Παρατεταμένη προσωρινή κράτηση Τούρκων δημοσιογράφων για δημοσιεύσεις που επέκριναν το πολιτικό καθεστώς. Παραβίαση δικαιωμάτων στην προσωπική ελευθερία και ελευθερία έκφρασης

ΑΠΟΦΑΣΗ

Sabuncu κ.α. κατά Τουρκίας της 10.11.2020 (αρ. προσφ. 23199/17)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Δικαίωμα στην ελευθερία και ασφάλεια και δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης. Οι 10 προσφεύγοντες, δημοσιογράφοι γνωστής εφημερίδας που εκδίδεται στην Τουρκία, κατηγορήθηκαν για προπαγάνδα υπέρ τρομοκρατικής οργάνωσης. Συγκεκριμένα, διώχθηκαν με την κατηγορία ότι το πολιτικό ύφος της εν λόγω εφημερίδας είχε αλλάξει επί 3 χρόνια και επέκρινε το πολιτικό καθεστώς της Τουρκίας. Κρατήθηκαν προσωρινά για χρονικά διαστήματα από 7 έως 16 μήνες. Οι αιτήσεις τους για άρση της προσωρινής κράτησης απορρίφθηκαν. Άσκησαν καταγγελία για παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας, της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος τους για ταχεία κρίση της νομιμότητας της κράτησης.
Όσον αφορά την καταγγελία τους για παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας, το Στρασβούργο έκρινε ότι ακόμη και αν υποτεθεί ότι όλα τα άρθρα της εφημερίδας που ανέφεραν οι εθνικές αρχές καταλογίζονταν στους προσφεύγοντες, οι τελευταίοι δεν μπορούσαν να θεωρούνται ύποπτοι, τη στιγμή της κράτησής τους, για το αδίκημα της διάδοσης προπαγάνδας υπέρ τρομοκρατικών οργανώσεων ή τη παροχή συνδρομής σε αυτές τις οργανώσεις. Κατά συνέπεια, η υποψία εναντίον τους δεν άγγιξε το απαιτούμενο ελάχιστο επίπεδο ώστε να θεωρείται εύλογη. Το ΕΔΔΑ έκρινε παραβίαση του άρθρου 5§1 της ΕΣΔΑ για 8 από τους 10 προσφεύγοντες, καθόσον οι άλλοι 2 είχαν ήδη δικαιωθεί από τα εγχώρια Δικαστήρια.

Όσον αφορά την καταγγελία τους για ταχεία κρίση της νομιμότητας της προσωρινής κράτησης, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα της κατάθεσης των αιτήσεων τους στο Συνταγματικό Δικαστήριο, η Τουρκία βρίσκονταν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω του πραξικοπήματος της 15 Ιουλίου 2016, και έκρινε ότι ο χρόνος που χρειάστηκε το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν μπορεί να θεωρηθεί ταχύς, ωστόσο δικαιολογούνταν από την κατάσταση ανάγκης. Συνεπώς δεν υπήρχε παραβίαση του άρθρου 5§4 της ΕΣΔΑ.

Όσον αφορά την καταγγελία τους για παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η παρέμβαση στα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσφευγόντων δυνάμει του άρθρου 10 της Σύμβασης δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί δεδομένου ότι δεν είχε προβλεφθεί από το νόμο. Υπήρξε λοιπόν παραβίαση του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης (άρθρο 10).

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε ποσό 16.000 ευρώ σε καθένα των 8 προσφευγόντων για ηθική βλάβη.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 5§1
Άρθρο 5 § 4
Άρθρο 10
Άρθρο 18

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες είναι 10 Τούρκοι υπήκοοι. Την περίοδο των γεγονότων εργάζονταν ως δημοσιογράφοι στη καθημερινή εφημερίδα Cumhuriyet ή διατέλεσαν διευθυντές του Ιδρύματος Cumhuriyet (κύριος μέτοχος της εταιρείας που εκδίδει την εφημερίδα).

Οι προσφεύγοντες είναι: Mehmet Murat Sabuncu (γεννημένος το 1969), Akın Atalay (γεννημένος το 1963), Önder Çelik (γεννημένος το 1956), Turhan Günay (γεννημένος το 1946), Mustafa Kemal Güngör (γεννημένος το 1959), Ahmet Kadri Gürsel (γεννημένος το 1961), Hakan Karasinir (γεννημένος το 1963), Hacı Musa Kart (γεννημένος το 1954), Güray Tekin Öz (γεννημένος το 1949) και ο Bülent Utku (γεννημένος το 1955).

Τον Νοέμβριο του 2016, οι προσφεύγοντες τέθηκαν σε ό προσωρινή κράτηση από δικαστή ο οποίος εξέτασε, μεταξύ άλλων κατηγοριών, ότι υπήρχαν ισχυρές υποψίες ότι ήταν υπεύθυνοι για τις συνεχιζόμενες δραστηριότητες της εφημερίδας Cumhuriyet οι οποίες συνίσταντο στην προώθηση και τη διάδοση της προπαγάνδας των τρομοκρατικών οργανώσεων, ιδίως του PKK / KCK (του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (παράνομη ένοπλη οργάνωση) / Ένωση Κοινοτήτων Κουρδιστάν) και μια οργάνωση στην οποία οι Τούρκικες αρχές αναφέρονται ως FETÖ / PDY (Fethullahist Terror Organisation / Parallel State Structure).
Σε διάφορες ημερομηνίες οι προσφεύγοντες υπέβαλαν αιτήματα για αποφυλάκιση και ενστάσεις κατά των αποφάσεων για τη συνεχιζόμενη προσωρινή κράτησή τους. Οι αιτήσεις τους απορρίφθηκαν.

Τον Απρίλιο του 2017, ο αρμόδιος εισαγγελέας της Κωνσταντινούπολης παρέπεμψε τους δέκα προσφεύγοντες στο 27ο Κακουργιοδικείο. Ο εισαγγελέας ισχυρίστηκε κυρίως ότι, πάνω από τρία χρόνια πριν από την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, η συντακτική στάση της Cumhuriyet είχε αλλάξει, ως αποτέλεσμα της επιρροής των προσφευγόντων, σε αντίθεση με τις αρχές τις οποίες ακολουθούσε η εφημερίδα για 90 χρόνια. Οι ποινικές διαδικασίες οι οποίες αφορούσαν οκτώ από τους προσφεύγοντες (οι οποίοι καταδικάστηκαν από το Κακουργιοδικείο της Κωνσταντινούπολης) εκκρεμούν ενώπιον της Ολομέλειας των ποινικών τμημάτων του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Δύο από τους προσφεύγοντες αθωώθηκαν από το 27ο Κακουργιοδικείο (Turhan Günay, τον Απρίλιο του 2018, και Ahmet Kadri Gürsel, το Νοέμβριο 2019).

Τον Ιούλιο του 2017, μετά από ακρόαση, το Κακουργιοδικείο της Κωνσταντινούπολης διέταξε την αποφυλάκιση επτά προσφευγόντων. Διέταξε την αποφυλάκιση των υπόλοιπων τριών προσφευγόντων τον Σεπτέμβριο του 2017 (Ahmet Kadri Gürsel), Μάρτιο 2018 (Mehmet Murat Sabuncu) και Απρίλιο 2018 (Akın Atalay).

Εν τω μεταξύ, τον Δεκέμβριο του 2016, οι προσφεύγοντες υπέβαλαν μεμονωμένες προσφυγές στο Συνταγματικό Δικαστήριο, ισχυριζόμενοι παραβιάσεις του δικαιώματός τους στην ελευθερία και την ασφάλεια και στο δικαίωμά τους στην ελευθερία της έκφρασης και της ελευθερίας του τύπου. Το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση αυτών των δικαιωμάτων στην περίπτωση των Turhan Günay (Ιανουάριος 2018) και Ahmet Kadri Gürsel (Μάιος 2019), και έκρινε καμία παραβίαση των δικαιωμάτων των υπόλοιπων οκτώ προσφευγόντων (Μάιος 2019).
Βασιζόμενοι στο άρθρο 5 § 1 (δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια), οι προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι η αρχική τους και η συνεχιζόμενη κράτησή τους ήταν αυθαίρετη και δεν βασίστηκε σε συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία που να υποστηρίζουν την ύπαρξη εύλογης υποψίας ότι διέπραξαν ποινικό αδίκημα.

Βασιζόμενοι στο άρθρο 5 § 4 (δικαίωμα ταχείας κρίσης της νομιμότητας της κράτησης), οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν για τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με το άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης), οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης, διαμαρτυρόμενοι ιδίως για το γεγονός ότι η συντακτική στάση μιας εφημερίδας η οποία επέκρινε ορισμένες κυβερνητικές πολιτικές είχε θεωρηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο για την υποστήριξη των κατηγοριών παροχής συνδρομής σε τρομοκρατικές οργανώσεις ή διάδοση προπαγάνδας υπέρ αυτών των οργανώσεων.
Βασιζόμενοι στο άρθρο 18 (όρια στη χρήση των περιορισμών στα δικαιώματα), οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι η κράτηση του είχε σχεδιαστεί για να τους τιμωρήσει για την κριτική τους στην κυβέρνηση.

Η προσφυγή τους κατατέθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 2 Μαρτίου 2017.
Ο Επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης άσκησε το δικαίωμά του να παρέμβει στην διαδικασία και υπέβαλε γραπτά σχόλια (Άρθρο 36 § 3 της Σύμβασης και Κανόνας 44 § 2 σύμφωνα με τους Κανονισμούς του Δικαστηρίου). Ο Πρόεδρος του τμήματος παραχώρησε επίσης την άδεια στον ειδικό Εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την προώθηση και την προστασία του δικαιώματος στην ελευθερία της γνώμης και της έκφρασης, και σε αρκετές μη κυβερνητικές οργανώσεις, για παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 36 § 2 της Σύμβασης και το Άρθρο 44 § 3.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

1. Παραδεκτό

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι το Τουρκικό Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του «δικαιώματος στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια του ατόμου» σε σχέση με τους Turhan Günay και Ahmet Kadri Gürsel και επίσης παραβίαση του δικαιώματος στην «Ελευθερία έκφρασης» και «ελευθερία του Τύπου» σε σχέση με τον τελευταίο. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω προσφεύγοντες δεν μπορούσαν πλέον να αξιώσουν το καθεστώς του θύματος σε σχέση με αυτά τα γεγονότα. Το εν λόγω τμήμα της προσφυγής κρίθηκε απαράδεκτο, εκτός από τις καταγγελίες τους σύμφωνα με το άρθρο 5 § 4 της Σύμβασης (δικαίωμα ταχείας κρίσης της νομιμότητας της κράτησης) σχετικά με τη διάρκεια των διαδικασιών του Συνταγματικού Δικαστηρίου.

2. Επί της ουσίας

Άρθρο 5 § 1 (δικαίωμα προσωπικής ελευθερίας και ασφάλειας), καταγγελία σχετικά με οκτώ προσφεύγοντες
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το δημοσιευμένο υλικό στο οποίο αναφέρθηκαν οι δικαστικές αρχές για την έκδοση της απόφασης και η παράταση της προσωρινής κράτησης των προσφευγόντων θα μπορούσε να χωριστεί σε τέσσερις ομάδες. Περιλάμβαναν:

1. άρθρα που επέκριναν τις πολιτικές των πολιτικών αρχών και τη δημόσια συμπεριφορά των συμπατριωτών τους (για παράδειγμα, άρθρα σχετικά με τα «φορτηγά MİT» (φορτηγά της εθνικής υπηρεσίας πληροφοριών) και επίθεση με εκρηκτικά στην πόλη Reyhanlı και ένα άρθρο με τίτλο «Ειρήνη στον κόσμο, αλλά τι γίνεται στη χώρα μας;»)

2. άρθρα, μηνύματα και ειδήσεις που ανέφεραν δηλώσεις από πρόσωπα που φέρονταν να εκπροσωπούν παράνομες οργανώσεις (για παράδειγμα, ένα άρθρο που αναφέρει τις απόψεις ενός από τους ηγέτες του PKK, M. Karayilan, και tweets από τον προσφεύγοντα Mehmet Murat Sabuncu που περιέχουν αποσπάσματα από μια συνέντευξη με την οικογένεια του F. Gülen και από συνέντευξη μια στο BBC με τον ίδιο τον κ. Gülen) ·

3. αξιολογήσεις και κριτικές από δημοσιογράφους της Cumhuriyet σχετικά με τις διοικητικές ενέργειες καθώς και τις ενέργειες των δικαστικών αρχών για την καταπολέμηση των παράνομων οργανώσεων (για παράδειγμα, δύο άρθρα με τίτλο «Πόλεμος στο σπίτι μας/χώρα μας, πόλεμος στον κόσμο» και «Το κυνήγι μαγισσών έχει ξεκινήσει»).

4. ευαίσθητες πληροφορίες που προκαλούν δημόσιο ενδιαφέρον (για παράδειγμα, ένα άρθρο με τίτλο «Χάθηκε για μια βδομάδα ανακαλύψαμε πού ήταν ο Ερντογάν» και ένα άρθρο με φωτογραφίες ενός περιστατικού στο οποίο ένας εισαγγελέας είχε πέσει θύμα απαγωγής και τη τηλεφωνική συνέντευξη με έναν από τους απαγωγείς).

Το Δικαστήριο θεώρησε, ακόμη και αν υποτεθεί ότι όλα τα άρθρα της εφημερίδας που ανέφεραν οι εθνικές αρχές καταλογίζονταν στους προσφεύγοντες, οι τελευταίοι δεν μπορούσαν να θεωρούνται ύποπτοι, τη στιγμή της κράτησής τους, για το αδίκημα της διάδοσης προπαγάνδας υπέρ τρομοκρατικών οργανώσεων ή τη παροχή συνδρομής σε αυτές τις οργανώσεις. Με άλλα λόγια, τα γεγονότα της υπόθεσης δεν υποστήριξαν το συμπέρασμα ότι υπήρχε εύλογη υποψία κατά των προσφευγόντων. Κατά συνέπεια, η υποψία εναντίον τους δεν άγγιξε το απαιτούμενο ελάχιστο επίπεδο ώστε θα θεωρείται εύλογη. Αν και τα επίδικα μέτρα υποβλήθηκαν υπό δικαστική εποπτεία, τα εν λόγω μέτρα βασίστηκαν σε απλή υποψία.

Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία προστέθηκαν στον φάκελο της υπόθεσης μετά τη σύλληψη των προσφευγόντων, ιδίως στο κατηγορητήριο και κατά τη διάρκεια της κράτησης των προσφευγόντων, ισοδυναμούσαν με γεγονότα ή πληροφορίες ικανές να προκαλέσουν άλλες υποψίες που να δικαιολογούν τη συνέχιση της κράτησής τους. Το γεγονός ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και το εφετείο είχαν αποδεχθεί πραγματικά περιστατικά που επικαλείται η δίωξη ως απόδειξη της ενοχής των προσφευγόντων, δεν είναι επαρκής λόγος για να αλλάξει αυτή η διαπίστωση.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι πράξεις για τις οποίες οι προσφεύγοντες είχαν κριθεί ποινικά υπεύθυνοι, συμπεριλαμβάνονταν στο πλαίσιο δημόσιας συζήτησης για γεγονότα που ήταν ήδη γνωστά, και ότι ισοδυναμούσαν με την άσκηση των ελευθεριών της Σύμβασης και ότι δεν υποστήριξαν ή προωθούσαν τη χρήση βίας στον πολιτικό τομέα ή να δήλωναν οποιαδήποτε επιθυμία εκ μέρους των προσφευγόντων να προωθήσουν τους παράνομους στόχους των τρομοκρατικών οργανώσεων, δηλαδή τη χρήση βίας και τρόμου με πολιτικό σκοπό.

Όσον αφορά την παρέκκλιση βάσει του άρθρου 15 της σύμβασης (παρέκκλιση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης), το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι προσφεύγοντες είχαν τεθεί υπό προσωρινή κράτηση σύμφωνα με το άρθρο 100 του Κώδικα ποινικής δικονομίας, ο οποίος απαιτούσε την ύπαρξη πραγματικών αποδεικτικών στοιχείων τα οποία να δημιουργούν ισχυρή υπόνοια ότι ο ενδιαφερόμενος διέπραξε αδίκημα. Το άρθρο αυτό δεν είχε τροποποιηθεί κατά τη διάρκεια της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κατά την οποία το τουρκικό Συμβούλιο Υπουργών είχε υιοθετήσει αρκετά νομοθετικά διατάγματα που έθεταν σημαντικούς περιορισμούς στις διαδικαστικές εγγυήσεις που προβλέπονται στο εγχώριο δίκαιο για όσους κρατούνται υπό αστυνομική κράτηση ή υπό προσωρινή κράτηση. Ως εκ τούτου, τα καταγγελλόμενα μέτρα της προσωρινής κράτησης στην παρούσα υπόθεση υιοθετήθηκαν βάσει νομοθεσίας η οποία τέθηκε σε ισχύ πριν και μετά την κήρυξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Κατά συνέπεια, αυτά τα μέτρα δεν πληρούσαν τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 15 της σύμβασης, δεδομένου ότι, τελικά, κανένα μέτρο παρέκκλισης δεν είχε εφαρμογή στην εν λόγω κατάσταση.

Συνεπώς, το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του Άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης λόγω της έλλειψης εύλογης υποψίας ότι οι οκτώ προσφεύγοντες διέπραξαν ποινικό αδίκημα.

Άρθρο 5 § 4 (δικαίωμα ταχείας αναθεώρησης της νομιμότητας της κράτησης): καταγγελία αφορούσα όλους τους προσφεύγοντες.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι περίοδοι κράτησης που πρέπει να ληφθούν υπόψη ήταν 16 μήνες στη περίπτωση του Akın Atalay, 14 μηνών και 11 ημερών στην περίπτωση του Mehmet Murat Sabuncu, οκτώ μηνών και2 9 ημερών στην περίπτωση του Ahmet Kadri Gürsel, και επτά μήνες και δύο ημερών στην περίπτωση των εναπομενόντων προσφευγόντων, και ότι αυτές οι περίοδοι ενέπεσαν εντός της περιόδου έκτακτης ανάγκης, η οποία δεν είχε αρθεί μέχρι τις 18 Ιουλίου 2018.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα πορίσματά του στις υποθέσεις Akgün, Mehmet Hasan Altan και Şahin Alpay ίσχυαν επίσης στο πλαίσιο της παρούσας υπόθεσης, αν και η κατάσταση του Akın Atalay φάνηκε να είναι οριακή όσον αφορά τις προαναφερθείσες περιπτώσεις. Σημείωσε ότι οι προσφυγές των προσφευγόντων στο Συνταγματικό Δικαστήριο ήταν περίπλοκες, καθώς ήταν μια από τις πρώτες υποθέσεις η οποία ανέγειρε περίπλοκα ζητήματα σχετικά με την προδικαστική κράτηση δημοσιογράφων λόγω της συντακτικής στάσης της εφημερίδας τους, και επειδή οι προσφεύγοντες είχαν αναλύσει την υπόθεσή τους εκτενώς ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας όχι μόνο ότι η κράτησή τους δεν βασίστηκε σε κανένα βάσιμο λόγο, αλλά επίσης ότι οι κατηγορίες εναντίον τους ήταν αντισυνταγματικές.

Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, έπρεπε επίσης να ληφθεί υπόψη ο εξαιρετικός φόρτος εργασίας του Συνταγματικού Δικαστηρίου κατά τη διάρκεια της κατάστασης έκτακτης ανάγκης η οποία ήταν σε ισχύ από τον Ιούλιο του 2016 έως τον Ιούλιο του 2018, και των μέτρων που ελήφθησαν από τις εθνικές αρχές για την αντιμετώπιση του προβλήματος της καθυστέρησης εκ μέρους του δικαστηρίου. Σε αυτό το πλαίσιο το Δικαστήριο τόνισε τη διάκριση που πρέπει να γίνει μεταξύ της παρούσας υπόθεσης και της υπόθεσης Kavala κατά Τουρκίας στην οποία ο προσφεύγων παρέμεινε υπό προσωρινή κράτηση για έντεκα μήνες μεταξύ της άρσης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης στις 18 Ιουλίου 2018 και της έκδοσης της Απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου στις 28 Ιουνίου 2019.

Κατά συνέπεια, αν και ο έλεγχος από το Συνταγματικό Δικαστήριο στην παρούσα υπόθεση δεν θα μπορούσε να περιγραφεί ως «ταχύς» σε ένα συνηθισμένο πλαίσιο, στις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 5 § 4 της Σύμβασης.

Άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης): καταγγελία σχετικά με οκτώ προσφεύγοντες

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η προσωρινή κράτηση των προσφευγόντων στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών εναντίον τους, για αδικήματα που επιφέρουν βαριά ποινή και συσχετίζονται άμεσα με το έργο τους ως δημοσιογράφων, ισοδυναμούσαν με πραγματικό και αποτελεσματικό περιορισμό και αποτελούσαν «παρέμβαση» στην άσκηση του δικαιώματός τους στην ελευθερία της έκφρασης.
Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι είχε ήδη διαπιστώσει ότι η κράτηση των προσφευγόντων δεν είχε βασιστεί σε εύλογη υπόνοια διάπραξης αδικήματος και ότι, ως εκ τούτου, υπήρξε παραβίαση του δικαιώματός τους στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια σύμφωνα με το άρθρο 5 § 1. Σημείωσε επίσης ότι σύμφωνα με το άρθρο 100 του τουρκικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ένα άτομο θα μπορούσε να τεθεί υπό προσωρινή κράτηση μόνο όταν υπήρχαν τεκμηριωμένα στοιχεία τα οποία δημιουργούσαν ισχυρή υποψία ότι είχε διαπράξει το εκάστοτε αδίκημα. Θεώρησε συναφώς ότι η απουσία εύλογης υπόνοιας πρέπει, κατά μείζονα λόγο, σημαίνει την απουσία ισχυρής υποψίας όταν κλήθηκαν οι εθνικές αρχές να αξιολογήσουν τη νομιμότητα της κράτησης των προσφευγόντων. Το Δικαστήριο επανέλαβε συναφώς ότι το άρθρο 5 § 1 περιείχε έναν εξαντλητικό κατάλογο επιτρεπόμενων λόγων για τους οποίους τα άτομα θα μπορούσαν να στερηθούν την ελευθερίας τους και ότι καμία στέρηση της ελευθερίας δεν θα ήταν νόμιμη, εκτός εάν εμπίπτει σε έναν από αυτούς τους λόγους.
Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι οι προϋποθέσεις νομιμότητας βάσει των άρθρων 5 και 10 της Σύμβασης είχαν ως στόχο και στις δύο περιπτώσεις την προστασία του ατόμου από πράξεις αυθαιρεσίας. Ισχυρίστηκε ότι ένα μέτρο κράτησης το οποίο δεν ήταν νόμιμο, εφόσον αποτελούσε παρέμβαση σε μια από τις ελευθερίες που εγγυάται η Σύμβαση, δεν μπορεί να θεωρηθεί κατ’ αρχήν ως νόμιμος περιορισμός της εν λόγω ελευθερίας που προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο.
Κατά συνέπεια, η παρέμβαση στα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσφευγόντων δυνάμει του άρθρου 10 της Σύμβασης δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί δεδομένου ότι δεν είχε προβλεφθεί από το νόμο. Υπήρξε λοιπόν παραβίαση του Άρθρου 10 της Σύμβασης.

Άρθρο 18

Όσον αφορά την καταγγελία βάσει του άρθρου 18 της Σύμβασης, το Δικαστήριο έπρεπε να εξακριβώσει εάν – ελλείψει νόμιμου σκοπού – υπήρχε ένας αναγνωρίσιμος υπέρτερος σκοπός (δηλαδή, σκοπό που δεν ορίζεται από τη σύμβαση κατά την έννοια του άρθρου 18).
Εν προκειμένω, αφού εξέτασε τα στοιχεία που επικαλέστηκαν οι προσφεύγοντες, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν σχημάτισαν ένα αρκετά ομοιογενές σύνολο ώστε να αποδειχτεί ότι η κράτηση των προσφευγόντων είχε επιδιώξει έναν σκοπό που δεν ορίζεται από τη Σύμβαση. Κατά συνέπεια, δεν είχε αποδειχθεί πέραν κάθε εύλογης αμφιβολίας ότι η προσωρινή κράτηση των προσφευγόντων είχε διαταχθεί για έναν σκοπό που δεν ορίζεται από την ΕΣΔΑ. Επομένως δεν διαπιστώθηκε παραβίαση του άρθρου 18 της Σύμβασης.
Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)
Το Δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι η Τουρκία έπρεπε να καταβάλει 16.000 ευρώ σε καθέναν από τους οκτώ προσφεύγοντες για ηθική βλάβη (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες