Πειθαρχικές κυρώσεις σε δικαστή για κριτική που άσκησε στις δικαστικές μεταρρυθμίσεις! Παραβίαση της ιδιωτικής ζωής και της ελευθερίας της έκφρασης

ΑΠΟΦΑΣΗ

Tuleya κατά Πολωνίας της 06.07.2023  (αριθ.προσφ. 21181/19 και 51751/20) 

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Άσκηση κριτικής από δικαστή για τις μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα της Πολωνίας. Πειθαρχική τιμωρία. Ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο. Ελευθερία της έκφρασης.

Ο προσφεύγων δικαστής άσκησε δημόσια κριτική κατά των μεταρρυθμίσεων στην  δικαιοσύνη. Προέβη κυρίως σε σχόλια στην τηλεόραση. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο δεν είναι νομίμως συσταθέν δικαστήριο,  ήρε την δικαστικοί ασυλία του και του επέβαλε την πειθαρχική ποινή της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του και μείωση του μισθού του.  Άσκησε προσφυγήσύμφωνα με το άρθρο 6 § 1 της ΕΣΔΑ.

Το  Δικαστήριο διαπίστωσε, ότι το πειθαρχικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν ήταν «ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που συστάθηκε με νόμο». Τούτο συνιστούσε θεμελιώδη πλημμέλεια η οποία επηρέασε δυσμενώς όλη τη διαδικασία και έθεσε σε κίνδυνο τη νομιμότητα του πειθαρχικού τμήματος. Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1, όσον αφορά το δικαίωμα σε ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως.

Περαιτέρω το ΕΔΔΑ έκρινε ότι τα μέτρα που ελήφθησαν εναντίον του προσφεύγοντος έθιγαν τη δικαστική του ακεραιότητα, την επαγγελματική του υπόληψη και τον εμπόδισαν να ασκήσει τα επίσημα καθήκοντά του για διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών, έχοντας σημαντικό αντίκτυπο στην ιδιωτική του ζωή. Επίσης διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων  δεν μπορούσε να προβλέψει ότι οι ενέργειές του θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην άρση της ασυλίας του και στην αναστολή των καθηκόντων του. Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της ιδιωτικής του ζωής.

Τέλος το Στρασβούργο έκρινεότι, τα μέτρα που έλαβαν οι αρχές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως στρατηγική που αποσκοπούσε στον εκφοβισμό (ή ακόμη και στη φίμωση) τουγια τις απόψεις τουκαι διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης.

Το Δικαστήριο επιδίκασε 30.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 6.000 ευρώ για έξοδα.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 6§1,

Άρθρο 8,

Άρθρο 10,

Άρθρο 13

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων είναι Πολωνός υπήκοος, ο IgorTuleya, ο οποίος γεννήθηκε το 1970 και ζει στη Βαρσοβία. Είναι γνωστός δικαστής και ασκεί δικαστικό αξίωμα από το 1996. Δραστηριοποιείται επίσης στην υπεράσπιση του κράτους δικαίου στην Πολωνία. Από την έναρξη ισχύος της νομοθεσίας για την τροποποίηση της δικαστικής λειτουργίας το 2018, έχουν κινηθεί πολλές πειθαρχικές διαδικασίες κατά δικαστών σε σχέση με τις αποφάσεις τους ή τις δημόσιες δραστηριότητές τους. Οι περισσότεροι από τους εμπλεκόμενους δικαστές έχουν επικρίνει ανοιχτά τις νομοθετικές αλλαγές στο δικαστικό σώμα που εισήχθησαν από το 2016-2018. Πέντε σειρές προκαταρκτικών ερευνών σχετικά με πιθανό πειθαρχικό παράπτωμα κινήθηκαν κατά του προσφεύγοντος το 2018. Οι έρευνες αυτές αφορούσαν κυρίως σχόλια που είχε κάνει στην τηλεόραση ή ερωτήσεις σχετικά με τη συμμετοχή του σε δημόσιες συναντήσεις, ενώ άλλες αφορούσαν τη δικαιοδοτική του δραστηριότητα. Ο προσφεύγωνισχυρίστηκε ότι, ως αποτέλεσμα των προκαταρκτικών ερευνών, είχε αποτελέσει αντικείμενο εκστρατείας δυσφήμισης στα ΜΜΕ, με προσβλητικές ή δυσφημιστικές πληροφορίες. Μία από τις προκαταρκτικές έρευνες κινήθηκε εναντίον του μετά την απόφασή του να υποβάλει αίτημα προδικαστικής απόφασης στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με το νέο πειθαρχικό καθεστώς των δικαστών. Σε μια άλλη έρευνα, ο υπεύθυνος πειθαρχικών διαδικασιών τον κάλεσε να προβεί σε δήλωση σχετικά με την πιθανή αποκάλυψη ευαίσθητων πληροφοριών από φάκελο έρευνας. Η έρευνα αφορούσε εικαζόμενες κοινοβουλευτικές παρατυπίες που εμπόδισαν βουλευτές της αντιπολίτευσης να συμμετάσχουν σε συζήτηση για τον προϋπολογισμό στις 16 Δεκεμβρίου 2016. Στις 18 Δεκεμβρίου 2017, σε δημόσια συνεδρίαση του δικαστηρίου, την οποία ο προσφεύγωνείχε επιτρέψει στα ΜΜΕ να καταγράψουν, αποφάσισε –αιτιολογώντας προφορικά– να επιτρέψει την άσκηση προσωρινής προσφυγής και διέταξε τους εισαγγελείς να συνεχίσουν την προηγουμένως περατωθείσα έρευνα.

Το γεγονός ότι ο προσφεύγων επέτρεψε στα ΜΜΕ να καταγράψουν αυτή τη συνεδρίαση του δικαστηρίου αποτέλεσε επίσης αντικείμενο ποινικής διαδικασίας. Στο πλαίσιο αυτό, ο εισαγγελέας ζήτησε, στις 17 Φεβρουαρίου 2020, από το πειθαρχικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου την άρση της δικαστικής ασυλίας του, προκειμένου να του απαγγελθούν κατηγορίες για αδικήματα σχετικά με τη γνωστοποίηση πληροφοριών σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα και ότι ενεργούσε σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος. Μετά από διάφορα στάδια της διαδικασίας, στις 18 Νοεμβρίου 2020 ήρθη η ασυλία του και τέθηκε σε διαθεσιμότητα από τα επίσημα καθήκοντά του από το πειθαρχικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ο μισθός του μειώθηκε επίσης κατά 1/4 κατά τη διάρκεια της αναστολής.Το μέρος αυτής της απόφασης σχετικά με την αναστολή του προσφεύγοντος από τα καθήκοντά του και τη μείωση του μισθού του ακυρώθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2022 από το νεοσυσταθέν Τμήμα Επαγγελματικής Ευθύνης («CPL»), το οποίο είχε αντικαταστήσει το Πειθαρχικό Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Το νέο αυτό τμήμα έκρινε ειδικότερα ότι δεν υπήρχαν εύλογες υπόνοιες ότι ο προσφεύγων είχε διαπράξει το αδίκημα που του προσάπτεται. Ωστόσο, το τμήμα που αφορά την άρση της ασυλίας του, το οποίο του επιτρέπει να θεωρηθεί ποινικά υπεύθυνος, παραμένει σε ισχύ. Μετά την απόφαση αυτή, ο M. Tuleya επαναπροσλήφθηκε, ο μισθός του αποκαταστάθηκε και έλαβε αναδρομικές αποδοχές. Η ποινική διαδικασία εναντίον του βρίσκεται προφανώς ακόμη σε εξέλιξη, ενώ καμία από τις προκαταρκτικές έρευνες δεν οδήγησε στην κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας εναντίον του. Δήλωσε ότι ουδέποτε ενημερώθηκε για την περάτωση των ερευνών. Βασιζόμενος στο άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) της Σύμβασης, ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι το Πειθαρχικό Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο είχε αποφασίσει να άρει την ασυλία του και του ανέστειλε προσωρινάτα δικαστικά του καθήκοντα, δεν πληρούσε τις απαιτήσεις ενός «ανεξάρτητου και αμερόληπτου δικαστηρίου που ιδρύθηκε με νόμο». Ισχυρίστηκε επίσης ότι τα μέτρα που ελήφθησαν εναντίον του ισοδυναμούσαν με νομική παρενόχληση και έθεσαν υπό αμφισβήτηση την υπόληψή του ως δικαστή, κατά παράβαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) και ήταν αντίποινα για τη δημόσια κριτική του για την υπονόμευση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης από τις αρχές, κατά παράβαση του άρθρου 10 (ελευθερία έκφρασης). Κατά την άποψή του, τέτοια μέτρα δεν είχαν μόνο ως στόχο να αποθαρρύνουν και να εκφοβίσουν, αλλά και να παράγουν ένα «αποτρεπτικό αποτέλεσμα» σε όλους τους δικαστές. Τέλος, ισχυρίστηκε, βάσει του άρθρου 13 (δικαίωμα πραγματικής προσφυγής), ότι δεν υπήρχε νομική οδός για να αμφισβητήσει την παραβίαση των δικαιωμάτων του στην ιδιωτική ζωή.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το Δικαστήριο έκρινε σκόπιμο να συνεκδικάσει τις  δύο προσφυγές εκδίδοντας μία απόφαση.

Άρθρο 6 § 1

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η απόφαση του νεοσύστατου CPL της 29ης Νοεμβρίου 2022, η οποία είχε οδηγήσει στην επαναπρόσληψή του και στις αναδρομικές αποδοχές του, είχε αναγνωρίσει – επί της ουσίας – παραβίαση του δικαιώματός του βάσει του άρθρου 6 § 1 και παρείχε επαρκή αποκατάσταση όσον αφορά την αναστολή στην άσκηση των καθηκόντων του. Ως εκ τούτου, είχε απολέσει την ιδιότητα του θύματος όσον αφορά αυτή την πτυχή της καταγγελίας του σύμφωνα με το άρθρο 6 § 1. Το Δικαστήριο χαιρέτισε την απόφαση αυτή, θεωρώντας ότι αποτελεί θετική εξέλιξη στην κρίση του κράτους δικαίου στην Πολωνία. Σημείωσε, ωστόσο, ότι, μολονότι το CPL είχε αποδείξει κατηγορηματικά ότι ο προσφεύγων  δεν είχε διαπράξει ποινικό αδίκημα, η απόφαση της 18 Νοεμβρίου 2020 με την οποία ήρθη η ασυλία του και, ως εκ τούτου, αναγνωρίσθηκε η ποινική τουευθύνη, εξακολουθούσε να ισχύει. Δεν είχε γίνει τίποτα σε εθνικό επίπεδο για την περάτωση των ποινικών διαδικασιών. Επομένως, οι δυσμενείς συνέπειες της απόφασης αυτής εξακολούθησαν να υφίστανται και ο προσφεύγων διατήρησε την ιδιότητα του θύματος όσον αφορά την άρση της ασυλίας του.

Στη συνέχεια, το Δικαστήριο εξέτασε εάν το ποινικό σκέλος του άρθρου 6 § 1 θα μπορούσε να εφαρμοστεί στη διαδικασία σχετικά με την άρση της ασυλίας του. Σημείωσε ότι ο εισαγγελέας είχε ζητήσει την άρση της ασυλίας του κ. Tuleya προκειμένου να μπορέσει να του απαγγείλει κατηγορίες για μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψη πληροφοριών από την προδικαστική διαδικασία, όπως ορίζεται στο άρθρο 241 § 1 του Ποινικού Κώδικα. Το αδίκημα αυτό συνιστούσε σαφώς ποινικό αδίκημα κατά το εσωτερικό δίκαιο. Επιπλέον, τιμωρούνταν με χρηματική ποινή ή φυλάκιση έως δύο ετών. Κατά συνέπεια, παρόλο που ο προσφεύγων δεν είχε ακόμη κατηγορηθεί επίσημα στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, η υποψία εναντίον του είχε επηρεάσει σημαντικά την κατάστασή του. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το ποινικό σκέλος του άρθρου 6 § 1 ήταν εφαρμοστέο στη διαδικασία ασυλίας στην περίπτωση του. Καταλήγοντας στο συμπέρασμα αυτό, υπογράμμισε τα ειδικά χαρακτηριστικά και τη φύση των διαδικασιών ασυλίας στην Πολωνία, όπως αναφέρονται σε διάφορες αποφάσεις των ανώτατων πολωνικών δικαστηρίων κατά τα τελευταία έτη. Οι αποφάσεις αυτές είχαν κρίνει ότι η απόφαση άρσης της ασυλίας δικαστή μπορούσε να ληφθεί μόνο από δικαστήριο και σε πλαίσιο διαδικασίας που διασφάλιζε τις ουσιώδεις εγγυήσεις δίκαιης δίκης. Πράγματι, η δικαστική ασυλία είχε μακρά παράδοση στο πολωνικό δίκαιο και θεωρούνταν μία από τις εγγυήσεις της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης. Τέλος, όσον αφορά το βάσιμο των καταγγελιών του βάσει του άρθρου 6 § 1, το Δικαστήριο διαπίστωσε, ότι το πειθαρχικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο είχε εξετάσει την υπόθεση, δεν ήταν «ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που συστάθηκε με νόμο». Ειδικότερα, η διαδικασία διορισμού των δικαστών στο πειθαρχικό τμήμα επηρεάστηκε αδικαιολόγητα από τη νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία. Τούτο συνιστούσε θεμελιώδη πλημμέλεια η οποία επηρέασε δυσμενώς την όλη διαδικασία και έθεσε σε κίνδυνο τη νομιμότητα του πειθαρχικού τμήματος. Κατά συνέπεια, διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 όσον αφορά το δικαίωμα σε ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως.

Άρθρο 8

Πρώτον, το Δικαστήριο επικεντρώθηκε σε μία από τις προκαταρκτικές έρευνες, σχετικά με την υποβολή αίτησης προδικαστικής απόφασης από τον κ. Tuleya στο ΔΕΕ και την απόφαση άρσης της ασυλίας του και αναστολής των επίσημων καθηκόντων του. Έκρινε ότι τα μέτρα αυτά, τα οποία έθιγαν τη δικαστική ακεραιότητα και την επαγγελματική του υπόληψη και τον εμπόδιζαν να ασκήσει τα επίσημα καθήκοντά του για διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών, είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην ιδιωτική του ζωή. Επομένως, το άρθρο 8 ήταν εφαρμοστέο και τα μέτρα συνιστούσαν επέμβαση στο δικαίωμα του προσφεύγοντος στον σεβασμό της ιδιωτικής του ζωής. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο έδωσε σημαντική βαρύτητα στις διαπιστώσεις του ΔΕΕ σε απόφαση της 15 Ιουλίου 20212 ότι το νέο πειθαρχικό καθεστώς για τους Πολωνούς δικαστές ήταν ασύμβατο με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην απόφαση αυτή, το ΔΕΕ έκρινε ότι το γεγονός και μόνον της διεξαγωγής προκαταρκτικής έρευνας επί αιτήσεων προδικαστικής απόφασης ασκούσε πίεση στους εν λόγω δικαστές και υπονόμευε την ανεξαρτησία τους. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, η πειθαρχική ευθύνη για την έκδοση δικαστικής απόφασης μπορεί να θεωρηθεί μόνο ως εξαιρετικό μέτρο. Επομένως, η παρέμβαση στο δικαίωμα του κ. Tuleya για σεβασμό της ιδιωτικής του ζωής δεν ήταν «σύμφωνη με το νόμο» σύμφωνα με το άρθρο 8.

Ούτε ήταν νόμιμη η απόφαση άρσης της ασυλίας του και αναστολής από την άσκηση των καθηκόντων του, κατ’ ουσίαν για δύο λόγους.  Όσον αφορά τον πρώτο λόγο, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα μέτρα αυτά είχαν διαταχθεί από το πειθαρχικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την απόφαση Reczkowicz κατά Πολωνίας – δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις ενός «ανεξάρτητου και αμερόληπτου δικαστηρίου που έχει συσταθεί με νόμο», παρά το γεγονός ότι το πολωνικό Σύνταγμα απαιτούσε ρητά οι αποφάσεις αυτές να λαμβάνονται από δικαστήριο. Όσον αφορά το δεύτερο λόγο, η εκ μέρους του πειθαρχικού τμήματος ερμηνεία του νόμου στην απόφασή του να άρει την ασυλία του και να τον θέσει σε διαθεσιμότητα ήταν προδήλως μη προβλέψιμη.Το Δικαστήριο δεν μπορούσε να διακρίνει καμία παρανομία στο ότι εξέδωσε την απόφασή του σχετικά με την έρευνα “ColumnHallvote” σε δημόσια συνεδρίαση. Πράγματι, το ίδιο το πειθαρχικό τμήμα δεν είχε θεωρήσει ότι είχε εκ προθέσεως αποκαλύψει προστατευόμενες πληροφορίες. Επιπλέον, το πειθαρχικό τμήμα δεν διαπίστωσε ότι η προφορική αιτιολογία του είχε προκαλέσει πραγματική απειλή για το δημόσιο συμφέρον ή είχε αρνητικές επιπτώσεις στην έρευνα. Εν ολίγοις, ο προσφεύγων δεν μπορούσε να προβλέψει ότι οι ενέργειές του θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην άρση της ασυλίας του και στην αναστολή από τα καθήκοντα του. Το Δικαστήριο τόνισε ότι η υπόθεση έπρεπε να εξεταστεί στο πλαίσιο, ιδίως ότι ήταν ένας από τους πιο ειλικρινείς επικριτές της αναδιοργάνωσης του δικαστικού σώματος στην Πολωνία και ότι είχε ήδη διαπιστώσει – στην απόφασή του Grzędaκατά  Πολωνίας – ότι οι διαδοχικές μεταρρυθμίσεις είχαν αποδυναμώσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Συνολικά, η παρέμβαση στο δικαίωμα του κ. Tuleya για σεβασμό της ιδιωτικής του ζωής δεν ήταν «σύμφωνη με το νόμο», κατά παράβαση του άρθρου 8 της Σύμβασης.

Άρθρο 10

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπήρξε παρέμβαση στο δικαίωμα του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης. Όσον αφορά τρεις από τις προκαταρκτικές έρευνες –σχετικά με μια συνέντευξη που είχε δώσει στο τηλεοπτικό ειδησεογραφικό κανάλι TVN24 και τη συμμετοχή του σε δημόσιες συναντήσεις στο Γκντανσκ και το Λούμπλιν– ήταν προφανές ότι ήταν αποτέλεσμα της άσκησης της ελευθερίας έκφρασης. Επιπλέον, υπήρχαν λόγοι να θεωρηθεί, λαμβανομένου υπόψη του γενικού πλαισίου, ότι η άρση της ασυλίας του ήταν συγκεκαλυμμένη κύρωση για την έκφραση κριτικής από αυτόν κατά διαδοχικών δικαστικών μεταρρυθμίσεων. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώθηκε όχι μόνο από τον πολωνικό και διεθνή Τύπο, αλλά και από το Συμβούλιο της Ευρώπης, τη Διεθνή Ένωση Δικαστών και το Κέντρο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Αμερικανικού Δικηγορικού Συλλόγου. Αυτή η παρέμβαση δεν είχε «προβλεφθεί από το νόμο». Ειδικότερα, ο προσφεύγων δεν είχε ενημερωθεί πότε περατώθηκαν οι προκαταρκτικές έρευνες σχετικά με την τηλεοπτική συνέντευξη και τη συμμετοχή του στις δύο δημόσιες συναντήσεις. Χωρίς αυτές τις ελάχιστες εγγυήσεις, οι προκαταρκτικές έρευνες ήταν ανοικτές σε καταχρήσεις και θα μπορούσαν να αποτρέψουν τους δικαστές από το να εκφράσουν τις απόψεις τους για θέματα δημόσιου συμφέροντος. Ούτε θα μπορούσε να θεωρηθεί νόμιμη η απόφαση άρσης της ασυλίας του και αναστολής από τα επίσημα καθήκοντά του, δεδομένης της ανωτέρω διαπίστωσης ότι το Πειθαρχικό Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου που είχε λάβει την απόφαση δεν ήταν «δικαστήριο» για τους σκοπούς της Σύμβασης. Τέλος, το Δικαστήριο δεν μπορούσε να δεχθεί ότι υπήρχε νόμιμος στόχος για την παρέμβαση στο δικαίωμα του κπροσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης. Υπερασπίστηκε σταθερά το κράτος δικαίου και την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας, χωρίς να υπερβεί την κριτική από αυστηρά επαγγελματική σκοπιά. Πράγματι, τα μέτρα που έλαβαν οι αρχές θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως στρατηγική που αποσκοπούσε στον εκφοβισμό (ή ακόμη και στη φίμωση) του για τις απόψεις του. Τα μέτρα αυτά έπρεπε να είχαν αποθαρρύνει όχι μόνο τον κ. Tuleya αλλά και άλλους δικαστές από τη συμμετοχή σε δημόσιο διάλογο σχετικά με νομοθετικές μεταρρυθμίσεις που επηρεάζουν το δικαστικό σώμα και γενικότερα σχετικά με ζητήματα που αφορούσαν  την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 10.

Άρθρο 13

Λαμβανομένων υπόψη των διαπιστώσεων του άρθρου 8, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαίο να εξεταστεί χωριστά το παραδεκτό και το βάσιμο της καταγγελίας βάσει του άρθρου 13.

Άρθρο 41 (δίκαιη ικανοποίηση). Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Πολωνία έπρεπε να καταβάλει 30.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 6.000 ευρώ για έξοδα και δαπάνες.

Χωριστή γνώμη. Ο δικαστής Wojtyczek εξέφρασε εν μέρει μειοψηφούσα γνώμη, η οποία επισυνάπτεται στην απόφαση(επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες