Η μη εκτέλεση δικαστικής απόφασης που αφορά ιδιοκτησία, παραβιάζει τόσο τη δίκαιη δίκη όσο και το δικαίωμα στην ιδιοκτησία

ΑΠΟΦΑΣΗ

Casa di Cura Valle Fiorita S.r.l. κατά Ιταλίας της 13.12.2018 (αριθμ. προσφ. 67944/13)

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Κατάληψη κτιρίου 8000 τ.μ. εταιρίας από ομάδα 100 ατόμων, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στην ιδιοκτησία της προσφεύγουσας εταιρίας. Μετά από αλλεπάλληλες μηνύσεις που δεν είχαν αποτέλεσμα, η ιδιοκτήτρια εταιρία κατάφερε και εκδόθηκε δικαστική απόφαση για έξωση των καταληψιών.  Ο Νομάρχης της Ρώμης αρνιόταν να εκτελέσει τη δικαστική απόφαση κυρίως λόγω έλλειψης εναλλακτικής στέγασης των καταληψιών και ζητούσε την διασφάλιση της  εύρεσης καταλύματος για τους καταληψίες.  Η ιδιοκτήτρια εταιρία όμως κατέβαλε 30.000 ευρώ για ρεύμα του καταληφθέντος και  πλήρωσε και όλους τους φόρους για το ακίνητο αυτό.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε δύο παραβιάσεις: α) της δίκαιης δίκης  αφού οι εθνικές αρχές εν μπόρεσαν να εκτελέσουν τη δικαστική απόφαση για πάνω από πέντε χρόνια  παραβιάζοντας  την αρχή της νομιμότητας του κράτους δικαίου και την αρχή της ασφάλειας δικαίου και β) του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, αφού οι αρχές θα έπρεπε να είχαν λάβει έγκαιρα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εφαρμοστεί η δικαστική απόφαση που αφορούσε την λήξη της παράνομης κατοχής της ιδιοκτησίας της προσφεύγουσας εταιρίας.

ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ

Σημαντική η απόφαση που αφορά την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων. Η μη εκτέλεση αποφάσεων που αφορούν ιδιοκτησία παραβιάζει διττά την ΕΣΔΑ,   τόσο σε επίπεδο δίκαιης δίκης όσο και στο επίπεδο  της προστασίας της ιδιοκτησίας και περιουσίας.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 6 παρ. 1

Άρθρο 1 ΠΠΠ

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Η προσφεύγουσα, Casa di Cura Valle Fiorita S.r.l., είναι ιταλική εταιρία περιορισμένης ευθύνης και η έδρα της βρίσκεται στη Ρώμη.

Στις 6 Δεκεμβρίου 2012 μια ομάδα περίπου 100 ατόμων εισέβαλε σε ένα κτίριο περίπου 8.000 τετραγωνικών στη Ρώμη το οποίο ανήκε στην προσφεύγουσα εταιρεία και κατέλαβαν τις εγκαταστάσεις. Η προσφεύγουσα εταιρία υπέβαλε μήνυση στον εισαγγελέα και ισχυρίστηκε ότι παραβιάσθηκαν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας της και ζητούσε την εκκένωση των χώρων. Άσκησε μηνύσεις δε  σε 11 περιπτώσεις μεταξύ του 2012 και 2013.

Στις 9 Αυγούστου 2013 Δικαστήριο της Ρώμης διέταξε την εκκένωση του κτιρίου, σημειώνοντας ότι καταλήφθηκε από περίπου 150 άτομα που είχαν αρχίσει να κάνουν αλλαγές στις εγκαταστάσεις, ιδίως με την τοποθέτηση περιφράξεων για τον περιορισμό της πρόσβασης. Τον Μάρτιο του 2015 η προσφεύγουσα εταιρεία προσέφυγε ανεπιτυχώς στις διοικητικές αρχές για την εκτέλεση της απόφασης της 9ης Αυγούστου 2013. Στη συνέχεια, προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο, καταγγέλλοντας την έλλειψη ανταπόκρισης από τις αρχές. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ο Νομάρχης της Ρώμης απάντησε ότι έπρεπε να λάβει προηγουμένως εγγυήσεις από τον Δήμο της Ρώμης ότι οι ενδιαφερόμενοι θα επανατοποθετούνταν. Απουσία τέτοιων εγγυήσεων, δεν μπορούσε να διατάξει την έξωση τους. Στις 30 Μαρτίου 2016 ο Νομάρχης ζήτησε από τον Δήμο να βρει εναλλακτική στέγη ώστε να μπορέσει το κτίριο να εκκενωθεί.

Εν τω μεταξύ, το Επαρχιακό Δικαστήριο της Ρώμης διέταξε την καταδίκη της προσφεύγουσας εταιρείας για την πληρωμή περίπου 30.000 ευρώ σε λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος για το 2013 και 2014. Η προσφεύγουσα εταιρεία εξακολουθεί να υπόκειται σε φόρο ακίνητης περιουσίας. Επιπλέον, το αίτημά της για πρόσβαση στα δεδομένα των ατόμων που προέβησαν στη κατάληψη του κτιρίου, προκειμένου να ασκήσουν αγωγή εναντίον τους, δεν έγινε δεκτό από την εισαγγελία.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα δίκαιης δίκης)

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η απόφαση του Δικαστηρίου της Ρώμης της 09.08.2013, η οποία είχε γίνει αμετάκλητη και εκτελεστή, αφορούσε αστικό δικαίωμα της προσφεύγουσας εταιρίας (δηλαδή τη προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας της) και ότι ήταν επείγουσα, δεδομένου ότι αποσκοπούσε στην αποτροπή της συνέχισης ενός αδικήματος (τιμωρητέο βάσει του άρθρου 633 του ιταλικού Ποινικού Κώδικα) προκειμένου να διατηρηθεί η ακεραιότητα του ακινήτου. Εντούτοις, η απόφαση αυτή παρέμεινε μέχρι σήμερα ανεφάρμοστη, παρά τα πολυάριθμα μέτρα που έλαβε η προσφεύγουσα εταιρεία.

Οι λόγοι που προέβαλαν οι αρχές για να δικαιολογήσουν αυτή τη μη εκτέλεση αφορούν κυρίως την έλλειψη εναλλακτικής στέγασης των καταληψιών, που προέρχονται κυρίως από τις οικονομικές δυσκολίες του Δήμου και τον κίνδυνο διαταραχών της δημόσιας τάξης. Ωστόσο, η Κυβέρνηση δεν προέβη σε οποιεσδήποτε διευκρινίσεις σχετικά με τη δράση που φέρεται ότι ελήφθη για την εξεύρεση εναλλακτικής στέγασης από τη στιγμή που έγινε γνωστή η κατάληψη του κτηρίου ή, τουλάχιστον, από το επίσημο έγγραφο που έστειλε ο Νομάρχης στο Δήμο της Ρώμης στις 30 Μαρτίου 2016.

Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι οι κοινωνικές εκτιμήσεις και οι φόβοι για διαταραχές της δημόσιας τάξης θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν δυσκολίες στην επιβολή της νομοθεσίας και καθυστέρηση στην εκκένωση των εγκαταστάσεων. Παρ΄ όλα αυτά, δεν εντόπισε καμία  αιτιολόγηση της πλήρους και παρατεταμένης παράλειψης των ιταλικών αρχών να αναλάβουν δράση. Επανέλαβε ότι η έλλειψη πόρων δεν μπορεί από μόνη της να αποτελέσει αποδεκτό λόγο για την αποτυχία της επιβολής της δικαστικής απόφασης. Κατά συνέπεια, διαπίστωσε ότι οι εθνικές αρχές, σε περίπτωση αποτυχίας λήψης μέτρων για συμμόρφωση απόφασης για πάνω από πέντε χρόνια, είχε στερήσει τις διατάξεις του Άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης από την αποτελεσματική επίδραση και παραβίασε την αρχή της νομιμότητας του κράτους, βασισμένο στο κράτος δικαίου και στην αρχή της ασφάλειας δικαίου. Υπήρξε συνεπώς παραβίαση του άρθρου 6 § 1.

Το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (προστασία της ιδιοκτησίας)

Οι αρχές απέτυχαν για πάνω από πέντε χρόνια να ενεργήσουν με βάση την απόφαση του δικαστή διατάσσοντας την εκκένωση του κτιρίου. Ενώ οι κοινωνικές εκτιμήσεις και οι απαιτήσεις της δημόσιας τάξης  μπορεί να δικαιολογούσαν τη καθυστέρηση εκτέλεσης, το Δικαστήριο έκρινε απαράδεκτο την περίοδο μη επιβολής του νόμου, η οποία εξακολούθησε μέχρι σήμερα, σε συνδυασμό με την πλήρη έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν ή εξετάζουν οι αρχές να λάβουν ώστε να τερματίσουν την κατάσταση.

Το Δικαστήριο είχε επίσης επίγνωση του γεγονότος ότι η προσφεύγουσα εταιρεία ήταν ακόμη υπεύθυνη για τις δαπάνες ηλεκτρικού ρεύματος, στις οποίες προέβησαν οι καταληψίες. Ενόψει των ατομικών συμφερόντων της προσφεύγουσας  εταιρείας, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι αρχές, μετά από εύλογο χρονικό διάστημα που χρειάστηκε για να βρουν μια ικανοποιητική λύση, θα έπρεπε να έχουν λάβει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εφαρμοστεί και να συμμορφωθούν με τη δικαστική απόφαση. Συνεπώς, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.

Άρθρο 41 (δίκαιη ικανοποίηση)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ιταλία οφείλει να καταβάλει στην προσφεύγουσα εταιρία 20.000 ευρώ για την ηθική βλάβη(επιμέλεια echrcaselaw.com). 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες