Καταδίκη ακτιβιστή για προσβλητικούς χαρακτηρισμούς στον Αρχηγό της Αστυνομίας. Παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης

ΑΠΟΦΑΣΗ

Gaspari κατά Αρμενίας (αρ. 2) της 11.07.2023(αρ. προσφ. 67783/13)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ελευθερία έκφρασης. Ποινική καταδίκη για χαρακτηρισμούς κατά τουΑρχηγού της Αστυνομίας.

Ο Αρχηγός της αστυνομίας επέλεξε να πάει στο αυτοκίνητό του διασχίζοντας το συγκεντρωμένο πλήθος μιας διαδήλωσης, σπρώχνοντας μια διαδηλώτρια και προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση των συγκεντρωμένων. Ο προσφεύγων αντέδρασε και αποκάλεσε   τον Αρχηγό της Αστυνομίας, «χούλιγκαν», «βλάκα», «θηρίο» και «απόβρασμα». Καταδικάστηκε ποινικά σε χρηματική ποινή.

Επικαλούμενος το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων κατήγγειλε ότι η ποινική καταδίκη του για τους χαρακτηρισμούς του κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης παραβίασε το δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης.

Σύμφωνα με το Δικαστήριο, η ποινική κύρωση δεν ήταν «απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία».Οι επίμαχοι προσβλητικοί χαρακτηρισμοί σε βάρος υψηλά ιστάμενου δημόσιου λειτουργού αποτελούσαν σκληρή κριτική της στάσης του τελευταίου προς τους διαδηλωτές. Οι εθνικές αρχές δεν πέτυχαν δίκαιη εξισορρόπησημεταξύ των αντικρουόμενων δικαιωμάτων για να αποδείξουν ότι η ποινική καταδίκη του προσφεύγοντος ανταποκρινόταν σε μια «πιεστική κοινωνική ανάγκη» και ότι ήταν ανάλογη με τον νόμιμο σκοπό που επεδίωκε.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10 ΕΣΔΑ).

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 10

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Στις 20 Οκτωβρίου 2011 ο προσφεύγων, ο οποίος είναι γνωστός ακτιβιστής, συμμετείχε σε μια μικρή διαδήλωση που έγινε από μερικές δεκάδες άτομα μπροστά από το Κοινοβούλιο για να διαμαρτυρηθούν για τους θανάτους άμαχων πληθυσμών στον αρμενικό στρατό και για την έλλειψη αποτελεσματικής έρευνας για τέτοια περιστατικά.

Σύμφωνα με τα πορίσματα των εθνικών δικαστηρίων, κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδήλωσης ο τότε Αρχηγός της Αρμενικής Αστυνομίας, A.S., είχε βγει από το κτίριο και πλησίασε το συγκεντρωμένο πλήθος σκοπεύοντας να περάσει μέσα από αυτό για να φτάσει στο αυτοκίνητό του. Είχε ζητήσει από μια εκ των διαδηλωτών να τον αφήσει να περάσει, αγγίζοντας το χέρι της. Εκείνη τη στιγμή, ο προσφεύγωνάρχισε να φωνάζει στον Αρχηγό της Αστυνομίας, αποκαλώντας τον «χούλιγκαν», «βλάκα», «θηρίο» και «απόβρασμα». Μερικοί από αυτούς που ήταν παρόντες, συμπεριλαμβανομένων πολιτών και αστυνομικών, είχαν αντιδράσει επικριτικά στη συμπεριφορά του προσφεύγοντος.

Ο προσφεύγων αμφισβήτησε τα ανωτέρω, ισχυριζόμενος ότι άλλοι αξιωματούχοι που είχαν βγει από το Κοινοβούλιο πριν από τον Αρχηγό της Αστυνομίας είχαν περάσειέξω από το συγκεντρωμένο πλήθος για να μην προκληθεί αναστάτωση, ενώ ο Αρχηγός της Αστυνομίας είχε σκόπιμα περάσει μέσα από αυτό καιείχε σπρώξει τη διαδηλώτρια, προκαλώντας έτσι οργισμένη αντίδραση από το πλήθος. Οι διαδηλωτές είχαν φωνάξει «χούλιγκαν» και «εγκληματία» στον Αρχηγό της Αστυνομίας, ενώ ο προσφεύγων φώναξε επίσης: «Μην σπρώχνεις, ζώο,  Απόβρασμα!».

Ο προσφεύγων συνελήφθη στον τόπο της διαδήλωσης και αργότερα κατηγορήθηκε για χουλιγκανισμό σύμφωνα με το άρθρο 258 § 1 του πρώην Ποινικού Κώδικα.

Πολλά βίντεο που εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια της δίκηςέδειξαν τα εξής. Αφού ο Αρχηγός της Αστυνομίας πλησίασε τους διαδηλωτές και άρχισε να περνάει μέσα από αυτούς, ο προσφεύγων άρχισε να φωνάζει «Χούλιγκαν», «Ζώα», «Μην σπρώχνεις», «Κάτω τα χέρια σου, βάρβαρε», «Βλάκα», και «Αποβράσματα». Άλλες δύο γυναίκες ακούγονται να φωνάζουν «Δολοφόνος» και «Προδότες του έθνους». Τότε ο Αρχηγός της Αστυνομίας σταμάτησε για να μιλήσει με μερικούς από τους αστυνομικούς που βρίσκονταν σε υπηρεσία και, απευθυνόμενος σε έναν από αυτούς, είπε: «Κάθε άξιος-ανάξιος είναι εδώ, ποιος είναι ο λόγος; το νόημα;» και ο προσφεύγων φώναξε « Ο [A.S.] είναι χούλιγκαν». Στη συνέχεια ο Αρχηγός της Αστυνομίας πλησίασε το αυτοκίνητό του, ενώ το πλήθος φώναζε «Ντροπή σου». Κάποια στιγμή ακούγονται και οι διαδηλωτές να φωνάζουν «Χούλιγκαν» και «Δολοφόνοι».

Σύμφωνα με τις καταθέσεις των αστυνομικών που ήταν παρόντες, συμπεριλαμβανομένων των αξιωματικών που συνέλαβαν, και δύο μαρτύρων, ο προσφεύγων είχε, μεταξύ άλλων, επιδείξει επιθετική και ασεβή συμπεριφορά με προσβολές που απευθύνονταν, μεταξύ άλλων, στον Αρχηγό της Αστυνομίας.

Δύο διαδηλωτές, συμπεριλαμβανομένης της γυναίκας που αναφέρεται παραπάνω, υποστήριξαν ότι ο Αρχηγός της Αστυνομίας και οι βοηθοί του τους έσπρωξαν ενώ περνούσαν με το ζόρι μέσα από το πλήθος παρά τις απαιτήσεις των συγκεντρωμένων να περάσουν έξω από τη συγκέντρωση.

Στις 29 Οκτωβρίου 2012 το Περιφερειακό Δικαστήριο KentronandNork-Marash του Ερεβάνέκρινε ένοχο τον προσφεύγονταόπως κατηγορήθηκε, διαπιστώνοντας ότι οι ενέργειές του ισοδυναμούσαν με χουλιγκανισμό κατά την έννοια του άρθρου 258 § 1 του Ποινικού Κώδικα και καταδικάζοντάς τον σε χρηματική ποινή ύψους 30.000 τοπικού νομίσματος. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι ο προσφεύγων είχε παραβιάσει κατάφωρα τη δημόσια τάξη απευθυνόμενος με τις εν λόγω εκφράσεις στον Αρχηγό της Αστυνομίας παρουσία πολλών ανθρώπων. Εξάλλου, η συμπεριφορά του είχε προκαλέσει αγανάκτηση στους παρευρισκόμενους, όπως φάνηκε από το γεγονός ότι είχαν κάνει επικριτικά σχόλια για τις πράξεις του. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας δεν είχε κάνει τίποτα ανήθικο ή παράνομο κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας. Συνεπώς ο προσφεύγων θέλησε να ξεχωρίσει από το πλήθος και να τονίσει αδικαιολόγητα την υπεροχή του έναντι των δημοσίων αξιωματούχων, στην προκειμένη περίπτωση του Αρχηγού της Αστυνομίας, τον οποίο είχε ξεχωρίσει κατά τύχη.

Ο προσφεύγων άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης καταδικαστικής απόφασης, υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι είχε παραβιάσει το δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης και στην ελευθερία του συνέρχεσθαι. Αυτός και άλλοι διαδήλωναν ειρηνικά μέχρι τη στιγμή που ο Αρχηγός της Αστυνομίας έσπρωξε τους διαδηλωτές, διακόπτοντας έτσι την ειρηνική διαμαρτυρία. Ο σκοπός της διαδήλωσης ήταν να παρουσιάσουν δημόσια τις ανησυχίες τους σε δημόσιους λειτουργούς και οι εκφράσεις που ειπώθηκαν σε ένα τέτοιο πλαίσιο θα μπορούσαν συχνά να περιλαμβάνουν δυνητικά προσβλητικά στοιχεία που αναφέρονται σε ενέργειες δημοσίων υπαλλήλων. Ο Αρχηγός της Αστυνομίας όχι μόνο δεν είχε δείξει την ανοχή που απαιτείται σε τέτοιες καταστάσεις ως δημόσιος λειτουργός, αλλά είχε προκαλέσει ο ίδιος το περιστατικό. Τέλος, αν ο Αρχηγός της Αστυνομίας είχε θεωρήσει προσβλητικές τις εκφράσεις του προσφεύγοντος, θα μπορούσε να είχε κάνει αγωγή.

Στις 15 Ιανουαρίου 2013 το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την έφεση.Ο προσφεύγων άσκησε αναίρεση και στις 27 Μαρτίου 2013 το Ακυρωτικό Δικαστήριο την απέρριψε.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

(α) Ως προς το αν υπήρξε παρέμβαση

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η ποινική καταδίκη του προσφεύγοντος συνιστούσε παρέμβαση στο δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης.

Η παρέμβαση δεν δικαιολογείται σύμφωνα με το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ, εκτός εάν «προβλέπεται από το νόμο», επιδιώκει έναν ή περισσότερους από τους νόμιμους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου και είναι «αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία» για την επίτευξη αυτού του σκοπού.

(β) Εάν η παρέμβαση ήταν νόμιμη και επιδίωκε θεμιτό σκοπό

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η καταδίκη του προσφεύγοντος βασίστηκε στο άρθρο 258 § 1 του Ποινικού Κώδικα. Ελλείψει οποιουδήποτε συγκεκριμένου επιχειρήματος από την πλευρά του προσφεύγοντος σχετικά με τη νομιμότητα της παρέμβασης την οποία κατήγγειλε, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η καταδίκη του είχε επαρκή νομική βάση στο εσωτερικό δίκαιο και ως εκ τούτου πληρούσε την απαίτηση της νομιμότητας.Επιπλέον, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι η επίμαχη παρέμβαση επιδίωκε τον θεμιτό σκοπό της πρόληψης της αταξίας.

(γ) Αν η παρέμβαση ήταν «απαραίτητη» σε μια δημοκρατική κοινωνία

(i) εφαρμογή των γενικών αρχών

Οι γενικές αρχές για την αξιολόγηση του κατά πόσον μια παρέμβαση στην άσκηση του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης είναι«αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία» είναι καθιερωμένες στη νομολογία του Δικαστηρίου και έχουν επαναληφθεί σε πολλές υποθέσεις. Το Δικαστήριο έχει δηλώσει, ειδικότερα, ότι η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί ένα από τα βασικά θεμέλια μιας δημοκρατικής κοινωνίας και μία από τις βασικές προϋποθέσεις για την πρόοδό της και για την αυτοπραγμάτωση κάθε ατόμου. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10 § 2, εφαρμόζεται όχι μόνο σε «πληροφορίες» ή «ιδέες» που γίνονται ευνοϊκά δεκτές ή θεωρούνται αβλαβείς ή αδιάφορες, αλλά και σε εκείνες που προσβάλλουν, σοκάρουν ή ενοχλούν. Τέτοιες είναι οι απαιτήσεις του πλουραλισμού, της ανεκτικότητας και της ευρύτητας του πνεύματος, χωρίς τις οποίες δεν υπάρχει «δημοκρατική κοινωνία» (βλ. Morice κατά Γαλλίας [GC], αρ. προσφ. 29369/10 § 124και Sanchez κατά Γαλλίας [GC] της 15.05.2023, αρ. προσφ. 45581/15 § 145).

Το επίθετο «αναγκαίο» συνεπάγεται την ύπαρξη «πιεστικής κοινωνικής ανάγκης», η οποία πρέπει να αποδεικνύεται πειστικά (βλ. Erdoğdu κατά Τουρκίας, αρ. προσφ. 25723/94). Ομολογουμένως, εναπόκειται κατ’ αρχάς στις εθνικές αρχές να εκτιμήσουν αν υπάρχει τέτοια ανάγκη ικανή να δικαιολογήσει μια παρέμβαση και, προς τούτο, διαθέτουν ένα ορισμένο περιθώριο εκτίμησης. Ωστόσο, το περιθώριο εκτίμησης συνδυάζεται με την εποπτεία από το Δικαστήριο τόσο του νόμου όσο και των αποφάσεων που εφαρμόζουν τον νόμο, ακόμη και εκείνων που εκδίδονται από ανεξάρτητα δικαστήρια. Συνεπώς, το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφανθεί οριστικά για το κατά πόσον ένας «περιορισμός» συμβιβάζεται με την ελευθερία της έκφρασης, όπως αυτή προστατεύεται από το άρθρο 10 (βλ. Karataş κατά Τουρκίας [GC], αρ. προσφ. 23168/94 § 48).

Η εποπτική λειτουργία του Δικαστηρίου δεν περιορίζεται στην εξακρίβωση του κατά πόσον οι εθνικές αρχές άσκησαν τη διακριτική τους ευχέρεια λογικά, προσεκτικά και καλόπιστα. Οφείλει μάλλον να εξετάζει την παρέμβαση υπό το πρίσμα της υπόθεσης στο σύνολό της και να προσδιορίζει αν οι λόγοι που προέβαλαν οι εθνικές αρχές για να την δικαιολογήσουν ήταν «σχετικοί και επαρκείς» και αν το μέτρο που ελήφθη ήταν «ανάλογο» προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό. Κατά τον τρόπο αυτό, το Δικαστήριο πρέπει να βεβαιωθεί ότι οι εθνικές αρχές, βασιζόμενες σε αποδεκτή εκτίμηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών, εφάρμοσαν πρότυπα που ήταν σύμφωνα με τις αρχές που ενσωματώνονται στο άρθρο 10.

(ii) Εφαρμογή των παραπάνω αρχών στην παρούσα υπόθεση

Στην υπό κρίση υπόθεση, ο προσφεύγων διώχθηκε ποινικά για δηλώσεις οι οποίες, όπως διαπίστωσαν στη συνέχεια τα εθνικά δικαστήρια, είχαν παραβιάσει κατάφωρα τη δημόσια τάξη και προκάλεσαν αγανάκτηση μεταξύ των παρευρισκομένων. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο προσφεύγων χρησιμοποίησε ως επί το πλείστον υποτιμητική γλώσσα στις δηλώσεις του που απευθύνονταν σε υψηλόβαθμο δημόσιο λειτουργό. Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ πρέπει να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ κριτικής και προσβολής. Εάν η μόνη πρόθεση οποιασδήποτε μορφής έκφρασης είναι η προσβολή, μια κατάλληλη τιμωρία δεν θα συνιστούσε, κατ’ αρχήν, παραβίαση του άρθρου 10. Ωστόσο, κάθε παρατήρηση που μπορεί να εκληφθεί ως προσβλητική από συγκεκριμένα άτομα ή ομάδες δεν δικαιολογεί ποινική καταδίκη. Ενώ τέτοια συναισθήματα είναι κατανοητά, δεν μπορούν από μόνα τους να θέσουν τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης. Μόνο με μια προσεκτική εξέταση του πλαισίου στο οποίο εμφανίζονται οι προσβλητικέςή επιθετικές λέξεις μπορεί κανείς να κάνει μια ουσιαστική διάκριση μεταξύ της σοκαριστικής και της προσβλητικής γλώσσας που προστατεύεται από το άρθρο 10 και της γλώσσας που ισοδυναμεί με δυσφήμιση – για παράδειγμα, όπου η μοναδική πρόθεση της προσβλητικής δήλωσης είναι η προσβολή της ελευθερίας της έκφρασης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο προσφεύγων προέβη στις επίμαχες εκφράσεις κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας που αφορούσε ένα εξαιρετικά ευαίσθητο θέμα για την αρμενική κοινωνία. Από τις καταγραφές του βιντεοληπτικού υλικού που εξέτασε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, προκύπτει ότι η στάση του Αρχηγού της Αστυνομίας προκάλεσε αγανάκτηση σε ορισμένους από τους διαδηλωτές που απάντησαν επικριτικά στη συμπεριφορά του. Ο προσφεύγων, από την πλευρά του, υποστήριξε ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων ότι οι δηλώσεις του έγιναν ως απάντηση στην προκλητική στάση του εν λόγω αξιωματούχου, ο οποίος θα μπορούσε απλά να περπατήσει στις παρυφέςτης συγκέντρωσης χωρίς να τη διαταράξει.

Από αυτή την άποψη, το Δικαστήριο θεώρησε ότι οι παρατηρήσεις του προσφεύγοντος μπορούν να γίνουν κατανοητές ως η άμεση συναισθηματική αντίδρασή του σε αυτό που είδε ως περίπτωση καταχρηστικής συμπεριφοράς από δημόσιο λειτουργό που είχε εν γνώσει του αντιπαράθεση με τους διαδηλωτές και είχε εκτεθεί στην κριτική τους. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο και τις ευρύτερες συνθήκες, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι επίμαχες εκφράσεις, αν και προκλητικές και προσβλητικές, αποσκοπούσαν στη σκληρή κριτική της στάσης ενός υψηλόβαθμου δημόσιου αξιωματούχου, δηλαδή του Αρχηγού της Αστυνομίας, απέναντι στη διαμαρτυρία και στους διμαρτυρομένους, και,συνεπώς, δεν ισοδυναμούσαν με δυσφήμιση.

Το Δικαστήριο σημείωσε περαιτέρω ότι η παρούσα υπόθεση δεν αφορούσε την εκπλήρωση του θετικού καθήκοντος του Κράτους, σύμφωνα με το άρθρο 8, να προστατεύει το δικαίωμα στη φήμη του Αρχηγού της Αστυνομίας, και επομένως δεν απαιτούσε την επίτευξη δίκαιης ισορροπίας μεταξύ δύο δικαιωμάτων της Σύμβασης που αξίζουν ίση προστασία. Αντιθέτως, καθήκον των εθνικών δικαστηρίων ήταν να καθορίσουν, υπό το πρίσμα των συνθηκών της υπόθεσης, εάν οι χαρακτηρισμοί του προσφεύγοντος μπορούσαν να θεωρηθούν ότι παραβίασαν τη δημόσια τάξη και, επομένως, δικαιολογούσαν ποινική κύρωση. Το Δικαστήριο, ωστόσο, παρατήρησε ότι οι αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων δεν περιείχαν συγκεκριμένο σκεπτικό που να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι δηλώσεις του προσφεύγοντος είχαν παραβιάσει κατάφωρα και σκόπιμα τη δημόσια τάξη. Τα εθνικά δικαστήρια δεν παρείχαν καμία εξήγηση για το πώς, στις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης, τα συμφέροντα της κοινωνίας για την προστασία της δημόσιας τάξης «υπερίσχυαν» του συμφέροντος του προσφεύγοντος να εκφράσει την κριτική του απέναντι στη δημόσια συμπεριφορά ενός κρατικού λειτουργού που είχε εν γνώσει του τεθεί στο προσκήνιο. Στην πραγματικότητα, τα εθνικά δικαστήρια φαίνεται ότι απέκλεισαν εντελώς το ενδεχόμενο οι επίμαχες εκφράσεις να θεωρηθούν έκφραση της γνώμης του προσφεύγοντος, χωρίς καν να εξετάσει τα επιχειρήματά του ως προς αυτό. Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επανέλαβε τη σημασία της υποχρέωσης αιτιολογίας των αποφάσεων που αφορούν περιορισμό του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, υποχρέωση που προσφέρει σημαντική διαδικαστική διασφάλιση έναντι αυθαίρετων παρεμβάσεων σε αυτό το δικαίωμα. Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, μια τόσο περιορισμένη εκτίμηση των γεγονότων στέρησε από τις εθνικές αρχές τη δυνατότητα να διαπιστώσουν εάν υπήρχε επιτακτική κοινωνική ανάγκη δίωξης του προσφεύγοντος.

Αυτό ήταν ακόμη πιο σημαντικό καθώς η επίμαχη διαδικασία ήταν ποινική και οδήγησε στην καταδίκη του προσφεύγοντος. Το Δικαστήριο επανέλαβε, σχετικά, ότι η ποινική καταδίκη αποτελεί σοβαρή κύρωση, λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης άλλων μέσων παρέμβασης. Ακόμη και όταν η κύρωση είναι η ελαφρύτερη δυνατή, όπως ένοχη ετυμηγορία με απαλλαγή από την ποινή και επιδίκαση μόνο ενός «συμβολικού ποσού» ως αποζημίωση, αποτελεί ωστόσο ποινική κύρωση και, σε κάθε περίπτωση, μια ήπια κύρωση δεν αρκεί, από μόνη της, για να δικαιολογήσει την παρέμβαση στην ελευθερία έκφρασης του προσφεύγοντος. Το Δικαστήριο έχει τονίσει σε πολλές περιπτώσεις ότι η παρέμβαση στην ελευθερία της έκφρασης μπορεί να έχει αποτρεπτικό αποτέλεσμα στην άσκηση της ελευθερίαςαυτής.

Οι ανωτέρω σκέψεις αρκούσαν για να συμπεράνει το Δικαστήριο ότι οι εθνικές αρχές δεν κατάφεραν να προβούν σε οποιαδήποτε εξισορροπητική άσκηση για να αποδείξουν ότι η ποινική καταδίκη του προσφεύγοντος ανταποκρίνεται σε μια «πιεστική κοινωνική ανάγκη» και ότι είναι ανάλογη με τον νόμιμο σκοπό που επιδιώκεται. Άρα, η παρέμβαση δεν ήταν «απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία».

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10)και έκρινε ότι η διαπίστωση από μόνη της αποτελούσε επαρκή δίκαιη ικανοποίηση για την ηθική βλάβη (επιμέλεια: echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες