Αυθαίρετη άρνηση καταχώρησης ΜΚΟ. Παραβίαση της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι

ΑΠΟΦΑΣΗ

Bayramov και Imanov κατά Αζερμπαϊτζάν της 23.02.2023 (αρ. προσφ. 79522/13)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Άρνηση των εθνικών αρχών να εγγράψουν μία ΜΚΟ που συστάθηκε από τους προσφεύγοντες. Οι προσφεύγοντες ίδρυσαν μια μη κυβερνητική οργάνωση, αλλά το υπουργείο υποστήριξε πως η επωνυμία της ΜΚΟ δεν ανταποκρινόταν στον χαρακτήρα της δραστηριότητάς της. Με βάση αυτή την υποτιθέμενη έλλειψη, το Υπουργείο επέστρεψε τα έγγραφα.

Οι αιτούντες αποφάσισαν να υποβάλουν εκ νέου το αίτημά τους για εγγραφή χωρίς να προβούν σε αλλαγές στην επωνυμία της ένωσης, αλλά το Υπουργείο επανέλαβε ότι η επωνυμία δεν ανταποκρινόταν στον χαρακτήρα της δραστηριότητάς της και τόνισε ότι η πλημμέλεια που επισημάνθηκε στο προηγούμενο έγγραφο δεν είχε διορθωθεί.

Ακολούθως, οι προσφεύγοντες υπέβαλαν διοικητική προσφυγή κατά του Υπουργείου ενώπιον του Διοικητικού Οικονομικού Δικαστηρίου του Μπακού

Τον Αύγουστο του 2014 ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά του εκπροσώπου των προσφευγόντων, M. Aliyev. Οι ανακριτικές αρχές κατάσχεσαν πολλά έγγραφα από το γραφείο του, συμπεριλαμβανομένης της δικογραφίας σχετικά με την παρούσα προσφυγή. Οι προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι ο ισχυρισμός που προέβαλε το Υπουργείο δεν είχε πραγματική ή νομική βάση.

Τα δικαστήρια έκριναν σύννομη τη διαπίστωση του Υπουργείου σχετικά με την προβαλλόμενη πλημμέλεια και, κατά συνέπεια, τη νομιμότητα της άρνησης εγγραφής της ένωσης (ΜΚΟ).

Το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι από την επωνυμία μπορούσε να συναχθεί ότι επρόκειτο για μη κυβερνητική οργάνωση συσταθείσα υπό τη μορφή «δημόσιας ένωσης» και όχι «ταμείου» και ότι η δραστηριότητά της αφορούσε διάφορες δημόσιες πρωτοβουλίες.

Κατά το Δικαστήριο, ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύθηκε και εφαρμόστηκε εν προκειμένω το εσωτερικό δίκαιο δεν παρείχε στους προσφεύγοντες προστασία από αυθαίρετες επεμβάσεις. Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι του άρθρου 11 της Σύμβασης και επιδίκασε 4.500 ευρώ για ηθική βλάβη και τα έξοδα.

 ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 11

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Το 2012 οι προσφεύγοντες ίδρυσαν μια μη κυβερνητική οργάνωση με την επωνυμία Κέντρο Δημόσιων Πρωτοβουλιών – Δημόσιος Σύλλογος (“İctimai Təşəbbüslər Mərkəzi” Ictimai Birliyi). Ζήτησαν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης του Αζερμπαϊτζάν να καταχωρίσει την ένωσή τους ως νομική οντότητα και υπέβαλαν σχετικά έγγραφα.

Με έγγραφο της 22ας Μαΐου 2012 απευθυνόμενο στους προσφεύγοντες, το Υπουργείο επισήμανε ότι, κατά παράβαση του άρθρου 3.1 του νόμου περί μη κυβερνητικών οργανώσεων (δημόσιων ενώσεων και ταμείων) (στο εξής: νόμος περί ΜΚΟ), η επωνυμία της ενώσεως δεν ανταποκρινόταν στον χαρακτήρα της δραστηριότητάς της. Με βάση αυτή την υποτιθέμενη έλλειψη, το Υπουργείο επέστρεψε τα έγγραφα.

Αφού έλαβαν την προαναφερθείσα επιστολή, οι αιτούντες αποφάσισαν να υποβάλουν εκ νέου το αίτημά τους για εγγραφή χωρίς να προβούν σε αλλαγές στην επωνυμία, καθώς θεώρησαν ότι ο ισχυρισμός που διατυπώθηκε στο απορριπτικό έγγραφο του Υπουργείου είχε διατυπωθεί με γενικούς όρους και δεν ήταν σαφής.

Με έγγραφο της 2ας Αυγούστου 2012 απευθυνόμενο στους προσφεύγοντες, το Υπουργείο επανέλαβε ότι η επωνυμία της ένωσης δεν ανταποκρινόταν στον χαρακτήρα της δραστηριότητάς της και τόνισε ότι η πλημμέλεια που επισημάνθηκε στο προηγούμενο έγγραφο δεν είχε διορθωθεί.

Αμφότερα τα έγγραφα του Υπουργείου κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι, βάσει του άρθρου 11.3.1 του νόμου περί κρατικής εγγραφής και του κρατικού μητρώου νομικών, τα έγγραφα «επιστρέφονταν» (sənədlər geri qaytarılır) ή «επιστρέφονταν ανεκτέλεστα» (sənər icra olunmadan geri qaytarılır).

Μετά την παραλαβή του εγγράφου της 2 Αυγούστου 2012, οι προσφεύγοντες υπέβαλαν διοικητική προσφυγή κατά του Υπουργείου ενώπιον του Διοικητικού Οικονομικού Δικαστηρίου του Μπακού. Υποστήριξαν ότι ο ισχυρισμός του Υπουργείου ήταν αναληθής και παράνομος, διότι ήταν σαφές τόσο από την επωνυμία όσο και από το καταστατικό της ένωσης ότι ο χαρακτήρας της δραστηριότητάς της ήταν η συμμετοχή και η προώθηση διαφόρων δημόσιων (πολιτικών) πρωτοβουλιών και δημόσιας υπεράσπισης.

Στις 12 Δεκεμβρίου 2012, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή, κρίνοντας ότι το Υπουργείο είχε ενεργήσει νομίμως, αρνούμενο να εγγράψει την ένωση. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο υπογράμμισε ότι η διαπίστωση του Υπουργείου σχετικά με την προβαλλόμενη πλημμέλεια ήταν νόμιμη. Η απόφαση κατέστη αμετάκλητη μετά την άσκηση όλων των επιτρεπόμενων ενδίκων μέσων.

Τον Αύγουστο του 2014 ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά του εκπροσώπου των προσφευγόντων, M. Aliyev. Οι ανακριτικές αρχές κατάσχεσαν πολλά έγγραφα από το γραφείο του, συμπεριλαμβανομένης της δικογραφίας σχετικά με την παρούσα αίτηση.

Οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν ενώπιον του Δικαστηρίου ότι οι ενέργειες του Υπουργείου προσέβαλαν το δικαίωμά τους στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι.

Κατήγγειλαν επίσης ότι η κατάσχεση του φακέλου της υπόθεσής τους από το γραφείο του δικηγόρου τους παραβίαζε το άρθρο 34 της ΕΣΔΑ.

Τέλος, οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν, βάσει του άρθρου 6, ότι το Ανώτατο Δικαστήριο εξέτασε την υπόθεσή τους ερήμην τους, καθώς δεν είχαν ενημερωθεί για την ακρόαση του δικαστηρίου.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Οι προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι ο ισχυρισμός που προέβαλε το Υπουργείο με τα έγγραφα άρνησης δεν είχε πραγματική ή νομική βάση.

Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι το Υπουργείο επέστρεψε τα έγγραφα των προσφευγόντων προκειμένου να μπορέσουν να διορθώσουν την πλημμέλεια που περιείχαν.

Οι γενικές αρχές που είχαν εφαρμογή στην υπό κρίση αιτίαση συνοψίζονται στην απόφαση Election Monitoring Centre κ.λπ. κατά Αζερμπαϊτζάν γης 02.12.2021 (αριθ. προσφ. 64733/09 §§ 65-66 και 69-74).

Όπως και στην απόφαση Election Monitoring Center, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι ο νόμος περί καταχωρίσεως ενώσεων περιείχε, μεταξύ άλλων, δύο σχετικούς κανόνες καταχώρισης που προβλέπονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 8.3 και 11.3.1. Το άρθρο 8.3 προέβλεπε ότι, αν τα υποβληθέντα έγγραφα περιείχαν ελλείψεις που δεν δικαιολογούσαν επίσημη άρνηση εγγραφής ένωσης, το Υπουργείο όφειλε να επιστρέψει τα έγγραφα αυτά και να δώσει στους ιδρυτές προθεσμία 20 ημερών για να διορθώσουν τις ελλείψεις. Σύμφωνα με το άρθρο 11.3,1, η καταχώριση μπορούσε να απορριφθεί εάν τα υποβληθέντα έγγραφα παραβίαζαν το Σύνταγμα του Αζερμπαϊτζάν, τον νόμο περί καταχώρησης ή οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία.

Η διατύπωση των εγγράφων του Υπουργείου στην υπό κρίση υπόθεση ήταν διφορούμενη ως προς το αν επρόκειτο για απόφαση βάσει του άρθρου 11.3.1 του νόμου περί κρατικής εγγραφής «για άρνηση καταχώρησης» της ένωσης ή για απόφαση βάσει του άρθρου 8.3 του ίδιου νόμου «περί επιστροφής των προς διόρθωση εγγράφων».

Εντούτοις, τα εθνικά δικαστήρια αντιμετώπισαν τα έγγραφα του Υπουργείου ως απόφαση βάσει του άρθρου 11.3.1 του νόμου περί κρατικής καταχώρησης με την οποία αρνήθηκαν να εγγράψουν την ένωση, χωρίς να εξετάσουν αν ήταν διαδικαστικά νομότυπα. Τα δικαστήρια έκριναν σύννομη τη διαπίστωση του Υπουργείου σχετικά με την προβαλλόμενη πλημμέλεια και, κατά συνέπεια, τη νομιμότητα της άρνησης εγγραφής της ένωσης.

Ως εκ τούτου, τα εθνικά δικαστήρια αντιμετώπισαν την προβαλλόμενη πλημμέλεια ως πράξη που δικαιολογούσε την άμεση άρνηση εγγραφής της ένωσης απλά και μόνον επειδή η πλημμέλεια αυτή συνιστούσε παράβαση συγκεκριμένου εσωτερικού κανόνα – ήτοι του άρθρου 3.1 του νόμου περί ΜΚΟ, το οποίο απαιτούσε η επωνυμία μιας ένωσης να αντικατοπτρίζει τον χαρακτήρα της δραστηριότητάς της.

Συναφώς, το Δικαστήριο επισήμανε ότι από την επωνυμία της ένωσης μπορούσε να συναχθεί ότι επρόκειτο για μη κυβερνητική οργάνωση συσταθείσα υπό τη μορφή «δημόσιας ένωσης» και όχι «ταμείου» και ότι η δραστηριότητά της αφορούσε διάφορες δημόσιες πρωτοβουλίες. Ως εκ τούτου, δεν ήταν σαφές γιατί οι εγχώριες αρχές, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων, δεν ήταν ικανοποιημένες με το ότι οι προσφεύγοντες είχαν συμμορφωθεί με το προαναφερθέν άρθρο 3.1 του νόμου για τις ΜΚΟ. Προς τούτο, η Κυβέρνηση δεν παρέσχε καμία εξήγηση προς τούτο.

Εντούτοις, κατά το Δικαστήριο, ακόμη και αν υποτεθεί ότι υπήρχαν πραγματικοί και νομικοί λόγοι για να θεωρηθεί ότι η επωνυμία δεν ανταποκρινόταν στον χαρακτήρα της δραστηριότητας της ένωσης, όπως ισχυρίζεται το Υπουργείο, είναι σαφές ότι η πλημμέλεια αυτή δεν αφορούσε ουσιαστικά ζητήματα σχετικά με την ύπαρξη ή τις δραστηριότητες της ένωσης και μπορούσε να χαρακτηριστεί μόνον ως προβαλλόμενη έλλειψη διαδικαστικής φύσης. Ως εκ τούτου, δεν ήταν σαφές γιατί οι εγχώριες αρχές επέλεξαν να μην το αντιμετωπίσουν ως «διορθώσιμη ανεπάρκεια». Το Δικαστήριο θεωρούσε ότι εφαρμόζοντας το άρθρο 11.3.1 του νόμου περί κρατικής καταχώρησης σε οποιαδήποτε, έστω και την παραμικρή, μη συμμόρφωση με συγκεκριμένο εθνικό κανόνα – ανεξάρτητα από την ουσία του ζητήματος που ρυθμίζεται από τον εν λόγω κανόνα – οι εγχώριες αρχές υιοθέτησαν μια απρόβλεπτα ευρεία ερμηνεία του εν λόγω άρθρου. Επομένως, ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύθηκε και εφαρμόστηκε εν προκειμένω το εσωτερικό δίκαιο δεν παρείχε στους προσφεύγοντες προστασία από αυθαίρετες επεμβάσεις.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η άρνηση των εγχώριων αρχών να εγγράψουν την ένωση ήταν αυθαίρετη και δεν «προβλεπόταν από το νόμο» κατά την έννοια του άρθρου 11 § 2 της ΕΣΔΑ. Κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 11 της Σύμβασης).

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 4.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 500 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες