Η έλλειψη ιατρικής παρακολούθησης σε κρατούμενο με αυτοκτονικές τάσεις και η 3ήμερη απομόνωσή του συνιστούν εξευτελιστική μεταχείριση!

ΑΠΟΦΑΣΗ

Jeanty κατά Βελγίου της 31.03.2020 (αριθ. 82284/17)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Προσωρινά κρατούμενος με ψυχολογική διαταραχή. Επαναλαμβανόμενες απόπειρες αυτοκτονίας που απετράπησαν από τις αρχές. Απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση. Δικαίωμα στη ζωή.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι το δικαίωμα στη ζωή που τυποποιείται στο άρθρο 2 της ΕΣΔΑ ήταν εφαρμοστέο εν προκειμένω, γιατί η ίδια η φύση των ενεργειών του προσφεύγοντος (δηλαδή οι επαναλαμβανόμενες απόπειρες αυτοκτονίας) έθεσαν τη ζωή του σε πραγματικό και άμεσο κίνδυνο. Διαπίστωσε όμως ότι τα μέτρα που έλαβαν οι αρχές εμπόδισαν πράγματι τον προσφεύγοντα από το να αυτοκτονήσει. Μη παραβίαση του άρθρου 2 (δικαίωμα στη ζωή) της ΕΣΔΑ.

Το Στρασβούργο όμως διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων κατά τη διάρκεια της κράτησής του ένιωθε έντονη δυσφορία και αγωνία που υπερέβαινε το αναπόφευκτο επίπεδο ταλαιπωρίας που συνδέεται με την κράτηση, ιδίως λόγω της έλλειψης ιατρικής παρακολούθησης και θεραπείας του, σε συνδυασμό με την τοποθέτησή του σε κελί απομόνωσης για τρεις ημέρες ως πειθαρχική κύρωση. Τέλος, έκρινε ότι η σχετική έρευνα ήταν αναποτελεσματική. Παραβίαση του άρθρου 3 (απαγόρευση εξευτελιστικής μεταχείρισης).

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 2

Άρθρο 3

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων Philippe Jeanty, είναι Βέλγος υπήκοος που γεννήθηκε το 1969 και ζει στο Arlon.

Περίοδος κράτησης από τις 26 Ιουνίου έως τις 12 Αυγούστου 2011

Τον Ιούνιο του 2011 ο προσφεύγων συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση με την κατηγορία της ενδοοικογενειακής βίας κατά της συζύγου του.  Κατά τη διάρκεια της αστυνομικής προανάκρισης ανέφερε ότι ένιωθε ψυχική δυσφορία και δήλωσε ότι σκοπεύει να αφαιρέσει τη ζωή του.

Την επόμενη ημέρα, ο δικαστής διέταξε την προσωρινή κράτηση του προσφεύγοντος και ενημέρωσε την φυλακή Arlon για τις αυτοκτονικές του τάσεις. Μετά την άφιξή του στη φυλακή, ο προσφεύγων προέβη σε τρεις  απόπειρες αυτοκτονίας. Το προσωπικό της φυλακής αφαίρεσε όλα τα αντικείμενα από το κελί και τα προσωπικά του αντικείμενα. Τοποθετήθηκε δε σε ασφαλές κελί απομόνωσης και γιατρός του χορήγησε ηρεμιστικό. Ο προσφεύγων κρατήθηκε υπό ειδικό καθεστώς παρακολούθησης για μερικές ημέρες. Αποφυλακίστηκε με εγγύηση στις 12 Αυγούστου 2011.

Περίοδος κράτησης από 21 Οκτωβρίου έως 2 Δεκεμβρίου 2011

Τον Οκτώβριο του 2011 εκδόθηκε δεύτερο ένταλμα σύλληψης κατά του προσφεύγοντος, καθώς δεν είχε συμμορφωθεί τους όρους της εγγύησής του. Συνεπώς, μεταφέρθηκε ξανά στην φυλακή του Arlon, όπου υπέβαλε διάφορα αιτήματα να μεταφερθεί σε διαφορετικό κελί, διαμαρτυρόμενος για τους συγκρατούμενούς του.

Τον Νοέμβριο του 2011, μετά την άρνηση του επικεφαλής των φυλακών να του επιτρέψουν να αλλάξει κελί ο προσφεύγων απείλησε να αυτοκτονήσει. Τοποθετήθηκε σε ένα κελί απομόνωσης υπό ειδικές συνθήκες επιτήρησης. Κατά τη διάρκεια ενός ελέγχου, ένας φρουρός τον βρήκε σκαρφαλωμένο στα κάγκελα της πόρτας να δένει το παντελόνι του στη πόρτα με σκοπό να αυτοκτονήσει. Ο φρουρός τον  σταμάτησε προτού αποπειραθεί να πέσει.  Με εντολή του γιατρού, το προσωπικό του φόρεσε κράνος και του πέρασε χειροπέδες για να τον εμποδίσει να χτυπήσει το κεφάλι του στο τοίχο και τον τραυματισμό του. Αυτός παρέμεινε σε αυτήν την κατάσταση μέχρι την επόμενη μέρα.

Δύο ημέρες αργότερα ο προσφεύγων εξήλθε από την απομόνωση και εξετάστηκε από τον διοικητή των φυλακών, ο οποίος διέταξε την τοποθέτησή του σε ένα κελί απομόνωσης για τρεις ημέρες ως πειθαρχική κύρωση, θεωρώντας ότι οι απειλές αυτοκτονίας ήταν προσχηματικές και είχαν ως στόχο να πιέσουν το προσωπικό της φυλακής να του επιτρέψουν να αλλάξει κελί. Ο προσφεύγων αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους στις 2 Δεκεμβρίου 2011.

Επακόλουθα γεγονότα

Τον Απρίλιο του 2014, ο προσφεύγων υπέβαλε μήνυση κατά αγνώστων προσώπων, ισχυριζόμενος ότι είχε υποστεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση κατά τη διάρκεια των δύο περιόδων προσωρινής κράτησής του και καταγγέλλοντας τον εγκλεισμό του σε κοινά κελιά, παρότι η κατάσταση της υγείας του υποδείκνυε ότι χρειαζόταν ψυχολογική υποστήριξη. Η μήνυση τέθηκε στο αρχείο και η διάταξη αυτή επικυρώθηκε και στη διαδικασία δεύτερου βαθμού. Ο προσφεύγων άσκησε ανεπιτυχώς αναίρεση.

Επίσης, τον Απρίλιο του 2014 ο προσφεύγων καταδικάστηκε σε πρώτο βαθμό σε φυλάκιση τεσσάρων ετών, ενώ το ήμισυ της ποινής του ανεστάλη. Τον Απρίλιο του 2019 το Εφετείο ανέτρεψε την απόφαση αυτή και διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων δεν είχε ποινικό καταλογισμό για  τις πράξεις του. Διέταξε τον υποχρεωτικό περιορισμό και την άμεση σύλληψή του.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή)

Η εφαρμογή του άρθρου 2

Ο προσφεύγων είχε επιζήσει από τις απόπειρες αυτοκτονίας του. Εντούτοις, αυτό το γεγονός δεν αποκλείει την αυτή καθαυτή εφαρμογή του άρθρου 2 της Σύμβασης. Όπου η πράξη είναι από τη φύση της επικίνδυνη και θέτει τη ζωή ενός ατόμου σε πραγματικό και άμεσο κίνδυνο, ακόμα και εάν δεν υπάρχουν τραυματισμοί  η προσφυγή σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να εξεταστεί βάσει του άρθρου 2.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο προσφεύγων είχε προβεί σε αρκετές απόπειρες αυτοκτονίας ενόσω βρισκόταν υπό κράτηση, και αυτό γιατί η παρέμβαση του προσωπικού των φυλακών είχε αποτρέψει την αυτοκτονία του. Το γεγονός ότι ο προσφεύγων δεν είχε υποστεί απειλητικούς για τη ζωή τραυματισμούς, ή προφανώς οποιοδήποτε σοβαρό σωματικό τραυματισμό,  δεν ήταν αποφασιστικής σημασίας στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι η ίδια η φύση των ενεργειών του προσφεύγοντος είχε θέσει τη ζωή του σε πραγματικό και άμεσο κίνδυνο. Κατά συνέπεια, το άρθρο 2 ήταν εφαρμοστέο εν προκειμένω.

Λήψη αναγκαίων μέτρων από τις εθνικές αρχές έλαβαν τα αναγκαία μέτρα για τη διαφύλαξη της ζωής

Το Δικαστήριο θεώρησε ότι, συνολικά, οι αρχές είχαν κάνει ό, τι εύλογα μπορούσε να αναμένεται για να αποφευχθεί ο κίνδυνος για τη ζωή του προσφεύγοντος, στο βαθμό που γνώριζαν τη συγκεκριμένη και άμεση φύση του κινδύνου αυτού. Επιπλέον, τα ληφθέντα μέτρα στην πραγματικότητα τον είχαν εμποδίσει να αυτοκτονήσει. Κατά συνέπεια, δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ.

Άρθρο 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης)

Εξευτελιστική μεταχείριση

Το Δικαστήριο έκρινε ότι, λόγω της ψυχικής κατάστασης του προσφεύγοντος, η έλλειψη ιατρικής περίθαλψης και θεραπείας  κατά τη διάρκεια των δύο περιόδων κράτησής του, σε συνδυασμό με την τοποθέτησή του σε κελί απομόνωσης για  τρεις ημέρες ως πειθαρχική κύρωση παρά τις επαναλαμβανόμενες απόπειρες αυτοκτονίας του, ανέρχονταν σε  ιδιαίτερα βαριά κακουχία, προκαλώντας αγωνία που υπερβαίνει το αναπόφευκτο επίπεδο που είναι συνυφασμένο με την κράτηση. Το Δικαστήριο δεν αμφιβάλλει ότι αυτή η μεταχείριση είχε προκαλέσει σε αυτόν  αισθήματα ανημπόριας, κατωτερότητας, ταπείνωσης και αγωνίας. Το γεγονός ότι το μέτρο του εγκλεισμού δεν είχε υιοθετηθεί για να ταπεινώσει ή να υποβαθμίσει τον προσφεύγοντα  δεν εμπόδισε την χαρακτηρισμό του ως εξευτελιστικού και, ως εκ τούτου, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης που προβλέπεται στο άρθρο 3. Συνεπώς υπήρξε παραβίαση της ουσιαστικής πτυχής του άρθρου 3 της Σύμβασης.

Αποτελεσματικότητα της έρευνας

Από την αιτιολογία της απόφασης των ανακριτικών αρχών, προέκυψε ότι η έρευνα διεξήχθη υπό την εποπτεία Ανακριτή, ο οποίος είχε διαπιστώσει με κάποια ακρίβεια τα γεγονότα που είχαν λάβει χώρα στη φυλακή. Παρ’ όλα αυτά, πέρασαν πάνω από οκτώ μήνες μεταξύ της διάταξης του εισαγγελέα για έναρξη διεξαγωγής έρευνας (Ιούλιος 2014) και του σημείου στο οποίο ο Ανακριτής έλαβε τον φάκελο (Μάρτιος 2015). Η κυβέρνηση δεν είχε δώσει εξηγήσεις για το χρονικό διάστημα που είχε περάσει πριν από την έναρξη της έρευνας και ήταν δύσκολο να γίνει κατανοητό και αποδεκτό, δεδομένου ότι υποβλήθηκε μήνυση για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση και διά παραλείψεως ευθύνη.

Επιπλέον, όταν η έρευνα ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2015, ο Ανακριτής είχε απλώς ζητήσει  από τους ανακριτικούς υπαλλήλους να λάβουν και να εξετάσουν τα αρχεία της φυλακής και τα ιατρικά αρχεία του προσφεύγοντος. Κανένα άλλο μέτρο δεν είχε διαταχθεί. Κανένας από τους εμπλεκόμενους δεν είχε ανακριθεί, ούτε ο προσφεύγων, αλλά ούτε το προσωπικό των φυλακών ή οι γιατροί που τον παρακολούθησαν. Σε λιγότερο από τρεις μήνες αφ’ ότου η δικογραφία μεταφέρθηκε στον Ανακριτή, ο Εισαγγελέας έθεσε στο αρχείο την υπόθεση.  Μια τέτοια έρευνα δεν μπορεί να θεωρηθεί αποτελεσματική.

Συνεπώς, υπήρξε παραβίαση της διαδικαστικής πτυχής του άρθρου 3 της Σύμβασης.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Βέλγιο πρέπει να καταβάλει στον προσφεύγοντα ποσό 15.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 8.000 ευρώ για έξοδα και δαπάνες.

Ξεχωριστή γνώμη

Οι δικαστές Serghides, Pinto de Albuquerque και Schembri Orland εξέφρασαν χωριστή γνώμη, η οποία είναι συνημμένη στην απόφαση (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες