Η ομολογία του κρατουμένου και οι … επιπτώσεις της στην αρχή της δίκαιης δίκης

ΑΠΟΦΑΣΗ

Artur Parkhomenko κατά Ουκρανίας (αρ. προσφ.  40464/05) 16-02-2017

βλ. εδώ 

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 6 παρ. 1

Άρθρο 6 παρ. 3γ

Άρθρο 34

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Δίκαιη δίκη. Ομολογία. Δικαίωμα σε ατομική προσφυγή. Η υπόθεση αφορούσε τη δίωξη που είχε κινηθεί εναντίον του για το αδίκημα της διακεκριμένης ληστείας. Αρχικά ο προσφεύγων είχε ομολογήσει ότι διέπραξε τη ληστεία με ηθικό αυτουργό έναν άλλον πρώην συγκρατούμενό του. Στη συνέχεια αναίρεσε την πρώτη του ομολογία αναλαμβάνοντας πλήρως την ποινική ευθύνη ισχυριζόμενος ότι τα έκανε όλα μόνος του. Ακολούθως επέστρεψε στην πρώτη εκδοχή  υποστηρίζοντας ότι άλλαξε την πρώτη του ομολογία λόγω φόβου και στο δικαστήριο  είπε πως η ομολογία του ήταν αποτέλεσμα αστυνομικής βίας. Βασιζόμενος κυρίως στο άρθρο 6 §§ 1 και 3 (γ) (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και στο δικαίωμα νομικής συνδρομής), ισχυρίστηκε ότι η ποινική διαδικασία εναντίον του ήταν άδικη, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων, ότι είχε καταδικαστεί  μόνο βάσει των ομολογιών που συλλέχθηκαν απουσία δικηγόρου. Κατήγγειλε επίσης σύμφωνα με το άρθρο 34 (δικαίωμα ατομικής προσφυγής) ότι οι αρχές είχαν αρνηθεί να του παράσχουν αντίγραφο του αιτήματός του στις 9 Οκτωβρίου 2001 για τον δικηγόρο του, το οποίο ήταν αναγκαίο για τις διαδικασίες που είχε κινήσει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε μόνο παραβίαση του άρθρου 34 απορρίπτοντας το υπόλοιπο μέρος της προσφυγής.

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων, Artur Parkhomenko, είναι Ουκρανός υπήκοος, ο οποίος γεννήθηκε το 1971 και ζει στην Zaporizhzhya (Ουκρανία). Η υπόθεση αφορούσε την ποινική δίωξη που ασκήθηκε εναντίον του για διακεκριμένη ληστεία.

Ο κ. Parkhomenko συνελήφθη και διατάχθηκε η προσωρινή του κράτηση στις 15 Ιουνίου 2001 με την κατηγορία της ληστείας ενός ζευγαριού στο διαμέρισμά τους με την απειλή όπλου. Είχε εξεταστεί, στις 16 και 18 Ιουνίου και στις δύο περιπτώσεις ομολόγησε ότι ο ίδιος είχε επιτεθεί στο ζευγάρι με την προτροπή του La., ενός πρώην κρατούμενου με τον οποίο είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης μεταξύ 1993 και 1999. Ο La. του είχε χορηγήσει το πιστόλι και περίμενε σε κοντινή απόσταση, ενώ ο ίδιος πραγματοποιούσε την επίθεση, τον οδήγησε στο σπίτι του και ζήτησε πίσω το όπλο του. Πριν προβεί στις δηλώσεις αυτές, ο κ. Parkhomenko είχε ενημερωθεί σχετικά με το δικαίωμά του σε συνήγορο και το δικαίωμά του να παραμείνει σιωπηλός, αλλά υπέγραψε γραπτή παραίτηση των εν λόγω δικαιωμάτων. Ωστόσο, μετά από μια σύγκρουση με τον La. και με έναν άλλο πρώην συγκρατούμενό του, ο οποίος  φέρεται να εμπλέκεται και αυτός στην επίθεση κατά του ζευγαριού, ο κ. Parkhomenko δήλωσε ότι είχε ενεργήσει μόνος του. Αρνήθηκε επίσης να έχει οποιαδήποτε επαφή με τους πρώην συγκρατούμενους του. Στις 9 Οκτωβρίου 2001 ο κ. Parkhomenko ζήτησε από τις αρχές να του ορίσουν συνήγορο. Ωστόσο, ο ίδιος ανακρίθηκε χωρίς τη παρουσία δικηγόρου, και άλλαξε τη δήλωση του και πάλι, ισχυριζόμενος ότι είχε πράγματι διαπράξει την επίθεση με τη βοήθεια των  πρώην συγκρατούμενών του, αλλά είχε αναγκαστεί να πει ότι είχε διαπράξει την επίθεση ολομόναχος λόγω φόβων αντιποίνων.

Η υπόθεση στη συνέχεια υποβλήθηκε σε δίκη ενώπιον του Εφετείου του  Κίεβο. Τον Ιούλιο του 2002 ο κ. Parkhomenko κατήγγειλε στο εν λόγω δικαστήριο ότι η αστυνομία τον είχε βασανίσει κατά τη διάρκεια της αρχικής του ανάκρισης (τον Ιούνιο του 2001), προκειμένου να τον κάνει να ενοχοποιήσει τον πρώην συγκρατούμενό του, τον La.. Επανέλαβε τον εν λόγω ισχυρισμό, όταν ερωτήθηκε στο δικαστήριο και δήλωσε ότι ενήργησε μόνος κατά τη διενέργεια της επίθεσης.

Ο κ. Parkhomenko κρίθηκε ένοχος το Δεκέμβριο του 2004 και καταδικάστηκε σε 7 χρόνια κάθειρξη για την επίθεση στο ζευγάρι με την συνέργεια των δύο πρώην συγκρατούμενών του. Για να καταλήξει στο εν λόγω συμπέρασμα, το δικαστήριο στηρίχθηκε σε διάφορες ομολογίες που έκανε ο ίδιος κατά τη διάρκεια της προδικαστικής έρευνας, τις δηλώσεις του ανακριτή, ο οποίος τον είχε ανακρίνει στις 9 Οκτωβρίου 2001 επιβεβαιώνοντας ότι ο κ. Parkhomenko είχε πει ψέματα κατά τη διάρκεια των επαφών με τον πρώην συγκρατούμενό του, επειδή τον είχε απειλήσει και το γεγονός ότι η σφαίρα που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος προέρχονταν  από όπλο το οποίο αργότερα βρέθηκε στο διαμέρισμα του La. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι ισχυρισμοί του κ. Parkhomenko σχετικά με τις αστυνομικές πιέσεις ήταν αβάσιμες. Το Ανώτατο Δικαστήριο επικύρωσε αυτή την πρωτόδικη απόφαση τον Μάιο του 2005. Ο κ. Parkhomenko αφέθηκε ελεύθερος με αναστολή τον Μάιο του 2007.

Βασιζόμενος κυρίως στο άρθρο 6 §§ 1 και 3 (γ) (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και στο δικαίωμα νομικής συνδρομής), ισχυρίστηκε ότι η ποινική διαδικασία εναντίον του ήταν άδικη, υποστηρίζονται μεταξύ άλλων, ότι είχε καταδικαστεί για ληστεία μόνο βάσει των ομολογιών που συλλέχθηκαν απουσία δικηγόρου. Κατήγγειλε επίσης σύμφωνα με το άρθρο 34 (δικαίωμα ατομικής προσφυγής) ότι οι αρχές είχαν αρνηθεί να του παράσχουν αντίγραφο του αιτήματός του στις 9 Οκτωβρίου 2001 για τον διορισμό δικηγόρου, το οποίο ήταν αναγκαίο για τις διαδικασίες που είχε κινήσει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Μη Παραβίαση του άρθρου 6 §§ 1 και 3 (γ)

Παραβίαση του άρθρου 34

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαπίστωση της παραβίασης αποτελούσε από μόνη της επαρκή δίκαιη ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη ο προσφεύγων.


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες