Παράνομο το μποϊκοτάζ του εργατικού συνδικάτου βάσει του δικαίου του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Μη παραβίαση της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι

ΑΠΟΦΑΣΗ

Νορβηγική Συνομοσπονδία Συνδικάτων (LO) και Νορβηγική Ένωση Εργαζομένων στις Μεταφορές (NTF) κατά Νορβηγίας της 10.06.21 (αριθ. 45487/17)

Βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Εργατικά συνδικάτα, μποϊκοτάζ εταιρείας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ). Εγχώρια δικαστική απόφαση που έκρινε ότι το μποϊκοτάζ που διοργανώθηκε από την Νορβηγική Ένωση Εργαζομένων στις Μεταφορές (NTF) σε μια ναυτιλιακή εταιρεία από λιμενεργάτες, ήταν παράνομο. Το μποϊκοτάζ πραγματοποιήθηκε σε μια ναυτιλιακή εταιρεία, τη Holship Norge AS, η οποία απασχολεί λιμενεργάτες εκτός συλλογικής σύμβασης εργασίας στο λιμάνι του Drammen.

Το Στρασβούργο διαπίστωσε συνολικά ότι η άρνηση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Νορβηγίας να εγκρίνει το μποϊκοτάζ ενέπιπτε στο ευρύ περιθώριο εκτίμησής του και ότι είχε παραχωρήσει σχετικούς και επαρκείς λόγους για να δικαιολογήσει το τελικό του πόρισμα  σχετικά με τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης, λαμβάνοντας υπόψιν τον χαρακτηρισμό της φύσης και του σκοπού του συγκεκριμένου μποϊκοτάζ.

Ωστόσο, το Δικαστήριο τόνισε ότι, από την άποψη του άρθρου 11, η ελευθερία εγκατάστασης στο πλαίσιο του ΕΟΧ δεν είναι ένα αντισταθμιστικό θεμελιώδες δικαίωμα για τον περιορισμό της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, αλλά μάλλον ένα σημαντικό στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την εκτίμηση της αναλογικότητας.

Μη παραβίαση του άρθρου 11 (ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι) της ΕΣΔΑ.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 11

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγουσες, η Νορβηγική Ένωση Εργαζομένων στις Μεταφορές (NTF) και η Νορβηγική Συνομοσπονδία συνδικάτων (LO) είναι Νορβηγικά συνδικάτα με έδρα το Όσλο. Ιδρύθηκαν το 1896 και το 1899 αντίστοιχα. Η πρώτη προσφεύγουσα ένωση είναι μέλος της δεύτερης.

Τη δεκαετία του 1970, τα προσφεύγοντα συνδικάτα συνήψαν συλλογική σύμβαση με την Συνομοσπονδία Νορβηγικών Επιχειρήσεων (NHO), τη μεγαλύτερη οργάνωση εργοδοτών στη Νορβηγία, και τον Νορβηγικό Σύνδεσμο Εφοδιαστικών και Εμπορευματικών Μεταφορών, όσον αφορά ένα καθεστώς σταθερής αμοιβής για λιμενεργάτες σε πολλά από τα μεγάλα λιμάνια της Νορβηγίας. Η συλλογική σύμβαση ανανεώνεται τακτικά.

Σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης, δημιουργήθηκε ένα γραφείο στο λιμάνι του Drammen, το οποίο ήταν υπεύθυνο για την απασχόληση όλων των μόνιμων εργαζομένων στο εν λόγω λιμάνι.

Το 2013 η Holship Norge AS, θυγατρική της δανικής εταιρείας Holship Holding A/S, αποφάσισε να απασχολήσει τέσσερις εργαζόμενους στο λιμάνι οι οποίοι, μεταξύ άλλων καθηκόντων, έπρεπε να φορτώσουν και να εκφορτώσουν τα πλοία της εταιρείας. Η εταιρεία δεν συμμετείχε στη συλλογική σύμβαση εργασίας.

Κατά συνέπεια, το NTF αποφάσισε να οργανώσει μποϊκοτάζ όλων των ναυτιλιακών υπηρεσιών στο Drammen αναφορικά με την εταιρεία Holship. Ζήτησε και πέτυχε να εκδοθεί από το Δικαστήριο του Drammen απόφαση ότι το μποϊκοτάζ θα ήταν νόμιμο. Το Δικαστήριο παρείχε εκτενή αιτιολογία. Η απόφαση αυτή έγινε δεκτή από το Εφετείο του Borgarting.

Η Holship άσκησε αναίρεση στο Ανώτατο Δικαστήριο. Το δικαστήριο αυτό ζήτησε συμβουλευτική γνώμη από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ). Το τελευταίο δήλωσε τα εξής: «Το σύστημα στην παρούσα υπόθεση προστατεύει μόνο μια περιορισμένη ομάδα εργαζομένων εις βάρος άλλων εργαζομένων, ανεξάρτητα από το επίπεδο προστασίας που παρέχεται σε αυτούς τους άλλους εργαζόμενους… Μποϊκοτάζ, όπως το επίμαχο, επηρεάζει αρνητικά την κατάσταση [των υπαλλήλων της Holship]. Απαγορεύεται να εκτελούν τις υπηρεσίες εκφόρτωσης και φόρτωσης και μπορεί ακόμη και να απωλέσουν την απασχόλησή τους, εάν εργοδότες είναι δεσμευόμενοι βάσει της Συμφωνίας Πλαίσιο… Το μποϊκοτάζ… μπορεί να επηρεάσει θεμελιώδη δικαιώματα της Ηolship, όπως το αμυντικό δικαίωμα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, και πιθανώς αυτό των υπαλλήλων της… Εναπόκειται στα [νορβηγικά δικαστήρια] να καθορίσουν… εάν το [μποϊκοτάζ] μπορεί να θεωρείται δικαιολογημένο.».

Στις 16 Δεκεμβρίου 2016, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε το μποϊκοτάζ παράνομο. Αναφέρθηκε στην απόφαση του Δικαστηρίου ΕΖΕΣ ότι το δικαίωμα της Holship στην ελευθερία εγκατάστασης στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού οικονομικού  χώρου (ΕΟΧ) ενδέχεται να παραβιαστεί από το μποϊκοτάζ. Αυτό το δικαίωμα θα μπορούσε να δικαιολογήσει περιορισμούς των συνταγματικών ή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που βασίζονται στη σύμβαση. Έπρεπε να επιτευχθεί μια δίκαιη ισορροπία.

Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι το να δοθεί προτεραιότητα στους εργαζόμενους (που εργάζονται μέσω του διοικητικού γραφείου στο λιμάνι του Drammen) συνιστούσε περιορισμό στην ελευθερία εγκατάστασης. Ωστόσο, το δίκαιο της  ΕΕ και του ΕΟΧ αναγνώρισε την προστασία των εργαζομένων ως πιθανό λόγο περιορισμού της ελευθερίας εγκατάστασης.

Για το Ανώτατο Δικαστήριο, αυτός ο δικαιολογητικός λόγος για τον περιορισμό της ελευθερίας δεν ήταν επαρκής υπό τις  περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης. Τελικά, το κύριο αποτέλεσμα του μποϊκοτάζ θα ήταν να περιοριστεί η πρόσβαση άλλων φορέων στην αγορά υπηρεσιών φόρτωσης και εκφόρτωσης. Το Ανώτατο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προτεραιότητα στους εργαζομένους, όπως απαιτείται από το NTF, δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη και δεν πληρούσε την απαίτηση να επιτευχθεί δίκαιη ισορροπία μεταξύ της ελευθερίας εγκατάστασης και του πιθανού θεμελιώδους δικαιώματος του μποϊκοτάζ. Έκρινε παράνομο το μποϊκοτάζ.

Βασιζόμενοι στο άρθρο 11 (ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι), τα προσφεύγοντα συνδικάτα παραπονέθηκαν ότι η απόφαση τους σχετικά με το μποϊκοτάζ ήταν παράνομη.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 11

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το μποϊκοτάζ επιδίωξε να προστατεύσει τουλάχιστον εν μέρει τα επαγγελματικά συμφέροντα των μελών των συνδικάτων κατά τρόπο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 11 της Σύμβασης και ότι η διάταξη ήταν αναλόγως εφαρμοστέα. Επιπλέον, δεν αμφισβητήθηκε ότι υπήρχε περιορισμός των δικαιωμάτων των συνδικαλιστικών οργανώσεων λόγω της απόφασης που  θεωρεί παράνομο τον περιορισμό. Το Δικαστήριο δήλωσε επίσης ότι ο νόμος σχετικά με το μποϊκοτάζ του 1947 παρείχε επαρκή νομική βάση για την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου. Το ερώτημα ήταν λοιπόν αν ο περιορισμός που απορρέει από την απόφαση ήταν απαραίτητος σε μια δημοκρατική κοινωνία.

Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι ο σκοπός του άρθρου 11 ήταν η προστασία του ατόμου από αυθαίρετες παρεμβάσεις από τις κρατικές αρχές, αλλά ότι θα μπορούσαν επιπλέον να υπάρχουν υποχρεώσεις από το κράτος ώστε να διασφαλίσει την αποτελεσματική απόλαυση τέτοιων δικαιωμάτων.

Για το Δικαστήριο, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε προβεί σε εκτίμηση του θεμελιώδους δικαιώματος της συλλογικής δράσης στην οποία στηρίζονται οι προσφεύγουσες  συνδικαλιστικές οργανώσεις και την οικονομική ελευθερία βάσει του ΕΟΧ, στην οποία είχε στηριχθεί ο εργοδότης. Αποφάνθηκε  ότι το μποϊκοτάζ έπρεπε, μεταξύ άλλων, να συμβαδίζει με τα δικαιώματα που απορρέουν από τη συμφωνία του ΕΟΧ και έπρεπε να επιτευχθεί δίκαιη ισορροπία μεταξύ αυτών των δικαιωμάτων.

Το Δικαστήριο επισήμανε ότι ήταν σαφές από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου ότι ο  χαρακτηρισμός του μποϊκοτάζ – ένα μέσο για να υποχρεωθεί σε δέσμευση η εταιρεία και ιδίως με το επιθυμητό αποτέλεσμα του περιορισμού της πρόσβασης άλλων φορέων στην αγορά αναφορικά με υπηρεσίες φόρτωσης και εκφόρτωσης – ήταν το επίκεντρο της διαπίστωσής του ότι μια τέτοια δίκαιη ισορροπία είχε, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης αυτής, επιτευχθεί. Με βάση το υλικό ενώπιον του και δοθέντος των διαπιστώσεων και των πραγματικών περιστατικών που κατατέθηκαν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, το Δικαστήριο έκρινε ότι το τελευταίο είχε ενεργήσει εντός του περιθωρίου εκτίμησης που του δόθηκε σε αυτόν τον τομέα όταν κήρυξε το μποϊκοτάζ παράνομο.

Κατά συνέπεια, δεν υπήρξε παραβίαση της Σύμβασης στις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης.

Ωστόσο, το Δικαστήριο το θεώρησε απαραίτητο, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο το εθνικό δικαστήριο είχε πραγματοποιήσει την εξισορρόπηση, να σημειωθεί ότι αποδέχθηκε ότι η προστασία των δικαιωμάτων των άλλων που τους παραχωρήθηκαν μέσω του ΕΟΧ θα μπορούσε να δικαιολογήσει περιορισμούς στα δικαιώματα βάσει του άρθρου 11 της Σύμβασης. Ωστόσο, κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών τους βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ ή του ΕΟΧ, τα συμβαλλόμενα μέρη έπρεπε να διασφαλίσουν ότι οι περιορισμοί που επιβάλλονται στα δικαιώματα του άρθρου 11 δεν επηρέασαν τα βασικά στοιχεία της συνδικαλιστικής οργάνωσης και ελευθερίας, χωρίς την οποία αυτή η ελευθερία αυτή στερείται ουσίας. Πρόσθεσε ότι πρωτίστως τα εθνικά δικαστήρια πρέπει να ερμηνεύουν και να εφαρμόζουν το εθνικό δίκαιο, εάν είναι απαραίτητο σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ ή του ΕΟΧ, η ελευθερία εγκατάστασης του ΕΟΧ δεν αποτελούσε αντισταθμιστικό θεμελιώδες δικαίωμα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, αλλά μάλλον ένα σημαντικό στοιχείο, που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εξέταση και την εκτίμηση της αναλογικότητας βάσει του άρθρου 11.

 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες