Η απαγόρευση επικοινωνίας μεταξύ μητέρας και παιδιών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας υιοθεσίας παραβίασε το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή

ΑΠΟΦΑΣΗ

A.I. κατά Ιταλίας της 01.04.2021 (αριθ. προσφ. 70896/17)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Επικοινωνία βιολογικής μητέρας και παιδιών κατά την διάρκεια υιοθεσίας. Απαγόρευση επικοινωνίας με δικαστική απόφαση. Δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή.

Η υπόθεση αφορά την αδυναμία της προσφεύγουσας – πρόσφυγα της Νιγηρίας, θύμα εμπορίας ανθρώπων και ευρισκόμενη σε ευάλωτη κατάσταση – μητέρα δύο παιδιών, να ασκήσει δικαιώματα επικοινωνίας λόγω της απαγόρευσης που της επιβλήθηκε από δικαστήριο ενόσω εκκρεμούσε η διαδικασία υιοθεσίας για περισσότερο από τρία χρόνια.

Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, το εθνικό δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τα συμπεράσματα της πραγματογνωμοσύνης, η οποία υποστήριζε τη διατήρηση δεσμών μεταξύ της προσφεύγουσας βιολογικής μητέρας και των παιδιών της και δεν αιτιολόγησε την απόφασή  του για την απόκλισή του από αυτά τα συμπεράσματα. Λόγω της σοβαρότητας των διακυβευόντων συμφερόντων, εναπόκειτο στις αρχές η εκτίμηση της ευπάθειας της προσφεύγουσας με τρόπο διεξοδικό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Το Δικαστήριο θεώρησε ότι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας που κατέληξε στη διακοπή της επικοινωνίας μεταξύ της βιολογικής μητέρας και των παιδιών της, δεν δόθηκε επαρκής σημασία στην οικογενειακή ζωή της προσφεύγουσας και των παιδιών της. Επομένως, η διαδικασία δεν περιβλήθηκε από εγγυήσεις ανάλογες με τη σοβαρότητα της παρέμβασης και τα διακυβευόμενα συμφέροντα.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8) της ΕΣΔΑ και επιδίκασε ποσό 15.000 ευρώ για ηθική βλάβη.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 8

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Η προσφεύγουσα A.I., είναι υπήκοος Νιγηρίας, η οποία γεννήθηκε το 1981 και ζει στη Ρώμη. Κατέφτασε στην Ιταλία ως θύμα εμπορίας ανθρώπων και είναι μητέρα δύο παιδιών, των J. και M., που γεννήθηκαν στις 17 Ιανουαρίου 2012 και 20 Μαΐου 2014 αντίστοιχα.

Από τον Απρίλιο του 2014, η A.I. και η κόρη της, J., φιλοξενήθηκαν σε ένα κέντρο υποδοχής. Στις 19 Ιουνίου 2014,  η μικρότερη κόρη Μ. νοσηλεύτηκε με ανεμοβλογιά και διαγνώστηκε με λοίμωξη από τον ιό HIV. Στις 25 Ιουνίου 2014, ο εισαγγελέας στο δικαστήριο ανηλίκων υπέβαλε αίτηση στο δικαστήριο για την αναστολή της γονικής μέριμνας της προσφεύγουσας στην κόρης της Μ. Το δικαστήριο δέχθηκε το αίτημα του εισαγγελέα, διόρισε τον δήμαρχο της Ρώμης ως κηδεμόνα του παιδιού και διέταξε τη τοποθέτησή του μετά την έξοδο από το νοσοκομείο σε κέντρο υποδοχής απαγορεύοντας στην προσφεύγουσα ή οποιονδήποτε να την μεταφέρει ή να την βγάλει από το ίδρυμα χωρίς προηγούμενη άδεια από το δικαστήριο. Ζήτησε από την εισαγγελία να εντοπίσει το άλλο της παιδί, την J. ώστε να επιβεβαιωθεί ότι δεν βρίσκεται σε κίνδυνο. Η Μ. τοποθετήθηκε σε άλλο ανάδοχο σπίτι.

Στις 18 Ιουλίου 2014, ο εισαγγελέας ζήτησε από το δικαστήριο να εκδώσει ασφαλιστικά μέτρα  για την J., τη μεγαλύτερη κόρη της A.I.

Στις 27 Νοεμβρίου 2014, το εγχώριο δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τη γονική μέριμνα της A.I. σχετικά με τη μεγαλύτερη της κόρη και διόρισε τον δήμαρχο της Ρώμης προσωρινό κηδεμόνα της ανήλικης και του ανέθεσε να τοποθετήσει το παιδί από κοινού με τη μητέρα εάν συναινεί, σε κατάλληλη δομή υποδοχής και παράλληλα να απαγορεύσει οποιονδήποτε να την μεταφέρει από το ίδρυμα χωρίς προηγούμενη έγκριση από το δικαστήριο. Διέταξε να ελεγχθεί η κατάσταση της υγείας της J. και ανέθεσε στο κέντρο κακοποίησης παιδιών να πραγματοποιήσει  επείγουσα αξιολόγηση της προσωπικότητας και των γονικών ικανοτήτων της  A.I., την ύπαρξη οικονομικών πόρων που απαιτούνταν για τη φροντίδα των παιδιών, καθώς και το ψυχοσωματικό επίπεδο της ανήλικης J. Η προσφεύγουσα και η J. μεταφέρθηκαν σε άλλη δομή υποδοχής. Η J. νοσηλεύτηκε από τις 27 Φεβρουαρίου έως τις 10 Μαρτίου 2015. Στις 11 Ιουνίου 2015, το δικαστήριο με απόφασή του ανέθεσε στον κηδεμόνα να τοποθετήσει τα κορίτσια μαζί με τη μητέρα τους σε δομή.

Στις 18 Μαρτίου 2016, το δικαστήριο διέταξε έρευνα προκειμένου να εξακριβώσει εάν τα παιδιά βρίσκονταν σε κατάσταση αμελούς φροντίδας, επιβεβαίωσε την αναστολή της γονικής μέριμνας της A.I. και του πατέρα της J., και διέταξε την τοποθέτηση των ανηλίκων σε ανάδοχο σπίτι με τη δυνατότητα για τη μητέρα να τα επισκέπτεται μία φορά την εβδομάδα. Στις 23 Μαΐου 2016, το δικαστήριο διέταξε πραγματογνωμοσύνη και παραχώρησε στην προσφεύγουσα δικαίωμα επικοινωνίας  για δύο ώρες την εβδομάδα.

Στις 9 Ιανουαρίου 2017, το δικαστήριο, βασιζόμενο στην πραγματογνωμοσύνη χαρακτήρισε τα παιδιά εγκαταλελειμμένα και τα έθεσε προς υιοθεσία. Για να αντιμετωπίσει την κατάσταση των παιδιών,  διόρισε κηδεμόνα, διέταξε την τοποθέτησή τους σε ανάδοχη οικογένεια και απαγόρευσε οποιαδήποτε επαφή μεταξύ παιδιών και μητέρας.

Την 1η Μαρτίου 2017, η A.I. άσκησε έφεση κατά της απόφασης και υπέβαλε αίτηση για ασφαλιστικά μέτρα, σύμφωνα με το άρθρο 700 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με στόχο την αναστολή της απαγόρευσης επικοινωνίας.

Κατά την ακρόαση στις 7 Νοεμβρίου 2017, η A.I. ενημερώθηκε ότι τα παιδιά της επρόκειτο να δοθούν για υιοθεσία, σε δύο διαφορετικές οικογένειες. Εξετάζοντας την αίτηση αναστολής της απαγόρευσης επικοινωνίας της μητέρας, το Εφετείο τόνισε ότι ήταν προς το συμφέρον των κοριτσιών να διατηρηθεί η αναστολή της επικοινωνίας καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Το Εφετείο διέταξε ωστόσο νέα πραγματογνωμοσύνη.

Με απόφαση της 2ας Οκτωβρίου 2018, το Εφετείο επικύρωσε την απόφαση του δικαστηρίου. Σημείωσε ότι η πραγματογνωμοσύνη είχε δείξει ότι η A.I. στερείτο γονικής ικανότητας και ότι δεν είχε πλήρη επίγνωση της ασθένειάς της, της ασθένειας των κοριτσιών της και των ψυχολογικών δυσκολιών της.

Το Εφετείο απέρριψε το αίτημά της να αναστείλει την απαγόρευση επικοινωνίας με τα παιδιά της. Η A.I. άσκησε αναίρεση.

Στις 13 Φεβρουαρίου 2020, το Ακυρωτικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση του Εφετείου και παρέπεμψε την υπόθεση στο Εφετείο να δικάσει με άλλη σύνθεση. Υπενθύμισε ότι όταν ένα παιδί κηρυσσόταν για υιοθεσία, τοποθετούνταν σε ανάδοχη οικογένεια. Η διακοπή της σχέσης μεταξύ του βιολογικού γονέα και του παιδιού ήταν η συνέπεια της υιοθεσίας και όχι της δήλωσης ότι το παιδί ήταν προς υιοθεσία.  Οι νομικοί δεσμοί μεταξύ των βιολογικών γονιών και του παιδιού τερματίζονταν με τη δήλωση υιοθεσίας που αποσκοπεί στην ολοκληρωτική υιοθεσία, καθεστώς το οποίο είναι ασυμβίβαστο με τη συνέχιση μιας σχέσης που έπρεπε να διακοπεί με τον βιολογικό γονέα, όταν η υιοθεσία έχει ολοκληρωθεί.

Το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε, ωστόσο, ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη το μέρος της πραγματογνωμοσύνης που τόνιζε ότι έπρεπενα διατηρηθεί ο δεσμός των παιδιών με τη μητέρα τους. Σημείωσε ότι το Εφετείο δεν θεώρησε απαραίτητο να εκτιμήσει εάν υπήρχε διαφορετικό μέτρο πέραν της υιοθεσίας το οποίο, προς το συμφέρον των παιδιών, θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην παρούσα υπόθεση. Το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε ότι το Εφετείο έπρεπε να είχε ελέγξει εάν το συμφέρον της μη διακοπής της επικοινωνίας με τα παιδιά υπερίσχυε της ανεπαρκούς γονικής ικανότητας της προσφεύγουσας. Η υπόθεση εκκρεμεί ακόμα ενώπιον του Εφετείου.

Στηριζόμενη στο άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής), η προσφεύγουσα παραπονέθηκε για τον αυτόματο τερματισμό του δικαιώματος επικοινωνίας με τα παιδιά της, μετά την απόφαση του δικαστηρίου που τα κήρυξε εγκαταλειμμένα και προς υιοθεσία, ενώ η διαδικασία εκκρεμούσε για πάνω από τρία χρόνια. Παραπονέθηκε επίσης για το χωρισμό των παιδιών της, τα οποία υιοθετήθηκαν από διαφορετικές οικογένειες.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 8

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι διάδικοι δεν αμφισβητούν ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις παρεμβαίνουν στο δικαίωμα της προσφεύγουσας στο σεβασμό της  οικογενειακής ζωής, που προβλέπεται από το νόμο και επιδιώκει νόμιμους στόχους.

Κατά το ΕΔΔΑ σε οποιαδήποτε διαδικασία λήψης αποφάσεων, πρέπει να λαμβάνεται πρώτιστα υπόψη το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού.

Το Δικαστήριο αναγνωρίζει ότι παρά την έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων για βία ή κακοποίηση εναντίον των παιδιών της και αντίθετα με την έκθεση του πραγματογνώμονα, η προσφεύγουσα στερήθηκε κάθε δικαιώματος επικοινωνίας, όσο εκκρεμούσε η διαδικασία υιοθεσίας. Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι οι δικαστικές δικαιοδοσίες τοποθέτησαν τα παιδιά σε δύο διαφορετικές οικογένειες, γεγονός που δυσκολεύει τη διατήρηση των αδελφικών δεσμών.  Αυτό το μέτρο προκάλεσε τη διάλυση της οικογένειας και της αδελφικής σχέσης. Επομένως, αντιτίθετο στα συμφέροντα των παιδιών.

Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι η προσφεύγουσα ήταν θύμα εμπορίας ανθρώπων. Οι αρχές της παρείχαν υγειονομική βοήθεια και κοινωνική πρόνοια, από την άλλη πλευρά, τα δικαστήρια δεν έλαβαν υπόψη την ευάλωτη κατάστασή της προκειμένου να εκτιμήσουν τις γονικές της ικανότητες και το αίτημά της για διατήρηση επικοινωνίας με τα παιδιά της. Στην περίπτωση ευάλωτων ατόμων, οι αρχές οφείλουν να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή και πρέπει να τους παρέχετε αυξημένη προστασία.

Το Δικαστήριο θεώρησε ότι, λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας των διακυβευόμενων συμφερόντων, εναπόκειτο στις αρχές να εκτιμήσουν την ευπάθεια της προσφεύγουσας σε βάθος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Κατά  το ΕΔΔΑ τα εθνικά δικαστήρια αξιολόγησαν τις γονικές ικανότητες της προσφεύγουσας  χωρίς να λάβουν υπόψη τη νιγηριανή καταγωγή ή το διαφορετικό μοντέλο ανατροφής μεταξύ γονέων και παιδιών που μπορούσε να εντοπιστεί στον αφρικανικό πολιτισμό, όπως είχε δείξει σε μεγάλο βαθμό η πραγματογνωμοσύνη.

Το Δικαστήριο συμπέρανε  ότι, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας που κατέληξε στη διακοπή των δικαιωμάτων επικοινωνίας μεταξύ της προσφεύγουσας και των παιδιών της, δε δόθηκε η δέουσα προσοχή στο να επιτρέψουν στην προσφεύγουσα και τα παιδία της να  ζήσουν και να γνωρίσουν μια οικογενειακή ζωή. Η διαδικασία δεν περιβλήθηκε από εγγυήσεις ανάλογες με τη σοβαρότητα της παρέμβασης και τα διακυβευόμενα συμφέροντα και κατά συνέπεια διαπίστωσε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 της Σύμβασης).

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στην προσφεύγουσα 15.000 ευρώ για ηθική βλάβη.


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες