Το συμφέρον του παιδιού «πυξίδα» για τη δικαιοσύνη

ΑΠΟΦΑΣΗ:

Mandet κατά Γαλλίας της 14.01.2016 (αριθ.  προσφ. 30955/12)
βλ. εδώ 

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ:

Αμφισβήτηση αναγνώρισης πατρότητας τέκνου. Το συμφέρον του παιδιού προέχει στις δικαστικές αποφάσεις που το αφορούν.  Μη παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. Το Στρασβούργο θεώρησε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν παρέλειψαν να αποδώσουν καθοριστική σημασία στην προάσπιση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού και ως εκ τούτου κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρξε παραβίαση της Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ:

Το μέγιστο συμφέρον του παιδιού υπερισχύει στη στάθμιση των δικαστικών αποφάσεων.

ΔΙΑΤΑΞΗ:

Άρθρο 8( δικαίωμα στην ατομική και ιδιωτική ζωή) της ΕΣΔΑ.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ:

Οι προσφεύγοντες, η Florence Mandet του γένους Guillerm, ο Jacques Mandet και o Alois Mandet, είναι Γάλλοι υπήκοοι γεννημένοι το 1955, 1945 και 1996 αντίστοιχα και ζουν στο Ντουμπάι (Εμιράτο του Ντουμπάι). H Florence και ο Jacques Mandet παντρεύτηκαν και έκαναν 3 παιδιά. Τον Ιούνιο του 1996 εκδόθηκε το διαζύγιό τους. Η Florence Mandet γέννησε τον Alois Mandet τον Αύγουστο του 1996 και καταχωρήθηκε υπό το όνομα της μητέρας του. Τον Σεπτέμβριο του 1997 ο ​​Jacques Mandet αναγνώρισε επίσημα το παιδί. Η Florence και ο Jacques Mandet ξαναπαντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 2003, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη νομιμοποίηση του παιδιού.

Στις 22.02.2005 ο κ. Glouzmann προσέφυγε στο Πρωτοδικείο της Nanterre, αμφισβητώντας την αναγνώριση της πατρότητας του κ. Mandet και επιδιώκοντας να του αναγνωριστεί η πατρότητα εκτός γάμου. Με μια απόφαση της 10.02.2006, το δικαστήριο έκρινε ότι καθώς το παιδί είχε γεννηθεί μετά από 300 ημέρες μετά τον χωρισμό της Florenceκαι του Jacques Mandet, το νομικό τεκμήριο ότι ο Ζακ Mandet ήταν ο πατέρας έπρεπε να απορριφθεί. Το δικαστήριο δεν αμφισβήτησε, πως κατά τη στιγμή της σύλληψης του παιδιού, ο κ. Glouzmann είχε σεξουαλικές σχέσεις με την κα Mandet και ότι πολλοί επιβεβαίωσαν ότι είχαν ζήσει μαζί ως ζευγάρι, και ότι είχε γίνει γνωστό ότι το παιδί ήταν δικό τους. Το δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το παιδί δεν είχε σε συνεχιζόμενη διάρκεια, την ιδιότητα του νομίμου τέκνου του ζευγαριού Mandet, και ότι το κύριο ενδιαφέρον του έγκειτο στο να γνωρίζει την αλήθεια για την καταγωγή του. Κατά συνέπεια, το δικαστήριο κήρυξε την προσφυγή του κ. Glouzmann παραδεκτή και διέταξε τον γενετικό έλεγχο των προσφευγόντων και του κ. Glouzmann, ο οποίος ήταν και ο μόνος που δέχτηκε.

Στις 16 Μαΐου 2008, το Δικαστήριο ακύρωσε την αναγνώριση της πατρότητας και την επακόλουθη νομιμοποίηση, αποφασίζοντας ότι το παιδί θα χρησιμοποιούσε το επώνυμο της μητέρας του και ότι ο κ. Glouzmann ήταν ο πατέρας του, και ότι αυτό θα αναγράφονταν στο πιστοποιητικό γεννήσεως. Το Δικαστήριο των Βερσαλλιών δέχθηκε την απόφαση. Σημείωσε, πρώτον, ότι δεν ήταν αναγκαίο να επανεξεταστεί η καταλληλότητα του βιολογικού τεστ πατρότητας, αναφερόμενο στο σκεπτικό της απόφασης της 10ης Φεβρουαρίου 2006 σύμφωνα με την οποία το κύριο ενδιαφέρον του παιδιού έγκειτο στο να γνωρίζει την αλήθεια για την καταγωγή του. Περαιτέρω, σημείωσε ότι η περίοδος σύλληψης τοποθετούνταν μεταξύ του Νοεμβρίου 1995 και του Φεβρουαρίου του 1996 και έκρινε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν από το ζεύγος Mandet δεν αποδείκνυαν ότι συνέχιζαν να ζουν μαζί ή ότι διατηρούσαν σεξουαλική σχέση. Αντίθετα, το εφετείο έκρινε ότι αποδείχθηκε ότι ο κ. Glouzmann κατά το χρόνο σύλληψης του παιδιού, διατηρούσε σεξουαλική σχέση με τη Florence Mandet, ότι είχε ζήσει μαζί της κατά τη στιγμή της σύλληψης, αλλά και μετά τη γέννηση του παιδιού, και ότι το περιβάλλον τους γνώριζε ότι ήταν δικό τους. Το Εφετείο επισήμανε επίσης ότι το καθήκον του ad hoc διορισθέντα κηδεμόνα υπεύθυνου για την εκπροσώπηση των συμφερόντων του ανήλικου παιδιού παρακωλύθηκε από το ζεύγος Mandet, λόγω του γεγονότος ότι το παιδί και οι γονείς δεν είχαν επιστρέψει στη Γαλλία, μετά τις σχολικές διακοπές.

Ο κ. και η κα Mandet άσκησαν αναίρεση. Το Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε την αναίρεση.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι τα εθνικά δικαστήρια είχαν παραβλέψει την επίσημη αναγνώριση της πατρότητας από τον Ζακ Mandet καθώς και τη μετέπειτα νομιμοποίηση του παιδιού, είχαν αποφασίσει τη χρήση του επωνύμου της μητέρας, είχαν κρίνει ότι ο κ. Glouzmann ήταν ο πατέρας του και τους είχαν φέρει σε επαφή και προσέδωσαν δικαιώματα επικοινωνίας μεταξύ του κ. Glouzmann και του παιδιού. Σημείωσε ότι με την αναίρεση της νομικής σχέσης γονέα-παιδιού, ανάμεσα στο παιδί και στον κ. Mandet, τα εθνικά δικαστήρια είχαν αλλάξει, από νομικής σκοπιάς, ένα σημαντικό στοιχείο της οικογενειακής δομής εντός του οποίου είχε μεγαλώσει το παιδί για πολλά χρόνια, αντικαθιστώντας με μια άλλη νομική σχέση πατέρα-παιδιού. Κατέληξε δε στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως επέμβαση στο δικαίωμα του παιδιού για σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής.

Έχοντας υπόψη το άρθρο 339 του Γαλλικού Α.Κ. το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η παρέμβαση ήταν σύμφωνη με το νόμο και ότι είχε ως στόχο την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων, κυρίως του κ. Glouzmann.

Αναφορικά με τη νομολογία του, το Δικαστήριο τόνισε ότι η Γαλλία είχε τη διακριτική ευχέρεια («περιθώριο εκτίμησης») προκειμένου να εκτιμήσει την αναγκαιότητα μιας επέμβασης σε μια δημοκρατική κοινωνία υπό την έννοια του άρθρου 8. Ωστόσο, κάθε φορά που η υπόθεση αφορά τη κατάσταση ενός παιδιού, το Δικαστήριο έπρεπε να ενεργήσει βάση της αρχής σύμφωνα με την οποία το συμφέρον του παιδιού είναι κυρίαρχο.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν ήταν σωστό τα εθνικά δικαστήρια να λάβουν την άρνηση του παιδιού να υποβληθεί σε τεστ αναγνώρισης πατρότητας ως έναν παράγοντα που επιβεβαιώνει τα συμπεράσματά τους σχετικά με την επίσημη αναγνώριση της πατρότητας. Η απόφαση του Εφετείου των Βερσαλλιών ανέφερε ότι αυτό που είχε ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο αυτό ήταν η άρνηση του κ. και της κα Mandet να υποβληθούν  σε αυτή τη δοκιμή, και η άρνησή τους να δει ένας εμπειρογνώμονας το παιδί, ηλικίας κάτω των δέκα ετών, όταν αποφασίστηκε. Η κατοχύρωση της σχέσης γονέα-παιδιού μεταξύ του παιδιού και του κ. Glouzmann δεν βασίστηκε σε αυτή την άρνηση, αλλά σε έναν υπολογισμό της νομικής  περιόδου της σύλληψης  και στην εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν από τα αντίδικα μέρη. Σε αυτή τη βάση, το Εφετείο έκρινε ότι ο κύριος και η κ. Mandet δεν απέδειξαν ότι ζούσαν μαζί ή ότι είχαν διατηρήσει μια σεξουαλική σχέση κατά τη διάρκεια της περιόδου σύλληψης του παιδιού και ότι, αντιθέτως, είχε αποδειχθεί ότι ο κ. Glouzmann είχε σεξουαλική σχέση με τη Florence Mandet και ζούσε μαζί της, όχι μόνο κατά τη στιγμή της σύλληψης, αλλά και μετά τη γέννηση, και ότι παρουσίαζαν το παιδί ως δικό τους.

Στη συνέχεια, το Δικαστήριο επισήμανε ότι τα εθνικά δικαστήρια είχαν κάνει ό, τι αναμένονταν από αυτά, να αναμείξουν το παιδί στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Σημείωσε ότι το Πρωτοδικείο της Nanterre είχε διορίσει έναν ad hoc εκπρόσωπο των συμφερόντων του παιδιού στο πλαίσιο της δίκης, αλλά δεν μπόρεσαν να συναντηθούν, διότι ο κ. και η κα Mandet, και το παιδί, είχαν φύγει από τη Γαλλία. Επιπλέον, το Ακυρωτικό Δικαστήριο είχε εξετάσει το ζήτημα του δικαιώματος του παιδιού να ακουστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας και έκρινε ότι το δικαίωμα αυτό είχε γίνει σεβαστό. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι το παιδί είχε ενημερωθεί για τις διαδικασίες και ήξερε ότι βρίσκονταν υπό αμφισβήτηση η πατρότητα, και ότι είχε αποστείλει επιστολές προς τους δικαστές στις οποίες εξέφραζε την επιθυμία του να μην αλλάξει το επίθετό του και να διατηρήσει την νομική σχέση γονέα-παιδιού του με τον κ.  Mandet.

Επιπλέον, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το σκεπτικό πίσω από τις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων ήταν η προάσπιση του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, διαπιστώθηκε ότι, παρόλο που πατέρας του παιδιού θεωρείται ο Jacques Mandet, η επιθυμία του ήταν να λάβει γνώση της αλήθειας για την καταγωγή του.

Το Δικαστήριο θεώρησε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν παρέλειψαν να αποδώσουν καθοριστική σημασία στην προάσπιση του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού αλλά, αντίθετα, θεώρησαν ότι τα συμφέροντα αυτά δεν ταυτίζονταν με τις επιθυμίες του παιδιού- στη διατήρηση της σχέσης γονέα-παιδιού – αλλά περισσότερο στην εξακρίβωση της πραγματικής πατρότητας. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων δεν προώθησαν τα συμφέροντα του κ. Glouzmann έναντι εκείνων του παιδιού, αλλά θεώρησαν ότι τα συμφέροντά τους, εν μέρει επικαλύπτονται.

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι με την ανάθεση της γονικής μέριμνας στη μητέρα, η απόφαση των εγχώριων δικαστηρίων δεν εμπόδισε το παιδί να συνεχίζει να είναι μέλος της οικογένειας Mandet. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8. anabolisant


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες