Τηλεοπτική μετάδοση μαρτυρικών καταθέσεων και υποκλαπεισών συνομιλιών, που λήφθηκαν παράνομα. Υπέρβαση των ορίων της υπεύθυνης δημοσιογραφίας. Μη παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης

ΑΠΟΦΑΣΗ

Θωμαΐδης κατά Ελλάδας της 07.05.2024 (αριθ. προσφ. 28345/2016)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ελευθερία της έκφρασης και όρια νομιμότητας της δημοσιογραφίας.

Ο προσφεύγων δημοσιογράφος, σε τηλεοπτική εκπομπή σχετική με τους στημένους ποδοσφαιρικούς αγώνες, αποκάλυψε μαρτυρικές καταθέσεις από ποινική διαδικασία που βρίσκονταν σε εξέλιξη και ουδέποτε αποκάλυψε την πηγή των παρανόμως υποκλαπέντων αποδεικτικών στοιχείων. Καταδικάστηκε από τα δικαστήρια σε καταβολή αποζημίωσης 10.000 ευρώ. Άσκησε προσφυγή στο ΕΔΔΑ  για παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων διέδωσε παράνομα τις μαρτυρικές καταθέσεις από εκκρεμούσα ποινική δικογραφία, γνωρίζοντας ότι είχαν ληφθεί με παράνομο τρόπο. Στόχευε σε μια συγκλονιστική αποκάλυψη του υποτιθέμενου ρόλου του Αντιπροέδρου της ΕΠΟ και Προέδρου ποδοσφαιρικής ομάδας σε στημένους αγώνες και το περιεχόμενο των εκπομπών καλούσε τους θεατές να καταλήξουν σε ένα προκαθορισμένο συμπέρασμα σχετικά με την ενοχή του.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι ο προσφεύγων υπερέβη τα όρια της υπεύθυνης δημοσιογραφίας. Επομένως, η παρέμβαση στην άσκηση του δικαιώματος του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης θα μπορούσε εύλογα να θεωρηθεί ως «αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία» κατά την έννοια του άρθρου 10 § 2 της ΕΣΔΑ και οι ελληνικές αρχές ενήργησαν εντός του περιθωρίου εκτίμησής τους για την επίτευξη δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των ανταγωνιστικών συμφερόντων που διακυβεύονταν. Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης του προσφεύγοντος  (άρθρο 10 της ΕΣΔΑ).

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 10

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων, Κυριάκος Θωμαΐδης, είναι Έλληνας υπήκοος που γεννήθηκε το 1961 και ζει στη Θεσσαλονίκη. Η υπόθεση αφορούσε ρεπορτάζ του ανωτέρω, δημοσιογράφου και παρουσιαστή της τηλεοπτικής εκπομπής «Δίκη στον ΣΚΑΪ», σχετικά με ισχυρισμούς για στημένους ποδοσφαιρικούς αγώνες, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί να καταβάλει 10.000 ευρώ ως αποζημίωση στον Β.Μ., Πρόεδρο ποδοσφαιρικού συλλόγου και Αντιπρόεδρο της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας (ΕΠΟ), ο οποίος άσκησε  αγωγή αποζημίωσης εναντίον του.

Επικαλούμενος το άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης), ο προσφεύγων κατήγγειλε  ότι η απόφαση των ελληνικών δικαστηρίων να καταβάλει αποζημίωση παραβίασε την ελευθερία της έκφρασής του.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το Δικαστήριο υπενθύμισε, ότι ο Τύπος διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο σε μια δημοκρατική κοινωνία και έχει καθήκον να μεταδίδει πληροφορίες και ιδέες σχετικά με θέματα δημοσίου συμφέροντος. Ωστόσο, η προστασία που παρέχεται από το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ στους δημοσιογράφους υπόκειται στην προϋπόθεση ότι ενεργούν καλή τη πίστει προκειμένου να παρέχουν ακριβείς και αξιόπιστες πληροφορίες σύμφωνα με τις αρχές της υπεύθυνης δημοσιογραφίας. Επιπλέον, η έννοια της υπεύθυνης δημοσιογραφίας περιλαμβάνει τη νομιμότητα της συμπεριφοράς ενός δημοσιογράφου και το γεγονός ότι ένας δημοσιογράφος έχει παραβιάσει τον νόμο αποτελεί κρίσιμο, αν και όχι καθοριστικό, στοιχείο για τον προσδιορισμό του κατά πόσον ενήργησε υπεύθυνα. Όταν μια συγκεκριμένη πληροφορία είναι ήδη γνωστή στο κοινό, το συμφέρον διατήρησης του εμπιστευτικού χαρακτήρα της ενδέχεται να μην αποτελεί πλέον επιτακτική απαίτηση. Ωστόσο, αυτός ο παράγοντας δεν θα καταργήσει απαραίτητα την προστασία του άρθρου 8, ειδικά εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν έχει συναινέσει στην αποκάλυψή του (βλ. N.Š. κατά Κροατίας της 10.09.2020, αρ. προσφ. 36908/13, § 100).

α) Επί της νομιμότητας της συμπεριφοράς του  προσφεύγοντος

Δεν αμφισβητείται ότι, στις 22 Οκτωβρίου 2012, ο προσφεύγων είχε μεταδώσει στην εκπομπή του παρανόμως τις μαρτυρικές καταθέσεις από εκκρεμούσα ποινική δικογραφία και ότι οι συνομιλίες που αποκαλύφθηκαν στη εκπομπή στις 12 Νοεμβρίου 2012 είχαν υποκλαπεί παρανόμως. Αυτό έγινε δεκτό από τα εθνικά δικαστήρια και δεν αμφισβητήθηκε από τον προσφεύγοντα. Το στοιχείο αυτό, διαδραμάτισε ρόλο στη στάθμιση των συμφερόντων στην οποία προέβη το Δικαστήριο. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα εθνικά δικαστήρια ορθώς τόνισαν αυτό ως μέρος της στάθμισης των συμφερόντων τους στην υπόθεση, καθώς ο προσφεύγων, ως επαγγελματίας δημοσιογράφος, δεν μπορούσε να ισχυριστεί ότι καλή τη πίστει αγνοούσε τα παράνομα μέσα με τα οποία λήφθηκαν οι ηχογραφήσεις ή ότι η αποκάλυψη των μαρτυρικών καταθέσεων παραβίασε τη σχετική νομοθεσία.

β) Περιεχόμενο των εκπομπών

Όσον αφορά το περιεχόμενο των επίμαχων τηλεοπτικών προγραμμάτων, τα εθνικά δικαστήρια κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ήταν σκόπιμα δυσφημιστικό και επιζήμιο για την τιμή και την υπόληψη του Β.M. καθώς και για την κοινωνική και επαγγελματική του θέση στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι τα αρχεία των συνομιλιών και των ισχυρισμών εναντίον του Β.Μ. που έκανε ο Α.Κ., συνοδευόμενα από προσβλητική γλώσσα, παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο έντονης διαμάχης μεταξύ των δύο ανδρών, χωρίς να συμβάλλουν περαιτέρω στην ευαισθητοποίηση των θεατών για τις υποθέσεις στημένων αγώνων.

Το Δικαστήριο σημείωσε, όπως έκαναν και τα εθνικά δικαστήρια, ότι ο προσφεύγων δεν κατέβαλε καμία προσπάθεια στο τηλεοπτικό πρόγραμμα του Οκτωβρίου να πλαισιώσει τις πληροφορίες σχετικά με τους ισχυρισμούς εναντίον του Β.M. σε μια ευρύτερη συζήτηση δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τη διερεύνηση των υποθέσεων στησίματος αγώνων. Το ίδιο ισχύει, όπως τόνισαν τα εθνικά δικαστήρια, για την εκπομπή του Νοεμβρίου, την οποία ο προσφεύγων ετοίμασε γνωρίζοντας εκ των προτέρων όχι μόνο για τη διαμάχη μεταξύ των δύο ανδρών αλλά και για το βασικό περιεχόμενο της συνεισφοράς του Α.Κ., όπως υποδηλώνει η ανακοίνωση που έγινε πριν από την εκπομπή. Επιπλέον, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο προσφεύγων δεν ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να δώσει στον Β.M. την ευκαιρία να απαντήσει στις κατηγορίες που διατυπώθηκαν εναντίον του και ότι επέτρεψε στον A.K. να προχωρήσει σε εκτεταμένη ανάγνωση των πρακτικών των υποκλαπέντων συνομιλιών χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια εξισορρόπησης των αρνητικών απόψεων που περιέχονται σε αυτά. Το Δικαστήριο συμπέρανε από όλα τα παραπάνω ότι ο προσφεύγων στόχευε σε μια συγκλονιστική κάλυψη του υποτιθέμενου ρόλου του Β.M. σε στημένους αγώνες και κάλεσε τους θεατές να καταλήξουν σε ένα προκαθορισμένο συμπέρασμα σχετικά με την ενοχή του.

γ) Συμβολή σε συζήτηση δημοσίου συμφέροντος

Είναι αλήθεια ότι η ποινική διερεύνηση των υποθέσεων στημένων αγώνων ήταν θέμα δημοσίου ενδιαφέροντος, αφορούσε δε ένα πρόβλημα για το οποίο το κοινό είχε συμφέρον να ενημερωθεί και το οποίο είχε αναφερθεί ευρέως στα ελληνικά αθλητικά μέσα ενημέρωσης. Ωστόσο, τα εθνικά δικαστήρια με αιτιολογημένες αποφάσεις έκριναν ότι, δεδομένου ότι οι πληροφορίες που περιέχονταν στις καταθέσεις μαρτύρων και στις υποκλαπείσες συνομιλίες ήταν ήδη γνωστές στο κοινό, η αποκάλυψή τους δεν συνέβαλε στην ενημέρωση του κοινού. Εν προκειμένω, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ του αντικειμένου της ποινικής έρευνας για τις υποθέσεις στησίματος αγώνων δημοσίου συμφέροντος και του τρόπου με τον οποίο ο προσφεύγων προετοίμασε και διεξήγαγε τις εκπομπές του. Οι γνωστοποιήσεις των καταθέσεων δεν συνοδεύτηκαν από περαιτέρω συζήτηση επί του θέματος των υποθέσεων στησίματος αγώνων. Επίσης, πέραν του γεγονότος ότι οι ισχυρισμοί σχετικά με τη συμμετοχή του Β.M. σε στημένους αγώνες είχαν ήδη αποκαλυφθεί περισσότερο από ένα έτος νωρίτερα, ο ίδιος ο A.K. ανέφερε ότι αντιδρούσε στις προηγούμενες παρατηρήσεις του Β.M. και η συμπεριφορά του φαίνεται να ήταν μέρος προσωπικής διαμάχης.

δ) Επί της επιρροής στην ποινική διαδικασία

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η κατάθεση που ανέγνωσε ο προσφεύγων στην εκπομπή  του Οκτωβρίου καλυπτόταν σαφώς από το απόρρητο της εν λόγω ποινικής έρευνας. Σημείωσε περαιτέρω ότι ο Β.M. είχε, πριν από την εκπομπή του Νοεμβρίου, καλέσει τον προσφεύγοντα και τον A.K. να απόσχουν από οποιαδήποτε δυσφημιστική αναφορά στο όνομα ή τον χαρακτήρα του και να παρουσιάσουν οποιοδήποτε παράνομα αποκτηθέν υλικό στη διάθεσή τους. Το Δικαστήριο διεπίστωσε ότι το περιεχόμενο των εν λόγω εκπομπών καλούσε τους τηλεθεατές να καταλήξουν σε ένα προκαθορισμένο συμπέρασμα σχετικά με την ενοχή του Β.M. στις υποθέσεις στημένων αγώνων. Σε μια περίοδο κατά την οποία η ποινική έρευνα βρισκόταν σε εξέλιξη, αυτό συνεπαγόταν κίνδυνο επηρεασμού της πορείας της διαδικασίας. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν είδε κανένα λόγο να αντικαταστήσει την άποψή του με εκείνη των εθνικών δικαστηρίων όταν, εξισορροπώντας το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης με το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και τη διατήρηση της εξουσίας και της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας, έδωσαν σημαντικό βάρος στην παρανομία του τρόπου διάδοσης και απόκτησης του εν λόγω υλικού.

ε) Επί της προσβολής του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής ζωής του Β.M.

Το ΕΔΔΑ λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο με τον οποίο ο προσφεύγων σχεδίασε και εκτέλεσε τις εκπομπές του, το Δικαστήριο ευθυγραμμίστηκε με την εκτίμηση των εγχώριων δικαστηρίων ότι τα όρια της υπεύθυνης δημοσιογραφίας ξεπεράστηκαν στην παρούσα υπόθεση.

στ) Αναλογικότητα της επιδικασθείσας αποζημίωσης

Τέλος, η απόφαση καταβολής αποζημίωσης εκδόθηκε στο πλαίσιο αστικής και όχι ποινικής διαδικασίας. Κατά την εκτίμηση του ποσού της αποζημίωσης, τα εθνικά δικαστήρια αναφέρθηκαν ρητά σε συγκεκριμένα γεγονότα, όπως η μετάδοση των εκπομπών σε εθνικό τηλεοπτικό δίκτυο, το ευρύ κοινό της, συμπεριλαμβανομένων των επαγγελματιών του αθλητισμού και των φιλάθλων και η εκτιμώμενη ζημία στη φήμη του ενάγοντος.

ζ) Συμπέρασμα

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αιτιολογία των εθνικών δικαστηρίων για να δικαιολογήσουν την αναλογικότητα της επιδικασθείσας αποζημίωσης ήταν λυσιτελής και επαρκής και τα δικαστήρια εξέτασαν τα βασικά στοιχεία της υπόθεσης. Το Δικαστήριο ήταν ικανοποιημένο με τα εγχώρια δικαστήρια που εφάρμοσαν πρότυπα που ήταν σύμφωνα με τις αρχές που ενσωματώνονται στο άρθρο 10 της ΕΣΔΑ και βασίστηκαν σε αποδεκτή εκτίμηση των σχετικών γεγονότων. Ως εκ τούτου, δεν διέκρινε σοβαρούς λόγους που θα το υποχρέωναν να υποκαταστήσει την άποψή του με εκείνη των εθνικών δικαστηρίων και να αναιρέσει τη στάθμιση στην οποία προέβησαν. Επομένως, η παρέμβαση στην άσκηση του δικαιώματος του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης θα μπορούσε εύλογα να θεωρηθεί ως «αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία» κατά την έννοια του άρθρου 10 § 2 και οι αρχές του εναγόμενου κράτους ενήργησαν εντός του περιθωρίου εκτίμησής τους για την επίτευξη δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των ανταγωνιστικών συμφερόντων που διακυβεύονται. Ως εκ τούτου, το ΕΔΔΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 10 της Σύμβασης (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες