Μη εκτέλεση απόφασης για επιμέλεια ανηλίκων. Το κράτος φέρει την ευθύνη και οφείλει να λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για την αποκατάσταση των οικογενειακών δεσμών

ΑΠΟΦΑΣΗ

R.Ι. κ.α. κατά Ρουμανίας της 4.12.2018 (αριθμ. Προσφ. 57077/16)

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή. Μη εκτέλεση δικαστικής απόφασης για επιμέλεια των παιδιών. Από εξώγαμη σχέση μεταξύ της πρώτης προσφεύγουσας και του συντρόφου της γεννήθηκαν δύο παιδιά (ο δεύτερη και τρίτη των προσφευγόντων). Μετά την διάλυση της σχέσης ο πατέρας πήρε για επικοινωνία τα παιδιά και δεν τα επέστρεψε στη μητέρα τους. Εκδόθηκαν δικαστικές αποφάσεις που ανέθεσαν την επιμέλεια των ανηλίκων παιδιών στη μητέρα τους. Δεν κατέστη όμως δυνατή  η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων λόγω της άρνησης του πατέρα για παράδοση των παιδιών στη μητέρα  και της άρνησης  των παιδιών που είχαν επηρεαστεί από τον πατέρα τους.

Το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι: α) η άρνηση του ενός γονέα να παραδώσει τα παιδιά στον άλλο δεν απαλλάσσει τις αρχές από τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για τη διατήρηση ή αποκατάσταση των οικογενειακών δεσμών, β) τα δικαστήρια δεν έδωσαν στις αποφάσεις τους καμία προσοχή στην προοδευτική αποτυχία των σχέσεων μεταξύ της μητέρας με τα παιδιά της και στη χειραγωγική συμπεριφορά του πατέρα και ως εκ τούτου δεν είχαν ενεργήσει άμεσα και έγκαιρα και δεν λήφθηκαν τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων. Έτσι διαπίστωσε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν λάβει αποτελεσματική προστασία του δικαιώματός τους για σεβασμό της οικογενειακής τους ζωής. Το Στρασβούργο  προσέθεσε ότι όταν γίνεται επανένωση γονέα με τα παιδιά του πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα προπαρασκευαστικά μέτρα. Καταδίκη για παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ.

ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Σημαντική και χρήσιμη για πολλούς αλλά κυρίως για το συμφέρον των παιδιών η απόφαση του Στρασβούργου. Προσδιορίζει τις μεγάλες ευθύνες του κράτους και των εθνικών δικαστηρίων για την μη εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων που αφορούν την επανένωση παιδιών με γονείς (αποφάσεις για επικοινωνία, επιμέλεια κλπ.) και την υποχρέωσή τους να φροντίζουν την διατήρηση και αποκατάσταση των οικογενειακών δεσμών. Ο γονέας που ταλαιπωρείται από την μη εκτέλεση αποφάσεων και δεν μπορεί να επικοινωνήσει με το παιδί του ή δεν μπορεί να επιμεληθεί αυτού παρά την ύπαρξη δικαστικής απόφασης μπορεί να προσφύγει στο ΕΔΔΑ, που έχει ήδη αναπτύξει για τα θέματα αυτά πλούσια νομολογία.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Αρθρο 8

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες, η R. Ι. και τα δύο παιδιά της M.I. και Ι.Ι., είναι Ρουμάνοι υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1975, 2006 και 2009 αντίστοιχα.

H πρώτη προσφεύγουσα είχε σχέση με τον R., κατά τη διάρκεια της οποίας ο δεύτερος και ο τρίτος προσφεύγων γεννήθηκαν. Η σχέση διαλύθηκε το 2010 και οι γονείς συμφώνησαν ότι τα παιδιά θα ζούσαν με την πρώτη προσφεύγουσα, τη μητέρα τους. Τον Οκτώβριο του 2013 ο R. πήρε τα παιδιά από την κατοικία της πρώτης προσφεύγουσας χωρίς τη συγκατάθεσή της και ζουν από τότε μαζί του. Η πρώτη προσφεύγουσα κίνησε διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων και της δόθηκε η επιμέλεια με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων  (Μάιος 2014) και στη συνέχεια με οριστική δικαστική απόφαση (Σεπτέμβρης 2014). Ο πατέρας δεν συμμορφώθηκε με τις αποφάσεις και η πρώτη προσφεύγουσα προσπάθησε να εκτελέσει την δικαστική απόφαση  χωρίς αποτέλεσμα.

Σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας,  η πρώτη προσφεύγουσα ισχυρίστηκε ότι ο πατέρας είχε στρέψει τα παιδιά εναντίον της, καταγγέλλοντας παιδική κακοποίηση. Μία ψυχολογική αξιολόγηση μετά από απόφαση του δικαστηρίου το Νοέμβρη 2015 αποφάνθηκε ότι υπήρχε ένδειξη γονικής αποξένωσης την οποία καλλιεργούσε ο πατέρας.

Τον Αύγουστο του 2016 ο πατέρας ζήτησε την επιμέλεια και αρχικά του δόθηκε, καθώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα παιδιά είχαν αποχωριστεί από τη μητέρα τους για τρία χρόνια και ότι η αιφνίδια αλλαγή της κατοικίας τους θα τους προκαλούσε δυσφορία. Η πρώτη προσφεύγουσα άσκησε έφεση που έγινε δεκτή από το Εφετείο τον Μάιο του 2018.

Το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν ήταν λάθος της πρώτης προσφεύγουσας και μητέρας ότι τα παιδιά εξακολουθούσαν να ζουν με τον πατέρα τους και ότι δεν έπρεπε να τιμωρηθεί λόγω της μη εκτέλεσης της απόφασης για την επιμέλεια. Ο πατέρας είχε επίσης τη δυνατότητα να επηρεάσει τα παιδιά εναντίον της.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Αφού αποφάσισε να εξετάσει την υπόθεση μόνο βάσει του άρθρου 8, το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι αρχές είχαν την υποχρέωση να ενεργήσουν ταχύτατα σχετικά με την επανένωση της πρώτης προσφεύγουσας (μητέρας) με τα παιδιά της.

Ωστόσο, δεν είχε ζήσει μαζί τους από τον Νοέμβριο του 2013 και εξακολουθούσε το ίδιο μέχρι και  τον Ιούλιο 2018, ημερομηνία της τελευταίας επικοινωνίας των εκπροσώπων της.

Οι αρχές ήρθαν αντιμέτωπες με την αντίθεση του πατέρα και εκείνη των παιδιών, που είχαν αρνηθεί, ενδεχομένως υπό την επιρροή του, να επιστρέψουν στη μητέρα τους. Ωστόσο, μια τέτοια έλλειψη συνεργασίας δεν απαλλάσσει τις αρχές από τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση των οικογενειακών δεσμών.

Γενικά, φαίνεται ότι οι αρχές προστασίας των παιδιών ήταν παθητικές. Η πρώτη προσφεύγουσα είχε δηλώσει δύο φορές στην αρχή προστασίας παιδιών του Βουκουρεστίου τη δυσκολία επικοινωνίας με τα παιδιά, και δεν μπορούσε να προβεί σε κάποια ενέργεια καθώς ο πατέρας δεν ήταν στο σπίτι. Δεν υπήρχε κανένα σημάδι που να δείχνει ότι είχε προσπαθήσει κάτι άλλο πέρα από την απλή επίσκεψη στο σπίτι του πατέρα ή είχε στήσει κάποια πλεκτάνη για την εκδίκηση και τιμωρία του.

Παρ όλο που ένας ψυχολόγος είχε θέσει την ανάγκη τον Ιανουάριο του 2015 για αξιολόγηση των παιδιών, αυτή διεξήχθη μόνο αφού η πρώτη προσφεύγουσα ζήτησε την έκδοση δικαστικής απόφασης τον Ιούλιο του ίδιου έτους.

Αργότερα η ψυχολογική εκτίμηση επιβεβαίωσε ψυχολογική κατάχρηση από τον πατέρα με τη μορφή γονικής αποξένωσης.

Το Δικαστήριο, εκφράζοντας τη λύπη του για το γεγονός ότι οι αρχές δεν έδωσαν στις αποφάσεις τους καμία προσοχή στην προοδευτική αποτυχία των σχέσεων μεταξύ της πρώτης προσφεύγουσας με τα παιδιά της και στη χειραγωγική συμπεριφορά του πατέρα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αρχές δεν είχαν ενεργήσει εγκαίρως και δεν λήφθηκαν τα απαραίτητα μέτρα για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων.

Δεν είχαν επιτύχει δίκαιη ισορροπία μεταξύ των ανταγωνιστικών συμφερόντων του ατόμου και του συνόλου και οι προσφεύγοντες δεν είχαν λάβει αποτελεσματική προστασία του δικαιώματός τους για σεβασμό της οικογενειακής τους ζωής. Το Δικαστήριο προσέθεσε ότι η απόφαση δεν πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι  οι αρχές έπρεπε να επανενώσουν την πρώτη προσφεύγουσα και τα παιδιά της χωρίς κατάλληλα προπαρασκευαστικά μέτρα.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ρουμανία έπρεπε να καταβάλει στο δεύτερο και την τρίτη προσφεύγοντα 7.500 ευρώ από κοινού όσον αφορά την ηθική τους  βλάβη και 3.199,37 ευρώ στην πρώτη προσφεύγουσα  για τα δικαστικά έξοδα και τις λοιπές δαπάνες(επιμέλεια echrcaselaw.com). 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες