Παραβιάζεται η ελευθερία έκφρασης από μη νόμιμη κράτηση δημοσιογράφου κατά την άσκηση καθηκόντων του. Μη συμβατή με ΕΣΔΑ η κράτηση όταν δεν αποδεικνύεται εύλογη υποψία ενοχής

ΑΠΟΦΑΣΗ

Şık κατά Τουρκίας της 24.11.2020 (αριθ. προσφ. 36493/17)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Παρατεταμένη προσωρινή κράτηση δημοσιογράφου. Παραβίαση της προσωπικής ελευθερίας και ασφάλειας και της ελευθερίας της έκφρασης.

Ο προσφεύγων θεωρήθηκε ύποπτος για διάδοση προπαγάνδας υπέρ οργανώσεων που θεωρούνται τρομοκρατικές, μέσω άρθρων και συνεντεύξεών του που δημοσιεύτηκαν σε τουρκική εφημερίδα και επέκριναν την κυβερνητική πολιτική.

Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, ο προσφεύγων δεν μπορούσε βάσει των εισφερθέντων αποδεικτικών μέσων να είναι εύλογα ύποπτος, κατά το χρόνο της κράτησής του, για τη διάπραξη των αδικημάτων διάδοσης προπαγάνδας υπέρ τρομοκρατικών οργανώσεων ή συνδρομής σε αυτές. Κατά το Δικαστήριο του Στρασβούργου τα γεγονότα της υπόθεσης δεν επιβεβαίωσαν το συμπέρασμα ότι υπήρχε εύλογη υποψία σε βάρος του. Κατά συνέπεια, αν και διατάχθηκε με δικαστικές αποφάσεις η αρχική κράτηση του προσφεύγοντος και η παράτασή της, αυτές βασίστηκαν μόνο σε απλή υποψία.

Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι τα άρθρα και οι γραπτές συνεντεύξεις για τα οποία κατηγορήθηκε ο προσφεύγων και τέθηκε σε κράτηση εμπίπτουν στο πεδίο της δημόσιας συζήτησης για γεγονότα και συμβάντα που ήταν ήδη γνωστά. Τα κείμενα  έλαβαν χώρα στο πλαίσιο άσκησης της ελευθερίας της έκφρασης και του Τύπου και με αυτά  δεν υποστήριξε ή προώθησε τη χρήση βίας στην πολιτική ζωή  ούτε εκδήλωσε οποιαδήποτε επιθυμία εκ μέρους του να συμβάλλει στους παράνομους στόχους τρομοκρατικών οργανώσεων, δηλαδή στη χρήση βίας και τρομοκρατίας στη πολιτική σκηνή του τόπου.

Το Στρασβούργο διαπίστωσε ομόφωνα παραβίαση του δικαιώματος προσωπικής ελευθερίας και ασφάλειας (άρθρο 5 § 1).

Το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η κράτηση του προσφεύγοντος, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας εναντίον του για αδικήματα που επιφέρουν βαριές ποινές και συνδέονται άμεσα με το έργο του ως δημοσιογράφος ισοδυναμούσε με πραγματικό και αποτελεσματικό περιορισμό και συνεπώς συνιστούσε παρέμβαση στην άσκηση του δικαιώματός του στην ελευθερία της έκφρασης. Διαπίστωσε δε, ότι η παρέμβαση αυτή δεν ήταν σύμφωνη με το νόμο. Σύμφωνα με τη συλλογιστική του ΕΔΔΑ, ένα μέτρο προσωρινής κράτησης, το οποίο κρίθηκε ότι δεν ήταν νόμιμο, εφόσον συνιστά παρέμβαση σε μία από τις ελευθερίες που εγγυάται η ΕΣΔΑ, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «νόμιμη παρέμβαση» που προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο.

Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι υπήρξε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10 της ΕΣΔΑ) και επιδίκασε ποσό 16.000 ευρώ για ηθική βλάβη.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 5

Άρθρο 10

Άρθρο 18

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων Ahmet Şık είναι Τούρκος υπήκοος που γεννήθηκε το 1970 και ζει στην Κωνσταντινούπολη, δημοσιογράφος το επάγγελμα και εργάζονταν για την καθημερινή εφημερίδα Cumhuriyet.

Ο προσφεύγων συνελήφθη στο σπίτι του και τέθηκε σε προσωρινή κράτηση το Δεκέμβριο του 2016 με την υποψία διάδοσης προπαγάνδας για λογαριασμό οργανώσεων που θεωρούνται από την κυβέρνηση ως τρομοκρατικές, δηλαδή το PKK (Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν), FETÖ/PDY (Fethullahist Terror Organisation / Parallel State Structure) και το DHKP/C (Λαϊκό Επαναστατικό Απελευθερωτικό Κόμμα / Μέτωπο).

Την επόμενη μέρα ανακρίθηκε από τον Εισαγγελέα της Κωνσταντινούπολης, του οποίου οι ερωτήσεις επικεντρώθηκαν κυρίως σε 11 tweets και πέντε άρθρα που δημοσιεύθηκαν στον ιστότοπο Cumhuriyet και στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας. Την ίδια μέρα ο προσφεύγων εμφανίστηκε ενώπιον του 8ου Κακουργιοδικείου της Κωνσταντινούπολης, το οποίο διέταξε την προσωρινή του κράτηση.

Στη συνέχεια, τα δικαστήρια εξέδωσαν αρκετές αποφάσεις για παράταση της προσωρινής κράτησης βασιζόμενα στο γεγονός ότι το αδίκημα για το οποίο κατηγορήθηκε ήταν από τα «αδικήματα» που αναφέρονται στο άρθρο 100§3 του εγχώριου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Τα δικαστήρια έκριναν, ιδίως, ότι υφίσταται κίνδυνος διαφυγής του.

Ο προσφεύγων τέθηκε υπό προσωρινή κράτηση στις 30 Δεκεμβρίου 2016 και αφέθηκε ελεύθερος στις 9 Μαρτίου 2018 από το Κακουργιοδικείο της Κωνσταντινούπολης, το οποίο τον δίκασε με την κατηγορία της συνδρομής τρομοκρατικών οργανώσεων χωρίς να είναι μέλος αυτών, ένα αδίκημα σύμφωνα με το άρθρο 220 § 7 του Ποινικού Κώδικα.

Στις 25 Απριλίου 2018, το Κακουργιοδικείο της Κωνσταντινούπολης καταδίκασε τον προσφεύγοντα σε 7,5 χρόνια κάθειρξη για συνδρομή στις τρομοκρατικές οργανώσεις του PKK, του DHKP / C και του FETÖ χωρίς να είναι μέλος αυτών των οργανώσεων. Ο προσφεύγων άσκησε έφεση, η οποία απορρίφθηκε.

Ο προσφεύγων προσέφυγε ενώπιον του Ακυρωτικού Δικαστηρίου, το οποίο στις 18 Σεπτεμβρίου 2019 ακύρωσε την εφετειακή απόφαση. Στη συνέχεια, η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Κακουργιοδικείο Κωνσταντινούπολης, το οποίο στις 21 Νοεμβρίου 2019 διαχώρισε τη θέση του από την απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου της 18ης Σεπτεμβρίου 2019. Η υπόθεση, κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης,  εκκρεμούσε ενώπιον της Ολομέλειας του ποινικού τμήματος του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Ο προσφεύγων άσκησε προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο, η οποία απορρίφθηκε στις 2 Μαΐου 2019 ως προφανώς αβάσιμη.

Στηριζόμενος, ιδίως, στο άρθρο 5 § 1 (δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια), ο προσφεύγων υποστήριξε ότι η αρχική και συνεχιζόμενη κράτησή του ήταν αυθαίρετη και δεν βασίστηκε σε εύλογη υποψία. Υποστήριξε ότι τα γεγονότα στα οποία βασίστηκαν οι υποψίες εναντίον του ενέπιπταν στο πεδίο δραστηριότητάς του ως δημοσιογράφου και της ελευθερίας της έκφρασης.

Διαμαρτυρήθηκε επίσης και ότι σύμφωνα με το άρθρο 5 § 4 (δικαίωμα ταχείας επανεξέτασης της νομιμότητας της κράτησης), για τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Τουρκικού Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Στηριζόμενος στο άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης), ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι η αρχική και συνεχιζόμενη κράτησή του είχε διαταχθεί λόγω του έργου του ως δημοσιογράφου, μέσω του οποίου αυτός μετέφερε πληροφορίες στο κοινό ως μέρος της συζήτησης για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος, χωρίς ποτέ να προωθεί ή να υποστηρίζει τη χρήση βίας.

Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 18, ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι η κράτησή του είχε σχεδιαστεί για να τον τιμωρήσει για την κριτική του στη κυβέρνηση ή για πληροφορίες που είχε μεταδώσει στο ευρύ κοινό, γεγονός που δυσαρέστησε τις πολιτικές αρχές. Ισχυρίστηκε επίσης ότι ο σκοπός της αρχικής και συνεχιζόμενης κράτησής του ήταν να υποβληθεί σε δικαστική παρενόχληση για τις δημοσιογραφικές του δραστηριότητες.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 5 § 1 (δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και την ασφάλεια)

Κατά την άποψη του Δικαστηρίου , το καθήκον του ήταν να εξακριβώσει εάν υπήρχαν επαρκή αντικειμενικά στοιχεία που θα ικανοποιούν έναν αντικειμενικό παρατηρητή ότι ο προσφεύγων θα μπορούσε να είχε διαπράξει τα αδικήματα για τα οποία κατηγορούνταν.

Όσον αφορά την πραγματική πτυχή της ύπαρξης «εύλογης υποψίας», το Δικαστήριο σημείωσε ότι, κατηγορώντας τον προσφεύγοντα ότι συνέδραμε το FETÖ/PDY, οι αρμόδιες αρχές είχαν αναφερθεί συγκεκριμένα, σε τρία άρθρα. Αυτά ήταν το άρθρο της 8ης Ιουλίου 2015 με τίτλο «Αυτό που κάνουμε είναι δημοσιογραφία, αυτό που κάνετε είναι προδοσία», το άρθρο της 9ης Ιουλίου 2015 με τίτλο «Η MİT είχε πληροφορίες για τη σφαγή Reyhanlı, αλλά δεν μοιράστηκε αυτές τις πληροφορίες με την αστυνομία», και το άρθρο της 13 Φεβρουαρίου 2015 με τίτλο «Το μυστικό των φορτηγών αποκαλύφθηκε».

Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι αυτά τα τρία άρθρα περιείχαν υλικό το οποίο συνέβαλε στη δημόσια συζήτηση για τις τρέχουσες υποθέσεις στην Τουρκία την εν λόγω περίοδο. Επιπλέον, στην επαγγελματική δημοσιογραφία, τα δικαιώματα και τα καθήκοντα ενός ερευνητή δημοσιογράφου περιλάμβαναν τη μεταφορά πληροφοριών στο κοινό που ήταν σχετικές με συζητήσεις για θέματα κοινού ενδιαφέροντος, όπως είχε κάνει ο προσφεύγων. Κατά τη δημοσίευσή τους τα εν λόγω άρθρα περιείχαν δημοσιογραφικές πληροφορίες και είχαν συμβάλει στη δημόσια συζήτηση. Κατά συνέπεια, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν λόγο για την καταδίκη του για τις εν λόγω εγκληματικές πράξεις.

Επιπλέον, οι ενδιαφερόμενες αρχές δεν μπόρεσαν να αναφέρουν συγκεκριμένα γεγονότα ή πληροφορίες ικανές να αποδείξουν ότι οι παράνομες οργανώσεις PKK, FETÖ/PDY και DHKP/C είχαν δώσει οδηγίες στον προσφεύγοντα να δημοσιεύσει αυτό το συγκεκριμένο υλικό με σκοπό να συνδράμει στην προετοιμασία και διεξαγωγή εκστρατείας βίας ή τη νομιμοποίηση αυτής της βίας.

Όσον αφορά την πτυχή του χαρακτηρισμού ως εγκληματικής συμπεριφοράς των γεγονότων που στηρίζουν την ύπαρξη «εύλογης υποψίας», το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το υλικό που δημοσιεύθηκε στο οποίο αναφέρθηκαν οι δικαστικές αρχές για την απόφαση και παράταση της προσωρινής κράτησης του προσφεύγοντος, όπως λαμβάνεται υπόψη από το Συνταγματικό Δικαστήριο στην απόφασή του της 2ας Μαΐου 2019 θα μπορούσε να χωριστεί σε τέσσερις ομάδες:

(1) κριτική των πολιτικών και ορισμένων κρατικών θεσμικών οργάνων (ειδικότερα, το άρθρο της 13ης Φεβρουαρίου 2015 με τίτλο «Το μυστικό των φορτηγών αποκαλύφθηκε» και άρθρα της 8ης και 9ης Ιουλίου 2015 σχετικά με την επίθεση εκρηκτικών στην πόλη Reyhanlı),

(2) συνεντεύξεις που μεταφέρουν τις δηλώσεις φερόμενων εκπροσώπων παράνομων οργανώσεων (συγκεκριμένα, ένα άρθρο της 14ης Μαρτίου 2015 που περιείχε συνέντευξη με έναν από τους ηγέτες του PKK, τον Cemil Bayık, σχετικά με τους όρους που πρέπει να πληρούνται προκειμένου το PKK να παραδώσει τα όπλα του),

(3) Σχόλια και επικρίσεις του προσφεύγοντος σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν οι διοικητικές και δικαστικές αρχές για την καταπολέμηση παράνομων οργανώσεων (μεταξύ άλλων, μια  ανάρτηση στα κοινωνικά ΜΜΕ της 28 Νοεμβρίου 2015 σχετικά με το θάνατο του Tahir Elçi, μια ανάρτηση της 11ης Δεκεμβρίου 2016 σχετικά με τα περιστατικά στο Cizre και την Κωνσταντινούπολη, και μια ανάρτηση 20ής Δεκεμβρίου 2016 σχετικά με την πιθανότητα ο δολοφόνος του Ρώσου πρέσβη στην Άγκυρα να ήταν μέλος μιας οργάνωσης),

(4) ευαίσθητες πληροφορίες δημοσίου συμφέροντος (ιδίως ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 31 Μαρτίου και 1 Απριλίου 2015 το οποίο κατέγραφε τηλεφωνική συνέντευξη με ένα από τα άτομα που είχαν απαγάγει έναν εισαγγελέα).

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι αυτά τα άρθρα και δημοσιεύσεις είχαν κοινά χαρακτηριστικά.

Πρώτον, αποτελούσαν συνεισφορές του προσφεύγοντα σε διάφορες δημόσιες συζητήσεις για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος τα οποία είχαν ήδη αποτελέσει αντικείμενο ευρείας δημόσιας συζήτησης στην Τουρκία αλλά και στο εξωτερικό.

Δεύτερον, τα εν λόγω άρθρα και δημοσιεύσεις δεν περιείχαν καμία παρότρυνση για διάπραξη τρομοκρατικών αδικημάτων, δεν προωθούσαν τη χρήση βίας και δεν ενθάρρυναν την εξέγερση εναντίον των νομίμων κρατικών αρχών. Ενώ μέρος του δημοσιευθέντος υλικού ναι μεν περιείχε απόψεις μελών απαγορευμένων οργανώσεων, ωστόσο το περιεχόμενο είχε παραμείνει εντός των ορίων της ελευθερίας της έκφρασης. Μεταξύ άλλων σημείων, το Δικαστήριο έκρινε ότι η συνέντευξη με ένα από τα άτομα τα οποία είχαν απαγάγει τον εισαγγελέα, η οποία έγινε κατά τη διάρκεια τρομοκρατικής επιχείρησης, είχε ενημερωτικό σκοπό. Συνολικά, η συνέντευξη, η οποία απλώς μετέφερε και κατέγραψε δηλώσεις τρίτων, δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ότι είχε ως σκοπό να διαδώσει  εξτρεμιστικές ιδέες, αλλά αντίθετα είχε επιδιώξει να εκθέσει στο κοινό τις βίαιες συμπεριφορές των νέων τρομοκρατικών οργανώσεων. Πράγματι, μέσω των ερωτήσεών του, οι οποίες υποδήλωναν ότι η δράση των μαχητών ήταν μια αντιπαραγωγική και επιβλαβής πράξη με φερόμενο σκοπό την επιδίωξη δικαιοσύνης για έναν διαδηλωτή ο οποίος φέρεται να είχε πεθάνει κατά τη διάρκεια μιας αστυνομικής επιχείρησης, ο προσφεύγων είχε διαφοροποιηθεί από τις ενέργειες των μαχητών DHKP/C, δεν τους παρουσίασε με κανέναν τρόπο ως νόμιμους και συμμορφώθηκε με τα καθήκοντα και τις ευθύνες του ως ερευνητής δημοσιογράφος.

Τρίτον, οι απόψεις που εξέφρασε ο ίδιος ο προσφεύγων στα εν λόγω άρθρα και δημοσιεύσεις  ήταν σε γενικές γραμμές αντίθετες στην κυβερνητική πολιτική και αντιστοιχούσαν σε μεγάλο βαθμό σε εκείνες που εξέφρασαν τα αντιπολιτευόμενα πολιτικά κόμματα και ομάδες ή άτομα των οποίων οι πολιτικές απόψεις ήταν αντίθετες με τις κυβερνητικές.

Ως εκ τούτου, οι φερόμενες πράξεις του προσφεύγοντος εμπίπτουν στην άσκηση της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του Τύπου, όπως κατοχυρώνεται από το εθνικό δίκαιο και από την Σύμβαση.

Στο γενικό συμπέρασμά του, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο προσφεύγων δεν μπορούσε ευλόγως να θεωρείται ένοχος κατά τον χρόνο κράτησής του, για τα αδικήματα διάδοσης προπαγάνδας υπέρ τρομοκρατικών οργανώσεων ή ότι βοηθούσε τις οργανώσεις αυτές. Με άλλα λόγια, τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης δεν υποστήριζαν το συμπέρασμα ότι υπήρχε εύλογη υποψία εναντίον του. Κατά συνέπεια, οι υποψίες εναντίον του δεν εμπεριείχαν το απαιτούμενο ελάχιστο εύλογο επίπεδο. Παρ όλο που  επιβλήθηκαν υπό δικαστική εποπτεία, τα προσβαλλόμενα μέτρα βασίστηκαν σε απλές υποψίες.

Ειδικότερα, το Δικαστήριο σημείωσε ότι το γραπτό υλικό για το οποίο κατηγορήθηκε ο προσφεύγων και τέθηκε σε προσωρινή κράτηση εντάσσονταν στο πλαίσιο της δημόσιας συζήτησης για γεγονότα τα οποία ήταν ήδη γνωστά, ότι ισοδυναμούσε με την άσκηση των ελευθεριών της Σύμβασης και ότι δεν προωθούσε τη χρήση βίας στον πολιτικό τομέα ή αποδείκνυε οποιαδήποτε επιθυμία εκ μέρους του προσφεύγοντος να συμβάλει στους παράνομους στόχους των τρομοκρατικών οργανώσεων, δηλαδή στη χρήση βίας και τρόμου στη πολιτική σφαίρα.

Όσον αφορά το άρθρο 15 της Σύμβασης (παρέκκλιση σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης), το Δικαστήριο επισήμανε ότι κανένα  μέτρο  παρέκκλισης δεν είχε εφαρμογή στην κατάσταση του προσφεύγοντος κατά την περίοδο έκτακτης ανάγκης στην Τουρκία.

Υπήρξε επομένως παραβίαση του άρθρου 5 § 1 της Σύμβασης λόγω έλλειψης εύλογης υποψίας ότι ο προσφεύγων διέπραξε ποινικό αδίκημα.

Άρθρο 5 § 4 (δικαίωμα ταχείας εξέτασης της νομιμότητας της κράτησης)

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η περίοδος που πρέπει να ληφθεί υπόψη διήρκεσε 13 μήνες και 7 μέρες και ότι υπάγονταν εντός της περιόδου κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η οποία δεν είχε αρθεί έως τις 18 Ιουλίου 2018. Κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου, το γεγονός ότι το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν εξέδωσε απόφαση σχετικά με την αίτηση του προσφεύγοντος πριν περάσουν δύο χρόνια και τρεις μήνες, δεν ήταν σχετική στον υπολογισμό του χρονικού διαστήματος που πρέπει να ληφθεί υπόψη, καθώς ο προσφεύγων είχε ήδη αφεθεί ελεύθερος  μέχρι την ημερομηνία εκείνη. Επομένως, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα πορίσματά του στις υποθέσεις Mehmet Hasan Altan κατά Τουρκίας  και Şahin Alpay κατά Τουρκίας εφαρμόζονταν επίσης στην παρούσα υπόθεση.

Το Δικαστήριο τόνισε επίσης ότι η προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο ήταν αρκετά περίπλοκη. Επίσης, έλαβε υπόψη τον εξαιρετικό φόρτο του Συνταγματικού Δικαστηρίου κατά τη διάρκεια της κατάστασης έκτακτης ανάγκης η οποία ίσχυσε από τον Ιούλιο του 2016 έως τον Ιούλιο του 2018 και τα μέτρα που έλαβαν οι εθνικές αρχές για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της καθυστέρησης του δικαστηρίου.

Το Δικαστήριο έκρινε συναφώς ότι η παρούσα υπόθεση έπρεπε να διακριθεί από την υπόθεση Kavala κατά Τουρκίας στην οποία ο προσφεύγων παρέμεινε σε προσωρινή κράτηση για 11 μήνες μεταξύ της άρσης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης στις 18 Ιουλίου 2018 και της έκδοσης της Απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου στις 28 Ιουνίου 2019.

Κατά συνέπεια, αν και ο έλεγχος από το Συνταγματικό Δικαστήριο στην παρούσα υπόθεση δεν θα μπορούσε να περιγράφει ως «ταχύς» , ωστόσο υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 5 § 4 της Σύμβασης.

Άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η κράτηση του προσφεύγοντος, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας εναντίον του για αδικήματα που επιφέρουν βαριές ποινές και συνδέονται άμεσα με το έργο του ως δημοσιογράφος ισοδυναμούσε με πραγματικό και αποτελεσματικό περιορισμό και συνεπώς αποτελούσε παρέμβαση στην άσκηση του δικαιώματός του στην ελευθερία της έκφρασης.

Το Δικαστήριο είχε ήδη διαπιστώσει ότι η κράτηση του προσφεύγοντος δεν βασίστηκε σε εύλογες υποψίες ότι είχε διαπράξει το εν λόγω αδίκημα. Σημείωσε επίσης ότι σύμφωνα με το άρθρο 100 του τουρκικού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ένα άτομο θα μπορούσε να τεθεί σε προσωρινή κράτηση μόνο εφόσον υπήρχαν αποδείξεις που δημιουργούν ισχυρή υποψία ότι διέπραξε αδίκημα. Στην παρούσα περίπτωση η απουσία εύλογης υποψίας θα έπρεπε κατά μείζονα λόγο, να συνεπάγεται την απουσία ισχυρής υποψίας όταν οι εθνικές αρχές κλήθηκαν να αξιολογήσουν τη νομιμότητα της κράτησης του προσφεύγοντος.

Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι οι προϋποθέσεις νομιμότητας βάσει των άρθρων 5 (δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία και ασφάλεια) και 10 (ελευθερία έκφρασης) αποσκοπούσαν και στις δύο περιπτώσεις στην προστασία του ατόμου από πράξεις αυθαιρεσίας.  Σύμφωνα με τη συλλογιστική του ΕΔΔΑ, ένα μέτρο κράτησης, το οποίο κρίθηκε ότι δεν ήταν νόμιμο, εφόσον συνιστούσε παρέμβαση σε μία από τις ελευθερίες που εγγυάται η ΕΣΔΑ, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως περιορισμός αυτής της ελευθερίας, όπως προβλέπεται  από το εθνικό δίκαιο.

Κατά συνέπεια, η παρέμβαση στα δικαιώματα και τις ελευθερίες του προσφεύγοντος σύμφωνα με το άρθρο 10 § 1 της Σύμβασης δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 10 § 2, δεδομένου ότι δεν προβλεπόταν από το νόμο, και έτσι παρέλκει η εξέταση αν η παρέμβαση αυτή είχε θεμιτό σκοπό και αν ήταν αναγκαία σε μία δημοκρατική κοινωνία.

Συνεπώς το ΕΔΔΑ διαπίστωσε  παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης (άρθρο 10 της Σύμβασης).

Άρθρο 18

Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, τα στοιχεία που επικαλείται ο προσφεύγων για την υποστήριξη παραβίασης του άρθρου 18 της σύμβασης, δεν αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο για να διαπιστώσει το Δικαστήριο ότι η κράτησή του είχε επιδιώξει έναν σκοπό που δεν είχε καθοριστεί από τη Σύμβαση.

Διαπίστωσε ότι δεν είχε αποδειχθεί πέραν της εύλογης αμφιβολίας ότι η κράτηση του προσφεύγοντος είχε παραγγελθεί για σκοπό που δεν ορίζεται από τη Σύμβαση. Δεν υπήρχε επομένως παράβαση του άρθρου 18 της σύμβασης σε συνδυασμό με τα άρθρα 5 και 10.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Τουρκία έπρεπε να καταβάλλει  στον προσφεύγοντα 16.000 ευρώ για ηθική βλάβη.

Μειοψηφούσες απόψεις

Η δικαστής Yüksel εξέφρασε μια εν μέρει σύμφωνη και εν μέρει αντίθετη γνώμη. Ο δικαστής Kūris εξέφρασε εν μέρει αντίθετη γνώμη(echrcaselaw.com). 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες