Η διαφορετική αντιμετώπιση στην ισόβια κάθειρξη γυναικών, ανηλίκων και ατόμων άνω των 65 ετών (στους οποίους δεν επιβάλλεται) σε σχέση με τους άνδρες μέχρι 65 ετών (όπου επιβάλλεται) δεν συνιστά διακριτή μεταχείριση.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Khamtokhu και Aksenchik κατά Ρωσίας (αριθμ. προσφ. 60367/08) 24-1-2017

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ισόβια κάθειρξη. Απαγόρευση διακρίσεων. Δεν αποτελεί κατά το Στρασβούργο διάκριση κατ΄ άρθρο 14 της ΕΣΔΑ η θεσμοθετημένη επιβολή ισόβιας κάθειρξης για σοβαρά αδικήματα όταν ο δράστης είναι ενήλικας άνδρας, ενώ για τα ίδια αδικήματα δεν επιβάλλεται η ίδια ποινή όταν δράστης είναι γυναίκα, ανήλικος ή όταν είναι άνδρας άνω των 65 ετών. Η αιτιολόγηση της εν λόγω διαφορετικής μεταχείρισης, στηριζόμενη στις αρχές της δικαιοσύνης και του ανθρωπισμού, που απαιτούν η ποινική κατασταλτική  πολιτική να λάβει  υπόψη την ηλικία και τα «φυσιολογικά χαρακτηριστικά» διαφόρων κατηγοριών παραβατών, είναι νόμιμη και συμβατή με την ΕΣΔΑ.

ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Σημαντική η απόφαση αυτή. Το Στρασβούργο θεωρεί ότι δεν αποτελεί απαγορευτική διάκριση η ευνοϊκή μεταχείριση των γυναικών, των ανηλίκων και των ηλικιωμένων ανδρών άνω των 65 ετών σε σχέση με τους ενήλικες άνδρες από 18 μέχρι 65 ετών, στους οποίους επιβάλλεται η ισόβια κάθειρξη για τα σοβαρότερα αδικήματα, σε αντίθεση με τους ανήκοντες στην πρώτη κατηγορία, στους οποίους δεν επιβάλλεται. Δηλ. εάν ο δράστης ανθρωποκτονίας είναι άνδρας 65 ετών του επιβάλλεται ισόβια κάθειρξη ενώ εάν είναι 65 ετών και μία ημέρα δεν του επιβάλλεται!

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 5

Άρθρο 14

 

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες, Alsan Bachmizovich Khamtokhu και Artyom Aleksandrovich Aksenchik, είναι Ρώσοι υπήκοοι, γεννημένοι το 1970 και το 1985 αντίστοιχα. Σήμερα εκτίουν  ποινές ισόβιας κάθειρξης στην Περιφέρεια Yamalo- Nenetskiy, μετά την καταδίκη τους για σοβαρά εγκλήματα.

Ο κ. Khamtokhu κρίθηκε ένοχος τον Δεκέμβριο του 2000 για πολλαπλές παραβάσεις, όπως η απόδραση από τις φυλακές, διακεκριμένη επίθεση κατά αστυνομικών και για παράνομη κατοχή πυροβόλων όπλων. Η καταδίκη του επικυρώθηκε αμετάκλητα.

Ο κ Aksenchik κρίθηκε ένοχος για 3 ανθρωποκτονίες, τον Απρίλιο του 2010. Η καταδίκη του επικυρώθηκε αμετάκλητα.

Και οι δύο άνδρες καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη, βάσει του άρθρου 57 του ρωσικού Ποινικού Κώδικα που προβλέπει ότι μπορεί να επιβληθεί ποινή ισόβιας κάθειρξης για ορισμένα ιδιαίτερα σοβαρά αδικήματα. Ωστόσο, η ίδια διάταξη απαγορεύει να επιβάλλονται ποινές ισόβιας κάθειρξης στις γυναίκες, σε άτομα κάτω των 18 ετών όταν διαπράχθηκε το αδίκημα  ή σε άτομα άνω των 65 ετών όταν εκδόθηκε η απόφαση.

Στις προσφυγές  τους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται ότι, ως ενήλικοι άντρες που εξέτιαν  ισόβια ποινή, είχαν υποστεί διακρίσεις σε σύγκριση με άλλες κατηγορίες καταδίκων που απαλλάσσονταν από ισόβια κάθειρξη από το νόμο. Αυτοί επικαλέστηκαν  το άρθρο 5 (δικαίωμα στην ελευθερία και στην ασφάλεια) σε συνδυασμό με το άρθρο 14 (απαγόρευση των διακρίσεων) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι, προκειμένου να υπαχθεί ένα  ζήτημα στη σφαίρα του άρθρου 14 έπρεπε να υπάρχει διαφορετική  μεταχείριση ατόμων σε ανάλογες ή σχετικά παρόμοιες καταστάσεις. Μια τέτοια διαφορετική μεταχείριση έχει χαρακτήρα διακρίσεων αν δεν είχε καμία αντικειμενική και λογική αιτιολόγηση.

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι στους προσφεύγοντες είχε αποδοθεί ισόβια ποινή κάθειρξης, ενώ για τις γυναίκες, ανήλικους και για τους παραβάτες ηλικίας 65 ετών και άνω, οι οποίοι καταδικάστηκαν για τα ίδια ή παρόμοια αδικήματα, δεν επιδικαζόταν η ποινή της ισόβιας κάθειρξης σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία. Ακολούθως, οι προσφεύγοντες βρίσκονταν σε ανάλογη κατάσταση με όλους τους άλλους παραβάτες, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί για τα ίδια ή παρόμοια αδικήματα, και μεταχειρίστηκαν με τρόπο διαφορετικό, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία και το φύλο.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αιτιολόγηση της εν λόγω διαφορετικής μεταχείρισης, δηλαδή η προώθηση των αρχών της δικαιοσύνης και του ανθρωπισμού (οι οποίες απαιτούσαν η ποινική καταδικαστική πολιτική να λάβει  υπόψη την ηλικία και τα «φυσιολογικά χαρακτηριστικά» διαφόρων κατηγοριών παραβατών), ήταν νόμιμη.

Επιπλέον, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν  για την επίτευξη των αρχών της δικαιοσύνης και του ανθρωπισμού, δηλαδή η εξαίρεση ορισμένων κατηγοριών  παραβατών από την ισόβια κάθειρξη, ήταν ανάλογα.

Καταλήγοντας στο συμπέρασμα αυτό, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη την πρακτική λειτουργία της ισόβιας κάθειρξης στη Ρωσία, τόσο ως προς τον τρόπο επιβολής της αλλά και στη δυνατότητα μεταγενέστερης επανεξέτασης και αναθεώρησης. Επανέλαβε ότι η επιβολή ποινής ισόβιας κάθειρξης σε ενήλικο δράστη για ένα ιδιαίτερα σοβαρό έγκλημα δεν ήταν από μόνη της απαγορευτική ή μη συμβατή με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση και σημείωσε ότι η επιβολή της ισόβιας κάθειρξης προβλέπονταν  στο ρωσικό ποινικό κώδικα μόνο για ιδιαίτερα σοβαρά εγκλήματα. Το Δικαστήριο κρίνει ότι οι προσφεύγοντες είχαν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη μετά από κατ’ αντιμωλία δίκη και η απόφαση είχε στηριχθεί επί των συγκεκριμένων  πραγματικών  περιστατικών των υποθέσεών τους και οι ποινές τους ήταν αποτέλεσμα της εξατομικευμένης εφαρμογής του ποινικού δικαίου από το δικαστήριο. Επιπλέον, θα έχουν την δυνατότητα για πρόωρη αποφυλάκιση μετά την έκτιση των 25 ετών της ποινής τους υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν πλήρως συμμορφωθεί με τους κανονισμούς της φυλακής τα προηγούμενα 3 χρόνια.

Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν απολύτως φυσικό οι εθνικές αρχές, των οποίων καθήκον ήταν να εξετάζουν τα συμφέροντα της κοινωνίας στο σύνολό της, να έχουν σημαντικά περιθώρια ελιγμών («περιθώριο εκτίμησης») κατά τη λήψη αποφάσεων σε θέματα όπως είναι οι διαδικασίες των ποινών. Ρόλος του Δικαστηρίου δεν είναι να αποφασίσει την κατάλληλη διάρκεια της κράτησης που ισχύει για ένα συγκεκριμένο αδίκημα ή να αποφαίνεται επί της κατάλληλης διάρκειας της κράτησης ή άλλης ποινής η οποία θα πρέπει να εκτίεται από άτομο μετά από καταδίκη του.

Ένας από τους παράγοντες για τον προσδιορισμό της έκτασης αυτού του περιθωρίου ελιγμών βασίζονταν αν υπήρχε ή όχι συναίνεση στο ευρωπαϊκό πλαίσιο σχετικά με την επιβολή της ισόβιας κάθειρξης. Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι υπήρχε συναίνεση να μην επιβληθεί ισόβια κάθειρξη στους ανήλικους παραβάτες σε όλα τα συμβαλλόμενα κράτη, χωρίς εξαίρεση, και να προβλεφθεί μια μεταγενέστερη επανεξέταση σε όσες δικαιοδοσίες το προέβλεπαν για ενήλικες παραβάτες. Πέρα από αυτό, όμως, δεν υπήρχε συναίνεση και κοινή γραμμή μεταξύ των συμβαλλομένων κρατών για την ισόβια κάθειρξη. Ορισμένα κράτη μέλη είχαν δημιουργήσει ένα ειδικό καθεστώς για τους παραβάτες που είχαν συμπληρώσει την ηλικία μεταξύ 60 και 65. Άλλα κράτη είχαν αποφασίσει να απαλλάξουν τις γυναίκες οι οποίες εγκυμονούσαν κατά τη στιγμή διάπραξης της αξιόποινης πράξης ή κατά το χρόνο της καταδίκης τους. Ακόμα μια ομάδα κρατών, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, είχε επεκτείνει αυτή την διάταξη σε όλες τις γυναίκες, οι οποίες είχαν καταδικαστεί.

Το Δικαστήριο, δεν μπορούσε να αναγνωρίσει κανένα λόγο ώστε να θεωρηθεί  ότι η σχετική ρωσική νομοθεσία με την εξαίρεση των παραβατών άνω των 65 από την ισόβια κάθειρξη ή άνω δεν ήταν λογικά και αντικειμενικά δικαιολογημένη, δίνοντάς τους έτσι τη δυνατότητα μείωσης της ποινής τους ή των ηλικιωμένων παραβατών.

Αναφορικά με τις προσφυγές των προσφευγόντων σχετικά με τη διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τις γυναίκες παραβάτες, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι υπήρχε ένα δημόσιο συμφέρον όσον αφορά την απαλλαγή των γυναικών παραβατών από την ισόβια κάθειρξη. Σημείωσε ειδικότερα διάφορα ευρωπαϊκά και διεθνή κείμενα στα οποία αναφέρεται η ανάγκη προστασίας των γυναικών από την βία που υφίστανται λόγω του φύλου τους, την κακοποίηση και τη σεξουαλική παρενόχληση στις φυλακές, καθώς και τα στατιστικά στοιχεία που υπέβαλε η κυβέρνηση δείχνουν μια σημαντική διαφορά μεταξύ του συνολικού αριθμού των αντρών και των γυναικών στις φυλακές.

Εν ολίγοις, ελλείψει κοινού εδάφους όσον αφορά την επιβολή της ισόβιας κάθειρξης, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι ρωσικές αρχές δεν είχαν υπερβεί το περιθώριο ελιγμών σχετικά με τα εν λόγω ζητήματα. Πράγματι, ήταν δύσκολο να επικρίνει κανείς τον Ρώσο νομοθέτη για την εξαίρεση ορισμένων ομάδων παραβατών από την ισόβια κάθειρξη, καθώς η εν λόγω απαλλαγή εκπροσωπεί, την πρόοδο της κοινωνίας αναφορικά με το ζήτημα της ποινής

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι επίμαχες απαλλαγές στην προκειμένη περίπτωση δεν αποτελούσαν διακρίσεις κατά την έννοια του άρθρου 14 σε συνδυασμό με το άρθρο 5.

Ως εκ τούτου,  δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 14 της Σύμβασης, σε συνδυασμό με το άρθρο 5, αναφορικά με τη διαφορετική μεταχείριση λόγω ηλικίας ή  φύλου.


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες