Η συμμετοχή αξιωματικών του στρατού σε δικαστήριο που εκδίκαζε αγωγή στρατιώτη κατά του στρατού καθιστά το δικαστήριο μη αμερόληπτο και ανεξάρτητο

ΑΠΟΦΑΣΗ

Β.Ι. κατά Τουρκίας της 11.12.2018 (αριθ. 18308/10)

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Μη ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο. Η συμμετοχή αξιωματικών που υπηρετούν σε στρατιωτικές μονάδες σε δικαστήριο που εκδίκαζε αγωγή στρατιώτη κατά του στρατού δεν μπορεί να εξασφαλίσει στο δικαστήριο αυτό αμεροληψία και ανεξαρτησία. Οι αξιωματικοί αυτοί παραμένουν στην υπηρεσία του στρατού, αμείβονται από αυτόν, από τον οποίο εξαρτάται και η προαγωγή τους, δεν απολαμβάνουν δε τις ίδιες συνταγματικές εγγυήσεις που προβλέπονται για τα άλλα μέλη που είναι στρατιωτικοί δικαστές. Παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ.

Παράπονο στρατιώτη για επιδείνωση της υγείας του κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας. Μη παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 6 παρ. 1

Άρθρο 8

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων Β.Ι. είναι Τούρκος υπήκοος που γεννήθηκε το 1986 και ζει στην Άγκυρα.

Η υπόθεση αφορούσε έναν στρατιώτη που είχε σοβαρά προβλήματα υγείας κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας. Τον Μάιο του 2006, ο B.I. εντάχθηκε στην εκπαιδευτική μονάδα της πρώτης στρατιωτικής μονάδας του Kayseri για ένα τρίμηνο. Κατά τη διάρκεια ιατρικής εξέτασης οι γιατροί στο στρατόπεδο διέγνωσαν ότι έπασχε από αιμορροΐδες. Τον Αύγουστο του 2006, στο τέλος της εκπαιδευτικής περιόδου του, ο προσφεύγων μεταφέρθηκε στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο του  Diyarbakır λόγω της επιδείνωσης των συμπτωμάτων του. Την 1η Σεπτεμβρίου 2006 υποβλήθηκε σε αφαίρεση των αιμορροΐδων στο στρατιωτικό νοσοκομείο του Σίρτ. Του δόθηκε άδεια ασθενείας για τρεις μήνες και επέστρεψε στο σπίτι του στην Άγκυρα. Λίγο αργότερα, υπέφερε από πόνους και η υγεία του επιδεινώθηκε, με αποτέλεσμα να μεταφερθεί δύο φορές στο Τμήμα Επειγόντων του στρατιωτικού Νοσοκομείου Gülhane (GATA). Η άδεια ασθενείας παρατάθηκε και εισήχθη στο νοσοκομείο δύο φορές. Στις 26 Ιουλίου 2007 εξετάστηκε από το ιατρικό συμβούλιο της GATA, το οποίο αποφάσισε να αναβάλει τη στρατιωτική του θητεία.

Ο προσφεύγων υπέβαλε αίτημα αποζημίωσης στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, το  οποίο απορρίφθηκε. Στη συνέχεια άσκησε αγωγή αποζημίωσης ενώπιον του Ανώτατου Στρατιωτικού Διοικητικού Δικαστηρίου, ζητώντας 140.000 τουρκικές λίρες. Το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή, αποκλείοντας κάθε ευθύνη, με ή χωρίς υπαιτιότητα, εκ μέρους των διοικητικών αρχών. Η απόφαση κατέστη αμετάκλητη.

Επικαλούμενος στην προσφυγή του το άρθρο 2, ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί εξαιτίας καθυστερήσεων και σφαλμάτων στην ιατρική περίθαλψη την οποία έλαβε στα στρατιωτικά νοσοκομεία. Υποστήριξε ότι είχε καλή υγεία όταν στρατολογήθηκε  και κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας είχε εμφανίσει μερική αναπηρία. Επίσης βασιζόμενος στο άρθρο 6 § 1, ο ίδιος ισχυρίσθηκε έλλειψη ανεξαρτησίας και αμεροληψίας εκ μέρους του Ανώτατου Στρατιωτικού Διοικητικού Δικαστηρίου γιατί στο Δικαστήριο αυτό συμμετείχαν στην πενταμελή του σύνθεση ως δικαστές  και δύο στρατιωτικοί από τις στρατιωτικοί μονάδες που δεν ήταν στρατιωτικοί Δικαστές.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Α) ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 8 ΤΗΣ ΕΣΔΑ

Ο προσφεύγων παραπονέθηκε με βάση το άρθρο 2 της Σύμβασης, για παραβίαση του δικαιώματός του στη ζωή. Υποστηρίζει σχετικά ότι η υγεία του έχει επιδεινωθεί λόγω καθυστερήσεων και σφαλμάτων στις ιατρικές διαδικασίες που έχει υποβληθεί στα στρατιωτικά νοσοκομεία. Προσθέτει ότι, κατά τη στιγμή της κατάταξής του στο στρατό, ήταν σε πλήρη υγεία και ότι, από τώρα και στο εξής, πάσχει από μερική αναπηρία.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την αρχή της Jura Novit Curia , δεν δεσμεύεται από τα νομικά επιχειρήματα που προβάλλουν οι προσφεύγοντες στο πλαίσιο της Σύμβασης και των Πρωτοκόλλων της και μπορεί να αποφασίσει για το νομικό χαρακτηρισμό που πρέπει να δοθεί στα πραγματικά περιστατικά ενός παράπονου εξετάζοντάς τον στον τομέα των άρθρων ή διατάξεων της Σύμβασης, εκτός εκείνων που επικαλούνται οι προσφεύγοντες.

Εξάλλου, υπενθυμίζει ότι μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις το Δικαστήριο διαπιστώνει παραβίαση του άρθρου 2 της Σύμβασης, όπου δεν υπάρχει θάνατος του θύματος. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, σημειώνει ότι δεν υπάρχει ένδειξη άμεσου κινδύνου για τη ζωή του αιτούντος.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο θεωρεί ότι, αντί να εξετάσει την καταγγελία βάσει του άρθρου 2 της Σύμβασης, πρέπει να εξεταστεί βάσει του άρθρου 8, δεδομένου ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του τα  θέματα που σχετίζονται με την ηθική και σωματική ακεραιότητα του ατόμου.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, αν και το δικαίωμα στην υγεία δεν είναι  από τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται από τη Σύμβαση ή τα Πρωτοκόλλά της, συνιστά μια θετική υποχρέωση του κράτους, που στηρίζεται στο άρθρο 8, αφενός μεν, να θεσπίσει κανονισμούς που απαιτούν από τα δημόσια και ιδιωτικά νοσοκομεία να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία της σωματικής ακεραιότητας των ασθενών τους, αφετέρου δε, να θέτει στη διάθεση των θυμάτων της ιατρικής αμέλειας μία κατάλληλη διαδικασία για αποζημίωση για τον τραυματισμό τους.

Επισημαίνει επίσης, ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 8 συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό με τις διατάξεις του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ.

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, εκτός από την αυθαιρεσία ή την πρόδηλη πλάνη, δεν είναι καθήκον του να αμφισβητήσει τις διαπιστώσεις των πραγματικών περιστατικών από τις εθνικές αρχές. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την επιστημονική τεχνογνωσία, η οποία, εξ ορισμού, απαιτούν ειδική και εμπεριστατωμένη γνώση του αντικειμένου.

Το Δικαστήριο τονίζει εν προκειμένω ότι ο προσφεύγων δεν ισχυρίζεται ότι δεν του επετράπη η πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, αλλά ότι η θεραπεία ήταν ελλαττωματική. Ούτε ισχυρίζεται ότι υπήρξε οποιαδήποτε συστημική ή διαρθρωτική δυσλειτουργία στα νοσοκομεία, την οποία οι αρχές γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν και για την οποία δεν έλαβε τα αναγκαία προληπτικά μέτρα και ότι η αποτυχία αυτή συνέβαλε αποφασιστικά στην αναπηρία του.

Επιπλέον, το Δικαστήριο κρίνει ότι η στρατιωτική διοίκηση δεν μπορεί να κατηγορηθεί για την έλλειψη καλής θέλησης, δεδομένου ότι οι τελευταίοι αντέδρασαν ορθά και με επαρκή ταχύτητα μόλις εντόπισαν τα προβλήματα υγείας του προσφεύγοντος. Πράγματι, ο ενδιαφερόμενος νοσηλεύθηκε και επωφελήθηκε από τις ιατρικές υπηρεσίες που του παρασχέθηκαν. Όταν εμφανίσθηκαν μετεγχειρητικές επιπλοκές, του προσφέρθηκε μια νέα χειρουργική θεραπεία για να θεραπεύσει το πρόβλημα αλλά αρνήθηκε. Επιπλέον, εκδόθηκε απόφαση υπέρ της αναβολής της στρατιωτικής του θητείας, αφού οι γιατροί είχαν διαπιστώσει ότι δεν ήταν πλέον κατάλληλος.

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο θεωρεί ότι το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο δεν αποκαλύπτει την παράλειψη του κράτους να εκπληρώσει την υποχρέωσή του να προστατεύσει τη σωματική ακεραιότητα του προσφεύγοντος.

Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της Σύμβασης.

ΙΙ. ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6

Στηριζόμενη στο άρθρο 6 § 1 της Σύμβασης, ο προσφεύγων παραπονείται για έλλειψη ανεξαρτησίας και αμεροληψίας των δικαστών του Ανωτάτου Διοικητικού Στρατιωτικού Δικαστηρίου.

Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι έχει ήδη εξετάσει την ίδια αιτίαση σε προγενέστερη απόφασή του Tanisma κατά Τουρκίας και ότι έχει διαπιστώσει παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης, διότι οι δύο αξιωματικοί που συμμετείχαν ως δικαστές  στο Ανώτατο Δικαστήριο δεν ήταν στρατιωτικοί δικαστές αλλά  αξιωματικοί του στρατού που δεν είχαν επαρκείς εγγυήσεις ανεξαρτησίας.

Στην υπόθεση Tanisma το Στρασβούργο είχε κρίνει ότι  τα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου που είναι στρατιωτικοί από τις τάξεις του στρατού, παραμένουν στην υπηρεσία του στρατού, ο οποίος διέπει όλα τα θέματα που σχετίζονται με την αμοιβή τους, τα κοινωνικά τους δικαιώματα και την επαγγελματική του προαγωγή. Ο διορισμός τους προτείνεται από τους προϊσταμένους τους και δεν απολαμβάνουν ακριβώς τις ίδιες συνταγματικές εγγυήσεις που προβλέπονται για τα άλλα τρία μέλη που είναι στρατιωτικοί δικαστές. Κατά συνέπεια, το ΕΔΔΑ είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το Ανώτατο Δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως ανεξάρτητο και αμερόληπτο.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης.

Το Στρασβούργο  επιδίκασε στον προσφεύγοντα το ποσό 1.500 ευρώ για ηθική  βλάβη(επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες