Δολοφονική επίθεση σε αρθρογράφο λόγω επικριτικών θρησκευτικών απόψεων. Η άρνηση στη χήρα πρόσβασης στη δικογραφία παραβίασε τη διαδικαστική πτυχή του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ

Tagiyeva κατά Αζερμπαϊτζάν της 07.07.2022 (αρ. προσφ. 72611/14)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η προσφεύγουσα, Maila Bulud gizi Tagiyeva, είναι υπήκοος του Αζερμπαϊτζάν που γεννήθηκε το 1964 και ζει στο Μπακού.

Η υπόθεση αφορά τον θάνατο του συζύγου της, Rafig Tagiyev, μετά το μαχαίρωμά του στις 19 Νοεμβρίου 2011. Ο σύζυγος της προσφεύγουσας ήταν γνωστός συγγραφέας και αρθρογράφος. Ήταν ιδιαίτερα γνωστός για τις επικριτικές του απόψεις για το Ισλάμ. Μετά τη δημοσίευση του άρθρου του «Η Ευρώπη και εμείς» επικρίθηκε δημόσια από διάφορες θρησκευτικές προσωπικότητες και ομάδες του Αζερμπαϊτζάν και του Ιράν. Ένα θρησκευτικό φετφά (στην ισλαμική πίστη είναι μια μη δεσμευτική αλλά αξιόπιστη νομική άποψη ή διδακτική ερμηνεία που μπορεί να δώσει ένας σεϊχουλισλάμης, ειδικευμένος νομικός ή μουφτής, σε θέματα που σχετίζονται με τον ισλαμικό νόμο) εκδόθηκε στο Ιράν το 2006 που ζητούσε τον θάνατό του. Η έρευνα για τη δολοφονία του ανεστάλη το 2013 επειδή δεν κατέστη δυνατός ο εντοπισμός του δράστη. Τα εθνικά δικαστήρια απέρριψαν όλες τις επακόλουθες εφέσεις της προσφεύγουσας κατά αυτής της απόφασης.

Επικαλούμενη τα άρθρα 2 (δικαίωμα στη ζωή), 10 (ελευθερία έκφρασης) και 13 (δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής), η προσφεύγουσα κατήγγειλε ότι το κράτος δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει το δικαίωμα του συζύγου της στη ζωή, ότι η ποινική έρευνα για τη δολοφονία του ήταν αναποτελεσματική, και ότι στοχοποιήθηκε και λογοκρίθηκε εξαιτίας των δημοσιεύσεών του.

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου εξέτασε την καταγγελία του άρθρου 2 τόσο ως προς την ουσιαστική όσο και ως προς τη διαδικαστική πτυχή του. Όσον αφορά την ουσιαστική πτυχή, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε υλικό στη δικογραφία που να δείχνει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο οι αρχές είχαν επίγνωση του κινδύνου για τη ζωή του συζύγου της προσφεύγουσας ή ότι είχαν στη διάθεσή τους οποιαδήποτε πληροφορία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια τέτοια πιθανότητα, επομένως δεν μπορούσαν να γνωρίζουν ότι διέτρεχε πραγματικό κίνδυνο ζωής. Συνεπώς, δεν διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 2 ως προς το ουσιαστικό του σκέλος. Όσον αφορά τη διαδικαστική πτυχή, το ΕΔΔΑ παρατήρησε ότι αν και η προσφεύγουσα είχε λάβει το καθεστώς θύματος κατά την έρευνα του θανάτου του συζύγου της, οι ανακριτικές αρχές είχαν επανειλημμένα αρνηθεί την πρόσβασή της στον φάκελο της υπόθεσης. Αυτό είχε στερήσει από την προσφεύγουσα την ευκαιρία να προστατεύσει τα έννομα συμφέροντά της.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 2 ως προς το διαδικαστικό σκέλος.

Το Δικαστήριο επιδίκασε στην προσφεύγουσα 12.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 2.000 ευρώ για έξοδα.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 2

Άρθρο 10

Άρθρο 13

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο σύζυγος της προσφεύγουσας ήταν γνωστός συγγραφέας και αρθρογράφος. Τον Νοέμβριο του 2006 δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Η Ευρώπη και εμείς» το οποίο εξέφραζε κριτικές απόψεις για το Ισλάμ. Μετά τη δημοσίευση του άρθρου, ο σύζυγος της προσφεύγουσας επικρίθηκε δημόσια από διάφορες θρησκευτικές προσωπικότητες και ομάδες του Αζερμπαϊτζάν και του Ιράν. Συγκεκριμένα, τον ίδιο μήνα, μια εξέχουσα θρησκευτική προσωπικότητα του Ιράν εξέδωσε θρησκευτικό φετφά ζητώντας τον θάνατο του συζύγου της προσφεύγουσας. Το άρθρο προκάλεσε επίσης διαδηλώσεις στο Ιράν μπροστά από την πρεσβεία και το προξενείο του Αζερμπαϊτζάν. Ο σύζυγος της προσφεύγουσας καταδικάστηκε στη συνέχεια για το αδίκημα της υποκίνησης σε εθνοτικό, φυλετικό, κοινωνικό ή θρησκευτικό μίσος και εχθρότητα, που διαπράχθηκε δημόσια ή με χρήση μέσων μαζικής ενημέρωσης. Τον Δεκέμβριο του 2007 έλαβε προεδρική χάρη και αποφυλακίστηκε.

Ο σύζυγος της προσφεύγουσας συνέχισε να συνεργάζεται με διάφορες εφημερίδες και περιοδικά μετά την αποφυλάκισή του και στις 10 Νοεμβρίου 2011 δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Το Ιράν και το αναπόφευκτο της παγκοσμιοποίησης», επικρίνοντας τη θρησκευτική και ολοκληρωτική φύση του ιρανικού κράτους και την παγκόσμια πολιτική του. Στις 19 Νοεμβρίου 2011, ο σύζυγος της προσφεύγουσας μαχαιρώθηκε από άγνωστο άτομο. Πέθανε μερικές μέρες μετά. Η ποινική έρευνα κινήθηκε αμέσως μετά το συμβάν, αλλά ανεστάλη δύο χρόνια αργότερα, λόγω αδυναμίας εντοπισμού των δραστών του εγκλήματος.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 2

(α) Ουσιαστική πτυχή

Το Δικαστήριο εξέτασε τη θρησκευτική φετφά που διατάχθηκε για τον σύζυγο της προσφεύγουσας που είχε εκδοθεί μετά τη δημοσίευση του άρθρου του «Η Ευρώπη και εμείς» και τις διαμαρτυρίες που είχαν προκύψει. Δεν απέκλεισε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, μια φετφά που εκδίδονταν από μια θρησκευτική προσωπικότητα, η οποία ασκεί σημαντική θρησκευτική και πολιτική επιρροή σε μια κοινότητα, θα μπορούσε να ενεργοποιήσει το καθήκον του κράτους να ενεργήσει λαμβάνοντας προληπτικά μέτρα. Ωστόσο, το Δικαστήριο δεν ήταν πεπεισμένο ότι στις ιδιαίτερες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης οι αρχές γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν κατά τον κρίσιμο χρόνο, δηλαδή τις μέρες πριν από τις 19 Νοεμβρίου 2011, την ύπαρξη πραγματικού και άμεσου κινδύνου για τη ζωή του συζύγου της προσφεύγουσας από εγκληματικές ενέργειες τρίτου, αποκλειστικά βάσει των προαναφερόμενων στοιχείων.

Δεν υπήρχε υλικό στη δικογραφία που να δείχνει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο οι αρχές επιβολής του νόμου είχαν επίγνωση του κινδύνου για τη ζωή του συζύγου της προσφεύγουσας ή ότι είχαν στη διάθεσή τους οποιαδήποτε πληροφορία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια τέτοια πιθανότητα. Μεταξύ άλλων, ο σύζυγος της προσφεύγουσας δεν είχε ποτέ απευθυνθεί στις εγχώριες αρχές ούτε τις είχε ενημερώσει για οποιονδήποτε κίνδυνο ή απειλή για τη ζωή του πριν από το θάνατό του. Δεν είχε δεχθεί καμία λεκτική απειλή ούτε υποβλήθηκε σε κανενός είδους εκφοβισμό, πόσο μάλλον σωματική βία, σε σχέση με τις δημοσιεύσεις του μετά την αποφυλάκισή του. Το Δικαστήριο δεν μπόρεσε επίσης να παραβλέψει τις δηλώσεις του συζύγου της προσφεύγουσας πριν από το θάνατό του, στις οποίες δεν είχε αναφερθεί στη θρησκευτική φετφά ή στις διαμαρτυρίες, αλλά στο άρθρο του του 2011, ενώ έδειξε ότι δεν είχε δεχτεί καμία απειλή μετά τη δημοσίευσή του.

Για τους λόγους αυτούς, δεν υπήρχε βάση για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι εγχώριες αρχές γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν κατά τον κρίσιμο χρόνο την ύπαρξη πραγματικού και άμεσου κινδύνου για τη ζωή του συζύγου της προσφεύγουσας.

Το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε παραβίαση ως προς την ουσιαστική πτυχή του άρθρου 2.

(β) Διαδικαστική πτυχή

Δεν υπήρχαν ελλείψεις που θα μπορούσαν να θέσουν υπό αμφισβήτηση τη συνολική επάρκεια της έρευνας που διεξήχθη από τις εγχώριες αρχές για τον θάνατο του συζύγου της προσφεύγουσας. Ωστόσο, αν και η τελευταία είχε λάβει το καθεστώς θύματος κατά την έρευνα, οι ανακριτικές αρχές της είχαν επανειλημμένα αρνηθεί την πρόσβαση στη δικογραφία της υπόθεσης. Η σχετική εσωτερική νομοθεσία δεν παρείχε δικαίωμα πρόσβασης, μια κατάσταση που το Δικαστήριο έκρινε απαράδεκτη. Η κατάσταση αυτή είχε στερήσει από την προσφεύγουσα την ευκαιρία να προστατεύσει τα έννομα συμφέροντά της και είχε εμποδίσει τον επαρκή έλεγχο της έρευνας από το κοινό. Ως εκ τούτου, η έρευνα ήταν αναποτελεσματική καθώς δεν είχε μια σημαντική εγγύηση, αυτή της εμπλοκής της οικογένειας του θανόντος.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της διαδικαστικής πτυχής του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ.

Δίκαιη Ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο επιδίκασε στην προσφεύγουσα 12.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 2.000 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες