Η ποινική καταδίκη για διαδικτυακή κοινοποίηση «κοροϊδευτικού ντοκιμαντέρ» για υποκίνηση βίας κατά αλλοδαπών εθνοτήτων, δεν παραβίασε την ελευθερία έκφρασης! Εφετειακή δίκη κεκλεισμένων των θυρών. Παράβαση δικαιώματος ακρόασης

ΑΠΟΦΑΣΗ

Kilin κατά Ρωσίας της 11.05.2021 (αρ. προσφ. 10271/12)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ελευθερία έκφρασης και διαδίκτυο. Διαδικτυακή κοινοποίηση «κοροϊδευτικού ντοκιμαντέρ» που αποσκοπούσε σε  υποκίνηση βίας κατά ξένων εθνοτήτων. Δικαίωμα ακρόασης. Εφετείο κεκλεισμένων των θυρών.

Ποινική καταδίκη για διακίνηση και κοινή χρήση περιεχομένου μέσω διαδικτύου σε μια μικρή ομάδα κοινωνικής δικτύωσης με σκοπό την υποκίνηση βίας κατά μη ρωσικών εθνοτήτων.  Το επίμαχο βίντεο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως “mockumentary” (κοροϊδευτικό ντοκιμαντέρ). Ο προσφεύγων δεν σχολίασε την ανάρτηση, ώστε ένας απλός θεατής ήταν πιθανό να ερμηνεύσει εσφαλμένα το μήνυμα του βίντεο.

Το ΕΔΔΑ αποδέχτηκε τη διαπίστωση των εθνικών δικαστηρίων ότι το βίντεο θα μπορούσε λογικά να θεωρηθεί ότι προκαλεί εθνοτικές διενέξεις και παρακίνηση βίας εναντίον των ατόμων Αζερμπαϊτζανής καταγωγής και ως έκκληση για παραβίαση των δικαιωμάτων τους με βίαιες ενέργειες. Επίσης, το ΕΔΔΑ δεν είχε κανένα λόγο να θεωρήσει ότι ανεβάζοντας το επίμαχο υλικό στο λογαριασμό του και καθιστώντας το προσβάσιμο σε άλλους χρήστες, ο προσφεύγων είχε συνεισφέρει ή τουλάχιστον σκόπευε να συμβάλει σε οποιαδήποτε συζήτηση για ένα θέμα δημοσίου συμφέροντος. Άλλωστε, η φύση και η σοβαρότητα της κύρωσης που επιβλήθηκε (φυλάκιση 18 μηνών με αναστολή) ήταν ανάλογη με τις συγκεκριμένες περιστάσεις.

Το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας έκφρασης του προσφεύγοντος (άρθρο 10 της ΕΣΔΑ).

Δικαίωμα ακρόασης. Ο προσφεύγων παραπονέθηκε επίσης ότι η εκδίκαση της έφεσής του κατά την ποινική διαδικασία είχε διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών (απουσία Τύπου και κοινού). Το ΕΔΔΑ δεν ήταν ικανοποιημένο από το γεγονός ότι η απόφαση αυτή είχε δικαιολογηθεί ως «αυστηρά επιτακτική» λόγω του απλού γεγονότος ότι ο τύπος του αδικήματος για το οποίο ο προσφεύγων δικαζόταν βάσει του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και σχετιζόταν με αδικήματα κατά των θεμελίων του Συντάγματος και της εθνικής ασφάλειας.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ομόφωνα παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης του προσφεύγοντος ως ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 της ΕΣΔΑ) και επιδίκασε ποσό 1.500 ευρώ για ηθική βλάβη.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 10

Άρθρο 6

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων Roman Olegovich Kilin είναι Ρώσος υπήκοος που γεννήθηκε το 1991 και ζει στο Kemerovo.

Ο προσφεύγων καταδικάστηκε ποινικά για διάδοση εξτρεμιστικού υλικού. Ο προσφεύγων είχε κατηγορηθεί για δημοσίευση φερόμενων ρατσιστικών αρχείων βίντεο και ήχου που αφορούσαν νεοναζί, άτομα που φέρεται να είναι Καυκάσιας καταγωγής και καλούσαν σε εξτρεμιστικές πράξεις μέσω ενός δημοφιλούς διαδικτυακού κοινωνικού δικτύου.

Ο προσφεύγων καταδικάστηκε πρωτόδικα. Κατόπιν έφεσης, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο καταδίκασε εκ νέου τον προσφεύγοντα και ο ίδιος άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης αυτής, που απορρίφθηκε.

Στηριζόμενος στο άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης) και στο άρθρο 6 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι η ποινική καταδίκη του παραβίαζε τα δικαιώματά του, ενώ επίσης η δευτεροβάθμια δίκη του είχε πραγματοποιηθεί κεκλεισμένων των θυρών αντίθετα με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 10

Αν και ο προσφεύγων είχε αρνηθεί ότι ήταν χρήστης του σχετικού λογαριασμού κοινωνικού δικτύου και ισχυρίστηκε ότι το επίμαχο περιεχόμενο βίντεο και ήχου είχε δημοσιευτεί από άλλους, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε αρχικά στην υπόθεση ότι υπήρξε «παρέμβαση» στο δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης, η οποία είχε προβλεφθεί από το νόμο.

Όσον αφορά το ζήτημα αν η παρέμβαση είχε επιδιώξει «θεμιτό σκοπό», το Δικαστήριο δεν ήταν ικανοποιημένο από την απόδειξη εκ μέρους των εθνικών αρχών ότι είχε τον σκοπό της προάσπισης των σκοπών της εθνικής ασφάλειας, της εδαφικής ακεραιότητας και της δημόσιας ασφάλειας. Θεώρησε, ωστόσο, ότι η ποινική δίωξη του προσφεύγοντος θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είχε κινηθεί για την πρόληψη της αναταραχής και του εγκλήματος και για την προστασία των «δικαιωμάτων των άλλων», ιδίως της αξιοπρέπειας των ατόμων που δεν ανήκαν στο ρωσικό έθνος, ιδίως αυτών που ανήκαν στην  εθνοτική κοινότητα του Αζερμπαϊτζάν. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, η υποκίνηση διενέξεων μεταξύ εθνοτικών ομάδων μέσω εκκλήσεων για βία, μπορεί να είναι επιζήμια για όλες τις εμπλεκόμενες ομάδες και άλλα τμήματα του πληθυσμού.

Το Δικαστήριο έπρεπε να καθορίσει εάν η ποινική καταδίκη ήταν «απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία». Το Δικαστήριο είχε προηγουμένως λάβει υπόψη την πρόθεση ή τον σκοπό που είχε επιδιώξει ο προσφεύγων, ιδίως όταν η εκτίμηση αυτή αποτελούσε μέρος της αιτιολογίας των ποινικών δικαστηρίων (βλ. π.χ. Jersild κατά Δανίας, 15890/89, 23 Σεπτεμβρίου 1994). Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο σημείωσε επίσης τη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας (ECRI) ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χρήσης της «ρητορικής μίσους» ήταν ότι θα μπορούσε να προορίζεται να υποκινήσει, ή θα μπορούσε εύλογα να αναμένεται ότι θα υποκινήσει, άλλους να διαπράξουν πράξεις βίας, εκφοβισμού, εχθρότητας ή διάκρισης σε βάρος εκείνων που στοχεύει.

Ο προσφεύγων είχε διωχθεί ποινικά σε σχέση με αυτό το είδος «υποκίνησης», και η καταδίκη του βασίστηκε στο σκεπτικό ότι οι ενέργειές του είχαν σκοπό να υποκινήσουν βία. Η σχετική διάταξη του Ποινικού Κώδικα δεν φάνηκε να απαιτεί αξιολόγηση του κινδύνου των επιβλαβών συνεπειών, αρκεί να αποδειχθεί η άμεση πρόθεση του προσφεύγοντος και ο πραγματικός του στόχος να παροτρύνει άλλους να πραγματοποιήσουν εξτρεμιστικές δραστηριότητες, ότι – στην παρούσα υπόθεση – να προκαλέσει εθνοτικές διενέξεις και να παραβιάσει τα δικαιώματα των μη ρωσικών εθνοτήτων, μέσω βίαιων ενεργειών εναντίον τους. Η διαπίστωση της ενοχής βασίστηκε σε δύο σκέψεις: πρώτον, στο συμπέρασμα ότι το περιεχόμενο τρίτων περιελάβανε εκκλήσεις για βία με σκοπό την υποκίνηση εθνοτικής αντιπαλότητας και την παραβίαση των δικαιωμάτων και ελευθεριών των μη ρωσικών εθνικών ομάδων λόγω της εθνότητας τους. Και δεύτερον, σε ορισμένες ενδείξεις σχετικά με τη στάση του προσφεύγοντος έναντι του περιεχομένου, καθώς ο προσφεύγων επέλεξε να παραμείνει σιωπηλός κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας.

Για να εκτιμήσει το βάρος των συμφερόντων του προσφεύγοντος για την άσκηση του δικαιώματός του στην ελευθερία της έκφρασης, το Δικαστήριο έπρεπε να εξετάσει τη φύση των δηλώσεών του. Το Δικαστήριο θεώρησε ότι η κοινή χρήση περιεχομένου τρίτων μέσω διαδικτύου και πιο συγκεκριμένα μέσα από πλατφόρμες κοινωνικών μέσων ήταν ένας συχνός τρόπος επικοινωνίας και κοινωνικής αλληλεπίδρασης και ότι δεν επιδιώκει πάντοτε κάποιο συγκεκριμένο επικοινωνιακό σκοπό, ειδικά όταν ένα άτομο δεν το συνοδεύει με κανένα σχόλιο ή δηλώνει με άλλον τρόπο τη στάση του έναντι του περιεχομένου. Δεν αποκλείει ότι μια τέτοια πράξη κοινοποίησης συγκεκριμένου περιεχομένου θα μπορούσε ακόμη να συμβάλει στην ενημέρωση πολίτη. Ο προσφεύγων δεν είχε λάβει θέση σχετικά με τη συμμετοχή και τα κίνητρα του να διαθέσει το επίμαχο υλικό μέσω του λογαριασμού VKontakte. Τα εγχώρια δικαστήρια είχαν αποδείξει ότι ο προσφεύγων είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον για αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εθνικιστική ιδέα και ότι ο προσφεύγων δεν αμφισβήτησε τη διαπίστωση αυτή σε εθνικό επίπεδο ή ενώπιον του Δικαστηρίου. Δεν υπήρχε ένδειξη ότι οι πράξεις του προσφεύγοντος συνοδεύονταν από οποιαδήποτε δήλωση, για παράδειγμα, αποκαλύπτοντας τη στάση του απέναντι στο επίμαχο υλικό. Στηριζόμενο στην έκθεση εμπειρογνωμόνων, στο γεγονός ότι η ανάρτηση του βίντεο ακολούθησε την ανάρτηση παρόμοιου περιεχομένου, άλλες δηλώσεις μαρτύρων και μέσω τηλεφωνικής συνομιλίας, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι η επικοινωνιακή πρόθεση του προσφεύγοντος συνίστατο στην έκκληση σε βία με στόχο την εθνοτική διαμάχη και την παραβίαση των δικαιωμάτων και ελευθεριών των μη Ρώσων υπηκόων. Το Δικαστήριο δεν είχε κανένα λόγο να θεωρήσει ότι ανεβάζοντας το επίμαχο υλικό στον λογαριασμό του και καθιστώντας το προσβάσιμο σε άλλους χρήστες, ο προσφεύγων είχε συνεισφέρει ή τουλάχιστον σκόπευε να συμβάλει σε οποιαδήποτε συζήτηση για ένα θέμα δημοσίου συμφέροντος.

Όσον αφορά το επίμαχο βίντεο: ο τίτλος του αντιστοιχούσε σε τίτλο γνωστού κινηματογραφικού έργου το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως “mockumentary” (κοροϊδευτικό ντοκιμαντέρ). Οι ειδικοί θεώρησαν ότι το επίμαχο απόσπασμα προσιδίαζε με ένα βίντεο προπαγάνδας. Ωστόσο, το Δικαστήριο δεν είχε κανένα λόγο να θεωρήσει ότι η πράξη του προσφεύγοντος να μοιραστεί το επίμαχο βίντεο προοριζόταν για τη δική του καλλιτεχνική έκφραση σατιρικών κοινωνικών σχολίων. Ταυτόχρονα, το μήνυμα της ταινίας δεν ήταν πλέον εμφανές με οποιονδήποτε τρόπο ή μορφή, με το βίντεο να παρουσιάζεται μεμονωμένα από το γενικό πλαίσιο της ταινίας και χωρίς κανένα πλαίσιο ή σχολιασμό. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, ένας απλός θεατής θα μπορούσε να κάνει λάθος ως προς το μήνυμα του βίντεο (δηλαδή, να κοροϊδέψει τις τεχνικές προπαγάνδας με ρατσιστική ατζέντα). Το ΕΔΔΑ αποδέχτηκε τη διαπίστωση των εθνικών δικαστηρίων ότι το βίντεο θα μπορούσε λογικά να θεωρηθεί ότι προκαλούσε εθνοτικές διενέξεις και παρακίνηση βίας εναντίον ατόμων Αζερμπαϊτζανής καταγωγής και έκκληση για παραβίαση των δικαιωμάτων τους με βίαιες ενέργειες. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για το ηχητικό αρχείο.

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, και δεδομένης της ρατσιστικής φύσης του υλικού και της απουσίας σχολιασμού του περιεχομένου, τα εγχώρια δικαστήρια απέδειξαν πειστικά ότι το επίμαχο υλικό προκάλεσε υποκίνηση σε εθνική διαμάχη και, πρωτίστως, τη σαφή πρόθεση του προσφεύγοντος να προκαλέσει τη διάπραξη σχετικών πράξεων μίσους ή μισαλλοδοξίας.

Το υλικό είχε αναρτηθεί σε ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης που ήταν προσβάσιμος, τότε, μέσω του Διαδικτύου. Η πρόσβαση στο υλικό εξαρτάται από την αποδοχή από τους χρήστες του λογαριασμού αυτών των μαρτύρων ως «φίλων» του λογαριασμού: περίπου πενήντα άτομα θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στο υλικό. Ωστόσο, το Δικαστήριο δεν απέκλεισε ότι η κοινή χρήση τέτοιου περιεχομένου με τέτοιο τρόπο σε μια διαδικτυακή ομάδα (ακόμη και σχετικά μικρή) όμοιων ατόμων θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση και ριζοσπαστικοποίηση των ιδεών τους χωρίς να εκτεθεί σε κριτική συζήτηση ή διαφορετικές απόψεις.

Ενώ δεν υπήρχε ένδειξη ότι το υλικό είχε δημοσιευτεί σε ευαίσθητο κοινωνικό ή πολιτικό πλαίσιο ή ότι τη στιγμή που η γενική κατάσταση ασφάλειας στη Ρωσία ήταν τεταμένη, τα στοιχεία αυτά δεν ήταν αποφασιστικά στην παρούσα υπόθεση. Η αιτιολογία των ποινικών δικαστηρίων για την εγκληματική πρόθεση του προσφεύγοντος θα μπορούσε να θεωρηθεί τόσο σχετική, όσο και επαρκής.

Τέλος, η φύση και η σοβαρότητα της κύρωσης που επιβλήθηκε (φυλάκιση 18 μηνών με αναστολή) ήταν ανάλογη των συγκεκριμένων περιστάσεων.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι δεν διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας έκφρασης του προσφεύγοντος (άρθρο 10 της ΕΣΔΑ).

Άρθρο 6 § 1

Ο προσφεύγων παραπονέθηκε επίσης ότι η εκδίκαση της έφεσής του κατά την ποινική διαδικασία είχε διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών (με απουσία Τύπου και κοινού).

Το Δικαστήριο δεν απέκλειε ότι ζητήματα ασφάλειας που αφορούν απειλή για τη φυσική ακεραιότητα κάποιου θα μπορούσαν να εμπίπτουν στο πεδίο τουλάχιστον ενός από τα νόμιμα συμφέροντα για τον αποκλεισμό του τύπου και του κοινού από το σύνολο ή μέρος μιας δίκης. Σύμφωνα με τη ρωσική νομοθεσία, ένας τέτοιος αποκλεισμός θεωρήθηκε ως ένα από τα προστατευτικά μέτρα στο πλαίσιο αυτό.

Λαμβάνοντας τα παραπάνω υπόψη, το ΕΔΔΑ δεν ήταν ικανοποιημένο από το γεγονός ότι η απόφαση αυτή είχε δικαιολογηθεί ως «αυστηρά επιτακτική» λόγω του απλού γεγονότος ότι ο τύπος του αδικήματος για το οποίο ο προσφεύγων δικαζόταν βάσει του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας σχετιζόταν με αδικήματα κατά των θεμελίων του Συντάγματος και της εθνικής ασφάλειας. Ούτε αυτό το γεγονός, από μόνο του, ήταν επαρκές για να συναχθεί ότι διακυβεύθηκε η ασφάλεια των μη καθορισμένων ατόμων που συμμετείχαν ή επρόκειτο να συμμετέχουν ή να παρευρεθούν στην εκδίκαση της έφεσης. Το Εφετείο δεν είχε επισημάνει κανένα πραγματικό στοιχείο ή νομικό επιχείρημα για να δικαιολογήσει την διεξαγωγή της εκδίκασης κεκλεισμένων των θυρών.

Το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έκρινε ότι τα διαδικαστικά δικαιώματα του προσφεύγοντος δεν είχαν παραβιαστεί λόγω της ακρόασης κεκλεισμένων των θυρών, υπό το φως της δημόσιας ακρόασης που διεξήχθη από το  πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Η υπεράσπιση δεν είχε ασκήσει έφεση κατά της απόφασης να διεξαχθεί η ακρόαση κεκλεισμένων των θυρών και στην αναίρεση δεν είχαν υποβληθεί πειστικά επιχειρήματα ότι η ακρόαση της έφεσης είχε επηρεάσει σημαντικά τα δικαιώματα της υπεράσπισης.

Ωστόσο, η παραβίαση ή μη του δικαιώματος του κατηγορούμενου σε δημόσια ακρόαση έναντι του αποκλεισμού του κοινού και του Τύπου, δεν συσχετίζεται απαραίτητα με την ύπαρξη πραγματικής ζημίας στην άσκηση από τον κατηγορούμενο των λοιπών του διαδικαστικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προστατεύονται σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 3 (δικαιώματα υπεράσπισης). Ούτε η εξέταση της υπόθεσης από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο σε δημόσια ακρόαση συνεπάγεται το συμπέρασμα ότι τηρήθηκε το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Δεν θα έπρεπε να απαγορευθεί η δημόσια ακρόαση επί της έφεσης, επειδή ο προσφεύγων είχε ήδη επωφεληθεί μιας τέτοιας ακρόασης σε πρώτο βαθμό. Υπό αυτές τις συνθήκες, μετά από προφορική ακρόαση, το Εφετείο καταδίκασε εκ νέου τον προσφεύγοντα.

Τέλος, δεν προβλήθηκε το επιχείρημα ότι η φερόμενη παραβίαση του δικαιώματος του προσφεύγοντος σε δημόσια ακρόαση επί της έφεσης είχε αποκατασταθεί στη διαδικασία ενώπιον του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ομόφωνα παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης του προσφεύγοντος ως ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 της ΕΣΔΑ).

Άρθρο 41. Δίκαιη ικανοποίηση. Το ΕΔΔΑ επιδίκασε ποσό 1.500 ευρώ για ηθική βλάβη.

 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες