Δεν μπορεί να γίνει δεκτή νέα προσφυγή για τα ίδια πραγματικά περιστατικά επειδή άλλαξε η νομολογία του ΕΔΔΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ

Harkins κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 10-07-2017 (αριθμ. προσφ. 71537/14)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο προσφεύγων, ο οποίος είναι βρετανός υπήκοος, κατηγορήθηκε στη Φλώριδα για ανθρωποκτονία και για απόπειρα ληστείας με πυροβόλο όπλο. Συνελήφθη στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2003 και οι αμερικανικές αρχές ζήτησαν την έκδοσή του διαβεβαιώνοντας τη βρετανική κυβέρνηση ότι δεν θα επιβάλλετο η θανατική ποινή. Τον Ιούνιο του 2006, ο βρετανός υπουργός διέταξε την έκδοσή του. Ο κ. Harkins κατήγγειλε ανεπιτυχώς ενώπιον των βρετανικών δικαστηρίων ότι, αν εκδίδονταν, κινδύνευε να του επιβληθεί θανατική ποινή ή ισόβια κάθειρξη χωρίς τη δυνατότητα αποφυλάκισης υπό όρους.

Ο κ. Harkins προσέφυγε ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για πρώτη φορά (Harkins και Edwards κατά Ηνωμένου Βασιλείου, αριθ. προσφ. 9146/07) και το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος παραβίασης της Σύμβασης λαμβάνοντας υπόψη του και τις διπλωματικές διαβεβαιώσεις περί μη εφαρμογής της θανατικής ποινής.

Στις 11 Νοεμβρίου 2014 ο κ. Harkins κατέθεσε δεύτερη προσφυγή ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για δεύτερη φορά. Βασιζόμενος στα άρθρα 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης) και 6 (δικαίωμα δίκαιης δίκης) της Σύμβασης.

Το  ΕΔΔΑ  απέρριψε κατά  πλειοψηφία τις καταγγελίες του Harkins βάσει του άρθρου 3 ως απαράδεκτες, με την αιτιολογία ότι ήταν ουσιαστικά οι ίδιες με τις καταγγελίες που εξέτασε ήδη το Δικαστήριο στην πρώτη του υπόθεση και η μεταγενέστερη νομολογία του ΕΔΔΑ δεν συνιστά «νέα στοιχεία» για τους σκοπούς του άρθρου 35 § 2 (β) της Σύμβασης, ώστε να γίνει δεκτή νέα προσφυγή για το ίδιο θέμα.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 3,

Άρθρο 6

Άρθρο 35 παρ. 2β

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων, Phillip Harkins, είναι βρετανός υπήκοος, ο οποίος γεννήθηκε το 1978. Το 2000 ο κ. Harkins κατηγορήθηκε στη Φλώριδα για ανθρωποκτονία πρώτου βαθμού και για απόπειρα ληστείας με πυροβόλο όπλο. Συνελήφθη στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2003 και οι αμερικανικές αρχές ζήτησαν την έκδοσή του. Σε  ένα διπλωματικό σημείωμα, το οποίο εκδόθηκε στις 3 Ιουνίου 2005, η Πρεσβεία των ΗΠΑ διαβεβαίωσε τη βρετανική κυβέρνηση ότι δεν θα επιβάλλετο η θανατική ποινή. Τον Ιούνιο του 2006, ο βρετανός υπουργός διέταξε την έκδοσή του. Ο κ. Harkins κατήγγειλε έπειτα ανεπιτυχώς ενώπιον των βρετανικών δικαστηρίων ότι, αν εκδίδονταν, κινδύνευε να του επιβληθεί θανατική ποινή ή ισόβια κάθειρξη χωρίς τη δυνατότητα αποφυλάκισης υπό όρους.

Το 2007, το Ανώτατο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος να του επιβληθεί θανατική ποινή αν επρόκειτο ο κ. Harkins να εκδοθεί και, το 2011, διαπίστωσε ότι η ισόβια κάθειρξη χωρίς πιθανότητα αποφυλάκισης υπό όρους  δεν θα παραβίαζε το άρθρο 3 (απαγόρευση της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης) της ΕΣΔΑ.

Εν τω μεταξύ, το 2007, ο κ. Harkins προσέφυγε ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για πρώτη φορά (Harkins και Edwards κατά Ηνωμένου Βασιλείου, αριθ. προσφ. 9146/07). Τον Ιανουάριο του 2012, ένα Τμήμα του Δικαστηρίου διαπίστωσε ότι η έκδοση του κ. Harkin δεν θα παραβίαζε το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή σχετικά με τον προβαλλόμενο κίνδυνο θανατικής ποινής, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα διπλωματικά διαπιστευτήρια των ΗΠΑ προς τη κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, ήταν σαφή και επαρκή για την εξάλειψη οποιουδήποτε κινδύνου θανατικής καταδίκης του κ. Harkins εάν εκδίδετο.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε επίσης ότι η επιβολή της ισόβιας κάθειρξης στις ΗΠΑ δεν παραβίαζε το  άρθρο 3. Κατά τη στιγμή της διάπραξης του υποτιθέμενου εγκλήματος, ο προσφεύγων ήταν άνω των 18 ετών, δεν είχε διαγνωστεί με κάποια ψυχιατρική διαταραχή και η ανθρωποκτονία ήταν αποτέλεσμα της ένοπλης ληστείας.  Επιπλέον, δεν είχε ακόμα καταδικαστεί, και – ακόμη και αν καταδικάζετο και του επιβάλλονταν ποινή ισόβιας κάθειρξης,  η φυλάκισή του μπορεί να δικαιολογείται για ένα τέτοιο χρονικό διάστημα. Εάν αυτό δεν συνέβαινε, ο Διοικητής της Florida και το Διοικητικό Συμβούλιο Απόδοσης Χάρης/Επιείκειας της  Florida θα μπορούσε, καταρχήν, να αποφασίσει να μειώσει την ποινή του.

Ο κ. Harkins δεν εκδόθηκε και ακολουθώντας τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ στις υποθέσεις Vinter κ.λπ. κατά Ηνωμένου Βασιλείου (αριθ. 66069/09, 130/10 και 3896/10, τμήμα μείζονος συνθέσεως) του Ιουλίου 2013 και Trabelsi κατά Βελγίου (αριθ. 140/10) του Σεπτεμβρίου 2014, άσκησε νέα προσφυγή ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων όπου και ισχυρίστηκε ότι οι εξελίξεις στη νομολογία του Δικαστηρίου για το άρθρο 3 σχετικά με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης χωρίς τη δυνατότητα αποφυλάκισης υπό όρους ήταν τέτοιες ώστε να απαιτούν την εκ νέου έναρξη των διαδικασιών. Ωστόσο, τον Νοέμβριο του 2014, το Ανώτατο Δικαστήριο αρνήθηκε να ανοίξει εκ νέου τη διαδικασία, διαπιστώνοντας ότι οι αποφάσεις του ΕΔΔΑ στις υποθέσεις Vinter κ.λπ. κατά Ηνωμένου Βασιλείου και Trabelsi κατά Βελγίου δεν είχαν αναδιαμορφώσει το δίκαιο της Σύμβασης σε τέτοιο βαθμό ώστε η έκδοσή του να οδηγήσει σε παραβίαση του άρθρου 3 της Σύμβασης.

Στις 11 Νοεμβρίου 2014 ο κ. Harkins κατέθεσε προσφυγή ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για δεύτερη φορά. Βασιζόμενος στα άρθρα 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης) και 6 (δικαίωμα δίκαιης δίκης) της Σύμβασης, ο κ. Harkins κατήγγειλε την έκδοσή του στις ΗΠΑ, ισχυριζόμενος ότι αν καταδικάζονταν στην Florida θα ερχόταν αντιμέτωπος με τη ποινή της ισόβιας κάθειρξης χωρίς την πιθανότητα απελευθέρωσης υπό όρους.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ….

Άρθρο 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης)

Αρχικά, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι το άρθρο 35 § 2 (β) της Σύμβασης δεν επέτρεπε την εξέταση ενός ζητήματος, το οποίο ήταν ουσιαστικά το ίδιο με ζήτημα για το οποίο είχε ήδη αποφανθεί. Μια προσφυγή κρίνεται απαράδεκτη ως προς το κριτήριο του παραδεκτού, όταν ο προσφεύγων είχε καταθέσει ο ίδιος προηγούμενη προσφυγή με τα ίδια  γεγονότα και ανέφερε τις ίδιες κατηγορίες, εκτός αν καταθέσει νέες πληροφορίες που δεν είχαν προηγουμένως εξεταστεί από το Δικαστήριο. Στην προκειμένη περίπτωση το δικαστήριο σημείωσε ότι οι καταγγελίες του κ. Harkins βάσει του άρθρου 3 ήταν ουσιαστικά οι ίδιες με εκείνες στη προηγούμενή του προσφυγή (Harkins και Edwards κατά Ηνωμένου Βασιλείου) η οποία υποβλήθηκε το 2007.

Επιπλέον, τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η αρχική προσφυγή του δεν άλλαξαν. Ήταν αντιμέτωπος με τις ίδιες κατηγορίες αναφορικά με τα ίδια ποινικά αδικήματα και τόσο το καθεστώς της ποινής όσο και η διαδικασία απόδοσης χάρης στη Florida είναι όπως ήταν το 2012.

Τώρα, σχετικά με το ερώτημα κατά πόσο η εξέλιξη της νομολογίας του Δικαστηρίου μετά την πρώτη απόφαση αναφορικά με τη πρώτη προσφυγή του κ. Harkins, συνιστούσε «νέα στοιχεία» για τους σκοπούς του άρθρου 35 § 2 (β), το Δικαστήριο αρνήθηκε να επεκτείνει αυτή την έννοια πέρα ​​από το συνηθισμένο της νόημα, δηλ. νέες πραγματικές πληροφορίες (και όχι νέο νομικό επιχείρημα). Από την άποψη αυτή, το Δικαστήριο υιοθέτησε μια αυστηρή προσέγγιση κατά την εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων του παραδεκτού, των οποίων το αντικείμενο και ο σκοπός, είναι να εξυπηρετούν τα συμφέροντα του τετελεσμένου/τελεσίδικου και της ασφάλειας δικαίου και να επισημαίνουν τα όρια των αρμοδιοτήτων του. Η νομολογία του Δικαστηρίου εξελίσσεται διαρκώς και, αν επιτρεπόταν να χρησιμοποιείται σαν μέσο για να επαναφέρουν οι ανεπιτυχείς προσφεύγοντες τις υποθέσεις τους, οι τελεσίδικες αποφάσεις θα  αμφισβητούνταν μέσω της υποβολής νέας προσφυγής, η οποία θα υπονόμευε την αξιοπιστία και την αρχή των εν λόγω αποφάσεων. Εξάλλου, η αρχή της ασφάλειας δικαίου δεν θα εφαρμοζόταν εξίσου στους προσφεύγοντες και στις κρατικές αρχές καθώς μόνο ο προσφεύγων, βάσει μεταγενέστερων νομολογιακών εξελίξεων, θα είχε τη δυνατότητα να κινήσει και να εξετάσει εκ νέου προηγούμενες υποθέσεις.

Συνεπώς, το Δικαστήριο απέρριψε με πλειοψηφία τις καταγγελίες του Harkins βάσει του άρθρου 3 ως απαράδεκτες, με την αιτιολογία ότι ήταν «ουσιαστικά οι ίδιες» με τις καταγγελίες που εξέτασε ήδη το Δικαστήριο στις 17 Ιανουαρίου 2012, στις υποθέσεις Harkins και Edwards, και η μεταγενέστερη νομολογία του ΕΔΔΑ δεν συνιστούσε «νέα στοιχεία» για τους σκοπούς του Άρθρου 35 § 2 (β) της Σύμβασης.

Άρθρο 6 (δικαίωμα δίκαιης δίκης)

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης δεν έδειχναν ότι υπήρχε κίνδυνος να υποστεί ο κ. Harkins κατάφωρη παραβίαση της δικαιοσύνης. Ούτε ο ίδιος ο κ. Harkins δεν υπονόησε ή ανέφερε ότι η διαδικασία της δίκης στις ΗΠΑ θα ήταν άδικη. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ομόφωνα ότι η προσφυγή του κ. Harkins αναφορικά με το άρθρο 6 ήταν απαράδεκτη ως προδήλως αβάσιμη.


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες