Προσωρινή κράτηση 13 μηνών δημοσιογράφου χωρίς ενδείξεις για ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση και απόπειρα ανατροπής του πολιτεύματος. Παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης και προσωπικής ελευθερίας

ΑΠΟΦΑΣΗ

Murat Aksoy κατά Τουρκίας της 13.04.2021 (αριθ. προσφ.  80/17)

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Γνωστός δημοσιογράφος επικριτής της κυβέρνησης με πλούσια δραστηριότητα στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, συνελήφθη μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016 στην Τουρκία, και κρατήθηκε προσωρινά για 13 μήνες. Ασκήθηκαν δυο ποινικές διώξεις με την κατηγορία ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση και για απόπειρα ανατροπής του πολιτεύματος αντίστοιχα.

Το Στρασβούργο παρατήρησε ότι το εγχώριο  Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων είχε τεθεί υπό κράτηση χωρίς να αποδειχθεί επαρκείς ενδείξεις για διάπραξη αδικημάτων και του επιδίκασε αποζημίωση. Το ΕΔΔΑ ενέκρινε τα πορίσματα του Συνταγματικού Δικαστηρίου γιατί η διάταξη, η οποία απαιτούσε την παρουσία πραγματικών στοιχείων που αποδεικνύουν την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων για διάπραξη αδικήματος, δεν είχε τροποποιηθεί κατά την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που είχε τεθεί το καθ΄ού κράτος, ωστόσο  θεώρησε την  αποζημίωση που επιδίκασε το Συνταγματικό Δικαστήριο ως ανεπαρκή ως εκ τούτου έκρινε κατά πλειοψηφία παραβίαση του άρθρου 5§1 της ΕΣΔΑ.

Ακολούθως το ΕΔΔΑ διαπίστωσε  κατά πλειοψηφία παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης.

Αντιθέτως το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι παρόλο που ο προσφεύγων δεν είχε πρόσβαση στον φάκελο της δικογραφίας, είχε αποκτήσει επαρκή γνώση του περιεχομένου των σημαντικών αποδεικτικών στοιχείων κατά συνέπεια δεν διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 5§4 της ΕΣΔΑ.

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στον προσφεύγοντα το ποσό των 11.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 3.175 ευρώ για έξοδα και δαπάνες.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 5§1,

Άρθρο 5§4,

Άρθρο 10

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων Murat Aksoy, είναι Τούρκος υπήκοος που γεννήθηκε το 1968 και ζει στην Κωνσταντινούπολη.

Μεταξύ του 2005 και του 2016 εργάστηκε σε αρκετές εφημερίδες, συμπεριλαμβανομένων των Taraf, Millet, Yeni Hayat. Έγραψε επίσης άρθρα για τον ιστότοπο T24 και είχε τον δικό του ιστότοπο, όπου δημοσίευε τα άρθρα του. Την περίοδο πριν από την απόπειρα πραξικοπήματος της 15.07.2016, ο προσφεύγων είχε γίνει γνωστός για τις επικριτικές απόψεις του για τις πολιτικές της εν ενεργεία  κυβέρνησης. Συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση στις 30.08.2016.

Αρχικά τέθηκε υπό προσωρινή κράτηση στις 03.09.2016 για ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση.

Τον Ιανουάριο του 2017, ο εισαγγελέας της Κωνσταντινούπολης άσκησε ποινική δίωξη  κατά 29 ατόμων, συμπεριλαμβανομένου του κ. Aksoy, οι οποίοι κατηγορούνταν ότι συμμετείχαν σε τρομοκρατική οργάνωση.

Τον Μάρτιο του 2017, μετά από ακρόαση ενώπιον του Κακουργιοδικείου, ο εισαγγελέας ζήτησε την αποφυλάκιση αρκετών κατηγορουμένων, συμπεριλαμβανομένου του προσφεύγοντος. Την ίδια ημέρα, το Κακουργιοδικείο διέταξε την αποφυλάκιση του κ. Aksoy και άλλων. Λίγες ώρες μετά την απόφαση αυτή, το γραφείο του εισαγγελέα της Κωνσταντινούπολης ξεκίνησε νέα έρευνα εναντίον του προσφεύγοντος, ο οποίος τέθηκε εκ νέου υπό αστυνομική κράτηση και στη συνέχεια τέθηκε υπό προσωρινή κράτηση αυτή τη φορά με την κατηγορία  ότι  επιχείρησε να ανατρέψει τη συνταγματική τάξη και την κυβέρνηση με βία.

Τον Απρίλιο του 2017, το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαιοσύνης διέταξε  την αποφυλάκισή του. Τελικά αποφυλακίστηκε στις 24.10.2017.

Τον Μάρτιο του 2018, το Κακουργιοδικείο της Κωνσταντινούπολης τον καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης δύο ετών και ενός μήνα για ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση σύμφωνα με το άρθρο 220 § 7 του τουρκικού ποινικού κώδικα. Αυτή η καταδικαστική απόφαση επικυρώθηκε από το Εφετείο και το Ακυρωτικό Δικαστήριο.

Τον Νοέμβριο του 2016 και τον Μάιο του 2017 ο προσφεύγων υπέβαλε δύο μεμονωμένες αιτήσεις στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο του απένειμε αποζημίωση για ηθική βλάβη βρίσκοντας αρκετές παραβιάσεις, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια και στην ελευθερία του Τύπου και της έκφρασης. Σε απόφαση της 02.05.2019, το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 19 παρ. 3 και των άρθρων 26 και 28 του τουρκικού συντάγματος.

Βασιζόμενος στο άρθρο 5 §§ 1 και 3 (δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και την ασφάλεια) και στο άρθρο 10 (ελευθερία της έκφρασης) της Σύμβασης, ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι η προσωρινή του κράτηση ήταν αυθαίρετη και ότι δεν υπήρχαν συγκεκριμένα στοιχεία που να αποδείκνυαν  την ύπαρξη εύλογων λόγων που να δικαιολογούσαν  την υπόνοια ότι είχε διαπράξει ποινικό αδίκημα.

Ο προσφεύγων στηρίχθηκε επίσης στο άρθρο 5 παρ. 4 (δικαίωμα σε μια ταχεία απόφαση σχετικά με τη νομιμότητα της κράτησηςς), και διαμαρτυρήθηκε για τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου και την αδυναμία του να αποκτήσει πρόσβαση στον φάκελο της υπόθεσης. Στηρίχθηκε επίσης στο άρθρο 18 (περιορισμός στη χρήση περιορισμών στα δικαιώματα) σε συνδυασμό με τα άρθρα 5 και 10 της ΕΣΔΑ.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Η ιδιότητα του προσφεύγοντος  ως θύμα.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων είχε τεθεί υπό κράτηση χωρίς να αποδειχθεί επαρκώς ότι υπήρχε  υπόνοια για διάπραξη αδικήματος, το οποίο συνεπώς συνεπάγεται παραβίαση του Άρθρου 19 § 3 του Συντάγματος. Αυτό το δικαστήριο είχε περαιτέρω διαπιστώσει ότι η προσωρινή κράτηση που του επιβλήθηκε για τα κείμενά του είχε επίσης ανέλθει σε παραβίαση των δικαιωμάτων της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του τύπου κατά την έννοια των Άρθρων 26 και 28 του Συντάγματος.

Ωστόσο, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα ποσά που του χορηγήθηκαν από το Συνταγματικό Δικαστήριο για την ηθική βλάβη και τα δικαστικά έξοδα ήταν προφανώς ανεπαρκή ενόψει των περιστάσεων της υπόθεσης. Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη την πρακτική του σε παρόμοιες υποθέσεις.

Έτσι, το Δικαστήριο σημείωσε ότι παρά την καταβολή αποζημίωσης για τις καταγγελίες του σύμφωνα με το άρθρο 5 §§ 1 και 3 και το άρθρο 10, ο προσφεύγων θα μπορούσε ακόμη να ισχυριστεί ότι ήταν θύμα κατά την έννοια του άρθρου 34 (δικαίωμα σε ατομική προσφυγή) της Σύμβασης.

Άρθρο 5 §§ 1 και 3 (δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια)

Το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε αποδείξει, όπως προαναφέρθηκε, ότι ο προσφεύγων είχε τεθεί υπό προσωρινή κράτηση κατά παράβαση του Άρθρου 19 § 3 του Συντάγματος. Αυτό το πόρισμα είχε στην ουσία αναγνωρίσει ότι η στέρηση της προσωπικής ελευθερίας που κατήγγειλε ο προσφεύγων ήταν κατά παράβαση του Άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης. Συνεπώς, το Δικαστήριο ενέκρινε τα πορίσματα του Συνταγματικού Δικαστηρίου μετά από ενδελεχή εξέταση.

Όσον αφορά το άρθρο 15 της ΕΣΔΑ και την παρέκκλιση από την Τουρκία, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο προσφεύγων είχε κρατηθεί σύμφωνα με το άρθρο 100 του εγχώριου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Αυτή η διάταξη απαιτούσε την παρουσία πραγματικών στοιχείων που αποδεικνύουν την ύπαρξη ισχυρών ενδείξεων ότι ένα αδίκημα είχε διαπραχθεί και δεν είχε τροποποιηθεί κατά την κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Επομένως, δεν θα μπορούσε να υπάρξει παρέκκλιση στην κατάσταση του κ. Aksoy βάσει του Άρθρου 15 (παρέκκλιση σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης) της Σύμβασης.

Κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης στην παρούσα υπόθεση  ενόψει της απουσίας βάσιμων ενδείξεων ότι ο προσφεύγων διέπραξε ποινικό αδίκημα.

Έχοντας υπόψη τη διαπίστωσή του σύμφωνα με το άρθρο 5 § 1 της Σύμβασης, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητο να εξεταστεί εάν οι αρχές έθεσαν τον προσφεύγοντα υπό προσωρινή κράτηση  βασιζόμενες σε λόγους που θα μπορούσαν να θεωρηθούν «σχετικοί» και «επαρκείς» για να δικαιολογήσουν την κράτησή του υπό το πρίσμα  του Άρθρου 5 § 3 της Σύμβασης.

Άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης)

Το Δικαστήριο τόνισε ότι η στέρηση της ελευθερίας που υπέστη ο κ. Aksoy συνιστούσε παρέμβαση στα δικαιώματά του σύμφωνα με το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Σύμφωνα με το άρθρο 100 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ένα άτομο μπορεί να τεθεί υπό κράτηση μόνο όταν υπήρχαν πραγματικοί λόγοι που να δικαιολογούν την  υπόνοια ότι διέπραξε αδίκημα. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο είχε ήδη διαπίστωσε ότι η κράτηση του κ. Aksoy δεν βασίστηκε σε εύλογους λόγους για μια τέτοια υπόνοια, κατά παράβαση του Άρθρου 5 § 1 (γ) της Σύμβασης και ότι ως εκ τούτου υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια.

Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι το άρθρο 5 § 1 της ΕΣΔΑ περιείχε εξαντλητικό κατάλογο υποθέσεων όπου ένα άτομο θα μπορούσε να στερηθεί την ελευθερία του. Ένα τέτοιο μέτρο δεν θα ήταν νόμιμο εάν δεν ενέπιπτε σε μία από αυτές τις περιπτώσεις. Ακολούθησε ότι η παρέμβαση στα δικαιώματα του προσφεύγοντος και τις ελευθερίες σύμφωνα τη Σύμβαση δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί, δεδομένου ότι δεν είχε νομικό στήριγμα.

Επιπλέον, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσωρινή  κράτηση του προσφεύγοντος σε σχέση με τα άρθρα και τις δημοσιεύσεις του δεν μπορούσε να θεωρηθεί αναγκαία και ανάλογη παρέμβαση σε μια δημοκρατική κοινωνία. Το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε επισημάνει ότι το περιεχόμενο των προσβλητικών κειμένων ήταν παρόμοιο με τις απόψεις που διατυπώθηκαν από ένα τμήμα της κοινής γνώμης και από ηγέτες της αντιπολίτευσης. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρμόδιες δικαστικές αρχές δεν είχαν αποδείξει ότι η στέρηση της ελευθερίας του, κάλυπτε μια επιτακτική κοινωνική ανάγκη, είχε αποφανθεί ότι η κράτηση, που δεν βασίζεται σε συγκεκριμένο στοιχείο εκτός από τα άρθρα και τις ομιλίες του, θα μπορούσε να έχει αρνητική, αποδοκιμαστική  επίδραση στην ελευθερία της έκφρασης και του τύπου. Αποφάνθηκε λοιπόν ότι υπήρξε παραβίαση των άρθρων 26 και 28 του Συντάγματος.

Υπό το πρίσμα αυτής της συλλογιστικής, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπάρχει λόγος να καταλήξει σε διαφορετικό συμπέρασμα από αυτό του Συνταγματικού Δικαστηρίου ως προς την αναγκαιότητα της παρέμβασης σε μια  δημοκρατική κοινωνία.

Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι η προσωρινή κράτηση δημοσιογράφων δημιούργησε πολλά αρνητικά αποτελέσματα, τόσο για το άτομο που κρατείται όσο και για την κοινωνία στο σύνολό της, αφού επέβαλε ένα μέτρο που είχε ως αποτέλεσμα η ποινή της στέρησης της ελευθερίας, όπως συνέβη εδώ και αναπόφευκτα είχε αποτρεπτική επίδραση στην ελευθερία της έκφρασης εκφοβίζοντας την κοινωνία των πολιτών και αποκρύπτοντας  τον αντίλογο.

Ελλείψει σοβαρού λόγου απόκλισης από την αξιολόγηση της εφαρμογής του άρθρου 15 (παρέκκλιση κατά τη διάρκεια έκτακτης ανάγκης) της Σύμβασης σε σχέση με το άρθρο 5 § 1 της Σύμβασης, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα πορίσματά του εφαρμόστηκαν επίσης στο πλαίσιο του άρθρου 10.

Κατά συνέπεια, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του Άρθρου 10 της Σύμβασης.

Άρθρο 5 § 4 (αδυναμία πρόσβασης στο φάκελο της δικογραφίας)

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι στις 20.08.2016, το Δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης αποφάσισε να περιορίσει την πρόσβαση του προσφεύγοντος και των δικηγόρων του στον φάκελο της δικογραφίας. Κατά συνέπεια, δεν μπόρεσε να δει τα αποδεικτικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν τη κράτησή του έως τις 18.01.2017,  ημερομηνία άσκησης της ποινικής δίωξης

Ωστόσο, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο προσφεύγων, επικουρούμενος από τους δικηγόρους του, ερωτήθηκε λεπτομερώς για τα αποδεικτικά στοιχεία από τις αρμόδιες αρχές, πρώτα από τους ανακριτές και στη συνέχεια από το Δικαστήριο που του είχαν θέσει ερωτήσεις σχετικά με αυτό το θέμα. Επομένως, παρόλο που ο ίδιος δεν είχε απεριόριστη πρόσβαση στα αποδεικτικά στοιχεία του φακέλου, είχε αποκτήσει επαρκείς γνώσεις για το περιεχόμενο αυτών των εγγράφων τα οποία ήταν ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματική αμφισβήτηση της νομιμότητας της προσωρινής του κράτησης. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 5 § 4 της Σύμβασης.

Λοιπά άρθρα

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η καταγγελία του προσφεύγοντος σύμφωνα με το άρθρο 5 § 4 (δικαίωμα σε ταχεία απόφαση για τη νομιμότητα της κράτησης) και ιδίως κατά τη διάρκεια της διαδικασίας στο Συνταγματικό δικαστήριο ήταν προδήλως αβάσιμη. Αναφέρθηκε σε αυτό το πλαίσιο στα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε στις αποφάσεις του στις Mehmet Hasan Altan κατά Τουρκίας και Şahin Alpay εναντίον Τουρκίας.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε επίσης ότι, λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματά του σύμφωνα με το άρθρο 5 § 1 και το άρθρο 10 της Σύμβασης, δεν ήταν απαραίτητο να εξεταστεί χωριστά η καταγγελία του σύμφωνα με το άρθρο 18 (περιορισμός στη χρήση περιορισμών στα δικαιώματα) της ΕΣΔΑ.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41): Το Δικαστήριο επιδίκασε ποσό 11.500 ευρώ  για ηθική βλάβη και 3.175 ευρώ για έξοδα και δαπάνες.

Μειοψηφούσες απόψεις

Οι δικαστές Bošnjak, Ranzoni και Koskelo εξέφρασαν κοινή εν μέρει αντίθετη γνώμη και η δικαστίνα Yüksel εξέφρασε μια εν μέρει αντίθετη γνώμη. Οι απόψεις αυτές επισυνάπτονται στην απόφαση (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες