Αυθαίρετη στέρηση της ιθαγένειας του προσφεύγοντος, με σκοπό να καταστεί ανιθαγενής κατά παράβαση των υποχρεώσεων διεθνούς δικαίου. Παραβίαση της ιδιωτικής ζωής

ΑΠΟΦΑΣΗ

Emin Huseynov κατά Αζερμπαϊτζάν (αρ. 2)της 13.07.2023 (αρ. προσφ. 1/16)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ιδιωτική ζωή. Αφαίρεση της Αζερικής ιθαγένειας του προσφεύγοντος, ανεξάρτητου δημοσιογράφου και Προέδρου ΜΚΟ για την προστασία των δημοσιογράφων, με αποτέλεσμα να καταστεί ανιθαγενής.

Διττή προσέγγιση με βάση τις συνέπειες για την εξέταση της στέρησης της ιθαγένειας:α) μέτρο που συνιστά παρέμβαση στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, ενόψει των συνεπειών του για τον προσφεύγοντα,β) μέτρο αυθαίρετο λόγω της αγνόησης των απαιτήσεων της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών του 1961 για τον περιορισμό της ανιθαγένειας, η οποία αποτελούσε μέρος της εθνικής έννομης τάξης, και της έλλειψης διαδικαστικών εγγυήσεων.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι εθνικές αρχές δεν είχαν λάβει υπόψη το γεγονός ότι η αφαίρεση της ιθαγένειας του προσφεύγοντος, καθιστώντας τον ανιθαγενή, αποτελούσε παραβίαση των υποχρεώσεων του Αζερμπαϊτζάνπου προβλέπονταν από το διεθνές δίκαιο.

Το Στρασβούργο διαπίστωσε ότι η ιθαγένεια του αφαιρέθηκε με Προεδρικό Διάταγμα, που δεν μπορούσε να προσβληθεί στα δικαστήρια του Αζερμπαϊτζάν και έτσι ο προσφεύγων δεν ήταν σε θέση να αμφισβητήσει την απόφαση αφαίρεσης της ιθαγένειάς του,μη διαθέτοντας τις απαραίτητες διαδικαστικές διασφαλίσεις.

Το ΕΔΔΑέκρινε ότι η απόφαση ήταν αυθαίρετη και διαπίστωσε παραβίαση της ιδιωτικής ζωής του προσφεύγοντος (άρθρο 8 της ΕΣΔΑ) και του επιδίκασε 4.500 ευρώ για ηθική βλάβη.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 8

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων γεννήθηκε το 1979 και ζει στη Γενεύη. Είναι άπατρις με καταγωγή από το Αζερμπαϊτζάν. Την εποχή των γεγονότων ήταν ανεξάρτητος δημοσιογράφος και Πρόεδρος του InstituteforReporters’ FreedomandSafety (IRFS), μιαςΜη ΚυβερνητικήςΟργάνωσης που ειδικεύεται στην προστασία των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων.

Στις 22 Απριλίου 2014 κινήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του  στο Αζερμπαϊτζάν σε σχέση με εικαζόμενες παρατυπίες στις οικονομικές δραστηριότητες ορισμένων ΜΚΟ. Οι τραπεζικοί λογαριασμοί πολυάριθμωνΜΚΟ και ακτιβιστών «πάγωσαν» και πολλοί υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακτιβιστές συνελήφθησαν.

Τον Ιούλιο του 2014, ο προσφεύγωνπληροφορήθηκε ότι οι φορολογικές αρχές είχαν ξεκινήσει έρευνα για τις δραστηριότητες του IRFS. Στις αρχές Αυγούστου του 2014, τον σταμάτησαν στο αεροδρόμιο του Μπακού, όπου θα επέβαινε σε πτήση γιαΚωνσταντινούπολη. Φοβούμενος ότι θα τον συλλάβουν, κρύφτηκε δύο μέρες μετά, και στη συνέχεια κατέφυγε στην Ελβετική Πρεσβεία. Σύμφωνα με την κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν, στη συνέχεια του ασκήθηκαν κατηγορίες για παράνομη επιχειρηματικότητα, φοροδιαφυγή μεγάλης κλίμακας και κατάχρηση εξουσίας. Στο πρώτο μισό του 2015, ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση στον Πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν για να αποποιηθεί την υπηκοότητα του Αζερμπαϊτζάν, δηλώνοντας ωστόσο ότι δεν είχε άλλη εθνικότητα.

Στις 9 Ιουνίου 2015, οι ελβετικές αρχές πλήρωσαν το φορολογικό του χρέος και τρεις ημέρες αργότερα, ο προσφεύγων έφυγε από το  Αζερμπαϊτζάν επιβαίνοντας σε αεροπλάνο με τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελβετικής Συνομοσπονδίας. Δυο εβδομάδες αργότερα, η Κρατική Υπηρεσία Μετανάστευσης τον ενημέρωσε ότι η ιθαγένεια του Αζερμπαϊτζάν είχε αφαιρεθεί στις 10 Ιουνίου 2015 με προεδρικό διάταγμα. Του χορηγήθηκε άσυλο στην Ελβετία τον Οκτώβριο του 2015.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 8

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η απόφαση για την αποποίηση και αφαίρεση της ιθαγένειας του προσφεύγοντος τον είχε αφήσει χωρίς κάποιο έγκυρο έγγραφο ταυτότητας, δημιουργώντας  μια γενική αβεβαιότητα ως προς τη νομική κατάσταση ως ατόμου καιεπηρεάζοντας άμεσα την κοινωνική του ταυτότητα. Ως εκ τούτου, ισοδυναμούσε με παρέμβαση στο δικαίωμα του σε σεβασμό της ιδιωτικής του ζωής, σύμφωνα με το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, καθήκον του ήταν να καθορίσει εάν αυτή η παρέμβαση ήταν αυθαίρετη ή όχι – δηλαδή αν ήταν νόμιμη, εάν ο προσφεύγων είχε την ευκαιρία να αμφισβητήσει την απόφαση και εάν οι αρχές είχαν ενεργήσει επιμελώς και γρήγορα.

Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της Κυβέρνησης ότι ο προσφεύγων δεν είχε εξαντλήσει όλα τα ένδικα μέσα στο Αζερμπαϊτζάν, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι ο νόμος περί Κανονιστικών Νομικών Πράξεων προέβλεπε ρητάότι τα διατάγματα του Προέδρου της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν δεν ήταν κανονιστικές νομικές πράξεις. Επομένως, το προεδρικό διάταγμα για την αφαίρεση της ιθαγένειάς του δεν θα μπορούσε να προσβληθεί ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Ούτε θα μπορούσε να αμφισβητηθεί διοικητικάμεδικαστικές διαδικασίες, αφού ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν ήταν διοικητικό όργανο. Εξάλλου, ο προσφεύγων δεν είχε ποτέ λάβει αντίγραφο του προεδρικού διατάγματος.

Ενώ ο προσφεύγων υποστήριξε ότι είχε πιεστεί να αποποιηθεί την υπηκοότητά του – ζώντας με τον  φόβος άδικης φυλάκισης ή ακόμη και της ζωής του – η Κυβέρνηση υποστήριξε ότι είχε οικειοθελώςαποποιηθείτην υπηκοότητά του. Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι υπήρχε ένας ορισμένος αριθμός στοιχείων που αμφισβητούσε τον οικειοθελή χαρακτήρα της παραίτησης του προσφεύγοντος από την ιθαγένειά του, συμπεριλαμβανομένων των γεγονότων που έλαβαν χώρα στις αρχές Ιουνίου 2015 και προηγήθηκαν της αναχώρησής του από το Αζερμπαϊτζάν. Ειδικότερα, το ένταλμα σύλληψής του είχε ανακληθεί και η απόφαση που τον κήρυξε καταζητούμενο είχε ακυρωθεί εντός λίγων ημερών από την υποβολή του αιτήματός του να αποποιηθεί την υπηκοότητά του και την πληρωμή της φορολογικής του οφειλής από τις ελβετικές αρχές, γεγονότα που ακολούθησαν την αναχώρηση του προσφεύγοντος από το Αζερμπαϊτζάν με τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελβετίας. Ωστόσο, δεν έκρινε απαραίτητο να εξακριβώσει εάν ο προσφεύγων παραιτήθηκε από την ιθαγένειά τουεπειδή εξαναγκάστηκε ή οικειοθελώς.

Το Δικαστήριο εστίασε την προσοχή στο άρθρο 17 του Ν.της 30.09.1998για την ιθαγένεια της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν, το οποίο προέβλεπε ότι ένα άτομο που κατηγορείται σε ποινική υπόθεση δεν μπορούσε να παραιτηθεί από την υπηκοότητά του. Αν και ο προσφεύγων είχε προφανώς κατηγορηθεί για διάφορα αδικήματα στις 19 Αυγούστου 2014, δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία στη δικογραφία σχετικά με την έκβαση της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε εναντίον του ή το νομικό του καθεστώς στην εν λόγω ποινική διαδικασία στις 10 Ιουνίου 2015, ημερομηνία κατά την οποία είχε λήξει η ιθαγένειά του. Εν πάση περιπτώσει, το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι εθνικές αρχές δεν είχαν λάβει υπόψη το γεγονός ότι η λήξη της ιθαγένειας του προσφεύγοντος θα τον καθιστούσε ανιθαγενή κατά παράβαση του άρθρου 7 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τη αφαίρεση της ιθαγένειας της 30 Αυγούστου 1961, η οποία αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος του νομοθετικού συστήματος της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν, και το άρθρο 26 του νόμου για την Ιθαγένεια. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών – και άλλες μεταγενέστερες κατευθυντήριες γραμμές που εκδόθηκαν από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης προς τα κράτη μέλη – προέβλεπε ρητά – υπό τον όρο ότι εάν το νομικό σύστημα ενός Συμβαλλόμενου Κράτους επέτρεπε την παραίτηση από την ιθαγένεια –ότι τέτοια παραίτηση δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της ιθαγένειας, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε ή απέκτησε άλλη υπηκοότητα.

Επιπλέον, δεδομένου ότι ο προσφεύγων δεν μπόρεσε να αμφισβητήσει την απόφαση για την αφαίρεση της ιθαγένειάς τουενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, το Δικαστήριο σημείωσε ότι δεν είχε επωφεληθεί από τιςαναγκαίες διαδικαστικές εγγυήσεις.

ΤοΕΔΔΑδιαπίστωσε ότι η απόφαση για την αφαίρεση της ιθαγένειας ήταν αυθαίρετη και είχε παραβιάσει το άρθρο 8.

Άρθρα 10, 13 και 18

Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε ανάγκη να εξεταστεί το παραδεκτό και το βάσιμο των καταγγελιών βάσει αυτών των άρθρων.

Άρθρο 34

Στις παρατηρήσεις του που κατέθεσε σε απάντηση των παρατηρήσεων της Κυβέρνησης, ο προσφεύγων υποστήριξε ότι υπήρξε παρεμπόδιση στην άσκηση του δικαιώματος ατομικής προσφυγής που απορρέει από το άρθρο 34 της ΕΣΔΑ και ότι η παράλειψη της Κυβέρνησης να υποβάλει αντίγραφα όλων των σχετικών εγγράφων που είχε στην αποκλειστική της κατοχή ισοδυναμούσε με παραβίαση του άρθρου 38 της Σύμβασης.

Άρθρο 38

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι δεν είχε υποβληθεί κανένα ρητό αίτημα για την υποβολή συγκεκριμένων εγγράφων όταν γνωστοποιήθηκε η προσφυγή στην Κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση, η έλλειψη ορισμένων εγγράφων δεν το εμπόδισε να εξετάσει την προσφυγή. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το Αζερμπαϊτζάν δεν είχε παραλείψει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 38 της Σύμβασης.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο επιδίκασε στον προσφεύγοντα 4.500 ευρώ για ηθική βλάβη (επιμέλεια:echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες