Η καθυστέρηση εκδίκασης της έφεσης κρατουμένου μπορεί να οδηγήσει στην έκτιση μεγαλύτερης ποινής λόγω μη έγκαιρης απόλυσης υπό όρο;

ΑΠΟΦΑΣΗ

Fırat κατά Ελλάδας της 9.11.2017 (αρ. 46005/11)

βλ. εδώ 

 ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Δικαίωμα έφεσης καταδικασθέντος. Απόλυση κρατουμένου υπό όρο.  Παραβίαση εύλογου χρόνου εκδίκασης υπόθεσης σε δύο βαθμούς δικαιοδοσίας. Προσέγγιση του άρθρου 597 ΚΠΔ από πλευράς ΕΔΔΑ. Ο χρόνος που είναι απαραίτητος για την εξέταση ενός ενδίκου μέσου μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητά του. Ο καταδικασθείς  πρωτόδικα πρέπει να αναμένει ότι η έφεση του θα δικαστεί σε εύλογο χρόνο και δεν υποχρεούται να κάνει χρήση του άλλων ενδίκων μέσων (αίτηση αναστολής) που μπορεί να είναι  διαθέσιμα μεν αλλά ουδόλως παρουσιάζουν περισσότερες πιθανότητες ευδοκίμησης. Ισχυρισμός ότι λόγω καθυστέρησης εκδίκασης της έφεσης ο καταδικασθείς προσφεύγων αναγκάστηκε να εκτίσει μεγαλύτερη ποινή απ’ ό, τι θα έπρεπε και ότι θα απελύετο νωρίτερα υπό όρο. Κατά το ΕΔΔΑ δεν απεδείχθη τέτοιος ισχυρισμός και ως εκ τούτου δεν υπάρχει παραβίαση του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αρ.7. Το Στρασβούργο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έχουν παραβιαστεί μόνον  το άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη εντός εύλογου χρόνου) αλλά και το άρθρο 13 της ΕΣΔΑ.

ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7  (δικαίωμα έφεσης)

Άρθρο 6 § 1 (εύλογη διάρκεια)

Άρθρο 13

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ο προσφεύγων γεννήθηκε το 1980 και κατά την ημερομηνία υποβολής της προσφυγής του κρατείτο στις φυλακές Θεσσαλονίκης. Ο προσφεύγων κατηγορήθηκε για παράνομη μεταφορά μεταναστών στην Ελλάδα και για την πρόκληση ναυαγίου το οποίο θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο γι’ αυτούς και συνελήφθη στις 22 Μαρτίου 2008. Αφού απολογήθηκε ενώπιον του ανακριτού του Πλημμελειοδικείου Σάμου στις 24 Μαρτίου 2008 τέθηκε υπό προσωρινή κράτηση. Με την από 15 Οκτωβρίου 2008 απόφασή του, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αιγαίου, καταδίκασε τον προσφεύγοντα σε ποινή κάθειρξης 10 ετών και έξι μηνών. Η απόφαση όριζε επίσης ότι σε περίπτωση που ο προσφεύγων θα ασκούσε έφεση η εν λόγω έφεση δεν θα είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Στις 20 Οκτωβρίου 2008 ο προσφεύγων άσκησε έφεση ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αιγαίου. Η δικάσιμος, η οποία αρχικά είχε οριστεί για τις 4 Νοεμβρίου 2010, αναβλήθηκε για τις 9 Φεβρουαρίου 2012 λόγω της διεξαγωγής των δημοτικών εκλογών. Την τελευταία αυτή ημερομηνία αναβλήθηκε εκ νέου λόγω του ότι δεν ήταν δυνατή η προσαγωγή στο δικαστήριο ενός συγκατηγορουμένου του προσφεύγοντος λόγω της απεργίας των σωφρονιστικών υπαλλήλων. Με την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας που έλαβε χώρα στις 7 Ιουνίου 2012, το Εφετείο επέβαλε ποινή κάθειρξης 7 ετών και δύο μηνών εις βάρος του προσφεύγοντος. Από την ποινή αυτή αφαίρεσε την περίοδο έξι μηνών και είκοσι τριών ημερών της προσωρινής κράτησης του ενδιαφερομένου.

Στις 13 Ιουνίου 2012 ο Διευθυντής Φυλακών Θεσσαλονίκης υπέβαλε στο Δικαστικό Συμβούλιο του Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης αίτημα για υπό όρους απόλυση του προσφεύγοντος. Με την υπ’ αριθ. 715/2012 απόφαση της 5ης Ιουλίου 2012 το Δικαστικό Συμβούλιο διέταξε την υπό όρους απόλυση του προσφεύγοντος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 του Ποινικού Κώδικα. Η απόφαση ανέφερε ότι ο προσφεύγων από την επιβληθείσα ποινή κάθειρξης των 7 ετών και δύο μηνών έχει εκτίσει ποινή 4 ετών, δύο μηνών και είκοσι μίας ημερών, ήτοι ποινή μεγαλύτερη από το ένα τρίτο της επιβληθείσας ποινής. Δεδομένου δε ότι εργάστηκε επί 587 ημέρες (στη φυλακή), ο καταδικασθείς είχε εκτίσει, έως τις 13 Ιουνίου 2012, ποινή 5 ετών, εννέα μηνών και τριάντα μίας ημερών, και κατά συνέπεια έχει εκτίσει τα τρία πέμπτα της ποινής του.

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 της Σύμβασης (δικαίωμα επανεξέτασης από ανώτερο δικαστήριο σε ποινικές υποθέσεις), ο κ. Fırat υποστηρίζει ότι αναγκάστηκε να εκτίσει μεγαλύτερη ποινή απ’ ό, τι θα έπρεπε λόγω της μεγάλης διάρκειας της ακροαματικής διαδικασίας του.

Βασιζόμενος επίσης στο άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη εντός εύλογου χρονικού διαστήματος), ο κ. Fırat διαμαρτύρεται για τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και την έλλειψη αποτελεσματικού ένδικου μέσου  στον εγχώρια διάταξη για να υποστηρίξει την εν λόγω καταγγελία.

ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…

Άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 της ΕΣΔΑ (δικαίωμα του καταδικασθέντος επανεξέτασης της υπόθεσής του από ανώτερο δικαστήριο)

Ο προσφεύγων παραπονείται ότι λόγω της εκδίκασης της έφεσης σε μακρινή ημερομηνία, αναγκάστηκε να εκτίσει ποινή μεγαλύτερης διάρκειας από αυτήν, που κατά τους ισχυρισμούς του, όφειλε να εκτίσει λαμβανομένων υπόψη των ευνοϊκών διατάξεων του Ποινικού Κώδικα. Υποστηρίζει ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αρ. 7 της Σύμβασης.

Α) Επί του παραδεκτού

Η Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι α) ο προσφεύγων δεν εξάντλησε τα εθνικά ένδικα μέσα επειδή δεν ζήτησε βάσει του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας την αναστολή της εκτέλεσης της πρωτοβάθμιας απόφασης. Το ότι ο προσφεύγων είχε αλλοδαπή υπηκοότητα και το ότι δεν είχε σταθερή διαμονή στην Ελλάδα δεν εμπόδιζαν τον ενδιαφερόμενο να ορίσει μια τέτοια διαμονή προκειμένου να μπορέσει να τύχει της αναστολής εκτέλεσης της ποινής, β) ο προσφεύγων δεν έχει την ιδιότητα του «θύματος» επειδή το Πενταμελές Εφετείο το οποίο αποφάνθηκε ως δικαστήριο δεύτερου βαθμού και εξέτασε το βάσιμο της έφεσης αυτού.

Ο προσφεύγων απαντά ότι η δυνατότητα να ζητήσει την αναστολή εκτέλεσης της πρωτόδικης απόφασης βάσει του άρθρου 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας δεν έχει καμία σχέση με την αντλούμενη από το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αρ. 7 της Σύμβασης αιτίαση.

Όσον αφορά την πρώτη ένσταση, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι δεν είναι δυνατόν να καταλογιστεί στον προσφεύγοντα που έκανε χρήση ενός ενδίκου μέσου (έφεση), το οποίο φαινόταν πραγματικό και επαρκές, το ότι δεν δοκίμασε να κάνει χρήση άλλων ενδίκων μέσων που ήταν διαθέσιμα μεν αλλά ουδόλως παρουσίαζαν περισσότερες πιθανότητες ευδοκίμησης (Aquilina κατά Μάλτας, [GC], αρ. 25642/94, §39, CEDH, και Draon κατά Γαλλίας, (déc.), αρ. 1213/03, CEDH 2006-ΙΧ).

Σημειώνει επίσης ότι στην πρωτοβάθμια απόφασή του, το Εφετείο Αιγαίου είχε δηλώσει ρητά ότι ενδεχόμενη έφεση δεν θα είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα. Το Δικαστήριο παρατηρεί επίσης ότι το άρθρο 497 §8 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αποκλείει την δυνατότητα στον ενδιαφερόμενο να τύχει του ανασταλτικού αποτελέσματος της έφεσης εάν δεν έχει αποδείξει ότι έχει γνωστή και σταθερή διεύθυνση στην Ελλάδα. Ωστόσο, στην υπό κρίση υπόθεση, ο προσφεύγων, Τούρκος υπήκοος, κατηγορήθηκε ότι είναι διακινητής παράτυπων μεταναστών ο οποίος μετέβαινε στην ελληνική επικράτεια από την τουρκική επικράτεια και δεν είχε κανέναν δεσμό ή σύνδεσμο με την Ελλάδα. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο δεν μπορεί να ακολουθήσει την άποψη της Κυβέρνησης κατά την οποία ο προσφεύγων θα μπορούσε εύκολα να βρει μια σταθερή διαμονή στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της δίκης του. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προβλεπόμενη από το άρθρο 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προσφυγή ήταν εξαρχής καταδικασμένη να αποτύχει. Επομένως, η σχετική ένσταση πρέπει να απορριφθεί.

Όσον αφορά τη δεύτερη ένσταση, το Δικαστήριο θεωρεί ότι συνδέεται στενά με την ουσία της αιτίασης που προβάλλει ο προσφεύγων βάσει του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αρ. 7. Συνεπώς θα εξεταστεί με την ουσία της υπόθεσης. Το Δικαστήριο διαπιστώνει εξάλλου ότι η εν λόγω αιτίαση δεν είναι προδήλως αβάσιμη υπό την έννοια του άρθρου 35§3 (α) της Σύμβασης και ότι δεν αντίκειται σε κανέναν άλλο λόγο απαραδέκτου και την κηρύσσει παραδεκτή.

Β) Επί της ουσίας

Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η εκδίκαση της έφεσής του σε ημερομηνία που απείχε μεγάλο χρονικό διάστημα από την άσκησή της είχε ως συνέπεια να διατηρηθεί η κράτησή του για χρονικό διάστημα πολύ μεγαλύτερο από αυτό που, κατά τους ισχυρισμούς του, θα είχε εκτίσει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 του Ποινικού Κώδικα εάν η έφεσή του είχε εκδικαστεί νωρίτερα. Αναφέρει ότι υπολογίζοντας και τις 587 ημέρες εργασίας (υπολογιζόμενες ως πρόσθετες ημέρες εκτέλεσης) τέθηκε υπό κράτηση έως την ημερομηνία της εκδίκασης της έφεσης για έξι περίπου έτη και ότι πρόκειται για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό που αντιστοιχεί στα τρία πέμπτα της ποινής που επιβλήθηκε πρωτοδίκως. Την ημερομηνία της εκδίκασης της έφεσης, η διαδικασία της έφεσης δεν παρουσίαζε κανένα ενδιαφέρον καθόσον θα απολυόταν σε κάθε περίπτωση με βάση την εκτιθείσα βάσει της πρωτόδικης απόφασης ποινή. Προσθέτει ότι εξέτισε τελικά τα έξι έβδομα (6/7) της ποινής του. Αναφέρει επίσης ότι εάν το εφετείο είχε αποφανθεί εντός λογικής προθεσμίας θα είχε απολυθεί τουλάχιστον ένα έτος και έξι μήνες νωρίτερα.

Η Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η υπό κρίση προσφυγή δεν εγείρει κανένα ζήτημα παραβίασης του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 της Σύμβασης, επειδή ουδέποτε στερήθηκε ο προσφεύγων του δικαιώματός του για άσκηση και εκδίκαση της έφεσής του κατά της απόφασης του Εφετείου Αιγαίου της 15ης Οκτωβρίου 2008. Αναφέρει ότι το βάσιμο της έφεσης του προσφεύγοντος κρίθηκε ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αιγαίου, στη δικάσιμο της 07.06.2012, ήτοι πριν την απόφαση της 05.07. 2012 του Δικαστικού Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης που διέταξε την υπό όρους απόλυση του ενδιαφερομένου. Επίσης, η Κυβέρνηση θεωρεί ότι ο προσφεύγων δεν εξέτισε ποινή μεγαλύτερη από αυτή που όφειλε να εκτίσει και ότι οι σχετικοί υπολογισμοί του είναι αυθαίρετοι και αβάσιμοι. Αναφέρει τέλος ότι η υπό όρους απόλυση δεν είναι αυτόματη και ότι χορηγείται σε ειδικές περιπτώσεις.

Κατά το ΕΔΔΑ, όπως προκύπτει από τη νομολογία του, το άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 της ΕΣΔΑ ρυθμίζει ως επί το πλείστον τις θεσμικές πτυχές, όπως είναι η προσβασιμότητα του καταδικασθέντος σε έφεση σε Δικαστήριο ή η έκταση του ελέγχου που ασκεί ένα τέτοιο δικαστήριο (βλ. Pesti και Frodl κατά Αυστρίας (déc.), αρ. 27618/95 και 27619/95, Shvydka κατά Ουκρανίας της 30.10.2014, αρ. 17888/12 §49, και Ruslan Yakovenko κατά Ουκρανίας της 04.06.2015, αρ.5425/11 §77).

Επίσης, το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, στο πλαίσιο της εξέτασης των αντλούμενων από το άρθρο 13 της ΕΣΔΑ αιτιάσεων στην υπόθεση Messina κατά Ιταλίας (αρ. 2) (αρ. 25498/94, §94), το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ο χρόνος που είναι απαραίτητος για την εξέταση ενός ενδίκου μέσου μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητά του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η απλή υπέρβαση μιας νόμιμης προθεσμίας αποτελεί παραβίαση του δικαιώματος που εγγυάται το εν λόγω άρθρο. Στην υπό κρίση υπόθεση το Δικαστήριο σημειώνει ότι ο προσφεύγων, ο οποίος καταδικάστηκε στις 15.10.2008 σε ποινή κάθειρξης 10 ετών και έξι μηνών με απόφαση που δεν είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα σε περίπτωση έφεσης, άσκησε στις 20.10.2008 έφεση, η οποία εκδικάστηκε στις 07.06.2012. Μετά την εξέταση του εν λόγω ένδικου μέσου η ποινή κάθειρξης του προσφεύγοντος μειώθηκε σε 7 έτη και δύο μήνες.

Στις 05.07.2012, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης διέταξε, μετά από αντίστοιχη αίτηση της 13.06.2012 του Διευθυντή των Φυλακών, την υπό όρους απόλυση του προσφεύγοντος, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 105 του Ποινικού Κώδικα. Για το σκοπό αυτό, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών έκρινε ότι ο προσφεύγων είχε εκτίσει στις 13 Ιουνίου 2012, ποινή 4 ετών, δύο μηνών και είκοσι μίας ημερών – ήτοι ποινή μεγαλύτερη από το 1/3 της επιβληθείσας ποινής – και ότι κατά την ίδια ημερομηνία είχε εκτίσει επίσης, δεδομένου ότι είχε εργαστεί 587 ημέρες εργασίας στην φυλακή, ποινή 5 ετών, εννιά μηνών και τριάντα μίας ημερών – ήτοι τα τρία πέμπτα της ποινής.

Το ΕΔΔΑ υπενθυμίζει ότι η σκοπός της Σύμβασης είναι να προστατεύει δικαιώματα όχι θεωρητικά ή ουτοπικά αλλά συγκεκριμένα και πραγματικά. Στην απόφαση Shvydka κατά Ουκρανίας, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 12 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 της Σύμβασης. Έκρινε ότι η έφεση που είχε ασκήσει η προσφεύγουσα κατά της απόφασης του δικαστηρίου δεν είχε  κανένα ανασταλτικό αποτέλεσμα – γεγονός που είχε ως συνέπεια την άμεση εκτέλεση της ποινής, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο – και ότι δεν εξετάστηκε παρά μόνον αφού η ποινή εκτίθηκε στο σύνολό της. Ομοίως, στην απόφαση Ruslan Yakovenko κατά Ουκρανίας (§82), το Δικαστήριο συμπέρανε ότι η άσκηση από τον προσφεύγοντα του δικαιώματός του σε δύο βαθμούς δικαιοδοσίας θα γινόταν με αντάλλαγμα την ελευθερία του, ιδίως δεδομένου ότι η διάρκεια της κράτησής του ήταν αβέβαιη. Εντούτοις, στην υπό κρίση υπόθεση το Δικαστήριο θεωρεί απαραίτητο να παρατηρήσει τα παρακάτω. Ο προσφεύγων ήταν Τούρκος υπήκοος, ο οποίος κατηγορήθηκε ως διακινητής παράνομων μεταναστών και ο οποίος δεν είχε κανένα δεσμό με την Ελλάδα και καμία διαμονή στην χώρα. Για τον λόγο αυτό το Εφετείο Αιγαίου, αποφαινόμενο ως δικαστήριο πρώτου βαθμού, έκρινε ότι εάν ο προσφεύγων ασκούσε έφεση η έφεση αυτή δεν θα είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα. Λόγω της άσκησης έφεσης από τον προσφεύγοντα κατά της πρώτης καταδικαστικής απόφασης και λόγω της έλλειψης ανασταλτικού αποτελέσματος της έφεσης αυτής, απόφαση σχετική με την υπό όρους απόλυση του ενδιαφερόμενου δεν μπορούσε να εκδοθεί παρά μετά την έκδοση της απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου. Αίτηση για υπό όρους απόλυση δεν μπορούσε να γίνει παρά μόνον δυνάμει του άρθρου 105 ΠΚ, ήτοι με βάση τη διάρκεια της εκτιθείσας ποινής.

Η εκδίκαση της έφεσης, η οποία αρχικά ορίστηκε για τη δικάσιμο της 04.11.2010, αναβλήθηκε για τις 09.02.2012, εν συνεχεία για τις 07.06.2012, ημερομηνία κατά την οποία διεξήχθη και κατά την οποία το Εφετείο εξέδωσε την απόφασή του. Αυτή την τελευταία ημερομηνία έλαβε υπόψη το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών στις 05.07.2012 για τον υπολογισμό της διάρκειας της κράτησης του προσφεύγοντος ενόψει της υπό όρους απόλυσής του.

Το Δικαστήριο επισημαίνει επίσης ότι ακόμη και αν το Εφετείο Αιγαίου είχε συνεδριάσει και αποφανθεί επί της υπόθεσης στην αρχικά ορισθείσα δικάσιμο, ήτοι στις 04.11.2010, δεν θα πληρούνταν οι όροι του άρθρου 105 ΠΚ για την υπό όρους απόλυση του προσφεύγοντος εντός του Νοεμβρίου του 2010. Συναφώς, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι λαμβανομένου υπόψη του ότι ο προσφεύγων τέθηκε υπό κράτηση στις 22.03.2008, στις 04.11.2010 θα είχε εκτίσει 2 έτη, επτά μήνες και δώδεκα ημέρες, χρονικό διάστημα που δεν αντιστοιχεί στα 3/5 της επιβληθείσας ποινής όπως απαιτεί το άρθρο 105§1 (β) του Ποινικού Κώδικα. Επίσης, ο προσφεύγων δεν διευκρινίζει τον αριθμό των ημερών που είχε εργαστεί έως την τελευταία αυτή ημερομηνία και που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη για τον ευεργετικό υπολογισμό της εκτιθείσας ποινής (άρθρο 105 §6ΠΚ). Επιπλέον, όπως υπογραμμίζει η Κυβέρνηση, η υπό όρους απόλυση δεν είναι αυτόματη και δεν χορηγείται παρά σε ιδιαίτερες περιπτώσεις. Κατά συνέπεια το Δικαστήριο θεωρεί ότι η άσκηση από τον προσφεύγοντα του δικαιώματός του σε δύο βαθμούς δικαιοδοσίας δεν έγινε ως αντάλλαγμα της ελευθερίας του (βλ. a contrario, προαναφερθείσες αποφάσεις Shvydka κατά Ουκρανίας και Ruslan Yakovenko κατά Ουκρανίας).

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο συμπεραίνει ότι στην υπό κρίση υπόθεση δεν υπήρξε παραβίαση του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 7 της Σύμβασης.

Άρθρο 6 § 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη εντός εύλογου χρόνου) και 13 (δικαίωμα σε αποτελεσματικό  ένδικο μέσο).

Οι ποινικές διαδικασίες ξεκίνησαν στις 22 Μαρτίου 2008 – ημερομηνία σύλληψης του κ. Fırat – και ολοκληρώθηκαν στις 7 Ιουνίου 2012, ημερομηνία έκδοσης της απόφασης επί της έφεσης. Διήρκησαν λίγο περισσότερο από τέσσερα χρόνια και εξετάστηκαν σε δύο δικαιοδοτικά επίπεδα. Ο κ. Fırat είχε ασκήσει την έφεσή του στις 20 Οκτωβρίου 2008 και η υπόθεση εξετάστηκε στις 4 Νοεμβρίου 2010, περισσότερο δηλ. από δύο χρόνια. Η ακροαματική διαδικασία στη συνέχεια αναβλήθηκε δύο φορές για λόγους που δεν μπορούσε ο προσφεύγων να ελέγξει. Αναφερόμενο στην νομολογία της υπόθεσης Μιχελιουδάκη το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι η διάρκεια της διαδικασίας ήταν υπερβολική. Σημείωσε επίσης ο κ. Fırat δεν διέθετε αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα για την εξασφάλιση της εκτέλεσης του δικαιώματός του να εξεταστεί η υπόθεσή του εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση των άρθρων 6 § 1 και 13 της Σύμβασης.

Άρθρο 41 (δίκαιη ικανοποίηση)

Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελλάδα οφείλει να καταβάλει στον κ. Fırat το ποσό των 1.600 ευρώ για ηθική του βλάβη(επιμέλεια echrcaselaw.com). 


ECHRCaseLaw
Close Popup

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε καλύτερη εμπειρία στο διαδίκτυο. Συμφωνώντας, αποδέχεστε τη χρήση των cookies σύμφωνα με την Πολιτική Cookies.

Close Popup
Privacy Settings saved!
Ρυθμίσεις Απορρήτου

Όταν επισκέπτεστε μία ιστοσελίδα, μπορεί να λάβει κάποιες βασικές πληροφορίες από τον browser σας, κατά βάση υπό τη μορφή cookies. Εδώ μπορείτε να ρυθμίσετε τη συγκατάθεσή σας σε όλα αυτά.

These cookies allow us to count visits and traffic sources, so we can measure and improve the performance of our site.

Google Analytics
We track anonymized user information to improve our website.
  • _ga
  • _gid
  • _gat

Απορρίψη όλων των υπηρεσιών
Save
Δέχομαι όλες τις υπηρεσίες