Άρνηση αναγνώρισης έννομης σχέσης μεταξύ παιδιού και της πρώην συντρόφου της βιολογικής μητέρας. Μη παραβίαση ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής

ΑΠΟΦΑΣΗ 

C.E. κ.α. κατά Γαλλίας της 24.03.2022 (αρ. προσφ. 29775/18 και 29693/19) 

Βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ 

Ομόφυλα ζευγάρια γυναικών. Υιοθεσία και έννομη σχέση μεταξύ συντρόφων βιολογικής μητέρας και παιδιών. 

Η απόφαση αφορά δύο ξεχωριστές αλλά παρόμοιες υποθέσεις. Η πρώτη αφορά την απόρριψη από τα εθνικά δικαστήρια αίτησης για πλήρη υιοθεσία παιδιού από την πρώην σύντροφο της βιολογικής μητέρας του. Η δεύτερη αφορά την άρνηση των εθνικών δικαστηρίων να εκδώσουν έγγραφο που να πιστοποιεί ένα ζήτημα κοινής γνώσης (acte de notoriété) που αναγνωρίζει μια έννομη σχέση γονέα-παιδιού, με βάση την de facto σχέση (possession d’état), μεταξύ ενός παιδιού και της πρώην συντρόφου της βιολογικής μητέρας. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για δημιουργία οικογένειας μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών γυναικών. 

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου τόνισε ότι υπάρχουν νομικά μέσα στη Γαλλία που επιτρέπουν την αναγνώριση σχέσης μεταξύ ενός ανήλικου τέκνου και ενός ενηλίκου. Για παράδειγμα, η βιολογική μητέρα του παιδιού θα μπορούσε να λάβει δικαστική απόφαση για άσκηση από κοινού γονικής μέριμνας με την σύντροφό της ή την πρώην σύντροφό της. Ενώ παρ’ όλα αυτά, μια τέτοια απόφαση δεν συνεπαγόταν τη σύναψη νόμιμης σχέσης γονέα-παιδιού, ωστόσο επέτρεπε στον/στην σύντροφο ή τον/την πρώην σύντροφο να ασκήσει ορισμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις που σχετίζονται με την γονεϊκότητα, και έτσι ισοδυναμούσε με έναν βαθμό νομικής αναγνώρισης της σχέσης. 

Και στις δύο περιπτώσεις, οι προσφεύγοντες ισχυρίστηκαν ότι υπέστησαν παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ. Το Δικαστήριο εξέτασε τις καταγγελίες τους από τη σκοπιά της θετικής υποχρέωσης των Κρατών Μελών να εξασφαλίζουν στα πρόσωπα τον αποτελεσματικό σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής τους ζωής. 

Το ΕΔΔΑ, αφού επισήμανε ότι μετά τον χωρισμό των ζευγαριών και παρά την έλλειψη νομικής αναγνώρισης της σχέσης μεταξύ των εν λόγω παιδιών και των ενηλίκων, οι ενδιαφερόμενοι είχαν μια οικογενειακή ζωή παρόμοια με εκείνη που διήγαγαν οι περισσότερες οικογένειες μετά το χωρισμό των γονέων, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε παραβιαστεί το δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής. 

Στη συνέχεια το Δικαστήριο προσπάθησε να εξακριβώσει εάν οι καταγγελλόμενες αρνήσεις είχαν παραβιάσει το δικαίωμα σε σεβασμό της ιδιωτικής ζωής. 

Το ΕΔΔΑ τόνισε εξαρχής ότι σε καταστάσεις όπως αυτές των προσφευγουσών υπήρχαν νομικά μέσα στη Γαλλία που επέτρεπαν την αναγνώριση της σχέσης μεταξύ παιδιού και ενήλικα. Για παράδειγμα, η βιολογική μητέρα του παιδιού θα μπορούσε να λάβει δικαστική απόφαση για την άσκηση από κοινού γονικής μέριμνας με τον/την σύντροφό της ή τον/την πρώην σύντροφό της, όπως είχε γίνει σε μια από τις δύο περιπτώσεις. 

Παρατήρησε, στη συνέχεια, ότι από τη δημοσίευση του νόμου περί βιοηθικής της 2ας Αυγούστου 2021, ομόφυλα ζευγάρια γυναικών που είχαν προσφύγει στη μέθοδο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ART) στο εξωτερικό πριν από 4 Αυγούστου 2021 είχαν τη δυνατότητα, για περίοδο τριών ετών, να αναγνωρίσουν από κοινού ένα παιδί με το οποίο είχαν νόμιμη σχέση γονέα-τέκνου μόνο με τη γυναίκα που το είχε γεννήσει. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σύναψη έννομης σχέσης με την άλλη γυναίκα. Αυτή η επιλογή ήταν διαθέσιμη σε μια από τις δύο περιπτώσεις. Στην άλλη περίπτωση, καθώς το παιδί ήταν πλέον ενήλικο, η υιοθεσία του από την εν λόγω προσφεύγουσα ήταν δυνατή με την απλή διαδικασία υιοθεσίας. 

Επομένως, το ΕΔΔΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ενόψει του περιθωρίου εκτίμησης που καταλείπεται στο κράτος – το οποίο, κατά γενική ομολογία, ήταν πιο στενό όταν αφορούσε το συμφέρον των παιδιών – το εναγόμενο κράτος δεν είχε παραβεί την υποχρέωσή του να εγγυηθεί τον αποτελεσματικό σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των ενδιαφερόμενων προσώπων και δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ.  

ΔΙΑΤΑΞΗ 

Άρθρο 8 

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ 

Οι προσφεύγουσες C.E., C.B. και M.B. (αρ. προσφ. 29775/18) γεννήθηκαν το 1974, το 1967 και το 2002 αντίστοιχα. Οι προσφεύγοντες Α.Ε. και Τ.G. (αρ. προσφ. 29693/19) γεννήθηκαν το 1980 και το 2008 αντίστοιχα. Όλοι τους ζουν στη Γαλλία. 

Προσφυγή αρ. 29775/18 

Στις 13 Ιανουαρίου 2002, περίοδο κατά την οποία οι δύο πρώτοι εκ των προσφευγόντων συζούσαν ως ζευγάρι, η δεύτερη γέννησε την τρίτη προσφεύγουσα, M.B., η οποία είχε συλληφθεί «με τη βοήθεια ενός φίλου και δότη στη Γαλλία». Η μητέρα, C.B., ήταν ο μοναδικός νόμιμος κηδεμόνας του παιδιού. 

Το ζευγάρι χώρισε το 2006. Μετά από συμφωνία που επιτεύχθηκε με την μητέρα, η πρώτη προσφεύγουσα είχε πλέον δικαιώματα επικοινωνίας με το παιδί, και συγκεκριμένα παραμονή του παιδιού κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο και για τις μισές σχολικές διακοπές. Η πρώτη προσφεύγουσα καταβάλει μηνιαία διατροφή στην πρώην σύντροφό της για την καθημερινή φροντίδα του παιδιού και την εκπαίδευσή του. 

Στις 29 Ιουλίου 2015 η πρώτη προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο της Aix-en-Provence για έκδοση απόφασης υιοθεσίας της κόρης με διατήρηση της έννομης σχέσης μεταξύ παιδιού και βιολογικής μητέρας. 

Το δικαστήριο απέρριψε την αίτηση και η απόφαση επικυρώθηκε από το Εφετείο. 

Με απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2018, το Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε την αναίρεση της πρώτης προσφεύγουσας.  

Στο μεταξύ, στις 31 Μαΐου 2016, οι δύο πρώην σύζυγοι είχαν υποβάλει αίτηση στο Πρωτοδικείο της Narbonne ζητώντας την έκδοση εγγράφου που να βεβαιώνει ένα θέμα κοινής γνώσης (acte de notoriété) επιβεβαιώνοντας την έννομη σχέση μεταξύ της πρώτης προσφεύγουσας και του παιδιού. Το αίτημα τελικά απορρίφθηκε. 

Προσφυγή αρ. 29693/19 

Τον Μάιο του 2006 η Α.Ε. συνήψε σύμφωνο γάμου με την Κ.G. Μέσω της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ART) στο εξωτερικό, η δεύτερη προσφεύγουσα γέννησε τον Τ.G. στις 13 Νοεμβρίου 2008. 

Στις 16 Μαρτίου 2010 η Κ.G. υπέβαλε αίτημα στον δικαστή οικογενειακών υποθέσεων του Πρωτοδικείου της Ρεν, επιδιώκοντας την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας με την Α.Ε.. Ο δικαστής έκανε δεκτή την αίτηση. Τον Οκτώβριο 2011 η Α.Ε. έφερε στον κόσμο ένα παιδί. Τον Μάιο του 2012 το ίδιο δικαστήριο διέταξε η γονική μέριμνα να ασκείται σε κοινή βάση μεταξύ των δύο γονέων. 

Μετά τον χωρισμό του ζευγαριού, η σύμπραξη λύθηκε τον Οκτώβριο του 2014. Στις 2 Ιουλίου 2018 η πρώτη προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση στο Πρωτοδικείο του Rennes ζητώντας να εκδώσει έγγραφο που βεβαιώνει ένα θέμα κοινής γνώσης με βάση την de facto απόλαυση του καθεστώτος (possession d’état) όσον αφορά το τέκνο. Η K.G. παραστάθηκε στη δίκη ως πολιτική αγωγή. Ο αντιπρόεδρος του δικαστηρίου απέρριψε το αίτημα. 

Επικαλούμενοι το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής), C.E., M.B. και C.B (αρ. προσφ.  29775/18) ισχυρίστηκαν ότι υπέστησαν παραβίαση του δικαιώματός τους στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής τους ζωής λόγω της απόρριψης από τα εθνικά δικαστήρια της αίτησης για πλήρη υιοθεσία της κόρης από την πρώην σύντροφο της βιολογικής μητέρας του παιδιού. Στην προσφυγή αρ. 29693/19 η Α.Ε., η πρώην σύντροφος της βιολογικής μητέρας του παιδιού και το παιδί, ισχυρίστηκαν ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος της τελευταίας στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής λόγω της άρνησης των εθνικών δικαστηρίων να εκδώσουν έγγραφο που να πιστοποιεί ένα ζήτημα κοινής γνώσης, θεμελιώνοντας την έννομη σχέση μεταξύ Α.Ε. και Τ.G. 

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ… 

Άρθρο 8 

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου σημείωσε ότι τη στιγμή που οι προσφεύγοντες απευθύνθηκαν στα εθνικά δικαστήρια και στο ίδιο το Δικαστήριο, η γαλλική νομοθεσία δεν είχε προβλέψει την σύναψη έννομων σχέσεων γονέα-παιδιού μεταξύ ανήλικου τέκνου και της πρώην συντρόφου της βιολογικής του μητέρας χωρίς να επηρεάζεται το νομικό καθεστώς της τελευταίας. Τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα δεν μπορούσαν να καταφύγουν σε πλήρη ή απλή υιοθεσία ή αναγνώριση μέσω της επίδρασης της de facto απόλαυσης του ισχύοντος μεταξύ τους καθεστώτος. 

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι σε καμία από τις δύο περιπτώσεις οι προσφυγές  αναφορικά με το άρθρο 8 δεν ανέφεραν παραβίαση του δικαιώματος των προσφευγόντων στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής από μια δημόσια αρχή. Αντίθετα, σχετίζονταν με τις εικαζόμενες ελλείψεις της γαλλικής νομοθεσίας οι οποίες, σύμφωνα με τις προσφεύγουσες, είχαν ως αποτέλεσμα την απόρριψη των αιτημάτων τους και υπονόμευσε τον αποτελεσματικό σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής τους ζωής. 

Ως εκ τούτου, το ΕΔΔΑ αποφάσισε να εξετάσει τις καταγγελίες των προσφευγουσών από τη σκοπιά της θετικής υποχρέωσης των μερών να διασφαλίζουν σε πρόσωπα που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους τον αποτελεσματικό σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, και όχι από την προοπτική της υποχρέωσής τους να μην παρεμβαίνουν στην άσκηση του δικαιώματος αυτού. 

Δικαίωμα σεβασμού της οικογενειακής ζωής 

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι και στις δύο περιπτώσεις, μετά τον χωρισμό των ζευγαριών, και παρά την έλλειψη νομικής αναγνώρισης μιας σχέσης μεταξύ των παιδιών και της πρώην συντρόφου της βιολογικής τους μητέρας, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα είχαν μια οικογενειακή ζωή συγκρίσιμη με αυτή που είχαν οι περισσότερες οικογένειες μετά το χωρισμό των γονέων τους.  

Η C.E., σε συμφωνία με την πρώην σύντροφό της, άσκησε τα δικαιώματα επικοινωνίας με την κόρη της, ενώ η Κ.G. και η Α.Ε. είχαν επιλέξει την από κοινού γονική μέριμνα, σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο, και είχαν θέσει σε εφαρμογή ρυθμίσεις κοινής επιμέλειας. Επιπλέον, καμία από τις προσφεύγουσες και στις δύο περιπτώσεις δεν είχε αναφέρει οποιεσδήποτε δυσκολίες στην απόλαυση του δικαιώματος της οικογενειακής τους ζωής και το εναγόμενο Κράτος είχε θεσπίσει νομικά μέσα που επιτρέπουν την προστασία των μεταξύ τους δεσμών. Αν υπήρχαν προβλήματα, αυτά θα μπορούσαν να αποκατασταθούν με βάση το άρθρο 371-4 του ΑΚ, σύμφωνα με το οποίο «εάν το απαιτούν τα συμφέροντα του παιδιού, ο δικαστής σε υποθέσεις οικογενειακού δικαίου καθορίζει τις ρυθμίσεις αναφορικά με τη σχέση του παιδιού με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, συγγενικό ή μη, το οποίο έχει διαμείνει με σταθερό τρόπο με το παιδί και με έναν από τους γονείς, έχει συμμετάσχει στην διαπαιδαγώγησή του, στην καθημερινή φροντίδα ή διαμονή και έχει αναπτύξει διαρκείς συναισθηματικούς δεσμούς μαζί του.  

Έτσι, δεν υπήρχε βάση για να διαπιστωθεί, υπό τις συνθήκες των δύο υποθέσεων, ότι το εναγόμενο κράτος δεν είχε εκπληρώσει την υποχρέωσή του να εγγυηθεί στους προσφεύγοντες τον αποτελεσματικό σεβασμό της οικογενειακής τους ζωής. 

Συνεπώς, δεν υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της οικογενειακής ζωής που προστατεύεται από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ.  

Δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής 

Όπως επισημάνθηκε από το Δικαστήριο, τη στιγμή που οι προσφεύγουσες απευθύνθηκαν στα εθνικά δικαστήρια και στο Δικαστήριο, η γαλλική νομοθεσία δεν είχε προβλέψει την σύναψη νόμιμων σχέσεων γονέα-παιδιού μεταξύ ενός ανήλικου τέκνου και ενός πρώην συντρόφου της βιολογικής του μητέρας χωρίς να επηρεαστεί το νομικό καθεστώς του δεύτερου. Ως εκ τούτου, έπρεπε να καθοριστεί εάν, υπό τις περιστάσεις των εξεταζόμενων υποθέσεων, η απουσία τέτοιας δυνατότητας ισοδυναμούσε με παράλειψη του εναγόμενου κράτους να συμμορφωθεί με την θετική υποχρέωση να εγγυηθεί στους προσφεύγοντες τον αποτελεσματικό σεβασμό της ιδιωτικής τους ζωής. 

Το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι είχε κρίνει, στο πλαίσιο των παιδιών που γεννήθηκαν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια κύησης μέσω παρένθετης μητέρας και σύλληψης χρησιμοποιώντας τους γαμέτες του φερόμενου πατέρα, ότι το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής του παιδιού  απαιτούσε το εθνικό δίκαιο να παρέχει δυνατότητα αναγνώρισης της νόμιμης σχέσης γονέα-παιδιού όχι μόνο μεταξύ του παιδιού και του πατέρα, όταν ο τελευταίος ήταν ο βιολογικός πατέρας, αλλά και όταν η νόμιμη σχέση γονέα-παιδιού με τον επιδιωκόμενο πατέρα ήταν αναγνωρισμένη στο εσωτερικό δίκαιο, αλλά και με την μητέρα, που ορίζεται στο πιστοποιητικό γέννησης ως η  «νόμιμη μητέρα», ακόμη και όταν δεν είχε γενετική σχέση με το παιδί. 

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι καταστάσεις των δύο παιδιών στις εν λόγω υποθέσεις δεν θα μπορούσαν να συγκριθούν με μια τέτοια κατάσταση καθώς δεν είχαν συλληφθεί μέσω παρένθετης μητέρας και οι δεσμοί τους με τις C.E. και A.E. αντίστοιχα δεν είχαν συσταθεί προηγουμένως βάσει του δικαίου άλλης χώρας. 

Πρώτον, το ΕΔΔΑ τόνισε ότι σε καταστάσεις όπως αυτές των προσφευγόντων υπήρχαν νομικά μέσα στη Γαλλία που επιτρέπουν την αναγνώριση της σχέσης μεταξύ παιδιού και ενήλικα. Για παράδειγμα, η βιολογική μητέρα του παιδιού θα μπορούσε να λάβει δικαστική απόφαση για την άσκηση από κοινού γονικής μέριμνας με τον σύντροφό της ή τον πρώην σύντροφό της. Ενώ μια τέτοια απόφαση δεν συνεπαγόταν την σύναψη νόμιμης σχέσης γονέα-παιδιού, επέτρεπε ωστόσο στον σύντροφο ή πρώην σύντροφο να ασκήσει ορισμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις που ανέρχονταν σε κάποια νομική αναγνώριση της σχέσης τους.  

Η βιολογική μητέρα του T.G. είχε κάνει χρήση αυτής της επιλογής και αυτή και η A.E. είχαν ασκήσει από κοινού τη γονική μέριμνα όσον αφορά το παιδί από το 2010. Αν και αυτό δεν συνέβη με τις C.E. και C.B., το Δικαστήριο παρατήρησε ότι δεν είχε υποστηριχθεί ότι η C.B. θα είχε αντίρρηση για κοινή γονική μέριμνα. Επιπλέον, αυτό θα ήταν ασύμβατο με το γεγονός ότι είχε συμφωνήσει να υιοθετηθεί η κόρη από την πρώην σύντροφό της.  

Επιπλέον, όταν σύντροφοι χώριζαν ή δεν κατέληγαν σε συμφωνία, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο δικαστής οικογενειακών υποθέσεων θα μπορούσε, εάν το απαιτούσαν τα συμφέροντα του παιδιού, να καθορίσει τις ρυθμίσεις σχετικά με τη σχέση του/της με τον/την πρώην σύντροφο της μητέρας (άρθρο 371-4 ΑΚ). 

Αυτό επίσης θα μπορούσε να παρομοιαστεί σε κάποιο βαθμό με τη νομική αναγνώριση της σχέσης τους. 

Δεύτερον, το ΕΔΔΑ σημείωσε ότι από τη δημοσίευση του Νόμου Βιοηθικής της 2ας Αυγούστου 2021, ομόφυλα ζευγάρια γυναικών που είχαν καταφύγει σε υποβοηθούμενη γονιμοποίηση (ART) στο εξωτερικό πριν από τις 2 Αυγούστου 2021 είχαν τη δυνατότητα, για τρία χρόνια, από κοινού αναγνώρισης παιδιού που είχε νόμιμη σχέση γονέα-τέκνου μόνο με τη  γυναίκα που το είχε κυοφορήσει/γεννήσει. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία έννομης σχέσης με την άλλη γυναίκα. Ο πιθανός μετέπειτα χωρισμός του ζευγαριού δεν είχε επιπτώσεις στην εφαρμογή αυτού του μηχανισμού. Αρκούσε να ήταν ζευγάρι (παντρεμένοι, σε συμβίωση ή να συγκατοικούν) τη στιγμή της ART, και να είχαν καταφύγει σε αυτήν τη θεραπεία με σκοπό να αποκτήσουν μαζί ένα παιδί. 

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι αυτή η επιλογή ήταν διαθέσιμη στην περίπτωση του T.G., καθώς είχε γεννηθεί μέσω της διαδικασίας ART που πραγματοποιήθηκε στο εξωτερικό στο πλαίσιο των σχεδίων της βιολογικής του μητέρας, και της Α.Ε. να δημιουργήσουν μαζί οικογένεια. Από τον Αύγουστο του 2021 (όταν ο T.G. ήταν περίπου 12 ετών και οκτώ μηνών), υπήρχε μια διαδικασία στο γαλλικό δίκαιο που επέτρεπε να αναγνωριστεί η νόμιμη σχέση γονέα-τέκνου μεταξύ Τ.G. και A.E. Αυτή η επιλογή είχε γίνει έτσι διαθέσιμη μόλις τρία χρόνια μετά την αίτησή τους. 

Τρίτον, αν και βάσει της νομοθεσίας αυτή η διαδικασία δεν ήταν διαθέσιμη στην περίπτωση της Μ.Β., η οποία δεν είχε συλληφθεί μέσω διαδικασίας ART στο εξωτερικό, φάνηκε ότι η υιοθεσία της από την C.E. μέσω της απλής διαδικασίας υιοθεσίας θα ήταν πλέον δυνατή. Ενώ αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί εάν ήταν ακόμα ανήλικη, καθώς η βιολογική της μητέρα θα στερούνταν της γονικής της μέριμνας, ωστόσο η Μ.Β. είχε ενηλικιωθεί στις 13 Ιανουαρίου 2020 και η διαδικασία ήταν επομένως διαθέσιμη από τότε, επιτρέποντας τη δημιουργία μιας νόμιμης σχέσης μητέρας-παιδιού με την C.E. 

Ενόψει του περιθωρίου εκτίμησης που αφήνεται στο εναγόμενο κράτος – το οποίο, ομολογουμένως, ήταν στενότερο όταν αμφισβητείται το μείζον συμφέρον των παιδιών – το Δικαστήριο έκρινε, όσον αφορά το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής της M.B. και του T.G , ότι είχε επιτευχθεί δίκαιη ισορροπία μεταξύ των διακυβευόμενων συμφερόντων. 

Αυτό ίσχυε με ακόμη μεγαλύτερη ισχύ για το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής των C.E. και C.B. αφενός και Α.Ε και Κ.G. αφετέρου, καθώς τα συμφέροντά τους από την άποψη αυτή συνέπιπταν με εκείνα της Μ.Β. και Τ.G. αντίστοιχα. 

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι το εναγόμενο κράτος δεν αθέτησε την υποχρέωσή του να εγγυηθεί τον αποτελεσματικό σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των προσφευγόντων.  

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ (επιμέλεια: echrcaselaw.com). 

 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες