Η υπερβολική καθυστέρηση σε ανακήρυξη υποψηφίων βουλευτών παραβίασε το δικαίωμα των υποψηφίων σε ελεύθερες εκλογές!

Abdalov και άλλοι κατά Αζερμπαϊτζάν της 11.07.2019 (αρ. 28508/11 και 2 άλλες)

βλ. εδώ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Καθυστέρηση ανακήρυξης υποψηφίων βουλευτών. Καταγγελία των προσφευγόντων σχετικά με την αντιμετώπιση πολύ μεγάλων καθυστερήσεων κατά την εγγραφή τους ως υποψηφίους στις κοινοβουλευτικές εκλογές του Νοεμβρίου 2010, με αποτέλεσμα να μην έχουν επαρκή χρόνο για προεκλογική εκστρατεία και αποτελεσματικό συναγωνισμό με τους υπόλοιπους υποψηφίους. Το Στρασβούργο διαπίστωσε ειδικότερα ότι είχαν υποστεί βλάβη λόγω ελλείψεων που έχουν εντοπιστεί και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις κατά του Αζερμπαϊτζάν αναφορικά με τις εκλογικές επιτροπές και τα δικαστήρια. Τα ατομικά εκλογικά δικαιώματα των υποψηφίων είχαν περιοριστεί σε βαθμό που είχε επηρεάσει σημαντικά την αποτελεσματικότητά των ενεργειών τους. Παραβίαση του άρθρου 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (δικαίωμα σε ελεύθερες εκλογές) της ΕΣΔΑ και του άρθρου 34 (δικαίωμα ατομικής προσφυγής) για τον δεύτερο και τον τρίτο προσφεύγοντα.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 3 ΠΠΠ

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Οι προσφεύγοντες, ο Ikhtiyar Alish oglu Abdalov, ο Ibrahim Zabit oglu Ahmadzade και ο Tariel Adishirin oglu Shirinli, είναι τρεις υπήκοοι του Αζερμπαϊτζάν οι οποίοι γεννήθηκαν το 1964, 1975 και 1955 και ζουν στο Αζερμπαϊτζάν.

Οι τρεις προσφεύγοντες σχεδίαζαν να θέσουν υποψηφιότητα στις κοινοβουλευτικές εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 2010 σε μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες. Ωστόσο, οι εκλογικές επιτροπές των περιφερειών τους διαπίστωσαν ότι πολλές από τις υπογραφές που είχαν συλλέξει για να υποστηρίξουν τις υποψηφιότητές τους, ήταν άκυρες και ότι δεν είχαν φθάσει στο αναγκαίο όριο των 450.

Οι προσφεύγουσες αμφισβήτησαν τις αποφάσεις αυτές ενώπιον της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής, του Εφετείου και του Ανώτατου Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας ότι τα πορίσματα των εκλογικών επιτροπών της αντίστοιχης εκλογικής περιφέρειας, ήταν εσφαλμένα και κατά παράβαση των διαδικαστικών εγγυήσεων που τους παρέχει ο νόμος. Κατά τη διάρκεια των παραπάνω, στις 15 Οκτωβρίου 2010, ξεκίνησε η επίσημη εκστρατεία για τις εκλογές.

Οι προσφυγές των προσφευγόντων τελικά έγιναν δεκτές και τα εθνικά δικαστήρια διέταξαν τις εκλογικές επιτροπές για την εγγραφή τους ως υποψήφιοι. Ο πρώτος προσφεύγων καταχωρήθηκε ως υποψήφιος  στις 4 Νοεμβρίου, ο δεύτερος στις 2 Νοεμβρίου και ο τρίτος στις 5 Νοεμβρίου 2010, την τελευταία ημέρα της προεκλογικής εκστρατείας. Λόγω της καθυστερημένης καταχώρησής τους, οι προσφυγόντες ζήτησαν να αναβληθεί η ψηφοφορία στις εκλογικές περιφέρειες που ανήκαν, αλλά το αίτημά τους απορρίφθηκε. Δεν εκλέχθηκαν.

Και οι τρεις υπέβαλαν καταγγελία στις εκλογικές αρχές και τα δικαστήρια σχετικά με την καθυστερημένη καταχώρησή τους και ότι δεν μπόρεσαν να ανταγωνιστούν ισότιμα τους άλλους υποψηφίους. Επίσης, ζήτησαν να κηρυχθούν άκυρα τα αποτελέσματα των εκλογών στις εκλογικές τους περιφέρειες. Οι εκλογικές επιτροπές και τα δικαστήρια απέρριψαν τις καταγγελίες τους.

Τον Αύγουστο του 2014, οι αρχές άσκησαν ποινική δίωξη κατά του δεύτερου και του Δικηγόρου του, κ. I. Aliyev, κάνοντας επιδρομή στο γραφείο του και κατάσχοντας αρχεία που σχετίζονται με πελάτες που είχαν παραπονεθεί στο Δικαστήριο. Ορισμένα αρχεία επιστράφηκαν τον Οκτώβριο του 2014, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του δεύτερου και του τρίτου προσφεύγοντος.

Στηριζόμενοι στο άρθρο 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου (δικαίωμα ελεύθερων εκλογών) της ΕΣΔΑ, οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν ότι αυθαίρετες αποφάσεις που αρχικά αρνούνταν να τους εγγραφούν ως υποψήφιους και οι επακόλουθες καθυστερημένες καταχωρίσεις μετά από προσφυγές τους, τους εμπόδισαν να συμμετάσχουν στις εκλογές υπό τους ίδιους όρους με τους άλλους υποψηφίους λόγω του πολύ μικρού χρόνου που απέμενε για την εκστρατεία. Ισχυρίστηκαν επίσης, ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 13 (δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής) σε σχέση με την πρώτη καταγγελία.

Ο κ. Aliyev κατήγγειλε επίσης, εξ ονόματος του δεύτερου και του τρίτου προσφεύγοντος, παραβίαση του άρθρου 34 (δικαίωμα ατομικής προσφυγής).

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η έγκαιρη καταχώρηση των υποψηφίων ήταν σημαντική, ώστε να μπορέσουν να υποστηρίξουν την υποψηφιότητά τους κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ώστε οι εκλογείς να έχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες πριν την ελεύθερη επιλογή ψήφου την ημέρα των εκλογών.

Ο πρώτος και ο δεύτερος των προσφευγόντων είχαν μόνο μία και τρεις πλήρεις ημέρες αντιστοίχως ο καθένας πριν από τις εκλογές, ενώ ο τρίτος δεν είχε σχεδόν καθόλου χρόνο μετά την καταχώρησή του.

Το Δικαστήριο όφειλε να εξακριβώσει αν η καθυστερημένη καταχώρισή τους οφειλόταν σε διαδικαστική αυθαιρεσία ή σε αυθαίρετες καθυστερήσεις από τις αρχές. Αν ναι, έπρεπε επίσης να εξετάσει εάν τέτοιες καθυστερήσεις είχαν περιορίσει τα εκλογικά δικαιώματά τους κατά τρόπο ασυμβίβαστο με το άρθρο 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου.

Επισήμανε ότι στην κύρια υπόθεση του Tachirov κατά Αζερμπαϊτζάν, σχετικά με άρνηση εγγραφής υποψηφίου λόγω δήθεν ανεπαρκούς αριθμού έγκυρων υπογραφών για την υποστήριξη μιας υποψηφιότητας, το Δικαστήριο είχε διαπιστώσει, μεταξύ άλλων, ότι υπήρξαν διάφορες αδυναμίες στη διαδικασία υποβολής υποψηφιοτήτων, ιδίως όσον αφορά τη διαδικασία επαλήθευσης της αυθεντικότητας των υποστηριζόμενων υπογραφών και ότι δεν τήρησαν ορισμένες νομοθετικές εγγυήσεις  που αποσκοπούν στην προστασία των διορισμένων υποψηφίων από αυθαίρετες αποφάσεις. Είχε καταλήξει σε παρόμοια συμπεράσματα σε παρόμοιες περιπτώσεις.

Αν και οι τρεις υποψηφιότητες των προσφευγόντων στην παρούσα υπόθεση καταχωρήθηκαν τελικά, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αρχική άρνηση και οι επακόλουθες διαδικασίες, έως τη στιγμή των αποφάσεων επί των προσφυγών τους στα εθνικά δικαστήρια, αποκάλυψαν την ύπαρξη των ίδιων διαδικαστικών ελλείψεων όπως και στις προγενέστερες υποθέσεις.

Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης τις διάφορες διαδικαστικές προθεσμίες και τα μέτρα για την άσκηση προσφυγής κατά των αποφάσεων άρνησης εγγραφής υποψηφίων, γεγονός που κατέστησε δυνατή την αλληλοεπικάλυψη αυτών των προσφυγών την περίοδο της εκστρατείας, όπως συνέβη και με τους προσφεύγοντες. Δεδομένης της προεκλογικής περιόδου που ήταν περιορισμένη στις εκλογές του 2010, ήταν ακόμη πιο σημαντικό για τους προσφεύγοντες να εγγραφούν εγκαίρως.

Ωστόσο, η διαδικασία είχε υποστεί καθυστερήσεις που οφείλονταν στις εκλογικές επιτροπές και τα δικαστήρια, τα οποία επανειλημμένα αποφάσισαν με καθυστέρηση, μερικές φορές ακόμη παραβιάζοντας το νόμιμο όριο των τριών ημερών. Κατά γενικό κανόνα, η καθυστερημένη καταχώριση των προσφευγόντων οφείλεται, κατά συνέπεια, στην έλλειψη διασφαλίσεων κατά της αυθαιρεσίας στις διαδικασίες καταχώρισης υποψηφίων και στις καθυστερήσεις στην εξέταση των προσφυγών ενώπιον των εκλογικών επιτροπών και των δικαστηρίων. Αυτό που διακυβεύεται στην περίπτωση των προσφευγόντων δεν ήταν ο περιορισμός της προεκλογικής εκστρατείας ή της κάλυψης των ΜΜΕ, αλλά το ατομικό τους δικαίωμα να συμμετέχουν ελεύθερα και αποτελεσματικά στις εκλογές με δίκαιες και δημοκρατικές συνθήκες. Ωστόσο, είχαν εγγραφεί τόσο αργά και τόσο κοντά χρονικά στις εκλογές που δεν είχαν αρκετό χρόνο να διεξαγάγουν αποτελεσματικές εκστρατείες, μια κατάσταση που προκλήθηκε από τις ελλείψεις στις διαδικασίες υποβολής υποψηφιοτήτων και τις καθυστερήσεις των αρχών και των δικαστηρίων. Επομένως, τα ατομικά εκλογικά δικαιώματα των προσφευγουσών περιορίστηκαν σε σημαντικό βαθμό, ώστε να πληγεί η αποτελεσματικότητά τους και επομένως υπήρξε παραβίαση του άρθρου 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου. Το Δικαστήριο δεν θεώρησε αναγκαίο να εξετάσει χωριστά την καταγγελία βάσει του άρθρου 13.

Άρθρο 34

Ο κ. Aliyev είχε υποστηρίξει ότι η κατάσχεση των φακέλων που αφορούσαν την καταγγελία του δεύτερου και τρίτου προσφεύγοντα ενώπιον του Δικαστηρίου, μαζί με άλλες δικογραφίες, είχε παραβιάσει το δικαίωμά τους για ατομική προσφυγή.

Το Δικαστήριο σημείωσε ότι οι ισχυρισμοί των προσφευγόντων και οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης και του τρίτου μέρους, της Διεθνούς Επιτροπής Νομικών, ήταν πανομοιότυποι με εκείνους που υποβλήθηκαν σχετικά με την ίδια καταγγελία στην υπόθεση Annagi Hajibeyli κατά Αζερμπαϊτζάν. Εφαρμόζοντας την ανάλυση και τη διαπίστωση του Δικαστηρίου και επί αυτής της υπόθεσης, το Δικαστήριο έκρινε ότι το Αζερμπαϊτζάν δεν τήρησε τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 34 αναφορικά με τον δεύτερο και τρίτο προσφεύγοντα.

Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Αζερμπαϊτζάν έπρεπε να καταβάλει σε κάθε προσφεύγοντα 7.500 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Επίσης, επιδίκασε ποσό 1.400 ευρώ στον πρώτο προσφεύγοντα και 2.200 ευρώ από κοινού στον δεύτερο και τρίτο των προσφευγόντων, όσον αφορά τα έξοδα και τις δαπάνες (επιμέλεια echrcaselaw.com).


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες