Τα όρια κριτικής στους δικαστές και της ελευθερίας έκφρασης των δικηγόρων εκτός ακροατηρίων

Aπόφαση:

MORICE κατά Γαλλίας, 23.04.2015, Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης, (Αρ. Προφυγής 29369/10), δημοσιευμένη στο ΝοΒ (2015) 63, σελ.1835-1857, με σχόλιο του Βασίλη Χειρδάρη

Περίληψη :

Η ελευθερία της έκφρασης εφαρμόζεται όχι μόνο σε «πληροφορίες» ή «ιδέες» οι οποίες γίνονται ευμενώς αποδεκτές ή θεωρούνται αβλαβείς ή αδιάφορες, αλλά και σε εκείνες που προσβάλλουν, σοκάρουν ή ενοχλούν.

Κριτική κατά των δικαστών. Η δικαστική εξουσία και οι δικαστές ανήκουν στον χώρο του δημόσιου συμφέροντος και υποχρεούται να ανέχονται σκληρή κριτική, εφόσον αυτή στηρίζεται σε μία επαρκή πραγματική βάση. Τα δικαστήρια σε μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να εμπνέουν εμπιστοσύνη όχι μόνο στους κατηγορουμένους, όσον αφορά τις ποινικές διαδικασίες, αλλά και στο ευρύ κοινό.Οι δικαστές αποτελούν μέρος ενός θεμελιώδους θεσμικού οργάνου και οφείλουν να υπόκεινται σε προσωπική κριτική, ευρύτερη των απλών πολιτών, εντός των επιτρεπόμενων ορίων, και όχι μόνο με ένα θεωρητικό και γενικό τρόπο.

Ελευθερία έκφρασης των δικηγόρων σε κριτική κατά δικαστών.Οι δικηγόροι διαθέτουν κεντρική θέση στην απονομή της δικαιοσύνης καθώς λειτουργούν ως μεσάζοντες μεταξύ του κοινού και των δικαστηρίων. Οι δικηγόροι έχουν δικαίωμα να σχολιάζουν δημόσια την απονομή της δικαιοσύνης και να υπερασπίζονται τον πελάτη τους στα ΜΜΕ, με την προϋπόθεση ότι η κριτική τους δεν υπερβαίνει τα συγκεκριμένα όρια της αξιοπρέπειας, της εντιμότητας, και χωρίς να υπάρχει ένα ίχνος πραγματικής βάσης. Η χρήση ενός τόνου που δεν ήταν προσβλητικός, αλλά καυστικός, ή ακόμα και σαρκαστικός, στα σχόλια αναφορικά με τους δικαστές, θεωρήθηκε από το ΕΔΔΑ ότι είναι σε αρμονία με το δικαίωμά τους στην ελευθερία της έκφρασης. Ο δικηγόρος θα πρέπει να εφιστά την προσοχή του κοινού σε ενδεχόμενες αδυναμίες του συστήματος της δικαιοσύνης, το δε δικαστικό σώμα μπορεί να επωφεληθεί από μια εποικοδομητική κριτική.

Αμεροληψία δικαστηρίου. Ο οποιοσδήποτε δικαστής για τον οποίο υπάρχει νόμιμος λόγος ανησυχίας σχετικά με την έλλειψη αμεροληψίας του πρέπει να εξαιρεθεί.Η δικαιοσύνη δεν πρέπει μόνο να απονέμεται, θα πρέπει επίσης να φαίνεται ότι απονέμεται.Τα δικαστήρια σε μια δημοκρατική κοινωνία θα πρέπει να εμπνέουν στο κοινό εμπιστοσύνη. Δικαστής του ΑΠ που είχε ευνοήσει δικαστή σε παλιά πειθαρχική διαδικασία οφείλει να απόσχει των καθηκόντων του σε δίκη που συμμετέχει αυτός ο δικαστής ως διάδικος, έστω και εάν έχουν περάσει πολλά χρόνια.

Ρόλος της αναίρεσης. Κρίσιμος είναι ο ρόλος της διαδικασίας αναίρεσης, η οποία έχει καθοριστικές συνέπειες για τον κατηγορούμενο, διότι αν η υπόθεση αναιρεθεί θα μπορείνα εξεταστεί η υπόθεσή του από άλλο δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την εκ νέου εξέταση τόσο των πραγματικών, όσο και των νομικών περιστατικών (Άρθρα 6 § 1, 10 ΕΣΔΑ).

 

ΣΧΟΛΙΟ

Τα όρια κριτικής στους δικαστές και της ελευθερίας έκφρασης των δικηγόρων εκτός ακροατηρίων

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου[1] στις υποθέσεις που έχουν ως αντικείμενο την κριτική κατά δικαστών και της δικαστικής εξουσίας ή λειτουργίας[2] είναι εξαιρετικά προσεκτικό και έχει επιδείξει μέχρι πρόσφατα σχετικά αντιφατική νομολογία και μια σχεδόν συντηρητική νομολογιακή προσέγγιση στις κρίσεις του που συνέδεαν την κριτική σε δικαστές με την προστατευτική εμβέλεια του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ, που κατοχυρώνει την ελευθερία της έκφρασης.

Είναι γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει ασχοληθεί σε αρκετές υποθέσεις με περιπτώσεις δυσφήμισης των μελών του δικαστικού σώματος σε σχέση με παρεμβολές στο δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης των προσφευγόντων. Σε μερικές υποθέσεις[3], οι οποίες αφορούσαν δυσφημιστικές επικρίσεις κατά δικαστών, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επέδειξε απροθυμία στην διαπίστωση παραβίασης του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ.

Σε αρκετές όμως υποθέσεις το ίδιο Δικαστήριο διαπίστωσε παραβιάσεις στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης και δη των δικηγόρων[4] για δηλώσεις ή εκφράσεις κατά δικαστών. Η υπόθεση Κυπριανού κατά Κύπρου[5] του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης ήταν εξαιρετικά προστατευτική και ενδεικτική της προστασίας της ελευθερίας έκφρασης των συνηγόρων υπεράσπισης παρά την ασυνήθιστη οξύτητα των εκφράσεων του δικηγόρου Κυπριανού κατά των δικαστών στο ακροατήριο ποινικού δικαστηρίου.

Η σχολιαζομένη απόφαση του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης επαναδιατυπώνει την πάγια θέση του Στρασ­βούργου[6] για την έκταση της προστατευτικής εμβέλειας του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης. Αναφέρει με κατηγορηματικό τρόπο ότι το θεμελιώδες δικαιώμα αυτό εφαρμόζεται όχι μόνο σε αυτές τις πληροφορίες ή ιδέες που γίνονται εύκολα αποδεκτές ή θεωρούνται αδιάφορες ή αβλαβείς αλλά και σε εκείνες που προσβάλλουν, σοκάρουν ή ενοχλούν. Το εύρος αυτό της εφαρμογής του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης αποτελεί συστατικό στοιχείο της «δημοκρατικής κοινωνίας» και η διεύρυνση των ορίων των πληροφοριών, απόψεων ή ιδεών αποτελούν κατά το ΕΔΔΑ απαιτήσεις του πλουραλισμού, της ανεκτικότητας και της ευρύτητας του δημοκρατικού πνεύματος[7].

H ίδια απόφαση ασχολείται επισταμένα με την κριτική του δικαστικού συστήματος, της δικαστικής λειτουργίας, των δικαστηρίων και των δικαστών. Οι διατυπώσεις της ομόφωνης σχολιαζομένης απόφασης δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών ή διαφορετικής ερμηνευτικής προσέγγισης. Τοποθετεί την λειτουργία του δικαστικού συστήματος στα πλαίσια των θεμάτων δημοσίου συμφέροντος, ακόμα δε και για ζητήματα εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων[8]. Η κρίση αυτή εντάσσει το όλο δικαστικό σύστημα, δηλ. τον τρόπο δικαστικής λειτουργίας και τους δικαστές, στο πλαίσιο του δημοσίου συμφέροντος και επομένως εντάσσεται η δικαστική εξουσία στο κάδρο αυτού του πλαισίου, όπου οι δικαστές υποχρεούνται να ανέχονται όχι μόνον την συνήθη κριτική αλλά και αυτή βαρύτερου και δριμύτερου επιπέδου που έχει χαρακτήρα σκληρότητας[9], εχθρικότητας και επιθετικότητας[10]. Ετσι σε αντίστοιχο επίπεδο η ελευθερία έκφρασης των ασκούντων κριτική στη δικαστική λειτουργία και στα πρόσωπά της τους επιτρέπει να εξασφαλίζουν ένα υψηλότερο επίπεδο προστασίας του δικαιώματός τους αυτού[11], όπου το κράτος διαθέτει ιδιαίτερα στενό περιθώριο εκτίμησης, ώστε να επιτρέπεται να επιβάλει δικαιολογημένους περιορισμούς στο δικαίωμα αυτό.

Κατά την απόφαση του ΕΔΔΑ ο ρόλος του δικαστικού σώματος είναι ιδιαίτερα σημαντικός στην κοινωνία. Αφενός μεν αποτελεί απαραίτητο θεσμικό όργανο σε μια δημοκρατική κοινωνία και αφετέρου αποτελεί τον εγγυητή της δικαιοσύνης, που είναι θεμελιώδης αξία σε ένα κράτος δικαίου.

Το Δικαστικό σώμα όμως δεν έχει μόνο προνομιακή θέση στην κοινωνία με αναγνωρίσιμο ρόλο αλλά έχει και υποχρεώσεις δημοκρατικής αποδεξιμότητας. Το Στρασβούρ­γο απαιτεί από τους δικαστές να χαίρουν της εμπιστοσύνης όχι μόνο των διαδίκων αλλά και του κοινού. Η διατύπωση μάλιστου που κάνει το ΕΔΔΑ στις §§ 129-130 της σχολιαζομένης απόφασης διευρύνει το κοινό αυτό και το προσδιορίζει ως «ευρύ». Έτσι τονίζει ότι η αυθεντία της δικαστικής εξουσίας δεν αποτελεί εξουσιαστικό δικαστικό προνόμιο αλλά υποχρέωση αποδεξιμότητας από το ευρύ κοινό των δικαστών, την ικανότητα των οποίων το κοινό πρέπει να σέβεται και να εμπιστεύεται. Επίσης τοποθετεί το ευρύ κοινό σε ρόλο κριτή της δικαστικής εξουσίας, αφού η τελευταία πρέπει να δημιουργεί πλαίσιο εμπιστοσύνης, ώστε να εμπνέει το κοινό με την ίδια εμπιστοσύνη που οφείλει να εκπέμπει!

Έτσι το ΕΔΔΑ μέσω της ερμηνευτικής του προσέγγισης δημιουργεί στο δικαστικό σώμα μια επιπρόσθετη προυπόθεση δημοκρατικής νομιμοποίησης μέσω της εκπεμπομένης εμπιστοσύνης προς το ευρύ κοινό. Σε συμπλήρωση αυτού οι δικαστές, κατά το Στρασβούργο, όταν ενεργούν υπό την δικαστική τους ιδιότητα, υπόκεινται σε ευρύτερη και αυστηρότερη κριτική σε σχέση με τους απλούς πολίτες, αφού λειτουργούν μέσα στα πλαίσια του δημοσίου συμφέροντος. Το επιτρεπτό πλαίσιο της κριτικής αυτής περιλαμβάνει σχολιασμό των αποφάσεων και ενεργειών τους, που μπορεί να είναι αυστηρός, σκληρός ακόμα και καυστικός, ειρωνικός ή σαρκαστικός[12], υπό προυποθέσεις, όπως θα αναφερθεί παρακάτω.

Άραγε μπορεί ο καθένας να ασκεί κριτική στη δικαστική εξουσία ή να προβαίνει σε δηλώσεις εναντίον των δικαστών με σκοπό την συκοφάντηση, την εξύβριση ή την δυσφήμισή τους; Και εάν είναι επιτρεπτό αυτό θα ήταν δίκαιο για ένα τόσο σπουδαίο θεσμό, που στηρίζει την δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου; Το ΕΔΔΑ δίνει αβίαστα την απάντηση. Είναι απολύτως αναγκαίο να προστατευθεί το δικαστικό σώμα από επιζήμιες και αβάσιμες επιθέσεις, ιδίως λόγω του γεγονότος ότι οι δικαστές έχουν καθήκον διακριτικότητας, που αποκλείει την απάντηση στις επικρίσεις[13]. Η προστασία των δικαστών όμως δεν πρέπει να γίνεται μέσω μηνύσεων ή εγκλήσεων κατά των επιτιθεμένων ή ασκούντων κριτική εναντίον τους, αφού κατά το ΕΔΔΑ αυτοί κατέχουν δεσπόζουσα θέση λόγω της ιδιότητάς τους και απαιτείται για το λόγο αυτό να εμφανίζουν αυτοσυγκράτηση[14] σε προσφυγές σε ποινικές διαδικασίες.

Το ΕΔΔΑ προβαίνει σε μία διάκριση μεταξύ των δηλώσεων που γίνονται κατά δικαστών σχετικά με ένα πραγματικό γεγονός ή εάν αφορούν αξιολογικές κρίσεις. Οι τελευταίες δεν επιδέχονται απόδειξη και δε μπορεί κάποιος να καταδικαστεί για τις αξιολογικές του κρίσεις, αφού αυτές προστατεύονται από τον στενό πυρήνα της ελευθερίας της έκφρασης που κατοχυρώνεται από  το  άρθρο  10  της ΕΣΔΑ[15]. Όταν όμως οι δηλώσεις ή εκφράσεις περιέχουν αναφορές σε γεγονότα, η αναλογικότητα της παρέμβασης θα εξαρτηθεί από εάν αυτά περιλαμβάνουν μια επαρκή «πραγματική βάση» ή όχι. Αν δεν υπάρχει αυτή τότε οι δηλώσεις ή εκφράσεις μπορούν να αποδειχθούν υπερβολικές[16] και μία εύλογη τιμωρία να μην παραβιάζει το δικαίωμα του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ, αν υπάρχει όμως έστω κάποια πραγματική βάση, τότε η ποινική τιμωρία θα αποτελεί δυσανάλογη παρέμβαση στο θεμελιώδες δικαίωμα ελευθερίας της έκφρασης και παραβίαση του άρθρου 10 της Σύμβασης.

Κατά το Δικαστήριο του Στρασβούργου, οι δικηγόροι κατέχουν κεντρική θέση στην απονομή της δικαιοσύνης, αφού αποτελούν τους μεσάζοντες ανάμεσα στα δικαστήρια και στο κοινό. Οφείλουν και αυτοί να χαίρουν της εμπιστοσύνης του κοινού[17], το οποίο πρέπει να εμπιστεύεται τους δικηγόρους στην ικανότητα άσκησης του επαγγέλματός τους[18]. Ως εκ τούτου οφείλουν να εμφανίζουν σοβαρή επαγγελματική συμπεριφορά, διακριτική, έντιμη, ακέραιη και αξιοπρεπή[19], ώστε να ανταποκρίνονται στις αξιώσεις του λειτουργήματός τους.

Η ελευθερία της έκφρασης, κατά την σχολιαζομένη απόφαση, σχετίζεται με την ανεξαρτησία του δικηγορικού επαγγέλματος και είναι σύμφυτη με αυτό. Το Δικαστήριο εκτιμά ότι η ελευθερία της έκφρασης των δικηγόρων είναι ζωτικής και καθοριστικής σημασίας για την αποτελεσματική λειτουργία της δικαιοσύνης[20]. Η ελευθερία της έκφρασης στην προκειμένη περίπτωση δεν περιλαμβάνει μόνον την ουσία των ιδεών και των πληροφοριών αλλά επεκτείνεται και στην μορφή[21] με την οποία μεταφέρονται αυτές. Οι δικηγόροι επομένως έχουν δικαίωμα να σχολιάζουν δημόσια την απονομή της δικαιοσύνης τόσο εντός των αιθουσών των δικαστηρίων, όσο και εκτός, με την προϋπόθεση ότι η κριτική τους δεν ξεπερνά ορισμένα όρια.Μεταξύ των ορίων αυτών βρίσκονται στους συνήθεις περιορισμούς στην συμπεριφορά ως μελών του δικηγορικού συλλόγου, με ιδιαίτερη αναφορά στην «αξιοπρέπεια», την «τιμή» την «ακεραιότητα» και το «σεβασμό για τη δίκαιη απονομή της δικαιοσύνης».

Το ΕΔΔΑ όμως προβαίνει και για πρώτη φορά σε στάθμιση μεταξύ του εύρους προστασίας της ελευθερίας έκφρασης των δικηγόρων και σε αυτό των δημοσιογράφων. Αποφαίνεται ότι δεν μπορεί να ταυτοποιείται το μέγεθος προστασίας μεταξύ των δύο λειτουργημάτων και οι δικηγόροι δεν μπορούν να εξισωθούν με τους δημοσιογράφους, όπως ισχυρίζεται η CCBE, δεδομένου ότι οι δικηγόροι εκφράζουν απόψεις της μίας πλευράς των διαδίκων ενώ οι δημοσιογράφοι είναι τρίτοι ανεξάρτητοι παρατηρητές των γεγονότων και ενημερώνουν από διαφορετική θέση και ιδιότητα το κοινό.

Όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης των δικηγόρων εντός των αιθουσών των δικαστηρίων, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι το εύρος του δικαιώματός τους αυτού εκεί είναι ευρύτερο και επεκτείνεται σε μία ελεύθερη, ακόμα και έντονη ανταλλαγή επιχειρημάτων και αντιπαραθέσεων μεταξύ των διαδίκων. Στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνεται και η εναντίωση ή η έκφραση παραπόνων στη συμπεριφορά ή σε ενέργειες δικαστών ή εισαγγελέων. Επιτρέπεται ακόμα και η πολύ έντονη κριτική κατά την εκδίκαση των υποθέσεων από τον συνήγορο υπεράσπισης, ακόμα δε και η χρήση μη κατάλληλων για την περίσταση λέξεων ή όρων, εφόσον εντάσσονται στα πλαίσια της υπεράσπισης του πελάτη τους. Το πλαίσιο της υπεράσπισης του δικηγόρου περιλαμβάνει και το καθήκον, κατά το ΕΔΔΑ, του συνηγόρου να υπερασπιστεί τα δικαιώματα του πελάτη του με «ζήλο», που αναμφίβολα περιλαμβάνει την ένταση και την δυναμική υπερασπιστική αντιμετώπιση των συμφερόντων του πελάτη.

Όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης των δικηγόρων εκτός των αιθουσών των δικαστηρίων, το Στρασβούργο με την απόφαση αυτή,ερμηνεύοντας την Σύμβαση με τα σύγχρονα δεδομένα, έχει ενισχύσει ακόμα περισσότερο το δικαίωμα των δικηγόρων να υπερασπίζονται τους πελάτες τους και μέσω του τύπου ή των ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Ο δικηγόρος δικαιούται να ενημερώσει το κοινό σχετικά με τις ελλείψεις των διαδικασιών στη δικαιοσύνη και να επιστήσει την προσοχή του σε ορισμένα προβλήματα που σχετίζονται με τη λειτουργία της διακιοσύνης, το δικαστικό δε σώμα μπορεί ακόμη και να επωφεληθεί από την «εποικοδομητική κριτική» των δικηγόρων, και ως εκ τούτου δηλώσεις και κρίσεις για το δικαστικό σύστημα, που στηρίζονται σε επαρκή πραγματική βάση, θα πρέπει να προστατεύονται σύμφωνα με το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Αυτό ισχύει, σύμφωνα με το Στρασβούργο, ακόμη και όταν σκληρή κριτική και καταγγελίες εγείρουν αμφιβολίες σχετικά με την ακεραιότητα των δικαστών. Στον δικηγόρο επιτρέπεται στις δηλώσεις του για τους δικαστές ακόμα και η χρήση καυστικού ή και σαρκαστικού σχολίου.

Ομως οι δικηγόροι δεν μπορούν να προβαίνουν σε διατύπωση σχολίων για καταστάσεις που δεν περιέχουν ίχνος πραγματικής βάσης ή τα σχόλια είναι εμφανώς παραπλανητικά ή αποτελούν αδικαιολόγητες προσωπικές επιθέσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν ισχύει η προστευτική ομπρέλα του άρθρου 10.

Τέλος ως προς το απόρρητο μιας δικαστικής έρευνας, ο δικηγόρος δεν μπορεί να τιμωρηθεί, αν αυτός προβαίνει σε διατύπωση προσωπικών σχολίων για πληροφορίες που είναι ήδη γνωστές σε δημοσιογράφους, ούτε είναι ο ίδιος υπεύθυνος για την μορφή μιας συνέντευξης ή μιας εκπομπής, όταν η επιμέλειά τους ανήκει σε τρίτο δημοσιογράφο[22].

Η ισχυρή έμφαση του Στρασβούργου στην παρουσιαζομένη υπόθεση στην ελευθερία της έκφρασης των δικηγόρων και η συμμετοχή τους σε δημόσιες συζητήσεις σχετίζεται ειδικά με την προώθηση της ανάπτυξης της ταυτότητας και του ρόλου του δικηγόρου στην κοινωνία. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς για όλη την Ευρώπη και σε μια εποχή που τα ατομικά δικαιώματα εμφανίζονται σε οπισθοπορεία, είναι αισιόδοξη η ερμηνευτική προσέγγιση του Ευρωπαικού Δικαστηρίου για την επέκταση της ελευθερίας της έκφρασης για τους δικηγόρους. «Είναι μια μεγάλη νίκη για το δικηγορικό επάγγελμα» δήλωσε ο Γάλλος δικηγόρος κ. Morice στην εφημερίδα Le Monde μετά την έκδοση της απόφασης αυτής. Θα έλεγα ότι η απόφαση αυτή δεν είναι μόνο μια νίκη των δικηγόρων αλλά μια νίκη των ευρωπαίων πολιτών που θα μπορούν να έχουν υπερασπιστές που δεν θα φοβούνται και θα μπορούν να τους υπερασπιστούν δυναμικά και ελεύθερα, ώστε να έχουν σε κάθε υπόθεση μια πραγματικά δίκαιη δίκη.

 

[1]        Τ. Σταυρινάκη σε «Ευρωπαική σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», επιμ. Λίνου – Αλέξανδρου Σισιλιάνου, εκδ. ΝΟΜΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ, 2013, σελ. 427επ.

[2]        Β. Χειρδάρης «Συκοφαντικές δυσφημίσεις και κριτική κατά Δικαστών» σε «Ευρωπαική Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου & Ποινικό Δίκαιο», επιμ. Λ. Κοτσαλή. Εκδ. ΝΟΜΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ, 2014, σελ. 832επ.

[3]        . βλ. αποφάσεις Perouzzi κατά Ιταλίας της 30.06.15, Barfod  κατά Δανίας, Prager και Oberschlick κατά Αυστρίας της 26.04. 1995, Schöpfer κατά Ελβετίας της 20.05.1998, Hrico κατά Σλοβακίας της 20.07.2004, Perna κατά Ιταλίας (Τμήμα Ευρείας Συνθέσης) της 06.05.2003 και Karpetas κατά Ελλάδας της 30.10.2012.

[4]        . βλ. αποφάσεις Gouveia Gomes Fernandes και Freitas e Costa κατά Πορτογαλίας της 20.03.2011, Κυπριανού κατά Κύπρου της 15.12.2005 (Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης), Foglia κατά Ελβετίας της 13.12.2007, Kabanov κατά Ρωσίας της 03.02.2011, Mor κατά Γαλλίας αρ. προσφ. 28198/09 και Ümit Bilgic κατά Τουρκίας της 03.09.2013.

[5]        . Της 15.12.2005 αριθ. προσφυγής 73797/01.

[6]        . Βλ. απόφαση Animal Defenders International κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 22.04.2013 (αριθ. προσφ. 48876/08, § 100).

[7]        . Βλ. § 124 (i) της απόφασης.

[8]        . βλ. και αποφάσεις ΕΔΔΑ: Dumas κατά Γαλλίας της 15.07. 2010, § 43, και Gouveia Gomes Fernandes και Freitas e Costa κατά Πορτογαλίας της 20.03.2011, § 47.

[9]        . Βλ. απόφαση ΕΔΔΑ: Thoma κατά Λουξεμβούργου, αριθ. προσφ. 38432/97, § 57

[10]      . Βλ. απόφαση ΕΔΔΑ: Ε.Κ. κατά Τουρκίας της 07.02.2002, §§ 79-80.

[11]      . Βλ. απόφαση ΕΔΔΑ: Paturel κατά Γαλλίας της 22.12.2005, § 42.

[12]      . Απόφαση ΕΔΔΑ: Gouveia Gomes Fernandes και Freitas e Costa κατά Πορτογαλίας της 20.03.2011, § 48.

[13]      . Βλ. αποφάσεις ΕΔΔΑ: Prager και Oberschlick κατά Αυστρίας της 26.04.1995, § 34, Karpetasκατά Ελλάδας της 30.10.2012, § 68, Τζιοβάνι κατά Ιταλίας της 09.07.2013, § 71.

[14]      . Βλ. αποφάσεις μεταξύ άλλων : Otegi Montragon κατά Ισπανίας, § 58, Ozturk κατά Τουρκίας της 28.09.1999, § 66, Lehideux & Isorni κατά Γαλλίας της 23.09.1998, § 57.

[15]      . De Haes & Gijsels κατά Βελγίου της 24.02.1997, § 42.

[16]      . Oberschlick κατά Αυστρίας της 01.07.1997, § 33, Brasilier κατά Γαλλίας της 11.04.2006, § 36.

[17]      . Schöpfer κατά Ελβετίας της 20.05. 1998, §§ 29-30, Nikula κατά Φινλανδίας, αριθ. 31611/96, § 45, ΕΔΔΑ 2002-II, υπόθεση Amihalachioaie κατά Μολδαβίας, αριθ. 60115/00, § 27, André και άλλοι κατά Γαλλίας, αριθ. 18603/03, § 42.

[18]      . Κυπριανού κατά Κύπρου της 15.12.2005, § 175.

[19]      . Βλ. Andre κατά Γαλλίας της 24.07.2008, § 42, Van der Mussele κατά Βελγίου της 23.11.1983.

[20]      . Βλ. απόφαση Stalkowska κατά Πολωνίας της 22.03.07 § 111.

[21]      . Foglia κατά Ελβετίας της 13.12.2007, § 85.

[22]      . Foglia ο.π., § 97.


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες