Η σχολική βία από νηπιαγωγούς σε μαθητές και η υποχρέωση των κρατικών αρχών για άμεση διερεύνηση τέτοιων φαινομένων

ΑΠΟΦΑΣΗ

V.K. κατά Ρωσίας της 7-3-2017 (αριθμ. προσφ. 68059/13)

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Απάνθρωπη μεταχείριση παιδιού σε νηπιαγωγείο. Η  μητέρα του προσφεύγοντος την περίοδο που το παιδί της ήταν στο νηπιαγωγείο διαπίστωσε συσπάσεις στα μάτια του και την ύπαρξη μιας μελανιάς στον αριστερό του κρόταφο. Οι γονείς του ανήλικοι υπέβαλαν καταγγελίες σε διάφορες αρχές και στην αστυνομία. Η μητέρα  κατήγγειλε στο τοπικό τμήμα εκπαίδευσης το γεγονός ότι χορηγήθηκε στον γιό της θεραπεία για τα μάτια κάνοντας χρήση σωματικής βίας και χωρίς τη γονική συναίνεση. Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, ο γιος της ανέπτυξε νευρικό τικ. Η μητέρα  ζήτησε, λοιπόν, ότι έπρεπε να μεταφερθεί σε άλλο νηπιαγωγείο. Οι αρχές έκαναν δεκτό το αίτημα και όταν ο μικρός βεβαιώθηκε ότι δεν θα επέστρεφε στο ίδιο σχολικό περιβάλλον  αποκάλυψε ότι ήταν θύμα κακομεταχείρισης στο σχολείο. Οι γονείς ξεκίνησαν δικαστικό αγώνα, αλλά η έρευνα διακόπηκε πολλές φορές  και όταν πια ξεκίνησε ήταν αργά γιατί οι κατηγορίες είχαν παραγραφεί.  Το Δικαστήριο  έκρινε ότι το κράτος ήταν υπεύθυνο για την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση του V.Κ. από τους δασκάλους του νηπιαγωγείου, κατά παράβαση του άρθρου 3 που απαγορεύει την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι αρχές είχαν αποτύχει να πραγματοποιήσουν αποτελεσματική ποινική έρευνα σχετικά με τις καταγγελίες κακοποίησης του V.K , κατά παραβίαση του άρθρου 13 της Σύμβασης.

ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Η κακομεταχείριση παιδιού σε σχολείο πρέπει να ερευνάται άμεσα και να μην παραγράφονται τα αδικήματα.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 3

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων, V.Κ., είναι Ρώσος υπήκοος ο οποίος γεννήθηκε το 2001 και ζει στην Αγία Πετρούπολη (Ρωσία).

Την άνοιξη του 2005, οι γονείς του V.Κ. παρατήρησε ότι είχε γίνει νευρικός και δεν επιθυμούσε να πάει στο νηπιαγωγείο, στο οποίο πήγαινε από το προηγούμενο έτος.

Στις 07.11.2005, όταν η μητέρα του τον πήρε από το σχολείο,  η μητέρα του παρατήρησε ότι τα μάτια του γιου της έκαναν συσπάσεις και ότι είχε μια μελανιά στο αριστερό του κρόταφο. Μια δασκάλα, η κα P, της είπε ότι ένα από τα παιδιά είχε μια μόλυνση στα μάτια και για να αποτραπεί η διάδοση του ιού, χορηγήθηκε σε όλα τα παιδιά  αντιβιοτικό κολλύριο. Λίγο μετά ο προσφεύγων εμφάνισε σπασμούς στα μάτια και στο στόμα και εξετάστηκε τόσο από έναν οφθαλμίατρο, ο οποίος δεν παρατήρησε καμία λοίμωξη του οφθαλμού, και από έναν νευρολόγο, ο οποίος διέγνωσε υπερκινητικότητα (κατάσταση υπερβολικής ανησυχίας η οποία επηρεάζει την ικανότητα ελέγχουν της κίνησης του και η οποία οφείλεται κατά κύριο λόγο σε ψυχολογικούς παράγοντες).

Λίγο μετά από το εν λόγω περιστατικό, οι γονείς του V.Κ. υπέβαλλαν καταγγελίες σε διάφορες τοπικές αρχές, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομίας. Στις 16.11.2005 η μητέρα του V.Κ. κατήγγειλε στο τοπικό τμήμα εκπαίδευσης το γεγονός ότι χορηγήθηκε στον υιό της θεραπεία για τα μάτια κάνοντας χρήση σωματικής βίας και χωρίς τη γονική συναίνεση. Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, ο γιος της ανέπτυξε νευρικό τικ. Η μητέρα  ζήτησε, λοιπόν, ότι έπρεπε να μεταφερθεί σε άλλο νηπιαγωγείο.  Η υπηρεσία εκπαίδευσης απάντησε ότι οι καταγγελίες της επιβεβαιώθηκαν εν μέρει, ότι επέπληξε τον διευθυντή του νηπιαγωγείου καθώς και δύο δασκάλες και ότι ο V.K όφειλε να μεταφερθεί σε άλλο νηπιαγωγείο.

Μαθαίνοντας ότι ο ίδιος δεν θα επέστρεφε ξανά στο νηπιαγωγείο, ο V.Κ. είπε στους γονείς του ότι είχε κακομεταχειριστεί από δύο νηπιαγωγούς, την κα Ρ και η κα Κ.. Ισχυρίστηκε συγκεκριμένα ότι σε αρκετές περιπτώσεις το είχαν κλειδώσει στο σκοτάδι, στις τουαλέτες  και του είπαν ότι θα τον έτρωγαν οι αρουραίοι  και τον ανάγκαζαν να στέκεται στην είσοδο του νηπιαγωγείου με το εσώρουχό του, με τα χέρια του παρατεταμένα  για μια μεγάλη χρονική περίοδο και σε μια περίπτωση του έκλεισαν το στόμα με ταινία. Επιπρόσθετα του είπαν ότι σε περίπτωση που τα μαρτυρούσε στους γονείς του θα τον τιμωρούσαν περαιτέρω.

Ο V.Κ. επανέλαβε τα ανωτέρω σχετικά με την υποτιθέμενη κακομεταχείρισή του, όταν ρωτήθηκε στη διάρκεια της επακόλουθης προδικαστικής και ποινικής έρευνας. Οι αρχές εξέτασαν επίσης αρκετούς μάρτυρες κατά τη διάρκεια των εν λόγω διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένων τους ύποπτους  και την νοσοκόμα οι οποίοι αρνήθηκαν κάθε πράξη κακομεταχείρισης, διευθυντές – παλιοί και τωρινοί- του νηπιαγωγείου οι οποίοι δήλωσαν ότι ποτέ κανείς δεν εξέφρασε παράπονα σχετικά με την κα P. και την κα Κ.. Επιπρόσθετα ανακρίθηκαν οι γονείς των παιδιών του νηπιαγωγείου, οι περισσότεροι από τους οποίους δήλωσαν ότι τα παιδιά τους δεν είχαν ποτέ παραπονεθεί  για κάποια κακομεταχείριση και, μια βοηθός δασκάλα και ορισμένοι γονείς, οι οποίοι επιβεβαίωσαν το περιστατικό με τις οφθαλμικές σταγόνες και περιέγραψαν κάποιες από τις τιμωρίες που χρησιμοποιούνταν από τους εκπαιδευτικούς κατά ορισμένων παιδιών στο σχολείο, συμπεριλαμβανομένου του  V.K.

Η προδικαστική έρευνα ξεκίνησε στις 27.10.2006, μετά από καταγγελία που υποβλήθηκε από τους γονείς του V.Κ. Κατά τη διάρκεια των επόμενων δύο ετών και τριών μηνών οι εισαγγελικές αρχές εξέδωσαν 8 αποφάσεις, στις οποίες αρνιόντουσαν να ανοίξουν ποινική έρευνα. Όλες αυτές οι αποφάσεις απορρίφθηκαν καθώς θεωρήθηκαν ελλιπείς.

Το αστυνομικό τμήμα τελικά αποφάσισε να ανοίξει ποινική έρευνα στις 19.01.2009. Πέρα της καταγραφής διαφόρων καταθέσεων μαρτύρων (οι οποίες  αναφέρονται παραπάνω), οι ερευνητές συνέλλεξαν επίσης στοιχεία από ψυχιάτρους και ψυχολόγους. Ειδικότερα, τον Ιανουάριο του 2011 μια ομάδα εμπειρογνωμόνων εξέτασαν τον V.Κ. και ανέλυσαν τα ιατρικά αρχεία του. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο V.Κ. δεν υπέφερα από κάποια ψυχιατρική διαταραχή πριν τον Νοέμβριο του 2005 και ότι είχε υποβληθεί σε μια παρατεταμένη, ψυχολογικά τραυματική εμπειρία στο νηπιαγωγείο από τον Σεπτέμβρη- έως και τον Νοέμβριο του 2005, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση νευρολογικής διαταραχής. Με βάση τα εν λόγω στοιχεία, οι αρχές συμπέραναν ότι οι νηπιαγωγοί είχαν κακοποιήσει τον V.K., προκαλώντας του σωματικό πόνο και βάναυση μεταχείριση.

Τελικά, όμως, η έρευνα διεκόπη τον Ιούλιο του 2009, επειδή η δίωξη των εκπαιδευτικών σύμφωνα με τα άρθρα 116 και 156 του Ποινικού Κώδικα (ο ξυλοδαρμός ή άλλες βίαιες πράξεις οι οποίες προκαλούσαν σωματικό πόνο και βάναυση μεταχείριση στους ανηλίκους) είχε παραγραφεί.

Εν τω μεταξύ, οι αρχές είχαν επίσης προσπαθήσει να ασκήσουν δίωξη κατά των καθηγητών, στο πλαίσιο του άρθρου 112 του Ποινικού Κώδικα (εκ προμελέτης πρόκληση μέσης σοβαρότητας βλάβης στην υγεία). Βασικό στοιχείο του εν λόγω αδικήματος ωστόσο, ήταν η ύπαρξη πρόθεσης πρόκλησης βλάβης στην υγεία και, καθώς οι εισαγγελικές αρχές δεν ήταν σε θέση να αποδείξουν την ύπαρξη τέτοιας πρόθεσης, η έρευνα αυτή τελικώς διακόπηκε το Νοέμβριο του 2014 λόγω ελλείψεων αποδεικτικών στοιχείων.

Οι αποφάσεις οι οποίες διέταζαν την διακοπή των ερευνών βασίστηκαν επίσης στις συμβουλές εμπειρογνωμόνων τον Απρίλιο του 2009 και τον Ιανουάριο 2011 σύμφωνα με τις οποίες, λαμβάνοντας υπόψη τη νεαρή ηλικία του V.Κ. κατά τη στιγμή της υποτιθέμενης κακομεταχείρισης και του χρόνου που παρήλθε από το υποτιθέμενο γεγονός, η μαρτυρία του και οι ισχυρισμοί του δεν μπορούσαν πλέον να θεωρηθούν αξιόπιστοι.

Η μητέρα του V.Κ. υπέβαλλε μεγάλο αριθμό καταγγελιών ενώπιον διαφόρων αρχών σχετικά με τις καθυστερήσεις στις έρευνες, την άρνηση πρόσβασης στη δικογραφία της υπόθεσης και την επανειλημμένη αδυναμία των αρχών να της κοινοποιήσουν σημαντικές διαδικαστικές αποφάσεις. Πιο πρόσφατα, τον Μάρτιο 2014, η αστυνομία απάντησε ότι η έρευνα ήταν σχολαστική και λεπτομερής και ότι δεν υπήρχε ανάγκη να ληφθούν περεταίρω διευκρινιστικά μέτρα.

Ο V.Κ. εξακολουθούσε να υποφέρει από νευρικά τικ, έχει δυσκολίες στον ύπνο, νευρικότητα και φοβίες. Ο ίδιος παρακολουθείται τακτικά από νευρολόγο και ακολουθεί θεραπεία για νευρολογική διαταραχή.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Αναφορικά με το αν ο V.Κ. υπέστη κακομεταχείριση ή όχι

Το Δικαστήριο έκρινε ότι είχε αποδειχθεί – βάση του πρότυπου που απαιτείται στο πλαίσιο των συμβατικών διαδικασιών- ότι o V. Κ. είχε υποστεί κακομεταχείριση από τις δασκάλες του νηπιαγωγείου.  Ειδικότερα, η περιγραφή του V.Κ. σχετικά με την υποτιθέμενη κακομεταχείριση που υπέστη από τις δασκάλες ήταν λεπτομερής, συνεκτική και επιβεβαιώνεται εν μέρει από την βοηθό δασκάλας του σχολείου του και από μερικούς γονείς άλλων μαθητών. Επιπλέον, η έκθεση του Ιανουαρίου του 2011 από μια ομάδα εμπειρογνωμόνων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο V.Κ. υποβάλλονταν σε παρατεταμένη, ψυχολογικά τραυματική εμπειρία στο νηπιαγωγείο από τον Σεπτέμβριο μέχρι και τον Νοέμβριο του 2005  και η οποία είχε ως αποτέλεσμα να του προκληθεί έντονη νευρολογική διαταραχή.

Με βάση τα στοιχεία αυτά, οι ίδιες οι αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δάσκαλοι είχαν υποβάλλει τον V.K σε ξυλοδαρμό και σε απάνθρωπη μεταχείριση (στην πρώτη ποινική έρευνα) και είχε προκαλέσει βλάβη μέσης βαρύτητας για την υγεία του (στη δεύτερη ποινική έρευνα).

Το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η κατάχρηση ήταν αρκετά σοβαρή ώστε να χαρακτηρίζεται  απάνθρωπη και υποτιμητική κατά την έννοια του άρθρου 3 της Σύμβασης. Έφερε υπόψη του την εξαιρετικά μικρή ηλικία του V.Κ. τον εν λόγω χρόνο, τη χρήση σωματικής βίας για την χορήγηση οφθαλμολογικών σταγόνων χωρίς τη προηγούμενη έγκριση των γονιών του ή ιατρικής συνταγής, το είδος της τιμωρίας που είχε υποστεί κατά τη διάρκεια μιας περίπου εβδομάδας, του γεγονότος ότι οι τιμωρίες τις οποίες επέβαλαν οι δασκάλες (οι οποίες είχαν θέση υπεροχής) είχαν ως στόχο την διαπαιδαγώγησή του μέσα από ταπεινωτικές και υποτιμητικές πράξεις και των μακροχρόνιων συνεπειών για τον ίδιο κυρίως μέσω της εμφάνισης μιας μετατραυματικής νευρολογικής διαταραχής.

Αναφορικά με την ευθύνη του κράτους για την κακομεταχείριση

Στη Ρωσία τα δημόσια ή κοινοτικά νηπιαγωγεία παρέχουν δημόσια υπηρεσία και έχουν πολύ ισχυρούς θεσμικούς και οικονομικούς δεσμούς με το κράτος. Το πιο σημαντικό, οι διευθυντές των σχολείων αυτών, οι οποίοι διορίζονται από το κράτος ή τις δημοτικές αρχές, είναι υπεύθυνοι για την υγεία και την ευημερία των μαθητών του σχολείου. Επιπλέον, βάσει της ρωσικής νομοθεσίας, το τι πράττει ή δεν πράττει,  ένας δάσκαλος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, υπέχει της ευθύνης του δημόσιου ή κοινοτικού νηπιαγωγείου καθώς και της ευθύνης του κράτους. Ο V.Κ. είχε υποστεί κακομεταχείριση, βρισκόμενος στην  αποκλειστική επιμέλεια του δημόσιου νηπιαγωγείου, το οποίο σύμφωνα υπό την επίβλεψη του κράτους, εκπλήρωνε την υποχρέωση της φροντίδας και της διαπαιδαγώγησης των μικρών παιδιών.

Πράγματι είχε υποστεί κακομεταχείριση κατά τη διάρκεια του σχολικού ωραρίου από τους εκπαιδευτικούς που είχαν ως στόχο να εκτελούν τα καθήκοντά τους με στόχο την φροντίδα του. Αυτές οι παράνομες πράξεις συσχετίστηκαν με το ρόλο τους ως εκπαιδευτικοί.

Κατά συνέπεια, το κράτος έφερε την άμεση ευθύνη για την καταχρηστική συμπεριφορά των καθηγητών του V.K .. Το Δικαστήριο συνεπώς, έκρινε ότι το κράτος ήταν υπεύθυνο για την απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση του V.Κ. από τους δασκάλους του νηπιαγωγείου, κατά παράβαση του άρθρου 3.

Αναφορικά με την έρευνα των αρχών σχετικά με την κακομεταχείριση

Οι γονείς του V.Κ. κατήγγειλαν άμεσα την κακομεταχείριση που υπέστη ο ιός τους. Ωστόσο, η προ-ερευνητική διαδικασία ξεκίνησε ένα χρόνο μετά τις καταγγελίες και πέρασαν άλλα δύο χρόνια και τρεις μήνες για να ανοιχθεί ποινική έρευνα.

Η πιο σοβαρή συνέπεια της καθυστέρησης των 3 ετών αναφορικά με το άνοιγμα της ποινικής έρευνας, ήταν η παραγραφή της δίωξης των εκπαιδευτικών βάση των άρθρων 116 και 156 του Ποινικού Κώδικα.

Ακόμα κι αν οι αρχές είχαν προσπαθήσει να ασκήσουν δίωξη κατά των καθηγητών σύμφωνα με την εφαρμοστέα διάταξη (άρθρο 112) για τους οποίους η προθεσμία παραγραφής ήταν μεγαλύτερη, η εν λόγω έρευνα ήταν επίσης εξαιρετικά αργή, διάρκειας περίπου 6 ετών μέχρι και τον Νοέμβριο του 2014. Σε κάθε περίπτωση, επίσης, αποδείχθηκε ότι ήταν μάταιο, καθώς δεν μπορούσε να αποδειχθεί η εκ προθέσεως πρόκληση βλάβης.

Η  μεγάλη χρονική διάρκεια από τη στιγμή της καταγγελίας  κακομεταχείρισης μέχρι  και το άνοιγμα ποινικής έρευνας είχε επίσης υπονομεύσει την αξιοπιστία της μαρτυρίας του V.Κ. και είχε ως αποτέλεσμα να απορριφθούν οι δηλώσεις του ως αναξιόπιστες.

Τέλος, η περιορισμένη πρόσβαση των γονέων του V.Κ. στη δικογραφία της υπόθεσης και η επαναλαμβανόμενη αδυναμία να ενημερωθούν για σημαντικές διαδικαστικές αποφάσεις σήμαινε ότι δεν μπορούσαν να αμφισβητήσουν τις ενέργειες των ανακριτικών αρχών στο δικαστήριο. Αυτό υπονόμευσε περαιτέρω την αποτελεσματικότητα της έρευνας.

Εν κατακλείδι, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι αρχές είχαν αποτύχει να πραγματοποιήσουν αποτελεσματική ποινική έρευνα σχετικά με τις καταγγελίες κακοποίησης του V.K , κατά παραβίαση του άρθρου 13 της Σύμβασης.

Βάσει των ανωτέρω συμπερασμάτων σύμφωνα με το άρθρο 13 της Σύμβασης, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρξε ανάγκη να εξεταστεί ξέχωρα η προσφυγή βάσει του άρθρου 13.

Το Δικαστήριο επιδίκασε να καταβάλει  η Ρωσία στον V.K. 3.000 ευρώ για ηθική βλάβη, 25.000 ευρώ για αποζημίωση και 8.000 ευρώ για δικαστικά έξοδα και δαπάνες.


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες