Η κατάσχεση, ο αποκλεισμός, η απαλλοτρίωση και κατεδάφιση κατοικιών σε αντίθεση με αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων παραβιάζει το δικαίωμα ιδιοκτησίας, κατοικίας και δίκαιης δίκης

ΑΠΟΦΑΣΗ

Sharxhi κ.α. κατά Αλβανίας της 11.01.2018 (αριθμ. προσφ. 10613/16)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Απαλλοτρίωση κατοικιών που ήταν αντίθετη με τις αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων. Κατάσχεση, αποκλεισμός και κατεδάφιση κτιρίου από τις αρχές που αποσκοπούσε στο δημόσιο συμφέρον.

Παραβίαση άρθρου 6 § 1 (δίκαιη δίκη) διότι οι εθνικές αρχές δεν είχαν καταφέρει να συμμορφωθούν με την προσωρινή διαταγή δικαστηρίου να απέχουν από οποιεσδήποτε ενέργειες που θα μπορούσαν να παραβιάσουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των προσφευγόντων. Παραβίαση άρθρου 13 (δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής) για έλλειψη αποτελεσματικού ένδικου μέσου αναφορικά με την μη εκτέλεση της προσωρινής διαταγής.

Παραβιάστηκε το άρθρα 8 (προστασία κατοικίας) γιατί  δεν υπήρχε νομική βάση στον αστυνομικό αποκλεισμό του κτιρίου και στη κατάσχεση της πολυκατοικίας των προσφευγόντων, που έγινε χωρίς να ενημερωθούν οι ιδιοκτήτες και χωρίς να εκδοθεί καμία απόφαση που να απαγορεύει της είσοδο στους προσφεύγοντες.

Παραβίαση επίσης και του  άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου (προστασία ιδιοκτησίας) γιατί όλη η διαδικασία  κατάσχεσης, απαλλοτρίωσης και κατεδάφισης του κτηρίου, παρά την προσωρινή διαταγή, είχε πραγματοποιηθεί βιαστικά και συνεπώς δεν είχε πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Ως εκ τούτου, η κατεδάφιση ήταν ασυμβίβαστη με το δικαίωμα των προσφευγόντων να απολαμβάνουν ειρηνικά την ιδιοκτησία τους και δεν είχε καταβληθεί καμία αποζημίωση σε αυτούς.

Καταδίκη της Αλβανίας να καταβάλει αποζημίωση 13.098.600 ευρώ πλέον ηθικής βλάβης και εξόδων.

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ 

άρθρο 6 § 1

άρθρο 13

άρθρο 8

άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες είναι 18 Αλβανοί υπήκοοι και ένας Ιταλός υπήκοος γεννηθείς μεταξύ 1939 και 1986.

Τον Αύγουστο του 2010, οι τοπικές αρχές έδωσαν άδεια οικοδομής πολυκατοικίας (“Jon Κατοικία / κατοικία “) σε οικόπεδο στην Vlora. Δύο από τους προσφεύγοντες, λόγω της ιδιότητας τους ως ιδιοκτήτες του εν λόγω  οικοπέδου, έλαβαν στην κατοχή τους μερικά από τα διαμερίσματα και καταστήματα που κατασκευάστηκαν στην πολυκατοικία. Οι υπόλοιποι προσφεύγοντες έγιναν ιδιοκτήτες διαμερισμάτων μέσω αγοραπωλητηρίων συμβολαίων. Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών κατασκευής, η πλειοψηφία των διαμερισμάτων και των καταστημάτων ήταν επιπλωμένα και πολλοί από τους προσφεύγοντες είχαν ήδη εγκατασταθεί στα διαμερίσματά τους.

Ωστόσο, στις 03.11.2013, χωρίς προειδοποίηση, οι αρχές της πολεοδομίας – με τη βοήθεια της αστυνομίας – περικύκλωσαν την πολυκατοικία και  τοποθέτησαν ταινία». Αρχικά απαγορεύτηκε στους προσφεύγοντες η είσοδος στα διαμερίσματά τους και η ανάκτηση των περιουσιών τους. Ενημερώθηκαν ότι οι αρχές κατάσχεσαν την πολυκατοικία προκειμένου να αξιολογηθεί η νομιμότητα της άδειας κατασκευής και άλλα συναφή έγγραφα.

Αργότερα τους επετράπη να επιστρέψουν στα διαμερίσματά τους, με την προσκόμιση στις αρχές πιστοποιητικού ιδιοκτησίας και έγκυρης ταυτότητας.

Οι προσφεύγοντες υπέβαλαν προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και, στις 7 Νοεμβρίου 2013, εκδόθηκε προσωρινά μέτρα δίνοντας εντολή στις αρχές να απέχουν από οποιεσδήποτε ενέργειες που θα μπορούσαν να παραβιάσουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των προσφευγόντων. Σε μεταγενέστερη απόφαση επί της ουσίας τον Ιανουάριο του 2014 το διοικητικό δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι ενέργειες των αρχών που πραγματοποιήθηκαν στις 3 Νοεμβρίου 2013 ήταν παράνομες.

Παρά την προσωρινή διαταγή, ολόκληρη η πολυκατοικία κατεδαφίστηκε μεταξύ 4 και 8 Δεκεμβρίου 2013. Εν τω μεταξύ, στις 27 Νοεμβρίου 2013, η κυβέρνηση είχε εκδώσει απόφαση με την οποία διέταζε την απαλλοτρίωση των περιουσιακών στοιχείων των προσφευγόντων προς το δημόσιο συμφέρον και την καταβολή αποζημίωσης.

Εντούτοις, οι προσφεύγοντες αμφισβήτησαν το ποσό της αποζημιώσεως με το σκεπτικό ότι η διαδικασία απαλλοτρίωσης είχε διεξαχθεί με κατάφωρη παραβίαση του νόμου. Η διαδικασία αυτή εξακολουθεί να εκκρεμεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο, στις 15 Ιανουαρίου 2015, αποφάσισε να αναστείλει την εκτέλεση της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου αποδίδοντας στους προσφεύγοντες 1.580.712.321 αλβανικά λεκ (περίπου 11.639.800 ευρώ) ως αποζημίωση.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Όσον αφορά την μη εκτέλεση και τήρηση της προσωρινής διαταγής

Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η προσωρινή διαταγή είχε εκδοθεί με σκοπό να αποφευχθεί η κατεδάφιση της πολυκατοικίας των προσφευγόντων. Σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο, η εν λόγω προσωρινή διαταγή ήταν άμεσα εκτελεστή και δεσμευτική και έπρεπε να παραμείνει σε ισχύ έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας. Ωστόσο η εκτέλεση της προσωρινής διαταγής και της κύριας διοικητικής διαδικασίας επί της ουσίας  είχε καταστεί περιττή, καθώς, κατά τη στιγμή που τα διοικητικά δικαστήρια έπρεπε να εξετάσουν τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, η κυβέρνηση είχε ήδη αποφασίσει ότι η πολυκατοικία όφειλε να απαλλοτριωθεί προς το δημόσιο συμφέρον και το κτίριο είχε κατεδαφιστεί.

Όπως και τα εθνικά δικαστήρια, έτσι και το Δικαστήριο έκρινε ότι οι εθνικές αρχές δεν είχαν καταφέρει να συμμορφωθούν με την απόφαση της 7ης Νοεμβρίου 2013 διατάσσοντας τις αρχές να απέχουν από οποιεσδήποτε ενέργειες που θα μπορούσαν να παραβιάσουν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας των προσφευγόντων. Κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 6 § 1.

Κατά πόσο υπήρχε ένδικο μέσο ικανό να αμφισβητηθεί η μη εκτέλεση του προσωρινού μέτρου

Το Δικαστήριο δεν πείστηκε από τα επιχειρήματα της κυβέρνησης ότι οι προσφεύγοντες μπορούσαν να υποβάλλουν αγωγή για αποζημίωση βάσει του σχετικού εθνικού δικαίου. Σε αντίθεση με την περίπτωση των προσφευγόντων, τα παραδείγματα που επικαλέστηκε η κυβέρνηση αναφέρθηκαν σε περιπτώσεις κατά τις οποίες είχαν καταστραφεί παράνομα κτίρια και όπου η νομιμοποίηση βρίσκονταν ακόμη σε εξέλιξη. Δεν υπήρχαν πληροφορίες σχετικά με το αν οι αποφάσεις στις εν λόγω υποθέσεις είχε καταστεί αμετάκλητες σε εγχώριο επίπεδο και, αν ναι, αν οι αρχές τις είχαν επιβάλει. Ούτε εάν οι αρχές είχαν προχωρήσει σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη απαλλοτρίωση. Παρ όλα αυτά, οι προσφεύγοντες δεν διαμαρτυρήθηκαν για την έλλειψη αποζημίωσης ούτε και για την μη εκτέλεση του προσωρινού μέτρου αλλά σχετικά με τη παράλειψη των αρχών να επιβάλουν την προσωρινή διαταγή, η οποία καθιστούσε δυνατή την εξέταση των περιστατικών της υπόθεσης. Τέλος, το Συνταγματικό δικαστήριο θα μπορούσε μόνο να προβεί σε διευκρινιστική διαπίστωση, όταν δεν εφαρμόζονταν οι τελικές αποφάσεις και συνεπώς δεν προσέφερε κανένα μέσο αποκατάστασης αναφορικά με τη κατάσταση των προσφευγόντων.

Ως εκ τούτου, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε ακόμη αποτελεσματικό ένδικο μέσο  διαθέσιμο για τους προσφεύγοντες αναφορικά με την μη εκτέλεση της προσωρινής διαταγής κατά παράβαση του άρθρου 13 της Σύμβασης σε συνδυασμό με το άρθρο 6 § 1.

Όσον αφορά την κατάσχεση της πολυκατοικίας των προσφευγόντων και το δικαίωμά τους για σεβασμό της κατοικίας τους

Δύο από τις προσφυγές των προσφευγόντων σχετικά με την κατάσχεση του κτιρίου απορρίφθηκαν επειδή δεν είχαν υποβάλει κανένα αποδεικτικό έγγραφο που να αποδεικνύει ότι στην πραγματικότητα χρησιμοποιούσαν τους χώρους ως κατοικία ή ως επαγγελματική στέγη. Οι υπόλοιποι 17 προσφεύγοντες ωστόσο, οι οποίοι ήταν ιδιοκτήτες διαμερισμάτων βάσει συμβολαίων, είχαν προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία ότι τα διαμερίσματά τους ήταν επιπλωμένα και χρησιμοποιούνταν ως εξοχικές κατοικίες. Ορισμένοι από τους προσφεύγοντες είχαν πραγματικά ήδη αρχίσει να χρησιμοποιούν τακτικά την οικία και να ζουν στα διαμερίσματά τους. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε τα εν λόγω διαμερίσματα χαρακτηρίζονται ως «κατοικίες» σύμφωνα με τους σκοπούς του άρθρου 8.

Μετά την κατάσχεση της πολυκατοικίας τους, οι προσφεύγοντες είχαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση στα σπίτια τους, αλλά μόνο εάν επεδείκνυαν στις αρχές πιστοποιητικό ιδιοκτησίας και έγκυρη ταυτότητα. Η αστυνομική παρέμβαση γύρω από το κτίριο και η παρεμπόδιση της πρόσβασης και χρήσης των σπιτιών των προσφευγόντων συνεπώς, αποτελούσε παρέμβαση της αρχής στο δικαίωμα της κατοικίας των προσφευγόντων.

Όπως τα εθνικά δικαστήρια, έτσι και το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι σαφώς δεν υπήρχε νομική βάση στον αστυνομικό κλοιό γύρω από το κτίριο και αναφορικά με τη κατάσχεση της πολυκατοικίας των προσφευγόντων, κάτι το οποίο έλαβε χώρα χωρίς να ενημερωθούν οι ιδιοκτήτες ή η κατασκευαστική εταιρεία και χωρίς να εκδοθεί καμία απόφαση που να απαγορεύει της είσοδο στους προσφεύγοντες. Κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της οικίας σύμφωνα με το άρθρο 8 όσον αφορά την κατάσχεση του κτιρίου για 17 από τους προσφεύγοντες.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 σε συνδυασμό με το άρθρο 8 όσον αφορά την κατάσχεση του κτιρίου τους. Οι προσφεύγοντες είχαν προβεί σε καταγγελίες σχετικά με την κατάσχεση και την απομόνωση του κτιρίου ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, τα οποία είχαν αποφανθεί ότι τα δικαιώματα των προσφευγόντων είχαν παραβιαστεί, χωρίς να καταβληθεί αποζημίωση. Τέλος, διαπίστωσε ότι δεν ήταν αναγκαίο να εξεταστεί η προσφυγή δυνάμει του άρθρου 8, σε συνδυασμό με το άρθρο 13 όσον αφορά την απαλλοτρίωση και την κατεδάφιση του κτιρίου, θεωρώντας ότι είναι πιο ενδεδειγμένο να εξεταστεί βάσει του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 (κατωτέρω).

Αναφορικά με την κατάσχεση, την απαλλοτρίωση και την κατεδάφιση του κτιρίου των προσφευγόντων  και του δικαιώματος προστασίας της ιδιοκτησίας τους.

Το Δικαστήριο έκρινε παραδεκτές όλες τις 19 προσφυγές των προσφευγόντων ως αναφορικά με τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους, καθώς είχαν όλοι αγοράσει τα διαμερίσματα καλή τη πίστη.

Όσον αφορά την κατάσχεση της πολυκατοικίας των προσφευγόντων, η κυβέρνηση δεν είχε παράσχει καμία νομική αιτιολόγηση σχετικά με την απαγόρευση πρόσβασης των προσφευγόντων στο κτίριο τους για ένα μήνα από τις 3 Νοεμβρίου έως τις 4 Δεκεμβρίου 2013. Πράγματι, η κατάσχεση και το περίφραξη του κτιρίου με κίτρινη αστυνομική κορδέλα ήταν σε πλήρη αντίθεση με την προσωρινή διαταγή των εθνικών δικαστηρίων. Ομοίως, στις αποφάσεις τους, τα εθνικά δικαστήρια κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τόσο η αδυναμία των αρχών να συμμορφωθούν με την προσωρινή διαταγή όσο και η κατεδάφιση ήταν παράνομη.  Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο κατέληξε, όπως και τα εθνικά δικαστήρια, ότι όλη η διαδικασία  απαλλοτρίωσης και κατεδάφισης του κτηρίου, παρά την προσωρινή διαταγή, είχε πραγματοποιηθεί βιαστικά και συνεπώς δεν είχε πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Ως εκ τούτου, η κατεδάφιση ήταν ασυμβίβαστη με το δικαίωμα των προσφευγόντων να απολαμβάνουν ειρηνικά την ιδιοκτησία τους.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 τόσο για τη κατάσχεση όσο και για την απαλλοτρίωση και την κατεδάφιση του κτιρίου.

Τέλος, το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν λάβει καμία αποζημίωση από τα εγχώρια δικαστήρια σχετικά με την κατάσχεση του κτιρίου. Επίσης, δεν είχαν αποζημιωθεί έως σήμερα για το γεγονός ότι τα εγχώρια δικαστήρια είχαν διαπιστώσει ότι η απαλλοτρίωση ήταν παράνομη. Οι προσφεύγοντες είχαν ήδη κάνει χρήση των διορθωτικών μέτρων που είχαν στη διάθεσή τους. Είχαν ασκήσει προσφυγή τόσο για αιτηθούν από τις αρχές να άρουν την κατεδάφιση του κτιρίου τους καθώς και για να καταγγείλουν τη παράνομη διαδικασία απαλλοτρίωσης. Το Δικαστήριο δυσκολεύτηκε να δει πώς θα μπορούσαν οι προσφεύγοντες να υποβάλλουν οποιαδήποτε άλλη αξίωση η οποία θα ήταν επιτυχής. Ήταν επίσης δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς και πότε οι προσφεύγοντες θα μπορούσαν να μεταφέρουν τα υπάρχοντά τους όταν, την ημέρα που είχαν ενημερωθεί να το πράξουν, οι αρχές συνέχισαν με την κατεδάφιση.

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης αναφορικά με την έλλειψη αποτελεσματικής προσφυγής τόσο για την αμφισβήτηση της κατάσχεσης όσο και την απαλλοτρίωση και την κατεδάφιση του κτιρίου.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Αλβανία οφείλει να καταβάλει σε όλους τους προσφεύγοντες 13.098.600 ευρώ για αποζημίωση. Όσον αφορά την ηθική βλάβη, έκρινε ότι οι δύο πρώτοι προσφεύγοντες έπρεπε να λάβουν 7.800 ευρώ ο καθένας και οι υπόλοιποι 17 προσφεύγοντες 13.000 ευρώ ο καθένας. Τέλος, επιδικάστηκαν 112.100 ευρώ συνολικά για δικαστικά έξοδα και δαπάνες (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες