Η ισχύς του τεκμηρίου της αθωότητας μετά από απόφαση του Στρασβούργου.

ΑΠΟΦΑΣΗ:

 Dicle και Sadak κατά Τουρκίας της 16.06.2015 (αριθ. προσφ. 48621/07)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ:

Η συνέχιση της ύπαρξης της καταδικαστικής απόφασης στο ποινικό μητρώο παρά την έναρξη της επανάληψης διαδικασίας συνιστά παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας. Η υπόθεση αυτή αφορούσε τις συνέπειες της επανάληψης της δίκης στο πλαίσιο των εθνικών δικαστηρίων ποινικής δικαιοδοσίας μετά τη διαπίστωση της παραβίασης του Άρθρου 6 της ΕΣΔΑ.

ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ:

Σε περίπτωση επανάληψης διαδικασίας δεν πρέπει να αναγράφεται η ποινή στο ποινικό μητρώο. Συνιστά παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας.

ΔΙΑΤΑΞΗ:

Άρθρο 6 § 2 (τεκμήριο αθωότητας) της ΕΣΔΑ.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ:

Η υπόθεση αυτή αφορούσε τις συνέπειες της επανάληψης της δίκης στο πλαίσιο των εθνικών δικαστηρίων ποινικής δικαιοδοσίας μετά τη διαπίστωση της παραβίασης του άρθρου 6 από το ΕΔΔΑ.

Οι προσφεύγοντες, οι οποίοι ήταν πρώην μέλη της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης και του πολιτικού κόμματος που είχε διαλυθεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο, καταδικάστηκαν σε μια αμετάκλητη απόφαση το 1995 σε 15 χρόνια κάθειρξης για την κατηγορία ότι ήταν μέλη σε εγκληματική οργάνωση.

Στη συνέχεια, στην απόφαση Sadak και λοιποί κατά Τουρκίας, το Στρασβούργο δια­πίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) σε σχέση με τις εν λόγω διαδικασίες. Μετά την απόφαση αυτή σύμφωνα με το άρθρο 327 του τουρκικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ξεκίνησε η επανάληψη διαδικασίας, μέσω μιας νέας σειράς ποινικών διαδικασιών, ανεξάρτητα από τις αρχικές διαδικασίες. Τον Μάρτιο του 2007 το Κακουργιοδικείο επιβεβαίωσε την αρχική καταδίκη, αλλά μείωσε την ποινή κάθειρξης από 15 σε 7,5 χρόνια. Στην απόφασή του ανέφερε τους προσφεύγοντες ως «τα καταδικασμένα πρόσωπα».

Οι προσφεύγοντες στη συνέχεια προσπάθησαν να θέσουν υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές τον Ιούλιο του 2007, αλλά η υποψηφιότητά τους απορρίφθηκε από την Εθνική Εκλογική Επιτροπή, για τον λόγο ότι η αρχική ποινική τους καταδίκη τους των 15 ετών τους έκανε να μη είναι επιλέξιμοι. Ωστόσο, εκείνη την εποχή, είχε ξεκινήσει επανάληψη διαδικασίας που βρισκόταν σε εκκρεμότητα. Μόνο μετά την απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου το 2008, η οποία επικύρωσε την απόφαση του Κακουργιοδικείου στην επανάληψη διαδικασίας, η ενοχή του προσφεύγοντος κατέστη νόμιμα αμετάκλητη.

Οι προσφεύγοντες παραπονούνται για παραβίαση του άρθρου 6 § 2 της ΕΣΔΑ, κυρίως λόγω των χαρακτηρισμών, τους οποίους το Κακουργιοδικείο είχε χρησιμοποιήσει για να αναφερθεί σε αυτούς με την απόφασή του 2007. Επίσης παραπονέθηκαν δυνάμει του άρθρου 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου για παραβίαση του δικαιώματός τους να θέσουν υποψηφιότητα στις εκλογές.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Η υπόθεση θέτει ορισμένα ενδιαφέροντα ερωτήματα.

Πρώτον, το Δικαστήριο έπρεπε να καθορίσει εάν, με τη χρήση του όρου «καταδικασμένα πρόσωπα» αντί απλά «κατηγορούμενα» όταν γινόταν αναφορά στους προσφεύγοντες στην επανάληψη της διαδικασίας, το Κακουργιοδικείο θα μπορούσε να τους θεωρήσει ενόχους πριν η ενοχή τους κηρυχθεί αμετάκλητη. Δεύτερον, το Δικαστήριο έπρεπε να αποφασίσει αν το γεγονός ότι η αρχική καταδίκη εμφανιζόταν στα ποινικά μητρώα τους, ακόμη και μετά την εκ νέου κίνησης της διαδικασίας είχε παραβιάσει το δικαίωμα τους στο τεκμήριο της αθωότητας. Το Δικαστήριο απάντησε με την καταδίκη της Τουρκίας.

Όσον αφορά το πρώτο σημείο, σύμφωνα με το τουρκικό δίκαιο, η νέα διαδικασία ήταν εντελώς ανεξάρτητη από την αρχική υπόθεση, επομένως η υπόθεση έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως αν οι κατηγορούμενοι δικάζοντο για πρώτη φορά. Το Κακουργιοδικείο, ωστόσο, συνέχιζε να χρησιμοποιεί τον όρο «καταδικασμένα πρόσωπα» όταν αναφερόταν στους προσφεύγοντες, ακόμη και αν δεν είχε ακόμη καθοριστεί, στο πλαίσιο των αποδεικτικών στοιχείων και των υπερασπιστικών ισχυρισμών, αν ήταν ένοχοι (η ενοχή των προσφευγόντων δεν ήταν νομίμως θεμελιωμένη στη νέα διαδικασία μέχρι το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο να επικυρώσει την απόφαση του Κακουργιοδικείου).

Όσον αφορά το δεύτερο σημείο, το γεγονός ότι η αρχική καταδίκη είχε παραμείνει στα ποινικά μητρώα των προσφευγόντων, επομένως και ο χαρακτηρισμός τους ως ένοχοι, όταν, με την επανάληψη της διαδικασίας, θα έπρεπε κατ’ αρχήν να θεωρηθούν ως ύποπτοι των κατηγοριών, δημιουργεί ένα πρόβλημα σχετικά με το δικαίωμά τους δυνάμει του άρθρου 6 § 2 (τεκμήριο αθωότητας). Κατά την απόφαση του Στρασβούργου, η συνεχιζόμενη αναγραφή των αδικημάτων στα ποινικά μητρώα ισοδυναμούσε με κατηγορηματική δήλωση, χωρίς να υπάρχει αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση στη διαδικασία επανάληψης της διαδικασίας, ότι οι προσφεύγοντες είχαν διαπράξει την προβαλλόμενη παράβαση. Αυτό συνιστούσε παραβίαση του άρθρου 6 § 2.

Στη συνέχεια, υπό το πρίσμα αυτής της συλλογιστικής, το Δικαστήριο εξέτασε τη δεύτερη αιτίαση, στην οποία επικαλέστηκε παράβαση του άρθρου 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου. Οι προσφεύγοντες θα πρέπει, κατ ‘αρχήν, να θεωρηθούν ύποπτοι των κατηγοριών. Η απόρριψη των υποψηφιοτήτων τους για τις βουλευτικές εκλογές στηρίχθηκε, ωστόσο, στις πρώτες ποινικές καταδίκες, οι οποίες παρέμεναν στα ποινικά τους μητρώα. Επομένως, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η απόρριψη των υποψηφιοτήτων δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ήταν «προβλεπόμενη από το νόμο» σύμφωνα με την έννοια της Σύμβασης. Υπήρχε έτσι υπήρξε παραβίαση και του άρθρου 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ(επιμέλεια echrcaselaw.com). 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες