Η στέρηση της δυνατότητας επιμόρφωσης κρατουμένων, μέσω χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών, παραβίασε το δικαίωμα τους στην εκπαίδευση.

ΑΠΟΦΑΣΗ

Mehmet Reşit Arslan και Orhan Bingöl κατά Τουρκίας (αριθ. προσφ. 47121/06)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Σπουδές κρατουμένων στις φυλακές. Εύλογο δικαίωμα των κρατουμένων για συνέχιση των σπουδών τους κατά την διάρκεια του εγκλεισμού τους.

Καταδίκη για συμμετοχή σε ένοπλη οργάνωση. Ο ένας εξ αυτών μεταφέρθηκε σε φυλακές υψίστης ασφαλείας. Οι αιτήσεις τους για χορήγηση οπτικοακουστικού υλικού και για πρόσβαση στο διαδίκτυο προκειμένου να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ακόμα και με δικές τους δαπάνες, απορρίφθηκαν για λόγους ασφαλείας. Τα Δικαστήρια επικύρωσαν τις αποφάσεις των αρχών των φυλακών χωρίς να εξειδικεύσουν τους λόγους.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου (δικαίωμα στην εκπαίδευση) γιατί τα εθνικά Δικαστήρια δεν κατάφεραν να επιτύχουν μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων των προσφευγόντων στην εκπαίδευση βάσει του άρθρου 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου αφενός, και των επιταγών του δημοσίου συμφέροντος από την άλλη. Η απαγόρευση χρήσης υπολογιστή και πρόσβασης στο διαδίκτυο σε δύο κρατούμενους συνιστά εκ μέρους των τουρκικών αρχών παραβίαση του δικαιώματος στην εκπαίδευση

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες, Mehmet Reşit Arslan και Orhan Bingöl, είναι δύο Τούρκοι υπήκοοι που γεννήθηκαν το 1966 και το 1973. Ο κ. Arslan και ο κ. Bingöl καταδικάστηκαν το 1992 και το 1995, αντίστοιχα, για συμμετοχή σε παράνομη ένοπλη οργάνωση. Και οι δύο εκτίουν ποινές ισόβιας κάθειρξης.

Στις 13 Μαρτίου 2006, ο κ. Arslan ζήτησε από τις αρχές των φυλακών του İzmir να του επιτρέψουν να χρησιμοποιεί υπολογιστή και να έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο, όπως προβλέπεται, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, από τον νόμο αριθ. 5275 για την εκτέλεση ποινών. Το διοικητικό και εποπτικό συμβούλιο της φυλακής εξέδωσε αρνητική απόφαση  με το σκεπτικό ότι ο κ. Arslan διατηρούσε επαφή στο εσωτερικό της φυλακής με άλλους κρατούμενους που ανήκαν στην ίδια παράνομη οργάνωση και ότι δεν είχε εγγραφεί σε κανένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Οι αρχές των φυλακών υποστήριξαν αυτή την άποψη και αρνήθηκαν το αίτημά του.

Στις 3 Απριλίου 2006, ο κ. Arslan υπέβαλε Αίτηση στον δικαστή στη Σμύρνη, αναφέροντας ότι πριν από την  καταδίκη του ήταν τελειόφοιτος φοιτητής ιατρικής  και ότι ήθελε να έχει πρόσβαση σε  οπτικοακουστικό υλικό προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Σε αντίθετη περίπτωση, πρότεινε να πληρώσει για τον απαραίτητο εξοπλισμό από δικά του χρήματα. Ο δικαστής απέρριψε την αίτηση. Ο Κ. Arslan  ζήτησε την ακύρωση της αποφάσεως αυτής, αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο  της Σμύρνης απέρριψε την αίτησή του με την αιτιολογία  ότι η απόφαση του δικαστή δεν είχε παραβιάσει τη διαδικασία ή το νόμο. Ενώ κρατούνταν στη φυλακή στη Σμύρνη τύπου  F, ο κ. Arslan απέκτησε ηλεκτρονική συσκευή η οποία περιλάμβανε αριθμομηχανή και ένα αγγλο-τουρκικό εργαλείο μετάφρασης, και του δόθηκε άδεια να το χρησιμοποιήσει στο κελί του. Αφού μεταφέρθηκε σε μια διαφορετική φυλακή στο Bolu, ο εξοπλισμός τοποθετήθηκε σε ασφαλές μέρος για φύλαξη και το αίτημά του για επιστροφή του απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των επιτρεπόμενων αντικειμένων. Ο κ. Arslan κίνησε δικαστικές ενέργειες οι οποίες απορρίφθηκαν. Αφού μεταφέρθηκε στη φυλακή υψηλής ασφαλείας Bolu, ζήτησε άδεια από τις αρχές των φυλακών να αγοράσει και να χρησιμοποιήσει έναν υπολογιστή. Οι αρχές αρνήθηκαν το αίτημα. Ο προσφεύγων άσκησε έφεση ενώπιον των δικαστηρίων χωρίς επιτυχία.

Την 1η Αυγούστου 2006 ο κ. Bingöl ζήτησε άδεια από τις αρχές φυλακών να χρησιμοποιήσει  υπολογιστή και να έχει πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Ο αναπληρωτής διευθυντής της Διεύθυνσης Φυλακών στο Υπουργείο δικαιοσύνης αρνήθηκε το αίτημα. Ο κ. Bingöl άσκησε έφεση ενώπιον του δικαστή μετά την καταδίκη κατά της άρνησης. Η έφεσή του απορρίφθηκε και η αίτηση αναιρέσεως επίσης απορρίφθηκε.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το εθνικό δίκαιο παρέχει στους κρατουμένους τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν έναν υπολογιστή και να έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η τουρκική νομοθεσία δεν επέβαλε γενική απαγόρευση της χρήσης υπολογιστή ή της πρόσβασης στο διαδίκτυο. Το άρθρο 67 (3) του Ν. 5275 προέβλεπε ότι οι κρατούμενοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν εργαλεία οπτικοακουστικής κατάρτισης και ηλεκτρονικούς υπολογιστές, με ελεγχόμενη πρόσβαση στο Διαδίκτυο σε συγκεκριμένες αίθουσες και στο πλαίσιο προγραμμάτων αποκατάστασης ή εκπαίδευσης.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι αρχές της χώρας προέβαλαν διάφορους λόγους για να δικαιολογήσουν την άρνηση στα αιτήματα των προσφευγόντων. Η αίτηση που υπέβαλε ο κ. Arslan απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι είχε διατηρήσει σχέσεις με άλλους κρατούμενους που ήταν και εκείνοι μέλη της ίδιας παράνομης οργάνωσης και δεν είχαν εγγραφεί σε κάποιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Ο κ. Bingöl δεν είχε γραφτεί σε κάποιο πρόγραμμα και τον είχαν επιπλήξει πολλές περιπτώσεις.

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι και οι δύο προσφεύγοντες επιθυμούσαν να συνεχίσουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και  οι δύο έλαβαν μέρος το 2006 στις εισαγωγικές εξετάσεις για ένα ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και είχαν δείξει μεγάλο ενδιαφέρον να συνεχίσουν τις σπουδές τους που είχαν διακοπεί ως αποτέλεσμα της καταδίκης τους.

Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι η σημασία της εκπαίδευσης στη φυλακή είχε αναγνωριστεί από την Επιτροπή Υπουργών στις Συστάσεις της για την εκπαίδευση στις φυλακές και στους Ευρωπαϊκούς κανόνες για τη Φυλακή. Παρόλο που οι ανησυχίες  για την ασφάλεια, τις οποίες είχαν εγείρει οι εθνικές αρχές και η κυβέρνηση, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν εύλογες, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν είχαν προβεί σε λεπτομερή ανάλυση των κινδύνων ασφαλείας. Επιπλέον, δεν είχαν σταθμίσει δεόντως τα διάφορα διακυβευόμενα συμφέροντα και δεν εκπλήρωσαν το καθήκον τους να αποτρέψουν κάθε κατάχρηση εξουσίας από την διοίκηση. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο δεν ήταν πεπεισμένο για τους λόγους που προβλήθηκαν να δικαιολογήσουν την άρνηση των αρχών σχετικά με τα αιτήματα των κκ. Arslan και Bingöl να χρησιμοποιήσουν οπτικοακουστικό υλικό και  υπολογιστές και να έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο.

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν κατάφεραν να επιτύχουν δίκαιη ισορροπία μεταξύ  των δικαιωμάτων των προσφευγόντων στην εκπαίδευση βάσει του άρθρου 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου, αφενός, και των επιταγών του δημοσίου συμφέροντος από την άλλη. Διαπίστωσε ότι υπήρξε παραβίαση του εν λόγω άρθρου σε σχέση με τους δύο προσφεύγοντες.

Άρθρο 6 § 1

Έχοντας υπόψη τη συλλογιστική που το οδήγησε στην διαπίστωση παραβίασης του άρθρου 2 του Πρώτου Πρωτοκόλλου και διαπιστώνοντας ότι είχε ήδη εξετάσει το κύριο νομικό ζήτημα στην υπό κρίση υπόθεση, το Δικαστήριο θεωρεί ότι δεν χρειάζεται να εξετάσει το παραδεκτό ή το βάσιμο της καταγγελίας αυτής.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Ο κ. Arslan δεν είχε προβάλει καμία αξίωση ως δίκαιη ικανοποίηση. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπάρχουν περιστάσεις που να δικαιολογούν τη χορήγηση οποιοδήποτε ποσού σε αυτή τη βάση. Στην υπόθεση του κ. Bingöl, διαπίστωσε ότι η διαπίστωση παραβίασης συνιστούσε από μόνη της επαρκή δίκαιη ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες