Η απόλυση δημοσίου υπαλλήλου, που είχε καθήκον εχεμυθείας, για δημοσίευση άρθρου που αποκάλυπτε εμπιστευτικές πληροφορίες δεν παραβίασε την ελευθερία έκφρασής του

ΑΠΟΦΑΣΗ

Catalan κατά Ρουμανίας της  09.01.2018 (αριθμός προσφ. 13003/04)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Παραβίαση συμφωνίας εμπιστευτικότητας από δημόσιο υπάλληλο μέσω δημοσίευσης άρθρου που αποκάλυπτε εμπιστευτικές πληροφορίες για θρησκευτικό ηγέτη. Ο προσφεύγων υπάλληλος απολύθηκε, προσέφυγε στα εθνικά Δικαστήρια για ακύρωση της απόλυσής του αλλά η αγωγή του δεν έγινε δεκτή. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης (άρθρο 10), διότι η παρέμβαση που του έγινε στο δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης ήταν αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 10

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων, Gabriel Catalan, είναι Ρουμάνος υπήκοος που γεννήθηκε το 1970 και ζει στο Βουκουρέστι.

Την 1η Σεπτεμβρίου 2000 ο κ. Catalan προσλήφθηκε σε θέση Συμβούλου στο τμήμα Αρχείων από το Εθνικό Συμβούλιο για τη Μελέτη των Αρχείων της Ασφάλειας (“CNSAS”). Στις 15 Σεπτεμβρίου 2000 υπέγραψε συμφωνία εμπιστευτικότητας.

Στις 22 Μαρτίου 2001, η εθνικής κυκλοφορίας εφημερίδα Libertatea δημοσίευσε ένα άρθρο το οποίο υπέγραφε ο αδελφός του κ. Catalan, με τίτλο «Στα νιάτα του, ο Τ. [Πατριάρχης της Ρουμανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στη συνέχεια] ήταν πιθανώς ομοφυλόφιλος». Μια επικεφαλίδα στην κορυφή της σελίδας είχε ως εξής: «Τα αρχεία της πρώην Securitate κατηγορούν τον επικεφαλής της Ορθόδοξης Εκκλησίας για «αφύσικες πρακτικές» και για συνεργασία με την πολιτική αστυνομία». Το άρθρο αναπαράγει, μεταξύ άλλων, αποσπάσματα φαξ από δύο μη δημοσιευμένα έγγραφα του 1949 και του 1957 από τα αρχεία της Securitate. Από ένα εσωτερικό δελτίο συνοπτικής δήλωσης που αναφέρει ότι ο T. ήταν μέλος της «Λεγεώνας» (ένα αντισημιτικό φασιστικό κίνημα μεταξύ των δύο παγκόσμιων πολέμων) και ενός εγγράφου που περιείχε αντίγραφο μιας συνέντευξης μεταξύ ενός αξιωματικού Ασφαλείας και ενός πληροφοριοδότη που ισχυρίζονταν ότι ο Τ. ήταν ομοφυλόφιλος. Το άρθρο εξηγούσε ότι αυτά τα έγγραφα είχαν διατεθεί στην εφημερίδα λόγω της ιδιότητας του κ. Catalan, ως ιστορικού.

Στις 22 Μαρτίου 2001, το πρωί, το CNSAS εξέδωσε ένα δελτίο τύπου στο οποίο δήλωνε ότι διαφωνούσε με τους ισχυρισμούς του κ. Catalan. Στη συνέχεια ο τελευταίος κλήθηκε από τους προϊστάμενους του να εξηγήσει τις συνθήκες και τις περιστάσεις της δημοσίευσης. Ήθελαν να μάθουν, ειδικότερα, με ποια ιδιότητα είχε κοινοποιήσει αυτές τις πληροφορίες στον Τύπο, πώς είχε αποκτήσει πρόσβαση στο υλικό, και την άποψη του κατά πόσο είχε συμμορφωθεί με την ισχύουσα νομοθεσία. Αυτός αρνήθηκε να απαντήσει. Επιπλέον, κλήθηκε από την Πειθαρχική Επιτροπή CNSAS, η οποία τον απέλυσε, διαπιστώνοντας ότι είχε υπονομεύσει το κύρος και την εξουσία του CNSAS. Η απόφαση αυτή τέθηκε σε ισχύ στις 26 Μαρτίου 2001. Ο κ. Catalan αμφισβήτησε ανεπιτυχώς την απόλυσή του στα εθνικά Δικαστήρια και η αναίρεσή  του στο Ανώτατο Δικαστήριο απερρίφθη τον Ιούνιο του 2003.

Μετά την απόλυση του, ο κ. Catalan εργαζόταν ως δάσκαλος και συνέχιζε να δημοσιεύει άρθρα στον Τύπο.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 10

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η απόλυση του κ. Catalan αποτελούσε παρέμβαση στην άσκηση του δικαιώματός του σεβασμού της ελευθερίας της έκφρασης, ότι η παρέμβαση αυτή προβλεπόταν από το νόμο, δηλαδή από το άρθρο 45 (ζ) των κανόνων του CNSAS που διέπουν τη σχέση εμπιστοσύνης και εχεμύθειας μεταξύ του CNSAS και των υπαλλήλων του, και ότι επιδίωξε δύο θεμιτούς σκοπούς: την αποτροπή αποκάλυψης εμπιστευτικών πληροφοριών και την προστασία των δικαιωμάτων τρίτων (εν προκειμένω εκείνων του CNSAS).

Όσον αφορά το αν η παρέμβαση ήταν αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία, το Δικαστήριο επανέλαβε πρώτα ότι η δημόσια υπηρεσία απαιτούσε από το προσωπικό της πίστη και διακριτικότητα και ότι ορισμένες εκδηλώσεις του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης που μπορεί σε άλλα πλαίσια να θεωρείται νόμιμες, δεν θα ήταν νόμιμες στον εργασιακό χώρο. Σημείωσε περαιτέρω ότι η παρούσα υπόθεση έθετε χωριστό ζήτημα από εκείνο που αφορά καταγγελίες από εργαζόμενους σχετικά με παράνομη συμπεριφορά ή πράξεις που σημειώθηκαν κατά την εργασία, στις οποίες εμπλέκεται η γνωστοποίηση των πληροφοριών ή εγγράφων που γνώριζαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Αναφορικά με το καθήκον της διακριτικότητας των δημοσίων υπαλλήλων και τον κίνδυνο αποκάλυψης εμπιστευτικών πληροφοριών, το Δικαστήριο διαπίστωσε τα εξής:

Πρώτον, το ενδιαφέρον του κ. Catalan για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τη συνεργασία των θρησκευτικών ηγετών με τις δυνάμεις Ασφαλείας ερχόταν αντιμέτωπο με άλλο δημόσιο συμφέρον: το συμφέρον του CNSAS να εκπληρώσει την υποχρέωση ενημέρωσης του κοινού σχετικά με το θέμα της συνεργασίας με την Ασφάλεια, μια αρμοδιότητα που του παραχωρήθηκε με το νόμο αριθ. 187/1999.

Δεύτερον, μετά την απόλυση του, ο κ. Catalan μπόρεσε να προσφύγει ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και να υποβάλει οποιαδήποτε επιχειρήματα θεωρούσε χρήσιμα και συναφή.

Τρίτον, οι ισχυρισμοί του κ. Catalan, οι οποίοι δημοσιεύθηκαν σε μια εθνική «σκανδαλοθηρική» εφημερίδα δεν αποτέλεσαν μέρος ακαδημαϊκής συζήτησης αλλά προορίζονταν περισσότερο για τον Τύπο και τη «ψυχαγωγία» του κοινού. Ο κ. Catalan προέβη επίσης σε παρατηρήσεις σαν να αντανακλούσαν βεβαιότητα, πριν το CNSAS επαληθεύσει τα επίμαχα έγγραφα και επιβεβαιώσει ή αρνηθεί τις υποψίες συνεργασίας σχετικά με τον T. Επιπλέον, ο Catalan δεν είχε προειδοποιήσει το κοινό ότι εκείνη τη στιγμή προέβαινε σε μια υποκειμενική εκτίμηση των στοιχείων και εγγράφων που έχει στη διάθεσή του.

Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο κ. Catalan, ο οποίος ήταν δημόσιος υπάλληλος τη στιγμή της δημοσίευσης του επίδικου άρθρου, υπόκειται στο καθήκον της εχεμύθειας και της εμπιστευτικότητας και ότι έπρεπε ως εκ τούτου, να επιδείξει μεγαλύτερη προσοχή και ιδιαίτερη μετριοπάθεια στις παρατηρήσεις του. Το Δικαστήριο επίσης εξήγησε ότι το καθήκον διακριτικής ευχέρειας δεν μπορεί να αναιρείται από το δημόσιο συμφέρον σε θέματα που εμπίπτουν στην εφαρμογή του νόμου αριθ. 187/1999 ή λόγω της πρόσβασης στα αρχεία της Securitate. Αντιθέτως, ο κίνδυνος χειραγώγησης της κοινής γνώμης βάση ενός μικρού αριθμού εγγράφων προερχόμενο από ένα φάκελο, προσδίδει μεγαλύτερη βαρύτητα στο καθήκον της πίστης και εμπιστευτικότητας προς το CNSAS, του οποίου ο ρόλος  ήταν να παρέχει στο κοινό αξιόπιστες πληροφορίες.

Όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων τρίτων, το Δικαστήριο διαπίστωσε τα εξής:

Πρώτον, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι, λαμβανομένων υπόψη των προβλεπόμενων από το CNSAS εξουσιών, ο ευαίσθητος χαρακτήρας του ζητήματος της συνεργασίας με την αστυνομία απαιτούσε προσεκτική και λεπτή προσέγγιση. Στην προκειμένη περίπτωση, ο κ. Catalan είχε επιλέξει να αναλάβει τον ρόλο του CNSAS και να αποκαλύψει πληροφορίες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του εργοδότη του. Το άρθρο είχε δημοσιευθεί σε μια εποχή κατά την οποία το CNSAS δεν είχε ακόμη δηλώσει την επίσημη θέση του. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι, ενεργώντας όπως ο ίδιος, ο κ. Catalan υπονόμευσε την εξουσία του εργοδότη του και επέφερε ρήξη στην εμπιστοσύνη που έτρεφε το κοινό στο εν λόγω ίδρυμα.

Δεύτερον, αν και ο κ. Catalan δεν ανέφερε στο άρθρο το γεγονός ότι εργάζονταν στο CNSAS, ο ίδιος όφειλε να γνωρίζει τον αντίκτυπο που θα είχε η δημοσίευσή του στον εργοδότη του. Ο Τύπος, γνωρίζοντας ότι ήταν υπάλληλος του CNSAS, αναφέρθηκε και δημοσίευσε ευρέως τα σχόλιά του σχετικά με την υποτιθέμενη συνεργασία του T. με τις δυνάμεις Ασφαλείας. Κατά συνέπεια, η δήλωσή του μπορούσε εύκολα να θεωρηθεί από το κοινό ως  η επίσημη θέση του CNSAS ή, τουλάχιστον, ότι αντιπροσώπευε το εν λόγω όργανο.

Τρίτον, τα εθνικά δικαστήρια έκριναν ότι, προβαίνοντας σε δημόσια δήλωση, ο κ. Catalan είχε παραβιάσει το καθήκον της εχεμύθειας και εμπιστοσύνης που όφειλε να έχει ως δημόσιος υπάλληλος και ότι, στο πλαίσιο των κυρώσεων, το CNSAS είχε ενεργήσει εντός των αρμοδιοτήτων του. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η ερμηνεία αυτή των καθηκόντων που απορρέουν από το καθεστώς του δημοσίου υπαλλήλου δεν ήταν παράλογη, δεδομένου ότι ο κ. Catalan είχε δημοσιοποιήσει πληροφορίες οι οποίες, αν και αποκτήθηκαν πριν από την πρόσληψη του από το CNSAS, ενέπιπταν στην αρμοδιότητα που ανατέθηκε στον εργοδότη του με το νόμο αριθ. 187/1999. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο είχε την άποψη ότι ήταν προς το συμφέρον του CNSAS να διαχωρίσει τη θέση του από τον υπάλληλό του προκειμένου να διατηρήσει την εμπιστοσύνη του κοινού στο εν λόγω ίδρυμα.

Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι λόγοι που προέβαλε το CNSAS και τα εθνικά δικαστήρια που οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ο κ. Catalan είχε υπονομεύσει τα δικαιώματα αυτού του θεσμικού οργάνου και να τον πειθαρχήσει, ήταν σχετικοί και επαρκείς. Επιπλέον, το CNSAS είχε νόμιμα δικαίωμα να θεωρήσει ότι η δημόσια τοποθέτηση υπαλλήλου του σε ένα ευαίσθητο ζήτημα εντός του πεδίου έρευνάς του είχε ανεπανόρθωτα θέσει σε κίνδυνο τη σχέση εμπιστοσύνης που έπρεπε να διατηρηθεί μεταξύ της οργάνωσης και των αξιωματούχων. Σημειώνοντας ότι ο κ. Catalan ήταν σε θέση να εργαστεί εκ νέου στο δημόσιο ως δάσκαλος μετά την απόλυσή του, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απόλυση δεν αποτελούσε δυσανάλογη κύρωση.

Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη τα καθήκοντα και τις ευθύνες των δημοσίων υπαλλήλων, το Δικαστήριο, σταθμίζοντας τα διάφορα διακυβευόμενα συμφέροντα, διαπίστωσε ότι η παρέμβαση στην ελευθερία του κ. Catalan αναφορικά με το δικαίωμα έκφρασής του ήταν απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία. Έκρινε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 10 της Σύμβασης(επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες