Μη δυνατότητα εκπροσώπησης σε δικαστικές διαδικασίες ιδιωτικής τράπεζας και δικαστικής αμφισβήτησης ανάκλησης της αδείας της. Παραβίαση δίκαιης δίκης και δικαιώματος στην ιδιοκτησία

ΑΠΟΦΑΣΗ

Korporativna Targovska Banka AD κατά Βουλγαρίας της 30.08.2022 (αριθμ. προσφ. 46564/15 και 68140/16)

βλ. εδώ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η προσφεύγουσα είναι ιδιωτική τράπεζα  η οποία λειτουργούσε από το έτος 1994. Μετά από 20 χρόνια λειτουργίας, ανακλήθηκε η άδεια της από την Εθνική Τράπεζα της Βουλγαρίας με την αιτιολογία ότι είχε εμπλακεί σε «φαύλες τραπεζικές και επιχειρηματικές πρακτικές» και είχε υποβάλει παραπλανητικές αναφορές. Ακολούθησε διαδικασία εκκαθάρισης. Σύμφωνα με την εγχώρια νομοθεσία οι μέτοχοι της τράπεζας δεν νομιμοποιούνταν να προσβάλλουν δικαστικά την απόφαση ανάκλησης και να εκπροσωπηθούν στη διαδικασία εκκαθάρισης. Η προσφεύγουσα άσκησεπροσφυγή για παραβίαση της δίκαιης δίκης και του δικαιώματος στην ιδιοκτησία.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η σχετική νομοθεσία και ο τρόπος με τον οποίο είχε εφαρμοστεί από το καθ’ ού κράτος,   είχε ως αποτέλεσμα ο δικαστικός έλεγχος της απόφασης ανάκλησης της άδειας να μην είναι εφικτός για την προσφεύγουσα. Επιπλέον η προσφεύγουσα στις διαδικασίες εκκαθάρισης είχε εκπροσωπηθεί από άτομα εξαρτώμενα από την κρατική τράπεζα που επέβαλε την ανάκληση της άδειας και δεν ήταν σε θέση να υποστηρίξει την υπόθεσή της.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης.

Τέλος έκρινε ότι λόγω της έλλειψης δίκαιης εκπροσώπησης στην διαδικασία εκκαθάρισης, παραβιάστηκε και το δικαίωμα στην ιδιοκτησία της προσφεύγουσας τράπεζας γιατί δεν υπήρχαν εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας.

Όσον αφορά τη δίκαιη ικανοποίηση το ΕΔΔΑ συνέστησε στο καθ’ ού κράτος να τροποποιήσει τις  αμφισβητούμενες  διατάξεις όσον αφορά την εκπροσώπηση σε δικαστικές διαδικασίες. Δεν επιδίκασε κάποιο ποσό για αποζημίωση έξοδα και δαπάνες.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 6§1,

Άρθρο 1 του ΠΠΠ

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Η προσφεύγουσα, Korporativna Targovska Banka AD (KTB), είναι πιστωτικό ίδρυμα με έδρα τη Σόφια και έχει άδεια ιδρύσεως από το έτος 1994. Το 2014, μετά από μια σειρά ποινικών ερευνών σχετικά με την KTB, πραγματοποιήθηκε έλεγχος στην τράπεζα. Στις 20 Ιουνίου 2014 η KTB ενημέρωσε την Εθνική Τράπεζα της Βουλγαρίας (BNB) ότι αντιμετώπιζε προβλήματα ρευστότητας και ζήτησε να ληφθούν μέτρα, συμπεριλαμβανομένης να τεθεί η τράπεζα υπό καθεστώς ειδικής διαχείρισης.  Η BNB έλαβε μια σειρά από μέτρα.

Τον Νοέμβριο του 2014 η BNB ανακάλεσε την άδεια της τράπεζας επειδή είχε αρνητική αξία ιδίων κεφαλαίων.  Η BNB δήλωσε επίσης ότι η διοίκηση της KTB είχε εμπλακεί σε «φαύλες τραπεζικές και επιχειρηματικές πρακτικές» και είχε υποβάλει παραπλανητικές αναφορές.

Η Bromak EOOD, ο πλειοψηφικός μέτοχος, κίνησε δικαστικές διαδικασίες επανεξέτασης, οι οποίες στη συνέχεια  συνενώθηκαν  με άλλες  παρόμοιες υποθέσεις τις οποίες κίνησαν οι μέτοχοι. Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο αρνήθηκε να εξετάσει τις αξιώσεις, θεωρώντας ότι μόνο η KTB –και όχι οι μέτοχοί της– νομιμοποιούνταν ενεργητικά να αμφισβητήσουν την απόφαση ανάκλησης της άδειάς της.

Το 2014-15 οι πρώην διευθυντές της KTB ζήτησαν  επίσης δικαστική επανεξέταση της ανάκλησης  της άδειας της KTB. Απορρίφθηκαν στον πρώτο και δεύτερο βαθμό, με τα δικαστήρια να κρίνουν ότι δεν μπορούσαν να προσφύγουν νομικά.

Άλλες παρόμοιες αιτήσεις από ενδιαφερόμενα μέρη ήταν επίσης ανεπιτυχείς.

Το 2014 η BNB υπέβαλε επίσης αίτηση για εκκαθάριση της KTB. Τα δικαστήρια αποφάνθηκαν ότι η KTB θα εκπροσωπούνταν από  ειδικούς διαχειριστές  που θα διορίζονταν από την BNB και στη συνέχεια τους εκκαθαριστές της και απέρριψε  αιτήσεις για διορισμό αντιπροσώπου για την εκπροσώπηση στο δικαστήριο . Το 2015 το δημοτικό δικαστήριο της Σόφιας έκρινε την τράπεζα αφερέγγυα και διέταξε τη διάλυσή της. Μετά από προσφυγές μετόχων και πρώην διευθυντικά  στελέχη, η απόφαση αυτή επικυρώθηκε από το Εφετείο της Σόφιας και το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο.

Επικαλούμενη  το άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη), το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (προστασία της ιδιοκτησίας) της Σύμβασης και το άρθρο 13 (δικαίωμα αποτελεσματικής ένδικης προστασίας), η αιτούσα τράπεζα άσκησε καταγγελία κατά της απόφασης ανάκλησης της άδειας της, της αδυναμίας της να προσβάλλει αυτή την απόφαση δικαστικά και για τον τρόπο που είχε εκπροσωπηθεί στη διαδικασία εκκαθάρισης.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 6 § 1 σχετικά με τον δικαστικό έλεγχο της ανάκλησης άδειας.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, μια τράπεζα της οποίας έχει ανακληθεί η άδεια πρέπει να μπορεί να αμφισβητήσει την απόφαση αυτή ενώπιον δικαστηρίου. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι ήταν δυνατό για την KTB να το πράξει. Ωστόσο, μια τέτοια απόφαση ανάκλησης δεν μπορούσε να ανασταλεί βάσει του νόμου και η BNB ήταν υποχρεωμένη να ορίσει αμέσως ειδικούς διαχειριστές, οι οποίοι θα ενεργούσαν για λογαριασμό της τράπεζας. Κανένα από τα διορθωτικά μέτρα που επικαλείται η κυβέρνηση δεν θα είχε αποτρέψει την εν λόγω κατάσταση.

Κανείς εκτός από τους ειδικούς διοικητές δεν μπόρεσε να πείσει τα βουλγαρικά δικαστήρια ότι είχαν δικαίωμα να ζητήσουν δικαστικό έλεγχο της απόφασης, ενώ οι ειδικοί διαχειριστές εξαρτιόταν από την BNB και δεν είχαν κανένα συμφέρον να το πράξουν.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η σχετική νομοθεσία και ο τρόπος με τον οποίο είχε εφαρμοστεί από τα βουλγαρικά δικαστήρια είχε ως αποτέλεσμα ο δικαστικός έλεγχος της απόφασης ανάκλησης της άδειας να μην είναι εφικτή για την KTB.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε  παραβίαση της δίκαιης δίκης (άρθρο 6 § 1 της Σύμβασης).

Άρθρο 6 § 1 σχετικά με την εκπροσώπηση στις διαδικασίες εκκαθάρισης.

Στη διαδικασία εκκαθάρισης, η KTB είχε στερηθεί του δικαιώματος να υποβάλει την υπόθεσή της και σχετικές ενέργειες  από  πρώην διευθυντικά στελέχη της KTB είχαν απορριφθεί για λόγους νομιμότητας. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι δύο μεγαλύτεροι μέτοχοι της KTB είχαν τη δυνατότητα να παρέμβουν στη διαδικασία, ως προσθέτως παρεμβαίνοντες  χωρίς δικαίωμα προσφυγής.

Τελικά, η KTB είχε εκπροσωπηθεί από άτομα εξαρτώμενα από την BNB και δεν ήταν σε θέση να υποστηρίξει την υπόθεσή της, κατά παράβαση του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης.

Άρθρο 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου

Το Δικαστήριο είχε ήδη διαπιστώσει ότι η KTB δεν ήταν σε θέση να ασκήσει δικαστικό έλεγχο επί της απόφασης για ανάκληση της άδειας (η οποία είχε σχεδόν αυτομάτως οδηγήσει στην απόφαση να χαρακτηριστεί αφερέγγυα και να ξεκινήσει η διαδικασία εκκαθάρισης), ή να προβάλει την υπόθεσή της έμμεσα στη διαδικασία εκκαθάρισης. Καμία άλλη διαδικαστική διασφάλιση δεν περιέχονταν στην απόφαση της BNB να ανακαλέσει την άδεια της KTB.  Ως εκ τούτου, δεν υπήρχαν εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας.

Ακολούθησε ότι η παρέμβαση στην ιδιοκτησία της KTB δεν ήταν νόμιμη, κατά παράβαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.

Το Δικαστήριο τόνισε ότι δεν εξέφρασε γνώμη σχετικά με το εάν η απόφαση για ανάκληση της άδειας της KTB ήταν νόμιμη ως προς το βουλγαρικό δίκαιο ή εάν ήταν προς το γενικό συμφέρον ή είχε επιτύχει μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ αυτού του γενικού συμφέροντος και του δικαιώματος της KTB στην ειρηνική απόλαυση της περιουσίας της.

Λοιπά άρθρα

Με βάση τα ανωτέρω πορίσματά του, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητο να εξεταστούν οι καταγγελίες που υπάγονται στο άρθρο 13 της Σύμβασης.

Άρθρο 46 (δεσμευτική ισχύς και εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων)

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η επανέναρξη της διαδικασίας σε περιπτώσεις όπως αυτή θα ήταν κατ’ αρχήν κατάλληλος τρόπος αποκατάστασης της παραβίασης. Ωστόσο, οι αποφάσεις του Δικαστηρίου δεν πρέπει αδικαιολόγητα να ανατρέπουν τις αρχές του δεδικασμένου και της ασφάλειας δικαίου στις αστικές  διαφορές. Επανέλαβε ότι δεν  έπεται αναγκαστικά ότι η μορφή επανόρθωσης μετά από πιθανή διαπίστωση ότι η απόφαση της BNB ανάκλησης της άδειας της KTB ήταν παράνομη ή αδικαιολόγητη θα έπρεπε να συνίσταται στην ακύρωση της απόφασης και αντιστροφής των αποτελεσμάτων της και όχι σε επιδίκαση αποζημίωσης. Ωστόσο, οι διαδικασίες θα έπρεπε  να οργανωθούν κατά τρόπο που θα έδινε στην KTB μια αποτελεσματική ευκαιρία να διεκδικήσει τα ευρήματα που ώθησαν την BNB να ανακαλέσει την άδειά της.

Αυτή ήταν η τρίτη υπόθεση εναντίον της Βουλγαρίας που αφορούσε τραπεζικές άδειες, μαζί με την Capital Bank AD κατά Βουλγαρίας (αρ. προσφ. 49429/99) και την απόφαση Διεθνούς Τράπεζας Εμπορίου και Ανάπτυξης AD κ.α. κατά Βουλγαρίας (αρ.προσφ.7031/05). Το Δικαστήριο έκρινε ότι το κράτος θα πρέπει να εξετάσει εάν υπάρχουν κενά στη σχετική  νομοθεσία ή τον τρόπο με τον οποίο το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο είχε ερμηνεύσει και εφαρμόσει την εν λόγω νομοθεσία. Το κράτος θα πρέπει επίσης να τροποποιήσει τις  αμφισβητούμενες διατάξεις όσον αφορά την εκπροσώπηση σε δικαστικές διαδικασίες (άρθρα 11 παρ. 3 και 16 παρ. 1 του νόμου περί αφερεγγυότητας των τραπεζών του 2002).

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο απέρριψε τις αξιώσεις της KTB για αποζημίωση και έξοδα και δαπάνες (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες