Τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης στην άσκηση της δικηγορίας
ΑΠΟΦΑΣΗ:
Fuchs κατά Γερμανίας της 27-01-2015 (αριθμ. προσφ 29222/11 και 64345/11)
βλ. εδώ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:
Το δικαίωμα του δικηγόρου στην ελευθερία της έκφρασης δεν παραβιάστηκε από την καταδίκη του για δυσφημιστικές δηλώσεις εναντίον πραγματογνώμονα που διορίστηκε σε ποινικές διαδικασίες. Ο προσφεύγων είχε αποκρύψει στοιχεία και είχε παραπλανήσει την εισαγγελία. Οι δηλώσεις του για τον πραγματογνώμονα δεν ήταν αντικειμενικές και αποσκοπούσαν στην αποδοκιμασία του. Το Δικαστήριο δέχεται ότι η παρέμβαση στο δικαίωμα του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης ήταν δικαιολογημένη σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 10, ως αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία για την πρόληψη του εγκλήματος. Προσφυγή απαράδεκτη.
ΣΧΟΛΙΟ-ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ:
Δικαιολογείται η καταδίκη δικηγόρου για δυσφήμιση πραγματογνώμονα γιατί οι δυσφημιστικές δηλώσεις δεν στηρίζοντο σε πραγματική βάση. Δεν παραβιάζεται η ελευθερία της έκφρασης του δικηγόρου.
ΔΙΑΤΑΞΗ:
Άρθρο 10(ελευθερία της έκφρασης) της ΕΣΔΑ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ:
Η υπόθεση αφορούσε την καταγγελία δικηγόρου, με βάση ιδίως το άρθρο 10 (ελευθερία έκφρασης) της ΕΣΔΑ για τις ποινικές και πειθαρχικές κυρώσεις που του επιβλήθηκαν εξαιτίας των, μεταξύ άλλων, δυσφημιστικών δηλώσεων του κατά ενός πραγματογνώμονα της δίωξης, στις οποίες ο δικηγόρος είχε προβεί, ενώ εκπροσωπούσε τον πελάτη. Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα γερμανικά δικαστήρια είχαν δώσει λυσιτελείς και επαρκείς λόγους για τις αποφάσεις τους. Ειδικότερα, η υπεράσπιση των συμφερόντων του πελάτη του δεν του επέτρεπε να υπονοήσει ότι ο πραγματογνώμονας ενδέχεται να παραποιεί στοιχεία. Οι δηλώσεις του δικηγόρου δεν περιείχαν καμία αντικειμενική κριτική του έργου του εμπειρογνώμονα στην περίπτωση του πελάτη του, αλλά οι δηλώσεις του αποσκοπούσαν στην εν γένει αποδοκιμασία του έργου του και στην υπόδειξη ότι τα συμπεράσματά του ήταν άχρηστα. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι πραγματογνώμονες έπρεπε να είναι σε θέση να ασκούν τα καθήκοντά τους σε ήρεμες συνθήκες χωρίς αδικαιολόγητες διαταραχές για το εάν επρόκειτο να είναι επιτυχείς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι τα εθνικά δικαστήρια με βάση τις ποινικές και πειθαρχικές καταδίκες του προσφεύγοντος για παραπλάνηση των αρχών σχετικά με την εκτίμηση ότι ο προσφεύγων είχε εν γνώσει του υποβάλει ελλιπείς και ως εκ τούτου παραπλανητικές πληροφορίες, προκαλώ-ντας την εισαγγελία να υποκινήσει μάταιες έρευνες. Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι τα κράτη-μέλη της Σύμβασης έχουν το δικαίωμα να επιβάλουν κυρώσεις για την εσκεμμένη υποβολή των παραπλανητικών πληροφοριών στην εισαγγελία, προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία της δημόσιας κατηγορούσας αρχής, προλαμβάνοντας ταραχές ή εγκληματικές πράξεις. Το Δικαστήριο θεωρεί ότι ο προσφεύγων δεν έχει αιτιολογήσει πειστικά ότι θα συνιστούσε παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου έναντι των πελατών του, αν ο ίδιος είχε υποβάλει τα πλήρη στοιχεία, που ήταν γνωστά σε αυτόν, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι το δικαστήριο είχε εκδώσει ένταλμα έρευνας. Δεν υπάρχει, εξάλλου, καμία ένδειξη ότι τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν στον προσφεύγοντα ήταν δυσανάλογά σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο δέχεται ότι η παρέμβαση στο δικαίωμα του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης ήταν δικαιολογημένη σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 10, ως αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία για την πρόληψη του εγκλήματος.