω έρευνα, οι προσφεύγοντες δεν αμφισβήτησαν την απόφαση αυτή. Έτσι, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η έρευνα ήταν διεξοδική.

Επιπλέον, το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε από τη δικογραφία κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι η έρευνα που διεξήχθη εν προκειμένω δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία του.

Κατά συνέπεια, δεν διαπιστώθηκε παραβίαση του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ ούτε στο διαδικαστικό του σκέλος.

 

 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες