Η καταδίκη εκδότη γιατί το περιεχόμενο βιβλίου Κούρδου πολιτικού που εξέδωσε προσέβαλε πρώην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, παραβίασε το δικαίωμα του στην ελευθερία της έκφρασης. Ανεπαρκής η αιτιολογία της καταδικαστικής απόφασης .

ΑΠΟΦΑΣΗ

Önal κατά Τουρκίας της 02.07.2019 (αρ. προσφ. 44982/07)

βλ. εδώ 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Εκδότης βιβλίων. Κριτική πρώην Προέδρου της Τουρκίας στο περιεχόμενου εκδοθέντος βιβλίου κούρδου πολιτικού. Καταδίκη του εκδότη για  συκοφαντική δυσφήμηση. Ανεπαρκής αιτιολογία.

Ο προσφεύγων είναι ιδιοκτήτης εκδοτικού οίκου που εξέδωσε ένα βιβλίο -αυτοβιογραφία   ενός Κούρδου πολιτικού και επιχειρηματία, στο οποίο αναγράφονταν ότι  ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τουρκίας Σουλειμάν Ντεμιρέλ, είχε εμπλακεί σε εγκληματικές δραστηριότητες. Τα εγχώρια Δικαστήρια τον καταδίκασαν ποινικά και του επέβαλαν πρόστιμο βάσει νόμου που προέβλεπε αυξημένη προστασία στα δημόσια πρόσωπα.

Το ΕΔΔΑ έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης γιατί η αυξημένη προστασία από ειδικό νόμο που αφορά δυσφήμηση δημοσίων προσώπων  κατ΄ αρχήν δεν συνάδει με το πνεύμα της ΕΣΔΑ καθόσον κάθε καταδίκη μπορεί να έχει αποτρεπτικό αποτέλεσμα στην ενάσκηση της ελευθερίας της έκφρασης του καταδικασθέντος συνεπώς δεν τηρήθηκε η αναλογικότητα εξισορρόπησης μεταξύ του δικαιώματος του προσφεύγοντος στο δικαίωμά του αυτό και των νόμιμων επιδιωκόμενων στόχων με αποτέλεσμα η επιβαλλόμενη ποινική καταδίκη να μην είναι ανάλογη προς τους νόμιμους σκοπούς που επιδιώκονται και είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία κατά την έννοια του άρθρου 10 της Σύμβασης.

Το Στρασβούργο επίσης ασχολήθηκε με την σύντομη αιτιολογία της καταδικαστικής απόφασης που την θεώρησε ανεπαρκή.  Η αιτιολογία του εθνικού δικαστηρίου  ότι τα χωρία του βιβλίου υπερέβησαν τα όρια της κριτικής και προσβάλλει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας δεν ήταν επαρκής για την καταδίκη.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 10

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων Ahmet Önal, είναι Τούρκος υπήκοος ο οποίος γεννήθηκε το 1956 και ζει στην Κωνσταντινούπολη. Η υπόθεση αφορούσε την καταδίκη του προσφεύγοντος για ένα βιβλίο που δημοσιεύθηκε από τον εκδοτικό του οίκο.

Τον Δεκέμβριο του 1999, ο εκδοτικός οίκος που ανήκει στον προσφεύγοντα εξέδωσε τη βιογραφία του Hüseyin Baybagin, επιχειρηματία κουρδικής καταγωγής, ο οποίος κατηγορήθηκε για διακίνηση ναρκωτικών και συμμετοχή στο PKK (Κόμμα Εργατών του Κουρδιστάν).

Στις 22 Μαρτίου 2000, ο Εισαγγελέας του Beyoğlu άσκησε ποινική δίωξη στον προσφεύγοντα σχετικά με τη προσβολή του Προέδρου της Δημοκρατίας και την προσβολή της Δημοκρατίας και των κρατικών υπηρεσιών ασφαλείας λόγω του περιεχομένου του εν λόγω βιβλίου. Στις 7 Φεβρουαρίου 2006, το Δικαστήριο του Beyoğlu καταδίκασε τον προσφεύγοντα σύμφωνε με τις κατηγορίες σε καταβολή προστίμου, κατ ‘εφαρμογή των άρθρων 158 § 1 και 159 § 1 του Ποινικού Κώδικα που θεωρείται πιο ευνοϊκό για τον προσφεύγοντα από τις διατάξεις του νέου ποινικού κώδικα που τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιουνίου 2005. Στις 3 Απριλίου 2007 το Ακυρωτικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε την καταδικαστική απόφαση.

Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι η καταδίκη του είχε παραβιάσει το δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης, που προστατεύεται από το άρθρο 10.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Το Δικαστήριο επαναλαμβάνει τις αρχές που απορρέουν από τη νομολογία σχετικά με την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ελευθερίας της έκφρασης, Επισημαίνει ότι στην περίπτωση αυτή, ο προσφεύγων καταδικάστηκε για προσβολή του Προέδρου της Δημοκρατίας λόγω ορισμένων αποσπασμάτων του επίμαχου βιβλίου, τα οποία σχετίζονται με την απόφαση του Κακουργιοδικείου, που αποδίδει στον πρώην Πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, σοβαρές εγκληματικές δραστηριότητες.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει, καταρχάς, ότι αυτοί είναι οι ισχυρισμοί απευθείας στο πρόσωπο του πρώην Προέδρου ως πολιτικού και όχι γι’ αυτόν προσωπικά. Υπενθυμίζει εν προκειμένω ότι τα όρια της επιτρεπόμενης κριτικής είναι ευρύτερα σε σχέση με ένα πολιτικό, που περιγράφονται με την ιδιότητα αυτή, από ότι σε ένα ιδιώτη. Η διαφορά με τον δεύτερο είναι ότι ο πρώτος αναπόφευκτα εκτίθεται  συνειδητά σε έναν προσεκτικό έλεγχο των πράξεων του τόσο από τους δημοσιογράφους όσο και από τη μάζα των πολιτών και πρέπει να επιδείξει  μεγαλύτερη ανοχή.

Στη συνέχεια το Δικαστήριο παρατήρησε ότι τα σχετικά χωρία του βιβλίου δεν θέτουν  σε κίνδυνο την ιδιωτική ζωή του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας .

Παρατηρεί ότι, εν προκειμένω, οι εν λόγω ισχυρισμοί αποτελούσαν πραγματικές δηλώσεις κατά του Süleyman Demirel. Παρατηρεί ότι από το περιεχόμενο του φακέλου δεν προκύπτει ότι οι ισχυρισμοί αυτοί είχαν επαρκείς βάσεις πραγματικών περιστατικών.

Ωστόσο, πιστεύει ότι αυτά τα χωρία του βιβλίου μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτουν  στο πλαίσιο της συζήτησης του γενικού συμφέροντος, ιδίως σε ορισμένες υποτιθέμενες ενέργειες του πρώην Προέδρου, οι οποίες αν αποδειχθούν αληθινές, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ποινική ευθύνη του τελευταίου για τις  πολιτικές επιλογές του καθώς και στον τρόπο με τον οποίο ασκούσε την εξουσία. Η διακριτική ευχέρεια που οι αρχές έπρεπε να κρίνουν την «αναγκαιότητα» της κύρωσης σε βάρος το προσφεύγοντος είναι  κατά συνέπεια ιδιαίτερα περιορισμένη.

Περαιτέρω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, προκειμένου να καταδικαστεί ο προσφεύγων, τα εθνικά δικαστήρια επικαλέστηκαν το άρθρο 158 ΠΚ. Όπως και το ισχύον τμήμα 299 της ASC, η διάταξη αυτή, όπως ισχύει κατά το χρόνο τέλεσης της πράξης, έδωσε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ένα υψηλότερο επίπεδο προστασίας από άλλα πρόσωπα – προστατευόμενα από το κοινό καθεστώς δυσφήμισης – όσον αφορά την αποκάλυψη πληροφοριών ή απόψεων που τους αφορούν και προέβλεπε αυστηρότερες ποινές για τους δράστες των δυσφημιστικών δηλώσεων .

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο έχει ήδη πει ότι η αυξημένη προστασία από ειδικό νόμο που αφορά παράβαση  κατ ‘αρχήν δεν συνάδει με το πνεύμα της Σύμβασης.

Όσον αφορά ειδικότερα την ποινική κύρωση για την προσβολή του Προέδρου της Δημοκρατίας, το Δικαστήριο θεωρεί ότι, τα πρόσωπα που κατέχουν δημόσια  κρατικά αξιώματα  και εκπροσωπούν τις αρμόδιες αρχές, ως εγγυητές του θεσμού της δημόσιας τάξης, πρέπει να επιδεικνύουν αυτοσυγκράτηση στην προσφυγή σε ποινικές διαδικασίες. Σε αυτό το πλαίσιο, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η φύση και η σοβαρότητα των κυρώσεων που επιβάλλονται είναι επίσης παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση της αναλογικότητας της παρέμβασης.

Έτσι, η εκτίμηση της αναλογικότητας μιας παρέμβασης στα δικαιώματα που προστατεύονται από το άρθρο 10 εξαρτάται σε πολλές περιπτώσεις από το ζήτημα αν οι αρχές θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν άλλο μέσο εκτός από ποινική κύρωση, όπως προσφυγή σε αστικές διαδικασίες.

Το Δικαστήριο υπενθυμίζει επίσης ότι, ακόμη και όταν η ποινή είναι όσο το δυνατόν πιο μετριοπαθής, όπως μια ποινή συνοδευόμενη από απαλλαγή από ποινές σε ποινικό επίπεδο και απλή υποχρέωση καταβολής ενός «συμβολικού ποσού» , αποτελεί πάντως ποινική κύρωση και, σε κάθε περίπτωση, αυτό δεν αρκεί για να δικαιολογήσει το δικαίωμα έκφρασης του προσφεύγοντα.

Έχει τονίσει επανειλημμένα ότι η παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης μπορεί να έχει αποτρεπτικό αποτέλεσμα για την ενάσκηση της ελευθερίας αυτής.

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι τίποτα υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης δεν μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή ποινικής κύρωσης. Από τη φύση της, μια τέτοια κύρωση έχει αναπόφευκτα αποτρεπτικό αποτέλεσμα, παρά την μέτρια αυστηρότητα της, ιδίως αν ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις της καταδίκης και το σοβαρό  αντίκτυπο στον προσφεύγοντα επειδή έχει λευκό ποινικό μητρώο .

Εξετάζοντας, τέλος, την απόφαση του εθνικού Δικαστηρίου στην υπό κρίση υπόθεση, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι για να καταδικάσει τον προσφεύγοντα για το αδίκημα της προσβολής του Προέδρου της Δημοκρατίας , το εν λόγω δικαστήριο έκρινε απλώς ότι τα σχετικά χωρία του βιβλίου υπερέβησαν τα όρια της κριτικής και προσβάλλει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Μια τέτοια σύντομη αιτιολογία, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη κανένα από τα προαναφερθέντα σκεπτικά, δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο να αποδείξει ότι, εν προκειμένω, το εθνικό δικαστήριο διεξήγαγε επαρκή έλεγχο εξισορρόπησης μεταξύ του δικαιώματος του προσφεύγοντος στην ελευθερία της έκφρασης και των νόμιμων επιδιωκόμενων στόχων, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζονται στην περίπτωση του .

Ως εκ τούτου, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, δεδομένης της έλλειψης μιας σωστής ισορροπίας και σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στη νομολογία του Δικαστηρίου των εμπλεκομένων συμφερόντων και ιδιαίτερα της έλλειψης  ελέγχου αναλογικότητας της ποινής, ποινικού χαρακτήρα, που επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα με ειδική διάταξη που προβλέπει αυξημένη προστασία του Προέδρου της Δημοκρατίας για αδικήματα τύπου, το Δικαστήριο θεωρεί ότι δεν  έχει αποδειχθεί ότι είναι ανάλογη προς τους νόμιμους σκοπούς που επιδιώκονται και είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία κατά την έννοια του άρθρου 10 της Σύμβασης.

Υπό το πρίσμα όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 10 της Σύμβασης στην παρούσα υπόθεση.

Παραβίαση του άρθρου 10

Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 680 ευρώ ως αποζημίωση και 2.500 ευρώ για ηθική βλάβη (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες