Παραπομπή Πολωνών δικαστών σε Πειθαρχικό γιατί εφάρμοσαν νομολογία του ΕΔΔΑ και του ΔΕΕ! Προσωρινά μέτρα από το Στρασβούργο
ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Synakiewicz κατά Πολωνίας (αρ. αίτησης 46453/21), Niklas-Bibik κατά Πολωνίας (αρ. 8687/22), Piekarska- Drążek κατά Πολωνίας (αρ. 8076/22) και Hetnarowicz-Sikora κατά Πολωνίας (αρ. 9988/22) της 24.03.2022
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι προσφεύγοντες είναι Πολωνοί δικαστές. Παραπέμφθηκαν στο Πειθαρχικό Συμβούλιο επειδή εφάρμοσαν, στις δικαστικές τους αποφάσεις, τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούσαν την έλλειψη ανεξαρτησίας και αμεροληψίας του πειθαρχικού τμήματος του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Εθνικού Δικαστικού Συμβουλίου (NCJ). Κινδυνεύουν δε με την επιβολή της ποινής της αναστολής των δικαστικών καθηκόντων τους.
Άσκησαν ενώπιον του ΕΔΔΑ προσωρινά μέτρα ζητώντας μεταξύ άλλων, να ανασταλούν οι εν εξελίξει ενέργειες εναντίον τους, ενώπιον του Πειθαρχικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, να δικαστούν από δικαστές που θα ορίσει το Συμβούλιο του Αρείου Πάγου και να μην ανασταλεί η άσκηση των δικαστικών καθηκόντων τους.
Στις 22 Μαρτίου 2022, το Δικαστήριο αποφάσισε να υποδείξει στην κυβέρνηση της Πολωνίας, σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου, ότι πρέπει να ενημερώσει τους προσφεύγοντες 72 ώρες πριν την ημερομηνία οποιασδήποτε ακρόασης ή ακρόασης κεκλεισμένων των θυρών που έχει προγραμματιστεί στις υποθέσεις τους ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου και απέρριψε τα υπόλοιπα αιτήματα τους ως απαράδεκτα λόγω έλλειψης κατεπείγοντος αφού δεν υπάρχει κίνδυνος μη αναστρέψιμης βλάβης.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες, Adam Synakiewicz, Agnieszka Niklas-Bibik, Marzanna Anna Piekarska-Drążek κα Joanna Marta Hetnarowicz-Sikora, είναι Πολωνοί υπήκοοι και δικαστές στο Περιφερειακό Δικαστήριο Częstochowa, το περιφερειακό δικαστήριο του Słupsk, στο Εφετείο της Βαρσοβίας και στο Περιφερειακό Δικαστήριο του Słupsk αντίστοιχα.
Στις δικαστικές τους αποφάσεις, οι τέσσερις δικαστές εφάρμοσαν τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (ΕΔΔΑ) και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) που αφορούσαν, ιδίως, το Πειθαρχικό Τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου και κρίνοντας ότι η έλλειψη ανεξαρτησίας του Εθνικού Δικαστικού Συμβουλίου έθεσε σε κίνδυνο την νομιμότητα ενός δικαστηρίου αποτελούμενου από δικαστές που διορίστηκαν μετά από συστάσεις του. Ως αποτέλεσμα, καθένας από αυτούς κατηγορήθηκε από τον αναπληρωτή πειθαρχικό δικαστή των τακτικών δικαστηρίων (Zastępca Rzecznika Dyscyplinarnego Sędziów Sądów Powszechnych), με το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα της διάπραξης «πράξεων ή παραλείψεων που μπορεί να εμποδίσει ή να παρακωλύσει σημαντικά την λειτουργία της δικαστικής αρχής» και για «ενέργειες που εγείρουν ερωτήσεις σχετικά με την επίσημη σχέση δικαστή, την αποτελεσματικότητα του διορισμού του ή την συνταγματική αρχή της Δημοκρατίας της Πολωνίας». Αντιμετωπίζουν επίσης κατηγορίες που αφορούν το ποινικό αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας (προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως τριών ετών).
Σε όλες τις περιπτώσεις, σε διάφορες ημερομηνίες, εντολές για «άμεση αναστολή» των καθηκόντων των προσφευγόντων εκδόθηκαν για περίοδο ενός μήνα με βάση το νόμο για την οργάνωση των τακτικών δικαστηρίων. Όσον αφορά τις κυρίες Piekarska-Drążek και Hetnarowicz Sikora, οι εντολές δόθηκαν αφού οι προσφεύγουσες κατηγορήθηκαν για πειθαρχικά αδικήματα. Στην περίπτωση της κας Niklas-Bibik και του κ. Synakiewicz, η «άμεση παύση» διατάχθηκε πριν ασκηθούν πειθαρχικές διώξεις. Μετά από 30 ημέρες, οι προσφεύγοντες μπόρεσαν να συνεχίσουν εκ νέου τα επίσημα καθήκοντά τους. Ωστόσο, το Πειθαρχικό Τμήμα μπορεί ανά πάσα στιγμή να εκδώσει απόφαση με το οποίο αναστέλλονται οι δικαστικές αρμοδιότητες των προσφευγόντων έως ότου εκδοθούν οι τελεσίδικες αποφάσεις στις υποθέσεις τους.
Η αναστολή των καθηκόντων του δικαστή «αυτοδίκαια» έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση κατά 25-50% των αποδοχών του. Οι αποφάσεις για την αναστολή μπορούν να εκδοθούν σε μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρία και όχι σε δημόσια ακρόαση, και η κλήτευση δεν παρέχεται απαραίτητα εκ των προτέρων. Η διαδικασία κατά των προσφευγόντων διενεργήθηκε ενώπιον του Πειθαρχικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Κανένας άλλος φορέας δεν μπορεί να επανεξετάσει τις αποφάσεις του Πειθαρχικού Τμήματος και δεν μπορεί να γίνει αναίρεση κατά της τελεσίδικης απόφασης. Εάν οι προσφεύγοντες τεθούν σε αναστολή, η αναστολή θα είναι άμεσα εκτελεστή, και η προσφυγή στο δευτεροβάθμιο πειθαρχικό τμήμα δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα (άρθρο 131 παράγραφος 4 του νόμου του 2001, όπως τροποποιήθηκε το 2019).
Οι δικαστές υπέβαλαν τα αιτήματά τους για προσωρινά μέτρα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τον Φεβρουάριο του 2022. Ζήτησαν, μεταξύ άλλων, να ανασταλούν οι εν εξελίξει ενέργειες εναντίον τους ενώπιον του Πειθαρχικού Τμήματος του Αρείου Πάγου έως ότου η Κυβέρνηση εφαρμόσει πλήρως τη διάταξη του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 14ης Ιουλίου 2021 (υπόθεση αρ. C-204/21R) και την απόφαση του εν λόγω δικαστηρίου της 15ης Ιουλίου 2021 (υπόθεση αρ. C-791/19) ή ορίσει επιτροπή δικαστών του Αρείου Πάγου, την οποία προτείνει για να εκδικάσει τις υποθέσεις τους. Υποστήριξαν ότι οι υποθέσεις τους θα εξεταστούν από το Πειθαρχικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, στερώντας τους έτσι το δικαίωμα να εξεταστούν από ένα «δικαστήριο που έχει συσταθεί από το νόμο» και ισχυρίστηκαν ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η διαδικασία ενώπιον του Πειθαρχικού Τμήματος να οδηγήσει στην αναστολή των καθηκόντων τους. Επιπλέον, ισχυρίζονται ότι η διαταγή μιας άμεσης διακοπής των καθηκόντων τους έχει δημιουργήσει ένα αποτρεπτικό αποτέλεσμα, επηρεάζοντας αρνητικά τη δικαστική ανεξαρτησία στην Πολωνία.
Βασίζονται ιδίως στα άρθρα 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη ακρόαση) και 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) της ΕΣΔΑ.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Στις 22 Μαρτίου 2022, το Δικαστήριο αποφάσισε να υποδείξει στην κυβέρνηση της Πολωνίας, σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου, ότι πρέπει να ενημερώσουν τους προσφεύγοντες τουλάχιστον 72 ώρες πριν από την ημερομηνία οποιασδήποτε ακρόασης (rozprawa) ή ακρόασης κεκλεισμένων των θυρών (posiedzenie) που έχει προγραμματιστεί στις υποθέσεις των προσφευγόντων ενώπιον του Πειθαρχικού Τμήματος του Αρείου Πάγου.
Το Δικαστήριο απέρριψε τα υπόλοιπα αιτήματα των προσφευγόντων για προσωρινά μέτρα. Τα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου αποφασίζονται σε σχέση με τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, χωρίς να προδικάζει τυχόν μεταγενέστερες αποφάσεις επί του παραδεκτού ή της ουσίας της υπόθεσης. Το δικαστήριο αποδέχεται τέτοια αιτήματα μόνο κατ’ εξαίρεση, όταν οι προσφεύγοντες αντιμετωπίζουν πραγματικό κίνδυνο μη αναστρέψιμης βλάβης (επιμέλεια echrcaselaw.com).