Ο κύκλος της αναγνώρισης πατρότητας και το δικαίωμα σεβασμού στην οικογενειακή ζωή

ΑΠΟΦΑΣΗ

R.L.κ.α. κατά Δανίας της 07-03-2017 (αριθ. προσφ. 52629/11)

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οικογενειακή ζωή. Αναγνώριση πατρότητας. Η  υπόθεση αφορά την αναγνώριση πατρότητας του δεύτερου προσφεύγοντος, ο οποίος ήταν παντρεμένος με την πρώτη προσφεύγουσα. Κατά τη διάρκεια του γάμου τους απέκτησαν το πρώτο παιδί και εν συνεχεία ενώ δεν είχαν πλέον επαφές η  γυναίκα έφερε στον κόσμο το δεύτερο παιδί της, για την επιμέλεια και την ανατροφή του οποίου υπέγραψαν από κοινού δήλωση με τον σύζυγό της. Έτσι, ο προσφεύγων εμφανιζόταν ως πατέρας και των δύο παιδιών. Αργότερα, η προσφεύγουσα του αποκάλυψε ότι και τα δύο παιδιά είχαν άλλον βιολογικό πατέρα  με το οποίο διατηρούσε σχέση. Έτσι, οι δύο προσφεύγοντες ξεκίνησαν διαδικασίες για να ανοιχθεί εκ νέου ο φάκελος πατρότητας και να  καταχωριστούν τα παιδιά στον βιολογικό τους πατέρα. Ωστόσο, αφενός οι αρχές απέρριψαν το αίτημα επανεξέτασης της υπόθεσης και αφετέρου ο Ε. , ο οποίος ήταν ο βιολογικός πατέρας, δήλωσε ότι δεν επιθυμούσε να αναλάβει τον ρόλο του πατέρα.  Επικαλούμενοι το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων απεδείκνυαν ότι ο Ε ήταν ο βιολογικός πατέρας των δύο παιδιών, και ότι, ως εκ τούτου οι υποθέσεις πατρότητας όφειλαν να ανοίξουν εκ νέου όπως διαπίστωσε το δικαστήριο της πόλης. Το ΕΔΔΑ δεν διαπίστωσε  παραβίαση του άρθρου 8.

 

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 8

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες, Μ (η πρώτη προσφεύγουσα), F (ο δεύτερος προσφεύγων), L και S, είναι Δανοί υπήκοοι, γεννημένοι το 1965, 1951, 2004 και 2006 αντίστοιχα και ζουν στην Κοπεγχάγη.

H υπόθεση αφορούσε την πατρότητα του δεύτερου προσφεύγοντα αναφορικά με τον L και S. Οι δύο πρώτοι προσφεύγοντες παντρεύτηκαν το 2001. Το 2004, η πρώτη προσφεύγουσα γέννησε ένα αγόρι, τον L. Καθώς ο δεύτερος προσφεύγων ήταν παντρεμένος με την πρώτη προσφεύγουσα, καταχωρήθηκε ως ο πατέρας  του L. Το 2005 το ζευγάρι χώρισε. Ωστόσο, συνέχισαν να συμβιώνουν μέχρι τον Ιούνιο του 2006.

Τον Οκτώβριο του 2006, η πρώτη προσφεύγουσα γέννησε άλλο ένα αγόρι, τον S. Αν και ο δεύτερος προσφεύγων δεν συζούσε με την πρώτη προσφεύγουσα και δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις μαζί της από το 2004, υπέγραψε δήλωση ενώπιον της Κρατικής Διοίκησης της Κοπεγχάγης, την οποία υπέγραψε και η πρώτη προσφεύγουσα, στην οποία δήλωνε ότι θα αναλάμβαναν από κοινού και θα είχαν τη φροντίδα του S.

Κατά συνέπεια, ο δεύτερος προσφεύγων είχε καταχωρηθεί ως ο πατέρας του S.

Εν αγνοία του δεύτερου προσφεύγοντος, από το 2003 έως και το 2008, η πρώτη προσφεύγουσα είχε συνάψει σχέση με άλλο άτομο, τον E. Όταν η σχέση έληξε τον Οκτώβριο του 2008, η πρώτη προσφεύγουσα ανακοίνωσε στον δεύτερο προσφεύγοντα ότι ο Ε ήταν ο βιολογικός πατέρας του S και πιθανώς του L.

Στη συνέχεια, οι προσφεύγοντες υπέβαλαν επίσημο αίτημα να ανοιχθούν εκ νέου οι υποθέσεις πατρότητας, προκειμένου να κατοχυρωθεί επισήμως η πατρότητα του Ε αναφορικά με τα παιδιά. Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε από τη Κρατική Διοίκηση. Στη συνέχεια, οι προσφεύγοντες υπέβαλαν την αίτησή τους ενώπιον του τοπικού δικαστηρίου. Ο Ε εναντιώθηκε στην εκ νέου εξέταση της υπόθεσης. Η πρώτη και ο δεύτερος προσφεύγοντες υποστήριξαν ότι έπρεπε να αναγνωριστεί η πατρότητα του E επί των παιδιών.  Ο Ε δήλωσε ότι δεν επιθυμούσε να αναλάβει το ρόλο του πατέρα.

Τον Φεβρουάριο του 2010, το Δικαστήριο της Κοπεγχάγης αποφάσισε να ανοίξει εξ νέου την υπόθεση πατρότητας των δύο παιδιών, κρίνοντας ότι θα ήταν προς το γενικό συμφέρον των παιδιών και για την επίτευξη της επανένωσης της οικογένειας. Ο Ε προσέφυγε στο Δικαστήριο της Ανατολικής Δανίας. Τον Νοέμβριο του 2010 το Ανώτερο Δικαστήριο αρνήθηκε να ανοίξει εκ νέου την υπόθεση πατρότητας. Στη συνέχεια, ο δεύτερος προσφεύγων έκανε τεστ DNA, το οποίο απέδειξε ότι δεν ήταν ο πατέρας ούτε του L ούτε του S.

Οι δύο πρώτοι προσφεύγοντες επιθυμούσαν να προσφύγουν στο Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά το αίτημά τους απορρίφθηκε τον Ιανουάριο του 2011.

Επικαλούμενοι το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων απεδείκνυαν ότι ο Ε ήταν ο βιολογικός πατέρας του L και του S, και ότι, ως εκ τούτου οι υποθέσεις πατρότητας όφειλαν να ανοίξουν εκ νέου όπως διαπίστωσε το δικαστήριο της πόλης.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Μη παραβίαση του άρθρου 8

 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες