Στρασβούργο κατά πειθαρχικών διώξεων δικαστών! Οι πειθαρχικές ποινές έχουν ανατρεπτικό αποτέλεσμα και στρέφονται σε βάρος όλου του δικαστικού σώματος! Επίπληξη σε δικαστή για ανάρτηση άρθρου στο Facebook! Παραβίαση ελευθερίας λήψης και μετάδοσης πληροφοριών!

ΑΠΟΦΑΣΗ

Kozan κατά Τουρκίας της 01.03.2022 ( αρ. προσφ. 16695/19)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Επίπληξη σε δικαστή για ανάρτηση άρθρου από τον τύπο στο Facebook που αφορούσε την ανεξαρτησία και αμεροληψία του δικαστικού σώματος. Ελευθερία της έκφρασης.

Ο προσφεύγων, Τούρκος υπήκοος και εν ενεργεία δικαστής, υπέστη πειθαρχικές – και όχι μόνο – κυρώσεις λόγω της ανάρτησης σε ομάδα στο Facebook ενός άρθρου με τίτλο «Δικαστική αποκατάσταση για το κλείσιμο της έρευνας της 17ης Δεκεμβρίου, απόλυση για τη διεξαγωγή της έρευνας», το οποίο επικρίθηκε σε πολλαπλές αποφάσεις του Ανωτάτου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων γιατί αμφισβητούσε την ανεξαρτησία αυτού του θεσμού από την εκτελεστική εξουσία.

Συγκεκριμένα, στις 28 Μαΐου 2015 ο προσφεύγων μοιράστηκε αυτό το άρθρο, που το πήρε από τον τύπο, με μια ιδιωτική ομάδα στο Facebook, το οποίο απευθυνόταν στον ευρύτερο χώρο των δικαστών. Τον Σεπτέμβριο του 2017 το Β’ Τμήμα του Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων ομόφωνα τιμώρησε τον προσφεύγοντα με την πειθαρχική ποινή της επίπληξης για την ανάρτηση του εν λόγω άρθρου, διαπιστώνοντας ότι το περιεχόμενό του ήταν ασυμβίβαστο με το καθήκον του για πίστη στο κράτος και με τα δικαστικά του καθήκοντα.

Επικαλούμενος το άρθρο 10 (ελευθερία της έκφρασης) της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων υποστήριξε ότι η επίπληξη είχε υπονομεύσει την ελευθερία του να λαμβάνει και να μεταδίδει πληροφορίες. Υποστήριξε επίσης ότι παραβιάστηκε το δικαίωμά του σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο (άρθρο 13 της ΕΣΔΑ).

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το εν λόγω άρθρο αποτελούσε μέρος μιας συζήτησης στον Τύπο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναφορικά με τα μέλη του δικαστικού σώματος, δεδομένου ότι αφορούσε την αμεροληψία και την ανεξαρτησία των δικαστών έναντι της εκτελεστικής εξουσίας σε σχέση με γεγονότα που αφορούν διαδικασίες για ύποπτη διαφθορά που χρονολογούνται κατά την περίοδο 17-25 Δεκεμβρίου 2013. Το γεγονός ότι ένας δικαστής είχε μοιραστεί με τους συναδέλφους του ορισμένες απόψεις μέσω πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με την ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος, και τους είχε επιτρέψει να σχολιάσουν το άρθρο που ανάρτησε, αναμφίβολα ενέπιπτε στο δικαίωμα της ελευθερίας να μεταδίδει ή να λαμβάνει πληροφορίες σε έναν κρίσιμο τομέα για την επαγγελματική του ζωή.

Κατά το ΕΔΔΑ η επιβολή πειθαρχικής ποινής σε δικαστή έχει, από τη φύση της, ανατρεπτικό αποτέλεσμα, όχι μόνο για τον ίδιο το δικαστή αλλά και για το δικαστικό σώμα στο σύνολό του. Ο κάθε δικαστής που διώκεται πειθαρχικά πρέπει να έχει πρόσβαση σε εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας.

Το Δικαστήριο του Στρασβούργου επίσης παρατήρησε ότι το Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων δεν είχε σταθμίσει κατάλληλα το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης του προσφεύγοντος και τη διακριτική του ευχέρεια ως δικαστή. Επανέλαβε επίσης ότι το Συμβούλιο ήταν ένα μη δικαστικό όργανο. Επιπλέον, ο προσφεύγων δεν είχε στη διάθεσή του ένδικα μέσα κατά του μέτρου που έλαβε εναντίον του το Συμβούλιο. Η πειθαρχική κύρωση που του επιβλήθηκε δεν είχε καλύψει καμία επιτακτική κοινωνική ανάγκη και κατά συνέπεια, δεν είχε αποτελέσει μέτρο που ήταν «αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία».

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 10 και του άρθρου 13 (σε συνδυασμό με το άρθρο 10) της ΕΣΔΑ και επιδίκασε στον προσφεύγοντα 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 4.000 ευρώ για έξοδα.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 10

Άρθρο 13

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων, İbrahim Kozan, είναι Τούρκος υπήκοος που γεννήθηκε το 1978 και ζει στο Sivas (Τουρκία). Στις 27 Μαΐου 2015 ένα άρθρο από τον τύπο με τίτλο «Δικαστική αποκατάσταση για το κλείσιμο της έρευνας της 17ης Δεκεμβρίου, απόλυση για τη διεξαγωγή της έρευνας» (17 Aralık’ı kapatana sicil affı, operasyonu yapana ihraç) αναρτήθηκε στον ιστότοπο www.grihat.com.tr. Το εν λόγω άρθρο επικρίθηκε σε πολλαπλές αποφάσεις του Ανωτάτου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων (Hakimler ve Savcılar Yüksek Kurulu – «HSYK») γιατί αμφισβητούσε την ανεξαρτησία του θεσμού αυτού από την εκτελεστική εξουσία.

Στις 28 Μαΐου 2015 ο προσφεύγων μοιράστηκε αυτό το άρθρο σε μια ιδιωτική ομάδα στο Facebook, το οποίο στόχευε τους επαγγελματίες του δικαστικού κλάδου, με τον τίτλο «Hukuk Medeniyeti» (Πολιτισμός που βασίζεται στο νόμο). Μετά την ανάρτησή του, το άρθρο προκάλεσε μια σειρά σχολίων από μέλη της ομάδας του Facebook.

Σύμφωνα με την Κυβέρνηση, στις 28 Μαΐου 2015 η ομάδα αυτή είχε 8.859 μέλη, δεν περιοριζόταν σε δικαστές και εισαγγελείς, αλλά ήταν επίσης ανοιχτή και σε ακαδημαϊκούς, φοιτητές νομικών σχολών, δικηγόρους και όλους τους απόφοιτους της Νομικής Σχολής. Τον Δεκέμβριο του 2015, μετά από εισήγηση του αναπληρωτή γενικού εισαγγελέα, ο πρόεδρος του HSYK ενέκρινε την έναρξη πειθαρχικής έρευνας κατά του προσφεύγοντος.

Τον Σεπτέμβριο του 2017 το Β’ Τμήμα του Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων ομόφωνα επέπληξε τον προσφεύγοντα για την κοινοποίηση του εν λόγω άρθρου, διαπιστώνοντας ότι το περιεχόμενό του ήταν ασυμβίβαστο με το καθήκον του για πίστη στο κράτος και με τις δικαστικές του δεσμεύσεις. Ανέφερε επίσης ότι, αν και ο προσφεύγων δεν είχε εκφράσει ότι συμφωνεί με το περιεχόμενο του άρθρου, είχε εκφράσει την πρόθεση να το διαδώσει σε ένα ευρύτερο κοινό και να μεταφέρει ένα μήνυμα σε όσους υποστήριζαν και συμφωνούσαν με το περιεχόμενο. Διαπίστωσε ακόμη ότι ο προσφεύγων είχε συμπεριφερθεί με τρόπο που υπονόμευε την αξιοπρέπεια και την εμπιστοσύνη που απαιτείται από το αξίωμά του, τόσο εντός όσο και εκτός της επαγγελματικής του σφαίρας.

Στη συνέχεια, ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση για επανεξέταση της απόφασης, αλλά απορρίφθηκε από το Δεύτερο Τμήμα του Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων. Στη συνέχεια άσκησε έφεση ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης αλλά και αυτή απορρίφθηκε στις 3 Οκτωβρίου 2018, οπότε και η πειθαρχική του ποινή κατέστη αμετάκλητη.

Στο μεταξύ, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος της 15 Ιουλίου 2016, ο προσφεύγων απομακρύνθηκε από την υπηρεσία του με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΗΣΥΚ, η οποία ελήφθη στις 24 Αυγούστου 2016. Επιπλέον, σε βάρος του συντάχθηκε ποινική δικογραφία για συμμετοχή στην οργάνωση FETÖ/PDY και ο ίδιος καταδικάστηκε σε ποινή κάθειρξης επτά ετών και έξι μηνών για το αδίκημα της συμμετοχής σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση. Άσκησε έφεση, η οποία εκκρεμεί.

Επικαλούμενος το άρθρο 10 (ελευθερία της έκφρασης) της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων υποστήριξε ότι η επίπληξη είχε υπονομεύσει την ελευθερία του να λαμβάνει και να μεταδίδει πληροφορίες. Υποστήριξε επίσης ότι παραβιάστηκε το δικαίωμά του σε αποτελεσματικό ένδικο μέσο (άρθρο 13 της ΕΣΔΑ).

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 10 (ελευθερία λήψης και μετάδοσης πληροφοριών)

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η πειθαρχική κύρωση της επίπληξης που επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα αφορούσε κυρίως την ελευθερία του να μεταδίδει και να λαμβάνει πληροφορίες, ειδικότερη έκφανση της ελευθερίας της έκφρασης. Το μέτρο αυτό συνιστούσε παρέμβαση που είχε νομική βάση και επιδιωκόταν τουλάχιστον ένας από τους στόχους που αναγνωρίζονται ως νόμιμοι από τη Σύμβαση, δηλαδή η διατήρηση της ανεξαρτησίας και αμεροληψίας του δικαστικού σώματος.

Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι το εν λόγω άρθρο που λήφθηκε από τον τύπο εμπίπτει σε μια συζήτηση με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα μέλη του δικαστικού σώματος, δεδομένου ότι αφορούσε την αμεροληψία και ανεξαρτησία του δικαστικού σώματος έναντι της εκτελεστικής εξουσίας σε σχέση με τα γεγονότα γύρω από τις διαδικασίες για ύποπτη διαφθορά χρονολογούμενη από τις 17 έως τις 25 Δεκεμβρίου 2013 και την αντίθεση της Κυβέρνησης σε αυτές τις διαδικασίες. Το άρθρο εξέφραζε αξιολογικές κρίσεις για το ότι κάποιες από τις αποφάσεις του HSYK μπορούσαν να φανούν ως ευνοϊκές για τις πολιτικές αρχές.

Όσον αφορά το ερώτημα εάν η «πραγματική βάση» για αυτές τις αξιολογικές κρίσεις ήταν επαρκής, το Δικαστήριο του Στρασβούργου έκρινε ότι αυτή η προϋπόθεση πληρούνταν στην παρούσα υπόθεση. Κανένα από τα πειθαρχικά όργανα που είχαν κινήσει διαδικασίες κατά του προσφεύγοντος για δημόσια ανάρτηση του άρθρου δεν είχε δηλώσει ότι τα γεγονότα στα οποία αναφέρθηκε – συγκεκριμένα πειθαρχικές αποφάσεις σε βάρος ορισμένων μελών του δικαστικού σώματος και υπέρ άλλων – δεν είχαν λάβει ποτέ χώρα. Τα διάφορα όργανα του Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων είχαν απλώς αμφισβητήσει την αξιακή κρίση ότι τα διάφορα πειθαρχικά αποτελέσματα θα επηρεάζονταν από τις αποφάσεις που έλαβαν οι ενδιαφερόμενοι δικαστές ή εισαγγελείς σχετικά με υποψίες έναντι ορισμένων κυβερνητικών προσώπων.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο, οι αξιολογικές κρίσεις που εκφράζονται στο άρθρο που κοινοποιήθηκε από τον προσφεύγοντα ήταν μέρος μιας συζήτησης σχετικά με την ανεξαρτησία του HSYK από την εκτελεστική εξουσία και, κατά συνέπεια, για την προστασία της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας των δικαστών.

Ως προς αυτό, το γεγονός ότι ένας δικαστής είχε μοιραστεί με τους συναδέλφους του ορισμένες απόψεις που είχαν εκφραστεί στον Τύπο σχετικά με την ανεξαρτησία του δικαστικού συστήματος, και τους είχε επιτρέψει να σχολιάσουν, ενέπιπτε αναγκαστικά στην ελευθερία του να μεταδίδει ή να λαμβάνει πληροφορίες σε έναν κρίσιμο τομέα για την επαγγελματική του ζωή.

Το ΕΔΔΑ επισήμανε επίσης ότι ο προσφεύγων δικαστής είχε μοιραστεί το άρθρο όχι με το ευρύ κοινό αλλά με μια ομάδα συζήτησης που προορίζεται για επαγγελματίες του δικαστικού τομέα και ήταν κλειστή στο ευρύ κοινό. Απέρριψε την υπόθεση των πειθαρχικών αρχών και της Κυβέρνησης ότι ο προσφεύγων είχε την πρόθεση να μεταφέρει μήνυμα στο κοινό ότι ενέκρινε το περιεχόμενο του επίμαχου άρθρου κοινοποιώντας το, καθόσον δεν είχε κάνει κανένα σχόλιο που να δείχνει ότι συμφωνούσε με αυτό. Ως προς αυτό, το να υπονοήσει κάποιος κάτι τέτοιο, που θα σήμαινε ότι οι δικαστές που ανήκουν σε μια ιδιωτική ομάδα μπορούν να μοιράζονται μόνο άρθρα που επαινούν τις διοικητικές και δικαστικές αρχές και θα έπρεπε να αγνοούν αυτά που αποδοκιμάζουν τις πράξεις και τις αποφάσεις αυτών των αρχών, θα οδηγούσε σε περιττή αυτολογοκρισία στις συζητήσεις τους για θέματα που αφορούν τον πυρήνα του επαγγέλματός τους.

Περαιτέρω, δεν θα μπορούσε να παραβλεφθεί ότι η επιβολή πειθαρχικής ποινής σε δικαστή έχει, από τη φύση της, ανατρεπτικό αποτέλεσμα, όχι μόνο για το ίδιο το άτομο αλλά και για το επάγγελμα στο σύνολό του. Αυτό συμβεί ιδιαίτερα όταν οι δικαστές και οι εισαγγελείς ανταλλάσσουν μεταξύ τους ιδέες και απόψεις για αποφάσεις του HSYK που επηρεάζουν την ανεξαρτησία τους από άλλες κρατικές αρχές.

Όσον αφορά τις διαδικαστικές εγγυήσεις, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων δεν είχε σταθμίσει επαρκώς αφενός το δικαίωμα του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης και αφετέρου το καθήκον της διακριτικής του ευχέρειας ως δικαστής. Επανέλαβε επίσης ότι το Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων ήταν ένα μη δικαστικό όργανο και ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε ενώπιον του Τμήματος και της Ολομέλειας δεν παρείχε εγγυήσεις δικαστικού ελέγχου. Επιπλέον, δεν υπήρχε ένδικο μέσο στη διάθεση του προσφεύγοντος σχετικά με το μέτρο που έλαβε εναντίον του το Συμβούλιο. Το Δικαστήριο είχε ενεργήσει στην παρούσα υπόθεση τόσο ως εισαγγελική αρχή όσο και ως ανώτερο Δικαστήριο, σε μια υπόθεση που αφορούσε ορισμένες από τις δικές του αποφάσεις. Δεν θα μπορούσε να αγνοηθεί το γεγονός ότι όταν κινείται πειθαρχική δίωξη κατά δικαστή, η εμπιστοσύνη του κοινού στη λειτουργία του δικαστικού σώματος διακυβεύεται και ενδεχομένως κλονίζεται. Οποιοσδήποτε δικαστής που αποτελεί αντικείμενο πειθαρχικής δίωξης πρέπει να έχει πρόσβαση σε εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας. Ειδικότερα, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να έχει τη δυνατότητα επανεξέτασης του εν λόγω μέτρου από ανεξάρτητο και αμερόληπτο όργανο, το οποίο έχει την αρμοδιότητα να αποφανθεί επί της νομιμότητας του μέτρου και να προσδιορίσει κάθε αθέμιτη ενέργεια των αρχών. Το Δικαστήριο του Στρασβούργου σημείωσε ότι αυτό δεν είχε συμβεί στην επίμαχη υπόθεση. Υπό το φως των παραπάνω σκέψεων και έχοντας υπόψη την πρωταρχική σημασία της ελευθερίας της έκφρασης σε θέματα δημοσίου συμφέροντος, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πειθαρχική κύρωση της επίπληξης που επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα δικαστή δεν είχε καλύψει καμία πιεστική κοινωνική ανάγκη και, κατά συνέπεια, δεν αποτελούσε μέτρο που ήταν «αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία» κατά την έννοια του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10).

Άρθρο 13 (δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής) σε συνδυασμό με το άρθρο 10

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η νομολογία του, όπως καθιερώθηκε στις υποθέσεις Kayasu κατά Τουρκίας και Özpınar κατά Τουρκίας ως προς την έλλειψη αμεροληψίας του Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων, κατά την εξέταση των προσφυγών των ενδιαφερομένων, εφαρμόζεται εξίσου και στην παρούσα υπόθεση. Τα έξι μέλη του τμήματος που είχαν υποβάλλει την εν λόγω πειθαρχική κύρωση συνήλθε επίσης σε Ολομέλεια, η οποία εξέτασε την έφεσή του. Επιπλέον, ο προσφεύγων δεν είχε κανένα άλλο ένδικο μέσο κατά της τελικής απόφασης της Ολομέλειας. Αυτά τα στοιχεία ήταν επαρκή ώστε το Δικαστήριο να συμπεράνει ότι ο προσφεύγων δεν είχε στη διάθεσή του κανένα ένδικο μέσο που να πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις του άρθρου 13 προκειμένου να υποβάλει την καταγγελία του βάσει του άρθρου 10 της Σύμβασης.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε και παραβίαση του άρθρου 13 σε συνδυασμό με το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ,

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Στρασβούργο επιδίκασε στον προσφεύγοντα 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 4.000 ευρώ για έξοδα και δαπάνες (επιμέλεια: echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες